28 Αυγούστου 2009

Μίστρος - Έλμπος


Δεν ήταν μόνο οι καρδιές
Των ανθρώπων δακρυσμένες
Ήταν και ο Έλμπος τα’ψηλο βουνό
Και τα περήφανα του Λίλλα τα πλατάνια
Ήταν τα πεύκα τα γυμνά
Και τα πράσινα τα νέα
Ήταν το ρέμα το στεγνό
Και οι στριφτές ελιές του.
Ήταν οι πέτρες οι σπαρτές
Κι οι πανέμορφες αγκάθες...
Ήταν κι η Παναγιά η Ξαριστή
Ο Αη Θανάσης κι η Αγιά Μαρίνα...
…………………………………………
Ψαλμοί, κραυγές και σπαραγμοί
Χαμένων και ζωντανών
Ακούγονταν συνάμα…
Πόνος και σεβασμός
Δάκρυ Φως Μνήμη
Μαζί και το άδικο Γιατί
Άφηναν εκεί οι Μιστρι-ώτες
Στου Φανουρίου τη Παραμονή
Στων Παίδων του Μαρτυρίου Τόπο.

Ερέτρια 26-27 Αυγούστου 2009
(Ευχαριστώ τον κ. Σταματούκο Παναγιώτη γα την ξενάγηση)



27 Αυγούστου 2009

"Παίδες έν καμίνω"


Ξημέρωνε τού Άγίου Φανουρίου όταν τά 5 παληκάρια μας, άναμμένες λαμπάδες, έγιναν όλοκαύτωμα προσπαθώντας νά προστατέψουν τό χωριό μας άπό τήν φωτιά.


Στόν τόπο πού έχασαν τήν ζωή τους κερδίζοντας τήν Άθανασία, χτίσαμε ένα έκκλησάκι πρός τιμήν τών "παίδων έν καμίνω", άλλά καί γιά τήν μνήμη τών παιδιών μας.


Κι όταν κάθε χρόνο τέτοια μέρα θά άνεβαίνουμε νά τό λειτουργούμε, μέ τά στάρια καί τίς φανουρόπιτες στά χέρια , δέν θά ζητάμε άπ' τόν Άγιο νά μάς φανερώνει πλούσιους γαμπρούς γιά τίς κόρες μας, θέσεις στό Δημόσιο γιά τά άγόρια μας, καί τούς τυχερούς άριθμούς άπό τά "λόττα" καί τά στοιχήματα, πού τόσο έπίμονα καί ξεδιάντροπα μας προτείνουν οί ταγοί μας μέσα άπό τίς τηλεοράσεις νά παίζουμε, γιά νά γίνει καλύτερη ή ζωή μας.


Μόνο θά τόν παρακαλούμε νά μας φανερώνει τόπους καί τρόπους γιά νά ύπερασπιζόμαστε ΠΑΤΡΙΔΑ και ΠΙΣΤΗ άλλά καί τήν άντίληψη ΝΑ ΝΟΙΑΖΕΣΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ, γιατί έτσι έκαναν, καί έτσι θά ήθελαν νά κάνουμε καί έμεις, τά καμένα παιδιά μας.

Ό Χρήστος ό Καρλατήρας, ό Δημήτρης ό Λιάσκος , ό Νίκος ό Τσαμπάσης, ό Δημήτρης ό Γιαπλές, καί ό Γιάννης ό Τσώκος.


Είστε προσκεκλημένοι κι έσείς τήν Τετάρτη στίς 26 Αύγούστου τού 2009 στίς 5 τό άπόγευμα στους Άγιους Παίδες έν καμίνω στόν Όλυμπο τού Μίστρου πού θά λειτουργήσουμε γιά πρώτη φορά.

 

ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΟΥ ΜΙΣΤΡΟΥ

04 Αυγούστου 2009

Άχ! αύτή ή νεότητα




Οι νέοι είναι γεμάτοι επιθυμίες στους χαρακτήρες τους και μπορούν να πραγματοποιούν όσα τυχόν επιθυμήσουν. Είναι ασταθείς και ευκολοχόρταστοι στις επιθυμίες τους, και απ’ τη μια μεριά έχουν έντονες επιθυμίες, απ’ την άλλη όμως ησυχάζουν γρήγορα^ γιατί οι επιθυμίες τους είναι ζωηρές αλλά έχουν μικρή διάρκεια, όπως ακριβώς η δίψα και η πείνα των κουρασμένων. Και οργίζονται και παραφέρονται εύκολα και παρασύρονται απ’ την οργή τους και δεν μπορούν να συγκρατήσουν το θυμό τους γιατί δεν ανέχονται να τους περιφρονούν, επειδή αγαπούν τις τιμές και αγανακτούν, αν νομίζουν πως αδικούνται. Αγαπούν τις τιμές αλλά πιο πολύ αγαπούν τη νίκη γιατί τα νιάτα επιθυμούν την υπεροχή και η νίκη είναι μια μορφή υπεροχής... Δεν είναι μοχθηροί αλλά καλοσυνάτοι... Είναι και ευκολόπιστοι, γιατί δεν έχουν εξαπατηθεί ακόμη πολλές φορές... Και είναι γεμάτοι ελπίδα, γιατί ακόμα δεν έχουν αντιμετωπίσει πολλές αποτυχίες. Και πιο πολύ ζούνε με την ελπίδα^ γιατί η ελπίδα αναφέρεται στο μέλλον, ενώ η μνήμη στο παρελθόν... Και είναι πιο ανδρειωμένοι, γιατί είναι ψυχωμένοι και γεμάτοι ελπίδα. Η γενναία ψυχή τούς κάνει να μη φοβούνται, η ελπίδα να είναι θαρραλέοι. Είναι και μεγαλόψυχοι, γιατί ακόμη δεν έχουν ταπεινωθεί απ’ τη ζωή τους, αλλά αγνοούν την πίεση της ανάγκης, και το να θεωρεί κάποιος τον εαυτό του άξιο για μεγάλα πράγματα είναι μεγαλοψυχία αυτό είναι χαρακτηριστικό ανθρώπου που ελπίζει... Και αγαπούν τους φίλους και τους συντρόφους περισσότερο απ’ τις άλλες ηλικίες, επειδή ικανοποιούνται με την συμβίωση και γιατί δεν κρίνουν ακόμη τίποτε σύμφωνα με το συμφέρον τους, κατά συνέπεια ούτε και τους φίλους τους... Και νομίζουν πως τα ξέρουν όλα και το βεβαιώνουν με σιγουριά... Και κάνουν τα αδικήματα με αυθάδεια και όχι με κακότητα... Είναι ευσπλαχνικοί... Λοιπόν, ο χαρακτήρας των νέων τέτοιος είναι.


[ Αριστοτέλη:Ρητορική(1389α3-β18) ]
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - Γ. ΠΟΛΙΤΙΔΗΣ

Νιώθει πως ο κόσμος όλος τού ανήκει. Είναι άπειρος, ευαίσθητος, συναισθηματικός ο νέος άνθρωπος, ακόμα και αυτός που αλλιώς δείχνει, ή μάλλον θέλει έτσι να δείχνει. Η νεότητα είναι μία εύπλαστη, δημιουργική και μοναδική ηλικία του ανθρώπου. Στους απέραντους και ανοικτούς ορίζοντες της ψυχής του νέου φυτρώνουν ταυτόχρονα δύο τεράστιοι και εχθρικοί μεταξύ τους κλώνοι, τα πάθη από τη μία μεριά και η σύνεση από την άλλη, κλώνοι που δε γνωρίζουν το μέτρο εξάπλωσης τους, είναι ανεξέλεγκτοι και ασυγχρόνιστοι. Γιατί το συναίσθημα του νέου είναι ακαλλιέργητο, τού είναι ασμίλευτο ακόμα. Υπάρχει βέβαια μέσα του εκλεπτυσμένο πάθος, ασυγκράτητο όμως και με ένταση φοβερή, από την οποία λείπει η διάρκεια, η σταθερότητα, η ποιότητα πολλές φορές, η σύνεση και η προοπτική. Κι άλλες πάλι φορές μέσα σ’ αυτήν την ένταση υποβόσκει ο φόβος του αγνώστου, οι φοβίες για μια σκληρή και απάνθρωπη κοινωνία, η οργή για έναν κόσμο ξένο προς τις προσδοκίες του. Η παιδεία, η γονική αγωγή, οι συναναστροφές και φυσικά μια υγιής και πολιτισμένη κοινωνία εκεί θα πρέπει να στοχεύουν. Να κάνουν το νέο να συλλάβει και την άλλη προοπτική της ζωής, τον αγώνα και την ομορφιά που κρύβει ο κόσμος. Να του διαμορφώσουν κριτήρια αισθητικά έτσι που να τον φέρουν σ’ επαφή με τις αισθητικές αξίες του ωραίου, της ισορροπίας και του ιδεώδους, ώστε ευαίσθητος ηθικά, ώριμος κοινωνικά, ψυχικά ρωμαλέος και πνευματικά γυμνασμένος να ξεπεράσει τις εσωτερικές του συγκρούσεις και τα εξωτερικά εμπόδια που ορθώνονται μπρος στα μάτια του από τους φόβους της κοινωνικής του ένταξης και καταξίωσης. Ένας νέος κοινωνικά ώριμος, έντονα προβληματισμένος, με διευρυμένους πνευματικούς ορίζοντες, που περνά από βασανιστικό έλεγχο τις αποφάσεις του, δεν άγεται και φέρεται, δε χαλιναγωγείται από σκοτεινά συμφέροντα, ούτε υφίσταται το διαλυτικό πνεύμα της εποχής μας με την ασάφεια, την αοριστία της, το δογματισμό και το φανατισμό της, τις αντιφατικές ενέργειες και τον ηθικό της ξεπεσμό, είναι ο νέος ο αυτόνομος, ο πρακτικός, ο λειτουργικός, που υπόσχεται πολλά για το μέλλον αυτής της ανθρωπότητας.

Οι αλλαγές που επισυμβαίνουν τόσο στην προσωπικότητα όσο και στη γενικότερη συμπεριφορά του νέου είναι πολλαπλές, συνεχείς, διαρκείς και έντονες. Οι ποσοτικές και κυρίως οι ποιοτικές νοητικές αλλαγές που γίνονται στο νέο καθώς μεγαλώνει, αποτελούν την αφετηρία για παραπέρα εξελίξεις σε δομικά σημεία της εξελισσόμενης προσωπικότητας του νέου, ψυχοσωματικά, συναισθηματικά και γλωσσικά. Ο νέος, σε σύγκριση με την παιδική του ηλικία, έχει τη δυνατότητα να διατυπώνει θεωρητικές απόψεις και υποθέσεις, αν και δεν έχει άμεσα και πολλά εμπειρικά δεδομένα και βιώματα. Το γεγονός αυτό τον καθιστά ικανό να προσεγγίζει τώρα σε βάθος και με κατανόηση λογοτεχνικά και ιστορικά κείμενα, δοκίμια, θεωρίες, δόγματα και ιδεολογίες, κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα, μ’ άλλα λόγια γίνεται ικανός πλέον να αντιλαμβάνεται, να αναλύει και να ελέγχει το ιδεολογικό, πολιτικό και πολιτιστικό υπόβαθρο των ιδιοτήτων της κοινωνικής ομάδας. Η σύλληψη της άμεσης πραγματικότητας, αλλά και η δυνατότητα, με το θεωρητικό στοχασμό, της σχηματοποίησης ενός πιθανού και δυνατού κόσμου, κάνουν τον έφηβο να επινοεί και να διεκδικεί εναλλακτικές λύσεις για τα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά δεδομένα, νέα δηλ. περίτεχνα και θεωρητικά μοντέλα ζωής.
Όταν μάλιστα συγκρίνει την απτή πραγματικότητα με τις πιθανές δικές του, νιώθει αγανάκτηση, θυμό και κατάθλιψη. Γίνεται τότε επαναστάτης προς όλους και σε όλα. Εναντιώνεται προς τους γονείς του και αμφισβητεί κάθε μορφή αυθεντίας, κατηγορώντας τους για υποκριτική στάση, για λιποταξία ανάμεσα στις καθημερινές τους πράξεις, τις αξίες και τα λόγια που πρεσβεύουν και διαρκώς τον συμβουλεύουν για έναν κόσμο καλύτερο. Ο επαναστάτης νέος δεν είναι ρεαλιστής, διότι απαιτεί εδώ και τώρα λύσεις σε μακροχρόνια και φοβερά προβλήματα. Προτείνει λύσεις πολλές φορές που είναι αδύνατον οικονομικά ή πολιτικά να πραγματοποιηθούν. Κι έτσι γρήγορα απογοητεύεται από την σκληρή υποδοχή που του επιφύλαξε η κοινωνία. Οι μεγαλύτεροί του, οι ισχυροί της κοινωνίας, δύσκολα συγχωρούν ή ικανοποιούν τις ριζοσπαστικές απαιτήσεις του νέου, γι’ αυτό και δεν τις πραγματοποιούν. Κι αυτή η άρνηση είναι για το νέο η πρώτη γνωριμία του με την πραγματικότητα, ίσως η πρώτη του προσγείωση από τους φανταστικούς του κόσμους που πιστεύει ότι αμέσως, μόλις το απαιτήσει, θα πραγματωθούν, ίσως όμως πάλι η πρώτη του συνειδητή ή όχι, απομάκρυνση και απέχθεια προς την κοινωνία, η πρώτη δηλ. φάση περιθωριοποίησής του από αυτήν.
Κάποιες φορές και για ασήμαντη αφορμή ο νέος αρχίζει να εκτοξεύει ύβρεις και κατηγορίες με γλώσσα ψυχρή και απότομη που δεν ταιριάζει στην ηλικία του. Και τότε αρχίζουν οι διαπιστώσεις: Φταίνε οι γονείς, η κοινωνία, το σχολείο, οι φίλοι. Δε θα σταθώ στο αποτέλεσμα, αλλά θα αναζητήσω τα βαθύτερα αίτια. Θα επισημάνω λοιπόν ότι τόσο ο νέος, όσο και οι μεγαλύτεροί του, είναι πολλές οι φορές που έρχονται σε σύγκρουση, σε έντονη αντιπαράθεση. Οι αφορμές είναι ασήμαντες, αν κάποιος τις κρίνει λογικά. Όμως οι αφορμές λειτουργούν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο που υπάρχουν. Για να γίνονται η πρόσβαση, η έκρηξη, η αρχή, η αποκάλυψη, η αφετηρία δηλ. σε μια κατάσταση που προϋπάρχει και χρόνο με το χρόνο ανυποψίαστα φτάνει σε οριακά σημεία.
Η διαφωνία των νέων προς τους μεγαλύτερους και την κοινωνία θα ήταν επιπόλαιο να πούμε ότι εκδηλώνεται απλά και μόνο κάτω από την εσωτερική, τη γεμάτη ένταση φυσική παρόρμηση μιας γενεάς που τώρα πρωτομαθαίνει τη ζωή. Ο νέος γονατίζει συχνά απ’ το βάρος των υποχρεώσεών του, ήδη από τα πρώτα σχολικά χρόνια, καθώς σιγά-σιγά συνειδητοποιεί τις φοβερές δυσκολίες του ατόμου μέσα στη ζωή. Τα συναισθήματά του γίνονται ακόμα πιο έντονα και αναζητούν το ξέσπασμα, τη διέξοδο, απ’ τη στιγμή που αντιλαμβάνεται πως κι αυτός ο μακρόχρονος, ο χρονοβόρος αγώνας σπουδών του ίσως αποβεί μάταιος, ένα χαρτί, ένα δίπλωμα μονάχα στην κορνίζα. Κι όταν πάλι βλέπει τη βία, το έγκλημα, τα σκάνδαλα, την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την αναξιοκρατία να επικρατούν στην καθημερινή πράξη, τότε τα βάζει με τους πάντες, με όλους εκείνους που τον μαθαίνουν επί χρόνια να είναι άνθρωπος με λογική, με συναίσθημα και με δημοκρατικό ήθος. Επιτίθεται στους γονείς, τα βάζει με τους δασκάλους, αυθαδιάζει με αναίδεια, φέρεται ανήθικα και ξεδιάντροπα πολλές φορές, κάνοντας όλα όσα του έμαθαν πως δεν πρέπει. Νιώθει έτσι πως επαναστατεί πως πράττει διαφορετικά πως δε συγχωνεύεται στη μάζα πως αντιδρά με τον τρόπο του ενάντια στο κατεστημένο.
Ίσως θα έπρεπε στα παιδιά μας να τα μάθουμε και κάτι άλλο: πως εμείς οι πιο μεγάλοι με τις συμβουλές, τις υποδείξεις και τις ηθικές αρχές που προσπαθούμε να τους ενσταλάξουμε, πως εμείς είμαστε εκείνοι, γονείς και δάσκαλοι, που στην ουσία τα βάζουμε με την κοινωνία, τις αντιφάσεις και τις παραβάσεις της. Κι αυτό γιατί διδάσκουμε το νέο αξίες και αρχές αντίθετες με τις υλικές αξίες και τον ισοπεδωτικό, καταναλωτικό τρόπο ζωής που η παγκόσμια ολιγαρχία του πλούτου έχει επιβάλλει στο σύγχρονο άνθρωπο. Και ότι όταν οι νεαροί επαναστάτες μάς εναντιώνονται, διαπράττουν ένα σοβαρό τους σφάλμα, που εμείς δεν τους δώσαμε να το καταλάβουν : ότι τα βάζουν με εκείνους που πράγματι τους αγαπούν, που προσπαθούν με τα λόγια, τα συναισθήματα, τις πράξεις και τις μεθόδους τους, να τους κάνουν προσωπικότητες λογικές και ηθικές, ώστε να είναι ικανοί να αντιμετωπίζουν μια ζωή σκληρή, μια κοινωνία αλλοπρόσαλλη, την οποία οφείλουν να καταπολεμήσουν αλλά με τις μεθόδους που ταιριάζουν στο συνετό άνθρωπο και το δημοκρατικό πολίτη.
Οι σχέσεις του νέου προς τους μεγαλύτερους του γίνονται πιο ομαλές και ανεκτικές πολύ αργότερα, μετά το τέλος της εφηβείας και της πρώτης νεότητας, όταν δηλ. ο χρόνος τον ωριμάζει, τον κάνει πιο αυτόνομο και ο ίδιος σταδιακά οικειοποιείται την πραγματικότητα και προσαρμόζεται στα κοινωνικά δεδομένα, νιώθοντας ισότιμος μέσα στην οργανωμένη κοινωνία. Όσο περισσότερο ο νέος αρχίζει να αποκτά σιγουριά για τις σπουδές, το επάγγελμα, τη μελλοντική του ζωή, όσο πιο πολύ αποκτά μία πιο σταθερή εικόνα, από τις πολλαπλές, για τον εαυτό του, την προσωπική του δηλ. εικόνα και ταυτότητα, τόσο περισσότερο μειώνει την κριτική διάθεση και αμφισβήτηση, δείχνοντας μεγαλύτερη κατανόηση προς τους μεγαλύτερούς του και αληθινό ενδιαφέρον για τη βελτίωση των κοινωνικών προβλημάτων. Είναι τότε ίσως η εποχή που καταλαβαίνει πως ο δάσκαλος και ο γονιός των εφηβικών του χρόνων ήταν φίλος και όχι εχθρός του. Η κριτική του τώρα στρέφεται περισσότερο προς τον εαυτό του, καθώς η ενδοσκόπηση και η ελεγχόμενη αυτοανάλυση τον οδηγούν σταδιακά προς την αυτογνωσία. Νιώθει πλέον μία προσωπικότητα, με ενιαία και σταθερή εικόνα του Εγώ του που τον διαφοροποιεί όχι μόνο απλά από τους άλλους, αλλά και που τον κάνει να αισθάνεται ως ένα και το αυτό πρόσωπο παρ’ όλες τις διάφορες εικόνες – πρόσωπα που έχει ζήσει στο παρελθόν του, παρ’ όλες τις ποικίλες μεταβολές που υφίσταται μέσα και έξω του. Η βιολογική του ωρίμανση, αλλά και η σταδιακή του κοινωνικοποίηση στα πλαίσια της κοινωνικής συμβίωσης ευθύνονται τα μέγιστα για τη σταδιακή αυτή ενσωμάτωση και ένταξη του νέου μέσα στην κοινωνική ομάδα.
Η ομαδική αυτή συμβίωση δημιουργεί νέα νοοτροπία στο νέο τέτοια ώστε κατ’ αυτήν οι κοινωνικές και πολιτικές υποθέσεις, τα ζητήματα δηλ. και τα προβλήματα του δημοσίου βίου, να γίνονται εκούσια και συνειδητά υποθέσεις προσωπικού ενδιαφέροντος. Και ο άνθρωπος, παρ’ όλο που συνηθίσαμε να αποδεχόμαστε ότι από τη φύση του είναι κοινωνικό ον, για να λειτουργήσει κοινωνικά, δημοκρατικά και ηθικά, πρέπει να μάθει όπως είπε και ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του ότι σε μία ομάδα, σε ένα έθνος, είμαστε πρώτα στο εμείς και έπειτα στο εγώ. Κι αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να βιώσει ο νέος, ότι έχει δηλ. ευθύνη απέναντι στον εαυτό του, την κοινωνία και την Ιστορία, ότι οφείλει να παραδώσει στους μεταγενέστερούς του έναν κόσμο καλύτερο και με λιγότερα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και οικολογικά προβλήματα, σε σύγκριση με εκείνον που του κληροδότησε η προηγούμενη γενεά. Να συνειδητοποιήσει ακόμα πως με μόνη την άρνηση αυτού του κόσμου και τις κατηγορίες προς τους προγενέστερους του για τα δεινά της κοινωνίας, χωρίς συγχρόνως μια προσωπική θέση και δράση, μια θετική αντιπροσφορά, στην ουσία περιθωριοποιεί και δεν εστιάζει τις άφθονες μέσα του δυνάμεις για ένα καλύτερο αύριο. Αυτή η απουσία του συναισθήματος κοινωνικής ενότητας και ευθύνης του νέου προς τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνική ομάδας, όταν απουσιάζει, είναι δείγμα ανωριμότητας, ατομικιστικής και αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Ο ανώριμος νέος πιο εύκολα ετεροκαθορίζεται από ιδέες ρευστές, χωρίς ηθικοκοινωνική προοπτική, αποδιοργανώνεται, κατανέμει αλλοπρόσαλλα και απερίσκεπτα τα όνειρά του, γίνεται σταδιακά άκαμπτος ηθικά και ψυχρός απέναντι σε θέματα της συλλογικής ζωής. Γίνεται δηλ. ένα εύκολο πια και χωρίς αντιστάσεις θύμα στα στεγανά όρια της καταναλωτικής και της ατομικιστικής κοινωνίας μας που σήμερα πανίσχυρη απλώνει τα ισοπεδωτικά και διαλυτικά της δίχτυα και στους χώρους του πνεύματος, των ιδεών, της πολιτικής,των συνειδήσεων και των ηθικών αξιών. Και αναρωτιόμαστε τότε πού πήγαν όλα αυτά τα οράματα, τα ιδανικά, τα ενθουσιώδη σχέδια του νέου, αυτή τέλος πάντων η απλότητα και η αγνότητα που είναι φυσικό να χαρακτηρίζει κάθε νέο άνθρωπο. Όταν βλέπεις ένα νέο χωρίς προορισμό, στόχους, ιδανικά, ηθικούς φραγμούς και εσωτερικές αντιστάσεις, αναρωτιέσαι τι έφταιξε, προβληματίζεσαι για το τι φταίει. Ούτε η εκπαίδευση ούτε η αγωγή φαίνονται πως είναι στοιχεία ικανά, για να παράσχουν στο νέο κάποια ψυχικά και πολιτιστικά εφόδια, κάποια στηρίγματα, πάνω στα οποία βασισμένος να χαράξει κατά τρόπο συνειδητό την προσωπική πορεία του και να αναλάβει τις κοινωνικές του υποχρεώσεις, με γνώμονα το μέτρο, τη σύνεση, το νόμο και τον εσωτερικό προσωπικό του κώδικα αξιών. Αντί για όλα τούτα βλέπεις μόνο ένα νέο που απαιτεί επίμονα, που ζητά, που διεκδικεί, μ’ αυτό το ασυγκράτητο πάθος της ηλικίας του, τα δικαιώματά του. Και φυσικά, αυτό δεν είναι κακό. Είναι αναγκαίο, θα έλεγα.
Το δυστύχημα όμως εντοπίζεται στο ότι ο ίδιος αυτός νέος είναι έτοιμος να διαγράψει τις υποχρεώσεις του, να ανταποδώσει αχαριστία και αδιαφορία απέναντι στη χάρη που του έγινε, και εύκολα, χωρίς εσωτερικούς άξονες, να οδηγηθεί στην αναίδεια, τον κυνισμό και τον ξεπεσμό με τη συμπεριφορά ή με τις εγκληματικές κάποτε πράξεις του. Ποιος να φταίει άραγε, αναρωτιόμαστε. Όλοι εμείς, ο κόσμος γύρω, η ηθική σήψη, τα καταναλωτικά πρότυπα της εποχής, η εμπορευματοποίηση των αξιών, ηθικών και κοινωνικών, οι γονείς, η εκούσια απομόνωση και λιποταξία των πνευματικών ταγών της εποχής μας, ίσως και η σύγχρονη παιδεία η στραμμένη σχεδόν αποκλειστικά προς την παροχή γνώσεων ; Η παιδεία που στοχεύει πολύ σωστά στο να αναπτύξει τις ικανότητες και δυνατότητες του νέου, να του μάθει το παρελθόν, να τον μυήσει στο παρόν του κόσμου μας; Η παιδεία που όμως ίσως θα έπρεπε να του διδάξει με διδακτικό τρόπο και τη σκληρή όψη της ζωής ; Να μην τον αφήνει να μετεωρίζεται σε καταστάσεις ακραίες, φαντασιακές, άλλοτε σε μυθικό κόσμο που συχνά κατασκευάζει, στον οποίο επικρατεί ξενοιασιά και ειρήνη, δεν υπάρχει βία, κυριαρχεί η ειλικρίνεια και η ανιδιοτέλεια ή άλλοτε πάλι σε έναν άλλο κατασκευασμένο κόσμο όπου φυσιολογικό είναι να κυριαρχεί η ασυδοσία, η ελευθεριότητα και η παρανομία, και μάλιστα χωρίς τιμωρία όλα τούτα, όλα αυτά που εμπνευσμένα ίσως του έρχονται κατ’ ευθείαν από τον κόσμο των video games ; Ίσως η παιδεία θα πρέπει συχνότερα να επιχειρεί να προσγειώνει το νέο, να του γνωρίζει σε βάθος τις κοινωνικές δομές, να του γνωρίζει πώς να μελετά ουσιαστικότερα τα προβλήματα της ζωής και της κοινωνίας, πώς να διακρίνει το μύθο από την πραγματικότητα, πώς να κατανοεί την πραγματικότητα, πώς να ενσωματώνεται και πώς να επιβιώνει σε αυτήν. Είναι πολύ πιθανό, μαθαίνοντας στα παιδιά για τις μεγάλες ηθικές-κοινωνικές αρχές της συμβίωσης, αλλά και συγχρόνως προσγειώνοντάς τα στην απτή πραγματικότητα, έτσι να μειώσουμε μιαν αιτία, μιαν ανησυχία από αυτές τις πολλές που ενυπάρχουν στη νεανική ψυχή και που όταν παραμερίζονται βίαια ή αδιάφορα από τους μεγαλύτερους του, μεταλλάσσονται επικίνδυνα σε ενέργειες αντιπαλότητας του νέου προς τους μεγάλους γενικότερα. Είναι δικαίωμα του νέου να μάθει όλη τη ζωή που ολόκληρη τού ανήκει, που μόλις την ξεκινά. Είναι χρέος μας να του τη γνωρίσουμε, να τον συμβουλεύσουμε και να του υποδείξουμε, να τον βοηθήσουμε να αποδράσει απ’ τον κλειστό υποκειμενικό κόσμο που συχνά δημιουργεί, να τον κάνουμε ένα ρεαλιστή νέο, γιατί η συμφορά θα είναι μεγαλύτερη, κάθε φορά που θα συνειδητοποιεί ότι ζει σε μία άλλη, ξένη γι’ αυτόν και ψυχρή πραγματικότητα. Και τότε η αντίδραση στην κλίμακα της καταστροφής θα ξεκινά με την αυτοκαταστροφή του και θα τελειώνει με την βίαιη στροφή του ενάντια στην μισητή κοινωνία, τους θεσμούς της, τους σπουδαίους αλλά και τους ασήμαντους ανθρώπους των χώρων που κινείται. Μια αντίδραση που ξεφεύγει από το μέτρο και κινείται πλέον στα ανεξέλεγκτα όρια της, χωρίς νομικούς ή ηθικούς περιορισμούς, περιθωριακής πρακτικής.
Ίσως όμως κάτι τέλος να ξέχασα, ίσως και το πιο σημαντικό. Για την αντικοινωνική, ανάρμοστη, εγκληματική ή και ανήθικη συμπεριφορά και δράση του, όποτε συμβαίνει, ευθύνεται και ο ίδιος ο νέος. Και η συμμετοχή του στις ευθύνες βρίσκεται στο μεγαλύτερο ποσοστό. Γιατί αν αναζητήσουμε τις ευθύνες μόνο στους άλλους [ γονείς, δασκάλους, κοινωνία ] για τη δράση του και τις δικές του επιλογές, παράνομες ή ανήθικες, είναι σαν να εκμηδενίζουμε και να ισοπεδώνουμε την ιδιαίτερη φύση που μέσα του κρύβει ο κάθε άνθρωπος. Σε αυτήν την περίπτωση αυθαίρετα καταργούμε τα σπουδαιότερα γνωρίσματα της ανθρώπινης ύπαρξης, τη βούληση και την ελευθερία επιλογής, την ατομική δηλαδή αυθυπαρξία του ανθρώπινου χαρακτήρα, τα συνειδησιακά χαρακτηριστικά και δομικά στοιχεία της βαθύτερης προσωπικότητας.