10 Ιουνίου 2010

Η παραποίηση της ανθρωπολογίας του Σοφοκλή στο Δημοτικό Σχολείο.

Στο γ΄ τεύχος του βιβλίου «Γλώσσα» της Δ΄ τάξης Δημοτικού περιλαμβάνεται η ενότητα 14, υπό τον τίτλο «Το ανθρώπινο θαύμα». Θέμα της είναι τα μεγάλα τεχνολογικά επιτεύγματα του ανθρώπου στις μέρες μας. Η ενότητα αρθρώνεται σε τέσσερις υποενότητες. Η πρώτη εξ αυτών, που επιγράφεται «Ύμνος στον άνθρωπο», περιέχει εκτενές απόσπασμα από ένα χορικό της ‘‘Αντιγόνης’’ του Σοφοκλή. Το Βιβλίο του Δασκάλου (ΒτΔ) της Δ΄ τάξης, γράφει πως «πρόκειται για έναν ύμνο στην ανθρώπινη ‘‘δεινότητα’’, στη δύναμη και το μεγαλείο του ανθρώπου». (ΒτΔ, σελ. 48)

Το θέμα είναι μεγάλης παιδαγωγικής σημασίας. Δυστυχώς, όμως, το εξαίρετο κείμενο του Σοφοκλή παραποιείται κι ευνουχίζεται στο σχολικό βιβλίο. Αυτό δεν γίνεται για πρώτη φορά: Επί τρεις, τουλάχιστον, δεκαετίες ο στοχασμός του μεγάλου τραγικού ποιητή -που αντιπροσωπεύει το πνεύμα της κλασικής Αθήνας- (Δημάρατος 1975, σελ. 23) διδάσκεται παραποιημένος μέχρις αντιστροφής στους μαθητές του Δημοτικού. (Κορκόβελος 2006, σελ. 40 – 54).

Ιδού το χορικό, όπως περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Δ΄ Δημοτικού:



«Πολλά είναι τα θαυμαστά,

μα τίποτα πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο.

Αυτός περνά και πέρα από τον τρικυμισμένο άσπρο πόντο

με τις φουρτούνες του νοτιά,

διασχίζοντας τα κύματα που σηκώνονται ψηλά

κι από παντού τον δέρνουν.

Και την υπέρτατη θεά, τη Γη,

την άφθαρτη κι ακούραστη αυτός καταπονεί

οργώνοντας χρόνο το χρόνο με αλέτρια

πάνω κάτω που τα σέρνουν τ’ άλογά του.



Και των ελαφρόμυαλων πουλιών τη γενιά

με βρόχια παγιδεύει και κοπάδια αγριμιών,

και τα θαλάσσια θρέμματα στο πέλαγος,

όλα ο πολυμήχανος ο άνθρωπος

τα πιάνει με δίχτυα από πλεχτά σχοινιά.

Και τ’ άγρια θηρία που τριγυρίζουν στα βουνά

με παγίδες τα δαμάζει,

και τ’ άλογο με την πυκνή τη χαίτη τιθασεύει

στον τράχηλο περνώντας του ζυγό,

καθώς και τον βουνίσιο ταύρο τον αδάμαστο.

Βρήκε ακόμα και τη γλώσσα να μιλεί

και ιδέες υψηλές και νόμους

για την καλή διακυβέρνηση των πόλεων,

και πώς να φυλάγεται τη νύχτα στο ύπαιθρο

από της παγωνιάς τις προσβολές

και της φοβερής νεροσυρμής, ο τετραπέρατος.

Απροετοίμαστος σε τίποτα δεν έρχεται

που μέλλει να συμβεί.

Τον Άδη μόνο δεν θα μπορέσει να ξεφύγει

φάρμακα όμως έχει επινοήσει,

για να γλιτώνει από τις αγιάτρευτες αρρώστιες.

(Γλώσσα, τ. γ΄ σελ. 50, 51 μετάφρ. Γερ. Μαρκαντωνάτος)



Τα σφάλματα που λαμβάνουν χώρα εδώ είναι τα ακόλουθα:



α) Ενώ το χορικό αποτελείται από τέσσερις στροφές συνολικά, στο σχολικό εγχειρίδιο παρατίθενται μόνο οι τρεις πρώτες! Για την ύπαρξη της τέταρτης στροφής δεν γίνεται καμία απολύτως νύξη! Συμβαίνει, όμως, αυτή να αποτελεί το νοηματικό κέντρο όλου του χορικού! «Το νόημά του –στην ουσία το νόημα όλης της Αντιγόνης- βρίσκεται στην κατάληξή του (364-375) που το συνδέει με τις ύψιστες σημασίες που διακυβεύονται μέσα σ’ αυτήν την τραγωδία», σημειώνει ο Κ. Καστοριάδης. (1993, σελ.23).

Αυτό τονίζει και ο C.M.Bowra: «Τα τρία πρώτα μέρη αποτελούν μόνο πρόλογο στο τέταρτο μέρος (…) Η ουσία του χορικού βρίσκεται στο εμφατικό συμπέρασμά του». (1993, σελ.38).

Χωρίς την τέταρτη στροφή, το νόημα του χορικού ακρωτηριάζεται και κυριολεκτικά παραποιείται.



Η κομμένη τέταρτη στροφή έχει ως εξής:



«Τέχνες μαστορικές σοφίστηκε

που δεν τις βάζει ο νους,

κι όμως μια στο καλό, μια στο κακό κυλάει.

όποιος κρατεί τον ανθρώπινο νόμο

και του θεού το δίκιο, που όρκος το δένει φρικτός,

πολίτης . αλήτης και φυγάς,

όποιος κλωσάει τ’ άδικο, μακάρι και μ’ αποκοτιά,

ποτέ σε τράπεζα κοινή

ποτέ μου βούληση κοινή

με κείνον που τέτοια τολμάει»

(1994, στ.365-375, μετάφρ. Κ. Γεωργουσόπουλου)



Με τούτη τη στροφή ολοκληρώνεται το χορικό και πληρούται η σκέψη του ποιητή, θέτοντας τα πράγματα σε πολύ διαφορετική βάση και προοπτική, απ’ αυτήν του σχολικού βιβλίου και του ΒτΔ.



β) Το δεύτερο ατόπημα αφορά στην ανακριβή μετάφραση του πρώτου διστίχου!

Ο Σοφοκλής λέει:



«Πολλά τα δεινά κουδέν

ανθρώπου δεινότερον πέλει»

(στ.332-333)



Οι πιο πολλές μεταφράσεις διαγιγνώσκουν εδώ ένα μονοσήμαντο θαυμασμό: «Πολλά είναι τα θαυμαστά, μα τίποτα πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο.»! Το νεοελληνικό γλωσσικό αισθητήριο, όμως, μάς ειδοποιεί πως κάτι άλλο λέει ο τραγικός ποιητής, κάτι που θυμίζει το λαϊκό μας γνωμικό: «Το θεριό του κόσμου είν’ ο άνθρωπος» (Μπαρακλής, 1989).

Ιδού ορισμένα τεκμήρια που πιστοποιούν πως η σχολική (κι όχι μόνο) απόδοση παραποιεί καίρια το νόημα του διστίχου:

§ Η λέξη "δεινός" στα λεξικά της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αποδίδεται κυρίως αρνητικά: Δεινός = φοβερός, τρομερός, φρικτός, άγριος, σκληρός, επικίνδυνος! Ενίοτε προσλαμβάνει και ηπιότερες ή θετικές σημασίες: ισχυρός, παράδοξος, έμπειρος, θαυμαστός. (Liddell&Scott, Ακαδημία Αθηνών 1988, Δημητράκος, Σταματάκος 1994)

§ Από την επισκόπηση του συνολικού έργου του Σοφοκλή μέσω τριών διαφορετικών μεταφράσεων (των εκδόσεων Κάκτος, Εστία, Πάπυρος), προκύπτει πως, πλην μιας ιδιάζουσας περίπτωσης, μόνο σε τούτο το δίστιχο, η λέξη "δεινός" μεταφράζεται ως "θαυμαστός"! Το γεγονός, προφανώς, οφείλεται στις ιδεολογικές επιδράσεις του ουμανισμού.1 Ωστόσο, όπως σημειώνει ο R. Dodds, «ο Σοφοκλής δεν ήταν ανθρωπιστής (σ.σ. ουμανιστής)» (2000, σελ.23).

Αποφασιστικές διευκρινίσεις για τη σημασία του όρου αυτού προσφέρουν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης:

§ Ο Πλάτων στο διάλογο "Πρωταγόρας" προβάλλει την άποψη του Πρόδικου πως «το "δεινός" σημαίνει κακός. Κανείς λοιπόν δε λέει ποτέ "δεινού πλούτου" και "δεινής ειρήνης" , αλλά "δεινής αρρώστιας" και "δεινής φτώχειας" με τη σκέψη πως το δεινό είναι κακό» (341 α, β). Στην πορεία του διαλόγου ο Σωκράτης αποφαίνεται: «Κανείς βέβαια δεν πηγαίνει προς αυτά που θεωρεί " δεινά" (359d).

Στο "Λάχη" δηλώνει : «Εμείς δεινά θεωρούμε όσα προκαλούν φόβο ("δέος")»! (198b).

Στον "Θεαίτητο" ο Πλάτων αναφέρει πως όσοι ακολουθούν το άθεο και αθλιότατο υπόδειγμα ζωής, εφόσον δεν απαλλάσσονται απ’ τη "δεινότητά" τους, θα παραμένουν, ενόσω ζουν, κακοί σύντροφοι κακών, όντας φαύλοι και πανούργοι ("ως δεινοί και πανούργοι") . Η αληθινή "δεινότης" του ανθρώπου έγκειται στο να γίνεται δίκαιος και να τείνει να εξομοιωθεί προς το θεό. (176c-177b)

§ Ο Αριστοτέλης στα "Μεγάλα Ηθικά" γράφει: «Ο "δεινός" και ο φρόνιμος είναι διαφορετικοί. Αναφέρονται στα ίδια πράγματα, αλλά ο ένας κάνει αυτό που πρέπει, ενώ ο άλλος όχι» (1204α ,12-18)

Στα "Ηθικά Νικομάχεια" τονίζει πως "δεινότης" είναι η δύναμη με την οποία δύναται κάποιος να πράττει όσα συντείνουν στην επιτυχία ενός σκοπού και να τον επιτυγχάνει. Και αν μεν ο σκοπός είναι καλός είναι επαινετή (η δεινότης), αν είναι κακός, είναι πανουργία. Γι’ αυτό λέμε πως και οι φρόνιμοι και οι πανούργοι είναι "δεινοί" . (1144α 26-32 )

Από τα παραπάνω συνάγεται πως "δεινός" είναι ο άνθρωπος που προκαλεί δέος . αυτός που με την επιβλητικότητα και την περίνοιά του κατορθώνει να στρέφει τις καταστάσεις σε όφελός του! Η "δεινότης" διίσταται προς τη φρόνηση, στο μέτρο που «ο δεινός κάνει χρήση και κατάχρηση της δυνάμεώς του χωρίς καμία ηθική μέριμνα» (Γκάνταμερ, 1996).

Έτσι, το πραγματικό νόημα του δίστιχου της Αντιγόνης αποδίδει με ακρίβεια η εναργής μετάφραση του Κώστα Γεωργουσόπουλου:



«Πολλά γεννούν το δέος.

το μέγα δέος ο άνθρωπος γεννά».



Είναι πολύ διαφορετικό να γεννά κάποιος το μέγα δέος, από το να προκαλεί το μέγιστο θαυμασμό!



γ) Το τρίτο ατόπημα είναι καρπός των δύο προηγουμένων και αφορά την εσφαλμένη ερμηνευτική προσέγγιση και κατανόηση του κειμένου, την οποία υποδεικνύει το Βιβλίο του Δασκάλου:

«Πρόκειται για έναν ύμνο στην ανθρώπινη ‘‘δεινότητα’’, στη δύναμη και το μεγαλείο του ανθρώπου. Ο άνθρωπος κυριάρχησε σε στεριά και θάλασσα, καθυπόταξε όλα τα ζωντανά πλάσματα που κατοικούν στον αέρα, στη γη και στη θάλασσα, ανακάλυψε το υπέρτατο όργανο επικοινωνίας που είναι η γλώσσα, ίδρυσε πόλεις και επινόησε φάρμακα για να θεραπεύσει τις αρρώστιες». (Βλ. σελ. 48)

Τα ανωτέρω απηχούν το πνεύμα της Νεωτερικότητας, όμως αφίστανται ριζικά από το πνεύμα του Σοφοκλή. Ο Albin Lesky εξηγεί με εμβρίθεια τι στ’ αλήθεια υποστηρίζει ο τραγικός μας ποιητής:

«Αυτό που λέγεται εδώ για τον άνθρωπο αναφέρεται στην δίχως όρια δύναμή του, ταυτόχρονα όμως γίνεται λόγος για τη φρίκη, την αγωνία, το φόβο, που συνδέονται με αυτή την τερατώδη παντοδυναμία, που εκτείνεται σε όλα τα πεδία. Ο άνθρωπος κατόρθωσε να δαμάσει τα άγρια ζώα, να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις της φύσης, έκανε κτήμα του τον έναρθρο λόγο, ακόμη και η ικανότητά του να θεμελιώσει κοινωνική ζωή μνημονεύεται στα ίδια συμφραζόμενα. Και ωστόσο, πάνω από όλα αυτά υπάρχει ένα αμετακίνητο όριο: οι νόμοι της πατρικής γης και η ένορκη δίκη των θεών. Ανάλογα με τη στάση του απέναντι σ’ αυτά κρίνεται η αξία ή η απαξία του ανθρώπου» (1987,σελ.329).

Αντίστοιχη είναι και η ερμηνευτική προσέγγιση του C. M. Bowra:

«Αυτό το περίφημο χορικό για τον άνθρωπο (…) δεν είναι ένας εγκωμιαστικός ύμνος στη δύναμη του άνθρώπου, αλλά κάτι πιο πολύπλοκο και πιο στενά δεμένο με το έργο (…). Ο άνθρωπος είναι "παράξενος" (σ.σ. δεινός) γιατί έχει μέσα του δυνατότητες για το καλό και για το κακό, για την τάξη και για την καταστροφή. Η μόνη πραγματική προστασία απ’ τις αποκλίσεις είναι η επιβολή των νόμων που (…) έχουν καθαγιαστεί με θεϊκή επιδοκιμασία (…) Ο βασικός κίνδυνος προέρχεται από την υπεροπτική τόλμη» (1993, σελ. 38-40).


Συνέπειες της εσφαλμένης προσέγγισης



1. Κατά τη σχολική εκδοχή ο άνθρωπος αξιολογείται από το Σοφοκλή ως θαυμαστός, σχεδόν αποκλειστικά χάρη στην ισχύ του, μα ουδόλως από το ήθος και την ευπραξία του. Η ηθική διάσταση του ανθρώπου καταποντίζεται, ως άσχετη προς τη μεγαλοσύνη του και την κοινωνική του πρόοδο!

Δεν είναι, όμως, αυτό που διακηρύσσει ο ποιητής στο χορικό της Αντιγόνης. Εκείνο που λέει, είναι ότι «οι άνθρωποι ενισχύονται και βελτιώνονται από το νόμο κι ο πολιτισμός στηρίζεται μ’ εμπιστοσύνη σ’ αυτόν, γιατί ο νόμος δημιουργεί μαζί με τον πολιτισμό τις ηθικές αξίες» (Bowra, 1993, σελ.39).

Ο Σοφοκλής το λέει πολύ καθαρά, και οι Lesky και Bowra το τονίζουν: Κριτήριο για την αξία του ανθρώπου είναι η στάση του απέναντι στον ανθρώπινο και το θεϊκό νόμο. Το κριτήριο, δηλαδή, είναι ηθικής τάξης.

Τα σχολικά βιβλία, όμως, εξωθούν μαθητές και δασκάλους να εξυμνούν τον χωρίς ηθικές προβάσεις άνθρωπο. Τους εξωθούν να καταφάσκουν τον δεινό άνθρωπο, που οργανώνει τη διάνοιά του και δρα με μοναδικό στόχο την προαγωγή της ισχύος του και την ικανοποίηση των υλικών του επιδιώξεων! Η τόλμη, η επινοητικότητα και η κατίσχυση επί της φύσης εκτοπίζουν και καθιστούν άνευ αξίας την αρετή, τη φρόνηση, την τήρηση του μέτρου, το ευ πράττειν!

Όμως, κατά το Σοφοκλή, μόνο όταν ο άνθρωπος εμφορείται από τις αρετές αυτές είναι σε θέση να οριοθετεί και να διασφαλίζει την οντολογική του δεινότητα από την ύβριν και την αμετρία, ώστε να προαγάγει αληθινά τον πολιτισμό.

Αυτό ακριβώς υπογραμμίζει ο τραγικός μας ποιητής σ’ ένα χορικό του "Οιδίποδος Τυράννου" :



« Κι αν κάποιος της υπεροψίας

το δρόμο ακολουθεί με λόγια κι έργα,

δίχως τη Δίκη να φοβάται

και στα όσια των θεών δε δείχνει σέβας

να τον αρπάξει μαύρη μοίρα

για το πανάθλιο θράσος του»

(στ. 883-8, μετ. Τ. Ρούσσος)



Και στον "Φιλοκτήτη" απευθύνει έκκληση και προειδοποίηση για εκείνους που υπερβαίνουν το μέτρο:



«Ω έργα των θεών,

ω δύστυχες γενιές των ανθρώπων

αν η ζωή σας ξεπέρασε το μέτρο»

(στ. 178-180, μετ. Τ. Ρούσος)



Οι κατευθυντήριοι άξονες που, κατά τον τραγικό μας ποιητή, οφείλει να υιοθετήσει ο άνθρωπος είναι το μέτρο, η αιδώς, η ευσέβεια, η αίσθηση του χρέους, η τήρηση του νόμου:



Χαρακτηριστικοί της πνευματικής παρακαταθήκης του Σοφοκλή είναι οι καταληκτικοί στίχοι της "Αντιγόνης":



«Μέγα καλό και πρώτο της ευτυχίας ,

η φρόνηση. κανείς δεν πρέπει ν’ ασεβεί

στη θεία τάξη . λόγια μεγάλα ξιπασιάς

με συμφορές μεγάλες πληρώνονται»

(στ. 1319-1323, μετάφρ. Κ. Γεωργουσόπουλος)



Η φρόνηση, κατά το Σοφοκλή, εδράζεται στην εναρμόνιση των λόγων και των έργων προς τους γραπτούς νόμους της πόλης και τους άγραφους, αιώνιους νόμους της θείας κοσμικής "δίκης", που εκδηλώνονται με την ευταξία και ευρυθμία της φύσης. Από τη συνύφανση αυτή εξαρτάται η ανθρώπινη ευημερία.

Κάθε άλλο, όμως, παρά αυτή την γνώση αποκομίζουν οι μαθητές της Δ΄ Δημοτικού διδασκόμενοι το χορικό της Αντιγόνης, με τον ακατάλληλο τρόπο που αυτό τους προσφέρεται .



2. Είδαμε ότι στο σχολικό εγχειρίδιο ο άνθρωπος προβάλλεται ως το υπέρτατο ον! «Τίποτα πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο»!

Αν η μετάφραση αυτή είναι σωστή, ο Σοφοκλής εμφανίζεται να διακηρύσσει κάτι εξόχως βαρυσήμαντο: Στο μέτρο που και οι θεοί είναι θαυμαστοί, ο άνθρωπος είναι πιο θαυμαστός, πιο μεγαλειώδης και απ’ αυτούς!2

Τούτο σημαίνει πως εδώ ο Σοφοκλής ανατρέπει εκ θεμελίων «έναν από τους σημαντικότερους κανόνες της ελληνικής σωφροσύνης, η οποία αφορά τις σχέσεις με τους θεούς, πως ο άνθρωπος δε θα μπορούσε με οποιοδήποτε τρόπο, να αξιώσει να εξομοιωθεί με αυτούς». (Vernant, 1996, σελ.19) Στην πεποίθηση αυτήν εδράζονταν η επιθυμία των Ελλήνων, οι λόγοι και τα έργα τους να είναι σύμφωνα με τους θεούς. (Burkert, 1993, σελ.554).

Όμως όχι. Πρόκειται απλά για άλλη μια απόδειξη ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας μεταφραστικής αστοχίας.

Διότι πανθομολογούνταν η ευσέβεια του Σοφοκλή. Σύμφωνα με το βίο του, υπήρξε «θεοφιλής ως ουκ άλλος» (Lesky, 1987, σελ.450). Φαίνεται, μάλιστα, πως ήταν ένας από αυτούς που εισήγαγαν στην Αθήνα τη λατρεία του Ασκληπιού, για τον οποίο έγραψε και έναν παιάνα. Ο ίδιος διατηρούσε και ιερατικό αξίωμα. (Lesky, 1981, σελ. 392). Η άποψή που διατρέχει τα έργα του είναι πως απέναντι στο ύψος και το μεγαλείο του θείου ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα αδύναμο τίποτα! (Kroh, 1996, σελ. 425. Romilly 1997, σελ.114)

Το δηλώνει αυτό ρητά στον "Αίαντα", σε μια στιχομυθία, που διαμείβεται ανάμεσα στον Οδυσσέα και την Αθηνά:



«ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Το βλέπω ξάστερα πως άλλο

τίποτα οι ζωντανοί δεν είμαστε, μονάχα

κούφιες σκιές, φαντάσματα κι αγέρας.

ΑΘΗΝΑ: Αυτά θωρώντας, να μη ξεστομίσεις

λόγο θρασύ για τους θεούς ποτέ σου»

(στ.125-8, μετ. Τ. Ρούσσος)



Η άποψη που διατυπώνεται εδώ, διατρέχει τον αρχαίο ελληνικό στοχασμό εν γένει, από τον Όμηρο και μετά3.

Η ανατροπή των παραδεγμένων ιεραρχικών σχέσεων ανάμεσα σε θεούς κι ανθρώπους θα ισοδυναμούσε με ριζική ανατροπή των όρων της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και της ελληνικής αυτογνωσίας: Το περίφημο «γνώθι σαυτόν» που αναγράφονταν στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς είχε τούτο το νόημα: «Νιώσε ότι είσαι άνθρωπος, ότι ένα αγεφύρωτο χάσμα σε χωρίζει από τη θεότητα». (Snell, 1989, σελ.244)

Κι όμως! Ο πιστός στο πνεύμα τούτο ποιητής της φρόνησης και του μέτρου εμφανίζεται στα βιβλία του δημοτικού να διακηρύσσει ιδέες αλλότριες, ότι ο άνθρωπος είναι το υπέρτατο και το πλέον θαυμαστό ον, που ίσταται πάνω κι απ’ τους Θεούς!



3. Μαθητές και δάσκαλοι γαλουχούνται με την άποψη πως ο Σοφοκλής θαύμασε στον άνθρωπο πρωτίστως την ικανότητα να κυριαρχεί πάνω στη φύση. Πως αντίκρισε τις σχέσεις ανθρώπου – φύσης ως σχέσεις αντιπαλότητας, κατοχής και ισχύος. Πως είδε την ανθρώπινη ευημερία μονοσήμαντα να εξαρτάται και να συμβαδίζει με την κατίσχυση επί της φύσης. πως ύμνησε την κυριαρχικότητα αυτή ανάγοντάς τη σε θεμελιώδες κριτήριο της οντολογικής καταξίωσης του ανθρώπου!

Ο τραγικός ποιητής προβάλλεται έτσι ως αυθεντικός προάγγελος του Ντεκάρτ, στον ευαγγελισμό του «να γίνουμε κυρίαρχοι και κάτοχοι της φύσης»! (Descartes, σελ. 62).

Μα αντιθέτως: Στην κυριαρχική τάση του ανθρώπου ο Σοφοκλής εντοπίζει μια ροπή προς την ύβριν, «που τον οδηγεί να θέσει σε κίνδυνο το σύνολο των σχέσεων που συγκροτούν τον κόσμο που του ανήκει» (Παπαϊωάννου, 1992, σελ. 43-44). Με δέος αντικρίζει τις «ένσκοπες ανθρώπινες δραστηριότητες οι οποίες βιάζουν τη φύση» (Arendt, 1996, σελ. 73), καθώς με την αποκοτιά του διατρέχει τον κίνδυνο να στρέψει την ισχύ της εναντίον του (Dodds, 2000, σελ.23)

Την ανησυχία αυτή (στην οποία, όντως, ενυπάρχει και θαυμασμός) για την ανθρώπινη δεινότητα, τη συμμερίζονταν ευρέως οι αρχαίοι Έλληνες (Schmidt, 1901, σελ.104).

Η άποψη του Σοφοκλή είναι ότι «τα τεχνικά επιτεύγματα είναι ουδέτερα: μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στο κακό, όπως και στο καλό. Το ουσιώδες είναι να τηρεί κανείς τους νόμους και να ενεργεί δίκαια» (Guthrie, 1991, σελ.89). Εκείνο που, κατά τον τραγικό ποιητή προέχει, είναι η τιθάσευση της οντολογικής δεινότητας του ανθρώπου, μέσω της φρόνησης, του μέτρου, της τήρησης του νόμου!

Στο έργο του η φύση προβάλλει ως έκφραση της θείας τάξης, προς την οποία ο άνθρωπος οφείλει να εναρμονίζει την ύπαρξή του. Απηχεί εδώ την άποψη του Ηρακλείτου - του ανθρώπου που τον βοήθησε να διαμορφώσει το πνεύμα του (Webster, 1996, σελ.68) - πως «σωστά να φρονεί κανείς είναι η πιο μεγάλη αρετή και σοφία την αλήθεια να λέγει και να πράττει σύμφωνα με τη φύση εισακούοντάς την» (απ. 112)


Επίλογος



Ο Σοφοκλής προβάλλει ως ιδεώδες τον άνθρωπο εκείνο, που μεταξύ θείου και ανθρώπινου νόμου, φύσης και φρόνησης συνάπτει ένα δεσμό αδιάρρηκτο, ως θεμέλιο του καλού. Τη φύση την εννοούσε κι αυτός, όπως εν γένει οι αρχαίοι Έλληνες: «ως τελειότητα που δεν μπορεί να κατασκευάζεται ούτε από τους θεούς ούτε από τους ανθρώπους αλλά υφίσταται "αφ’ εαυτής"» (Gigon, 1991, σελ.167)

Με την πνευματική του παρακαταθήκη ο τραγικός μας ποιητής δρομολογεί αφετηριακά και ενισχύει σύγχρονα πνευματικά ρεύματα, που προωθούν απόψεις σαν την ακόλουθη:

«Ο άνθρωπος πρέπει να ξαναμάθει τους γήινους στόχους και να αρνηθεί το ψεύτικο άπειρο της τεχνολογικής παντοδυναμίας, της πνευματικής παντοδυναμίας, την ίδια του την προσδοκία για παντοδυναμία, για να αποκαλυφθεί μπροστά στο αληθινό άπειρο που είναι άφατο και ασύλληπτο. Οι τεχνικές του δυνατότητες, η σκέψη του, η συνείδησή του, πρέπει από ’δω κι εμπρός να αφιερωθούν όχι στο να κυριαρχήσει αλλά στο να τακτοποιήσει, βελτιώσει, κατανοήσει». (Μorin, 1993, σελ.228).



Ο Σοφοκλής έχει σημαντικά πράγματα να διδάξει στους μαθητές μας του Δημοτικού (και όχι μόνο) σχετικά με τον άνθρωπο, την τεχνική, τους κινδύνους που εγκυμονεί η ανθρώπινη δεινότης, τη σημασία του μέτρου, της φρόνησης και της αυτογνωσίας.

Αρκεί να διδάσκεται σωστά.


………………………… … ………………………


Παραπομπές



1) Κατά τον Εντγκάρ Μορέν «Ο ανθρωπισμός είναι η φιλοσοφία ενός ανθρώπου (που) είναι υποκείμενο μέσα σ’ ένα κόσμο αντικειμένων, είναι κυρίαρχος πάνω σ’ έναν κόσμο υπηκόων» (Morin, 2000, σελ.18).

2) Ο Καστοριάδης επισημαίνει: «Ο Σοφοκλής δεν περιορίζει το ουδέν στη φύση. Λέει απολύτως: ουδέν. Ουδέν : ούτε λοιπόν και οι θεοί» (Καστοριάδης,1993, σελ.27)

3) α) Ομήρου Οδύσσεια: «Πλάσμα κανένα από τον άνθρωπο πιο αδύναμο δεν είναι άλλο στη γης, απ’ όσα πάνω της σαλεύουν κι ανασαίνουν». (ραψωδία σ, 130-1, μετ. Ν. Καζαντζάκης - Ι. Κακριδής)

β) Ηράκλειτος: «Ο πιο σοφός απ’ τους ανθρώπους, απέναντι στο θεό, πίθηκος». (απ. 83)

γ) Αριστοτέλης: «και γαρ ανθρώπου άλλα πολύ θειότερα την φύσιν». (Ηθικά Νικομάχεια 1141 α 39)

4) Σημαντική είναι εν προκειμένω η παρατήρηση του H. Skolimowski: «Η μεταβολή στην αντίληψή μας για την ισχύ δεν έγινε στην Αναγέννηση, αλλά σημειώθηκε πολύ αργότερα και ήταν αποτέλεσμα μιας ευρύτερης ιδεολογικής και κοσμολογικής αλλαγής, που η ουσία της ήταν η εξής: ο δυτικός άνθρωπος άρχισε να βλέπει σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό το σύμπαν σαν ένα μηχανιστικό και ετερόκλητο σύμφυρμα , που μπορεί να υποταχθεί με τη βοήθεια μιας ικανής και ισχυρής τεχνολογίας για να αποκτήσει ο άνθρωπος το αίσθημα της προσωπικής ασφάλειας και άνεσης, καθώς και την αίσθηση της μεγαλουργίας (…) Η αλλαγή στην αντίληψή μας για την ισχύ αντιπροσωπεύει μια αλλαγή στην αντίληψή μας για την ανθρώπινη φύση» (1984, σελ7)


Βιβλιογραφία



Ακαδημία Αθηνών (1994). Λεξικόν της Προσωκρατικής φιλοσοφίας,

τ. Α΄, Β΄.

Αριστοτέλης: Ηθικά Μεγάλα, μεταφρ. ομάδα Κάκτου, Κάκτος 1993.

Αριστοτέλης:Ηθικά Νικομάχεια, μετάφρ. Α. Δαλέζιου, Πάπυρος 1975.

Γρυπάρη Ι.(χ.χ.).Οι τραγωδίες του Σοφοκλέους, τ. Α΄ Β΄, Εστία.

Δημάρατος Β. (1975) « Ο βίος του Σοφοκλέους», στο: Σοφοκλέους

Τραγωδίαι, Πάπυρος, 23-25.

Δημητράκος Δ.(χ.χ.). Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης, τ. Δ΄. Δομή Α.Ε.

"Η Γλώσσα μου" της Δ΄ Δημοτικού, γ΄ τεύχος, ΟΕΔΒ, 2008, 7-12

Ηράκλειτος, απ. 83, απ. 112 (μετάφρ. Κ. Μιχαηλίδης).

Καστοριάδης Κ.(1993) Ανθρωπολογία ,πολιτική φιλοσοφία , Ύψιλον (σελ.11-33).

Κορκόβελος Χρήστος (2006) «Η παντεχνεία του ανθρώπου» στο βιβλίο Η Γλώσσα μου της ΣΤ΄ Δημοτικού – Ανθρωπολογικές, ηθικές και οικολογικές διαστάσεις ενός διδακτικού σφάλματος, Παιδαγωγική Επιθεώρηση, τ. 41 / 2006.

Μιχαηλίδης Κ. (χ.χ.) Οι προσωκρατικοί, Χριστάκης, 47-68.

Μπαρακλής Χ.(1989) Γνωμικά και παροιμίες, Εστία (5η έκδοση).

Γλώσσα Δ΄ Δημοτικού, Βιβλίο του Δασκάλου, , ΟΕΔΒ, σελ. 110.

Oμήρου Οδύσσεια, μετάφρ. Ν. Καζαντζάκη – Ι. Θ. Κακριδή, Εστία, 1986 (βλ. ραψωδία σ, στ.130-1).

Παπαιωάννου Κ. (1992). Η αποθέωση της ιστορίας, μετάφρ. Σπύρος Κακουριώτης, Εναλλακτικές Εκδόσεις σελ. 29-67.

Πλάτων. Θεαίτητος, μετάφρ.Δ. Κολοκόντες, Κάκτος, 1993.

Πλάτων. Λάχης, μετάφρ. Β. Τατάκης, Αθήνα, Ι. Ζαχαρόπουλος (χ.χ.)

Πλάτων. Πρωταγόρας, μετάφρ. Ορ. Περδικίδης, Κάκτος, 1993.

Σοφοκλέους Τραγωδίαι, μετάφρ. Β. Δημάρατου, Αλ. Γαληνού, Κ Φωτιάδου, Δ. Ρηγοπούλου, Δ. Λύκα, Γ. Σπαταλά, Πάπυρος 1975.

Σοφοκλής: Αντιγόνη, μετάφρ. Κ. Γεωργουσόπουλος, Κάκτος 1994.

Σοφοκλής: Ηλέκτρα, μετάφρ. Κ. Γεωργουσόπουλος, Κάκτος 1992.

Σοφοκλής: Οιδίπους επί Κολωνώ, μετάφρ. Π. Γιαννακόπουλος, Κάκτος 1993.

Σοφοκλής: Τραχίνιαι, μετάφρ. , Τ. Ρούσσος, Κάκτος 1992.

Σοφοκλής: Φιλοκτήτης, μετάφρ. Τ. Ρούσσος, Κάκτος 1991.

Σταματάκος Ι.(1994). Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Βιβλιοπρομηθευτική.

Arendt H. (1996). Μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, μετάφρ. Φ. Σιατίτσας, Λεβιάθαν, 69-103.

Bowra C.M.(1993). Οι τραγωδίες του Σοφοκλή, μετάφρ. Αικ. Τσοτάκου – Καρβέλη, Κώδικας (4η έκδοση) 9-79.

Burket W. (1993). Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, μετάφρ. Ν. Μπεζαντάκος - Α. Αβαγιανού, Καρδαμίτσας, 547-562.

Descartes R.(x.x.). Λόγος περί μεθόδου, μετάφρ. Janis Lo Skokko, Αναγνωστίδης, 61-77.

Dodds R.(2000). Εισαγωγή, στο βιβλίο: Η ιδέα της προόδου στην κλασική αρχαιότητα, μετάφρ. Γ. Τραϊανός, Εξάντας, 11-51.

Gadamer H.G.(1998). Το πρόβλημα της ιστορικής συνείδησης, μετάφρ. Αντώνη Ζέρβα, Ίνδικτος, 87-105.

Gigon O.(1991). Βασικά προβλήματα της αρχαίας φιλοσοφίας, μετάφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Γνώση, 161-168.

Guthrie W.K.C.(1991) Οι Σοφιστές, μετάφρ. Δ. Τσεκουράκης, Μ.Ι.Ε.Τ. 86-108.

Kroh P.(1996). Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, μετάφρ. Δ. Λυπουρλής, Λ. Τρομάρας, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 425-432.

Lesky A.(1987). Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, τ. Α΄, μετάφρ. Ν. Χ. Χουρμουζιάδης, Μ.Ι.Ε.Τ, 281-456.

Lesky A.(1981) Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μετάφρ. Αγ. Τσοπανάκη, Αφοι Κυριακίδη (5η έκδ.), 389-426.

Liddell&Scott (2006) Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Πελεκάνος, τ. 2ος.

Morin Edgar - Kern A.B. (1993) Γη-Πατρίδα, μετάφρ. Κ. Πατέρα, Οδυσσέας, 225-234.

Romilly J.(1997). Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, μετάφρ. Μίνα Καρδαμίτσα -Ψυχογιού, Καρδαμίτσας (2η έκδοση), 92-133.

Schmidt L.(1901) Η ηθική των αρχαίων Ελλήνων, τ. Β΄, μετάφρ.

Δ. Ολύμπιου, Σαββάλας, 104-126.

Skolimowski H.(1984) Οικοφιλοσοφία, μετάφρ. Δημ. Κούρτοβικ,

Κάλβος, 120-156.

Snell B.(1989). Η ανακάλυψη του πνεύματος, μετάφρ. Δανιήλ Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ, 217-256.

Vernant J.P.(1996). Εισαγωγή στο συλλογικό τόμο: Ο Έλληνας άνθρωπος, μετάφρ. Χ. Τασάκος, Ελληνικά Γράμματα, β΄ έκδ. σελ. 11-45.

Webster T.B.L (1996). Εισαγωγή στο Σοφοκλή, μετάφρ. Ι. Μπάρμπας, Βάνιας, 37-73.



Χρήστος Κορκόβελος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου