Κάποτε στη Θεσσαλονίκη πήγαινα στο καφενείο ενός συμπαθητικού Μικρασιάτη, εξήντα περίπου χρονών. Το όμορφο , βασανισμένο πρόσωπό του ανέδιδε μια γλυκιά έκφραση γεμάτη καλοσύνη. Ήμουν βέβαιος ότι ήταν ένας άνθρωπος με καλό χαρακτήρα. Χάρηκα, όταν τον άκουσα να λέει σε κάποιον συνομήλικό του : « Κατά βάθος είναι όλοι καλοί». Δυσκολεύτηκα να καταλάβω τι εννοούσε. Εννοούσε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι καλοί ή αυτός τους έβλεπε έτσι; Αλλά πώς μπορούσε ένας άνθρωπος με τις εμπειρίες ενός εξηντάρη, ένας άνθρωπος της αγοράς, να τους βλέπει όλους καλούς;
Στο καφενείο ερχόταν κάπου- κάπου και ο γαμπρός του, που ήταν εντελώς διαφορετικός χαρακτήρας από αυτόν. Στάθμευε τη μοτοσικλέτα του μπροστά στο καφενείο, ανάμεσα στα τραπέζια και τις καρέκλες , όπου κάθονταν οι πελάτες του και έμπαινε στο κατάστημα χωρίς να χαιρετήσει κανέναν. Το ύφος του έδειχνε μια μόνιμη οργή. Σκεφτόμουν τι θα γίνει, όταν αναλάβει αυτός το καφενείο.
Το καφενείο ήταν για κάμποσα χρόνια ακόμα γεμάτο κόσμο. Ο κόσμος ερχόταν γιατί ο ιδιοκτήτης του ήταν καλός άνθρωπος . Ο γαμπρός πήγαινε και ερχόταν με την αστραφτερή μοτοσικλέτα του. Ύστερα έπαψε να έρχεται ο καλός άνθρωπος και το μαγαζί το ανέλαβε για ένα μικρό χρονικό διάστημα η κόρη του. Σταμάτησα κι εγώ να πηγαίνω γιατί έφυγα απ΄ τη Θεσσαλονίκη. Όταν γύρισα μετά από κάμποσο καιρό είδα ότι το καφενείο έκλεισε και μετατράπηκε σε κατάστημα πωλήσεως μοτοσικλετών.
Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια για να καταλάβω την πίστη του ανθρώπου αυτού στην καλοσύνη και στην αγάπη, παρόλο που με παρόμοιο τρόπο σκεφτόμουν κι εγώ. Η δυσκολία να δεχθούμε το κακό είναι ότι κάθε φορά, που σκεφτόμαστε τους ανθρώπους, ο νους μας πάει στους δικούς μας, σ’ αυτούς που δεν παύουμε ποτέ να τους αγαπάμε, ακόμα κι όταν έχουν φύγει.
Είναι δύσκολο να πεισθείς ότι δεν είναι καλοί όλοι οι άνθρωποι, ότι υπάρχουν κακοί άνθρωποι στον κόσμο. Πόσα πρέπει να πάθει κανείς για να μάθει ότι στον κόσμο υπάρχει το κακό. Ίσως γιατί όλοι οι άνθρωποι αγαπούν το καλό. Κατά την Ορθόδοξη Πίστη μας η τάση του ανθρώπου προς το καλό είναι έμφυτη. Ο ι άνθρωποι γεννιούνται καλοί και έχουν όλα τα εφόδια για να μπορούν να υπερνικήσουν τις τάσεις τους προς το κακό.
Σημαντικό ρόλο παίζουν τα παιδικά μας χρόνια. Όσοι είχαν ευτυχισμένα παιδικά χρόνια , μεγαλώνοντας κοντά σε πράους και ειρηνικούς ανθρώπους δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι δεν είναι όλοι καλοί και ότι υπάρχουν άνθρωποι κακοί . Ίσως δεν θα το πιστέψουν ποτέ.
Σύμφωνα με το μύθο του Αισώπου «ο Λύκος και ο Ερωδιός», μια φορά στάθηκε ένα κόκαλο στο λαιμό ενός λύκου. Ο λύκος φώναξε τον ερωδιό με το μακρύ του ράμφος, να το βγάλει και του υποσχέθηκε ότι θα τον ανταμείψει. Ο ερωδιός έβαλε το κεφάλι του στο στόμα του λύκου και έβγαλε το κόκαλο. Ύστερα περίμενε την ανταμοιβή. Ο λύκος του είπε: «Μικρή ανταμοιβή είναι που γλίτωσες από το στόμα του λύκου» ;
Ποια είναι η απάντηση στο ερώτημα που τέθηκε στην αρχή; Είναι όλοι καλοί; Ο Αίσωπος φαίνεται ότι θέλει να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την ευθύνη που έχουμε για τον εαυτό μας. Ο μύθος του μιλάει γι’ αυτόν που ζει με αυταπάτες, που πρέπει να είναι ευχαριστημένος, όταν γλιτώνει από αυτές. Μικρό κέρδος είναι που γλίτωσες απ΄ τις αυταπάτες σου και ελευθερώθηκες απ΄ τον ίδιο τον εαυτό σου, φαίνεται να λέει ο Αίσωπος στους ανθρώπους κάθε εποχής.
Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου