28 Αυγούστου 2011

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ, με αφορμή το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού


«Στις 27 Αυγούστου 1922 ο τουρκικός στρατός μπαίνει στη Σμύρνη.
Χιλιάδες Έλληνες συνωστίζονται στο λιμάνι προσπαθώντας
να μπουν στα πλοία και να φύγουν για την Ελλάδα…»

Mαρία Ρεπούση, Ιστορία ΣΤ’ δημοτικού.
Στα νεότερα και σύγχρονα χρόνια, Αθήνα, εκδ. ΟΕΔΒ, 2006, σελ. 100
Σαν σήμερα στις 13 Σεπτεμβρίου 1922  ξεκίνησε ο εμπρησμός της Σμύρνης  και ο σφαγιασμός των Ελλήνων και Αρμενίων της πόλης απο τους Τούρκους του Κεμάλ  


Αποσπάσματα απο το βιβλίο "Χαμένος  Παράδεισος,Σμύρνη 1922", του σύγχρονου Βρετανού ερευνητή και δημοσιογράφου  Γκάϊλς Μίλτον (Εκδόσεις Μίνωας)

Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 1922
Η Τετάρτη  είχε ξημερώσει καθαρή και όμορφη,άλλη μια λαμπρή μέρα.Όμως  η φθινοπωρινή λιακάδα δεν κατάφερε να κρύψει την πραγματικότητα της κατάστασης  που επικρατούσε μέσα στη Σμύρνη.Τα νικηφόρα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ ήταν εκτός ελέγχου  και ο πληθυσμός της πόλης που τώρα είχε διογκωθεί  και είχε φτάσει τους επτακόσιες χιλιάδες ανθρώπους ή και περισσότερους-διέτρεχε θανάσιμο κίνδυνο...."Υπήρχαν  πάρα πολλοί Τούρκοι στρατιώτες που τριγύριζαν  εδώ κι εκεί.Ένας απο αυτούς μπήκε κάπου όπου κρυβόταν μια αρμενική οικογένεια και την κατέσφαξε.Βγαίνοντας , το γιαταγάνι του έσταζε αίμα.Το σκούπισε πάνω στις αρβύλες και τις γκέτες του"... 
ο Τζορτζ Χόρτον  σημείωνε με προσοχή  κάθε νέο κύμα επιθέσεων..."Λυσσασμένοι τσέτες έσπαζαν τις πόρτες των σπιτιών ,πυροβολούσαν  τους φτωχούς ,τρομοκρατημένους κατοίκους ,λεηλατούσαν κ.λ.π"...
...Στο βάθος του δρόμου, μια ομάδα στρατιωτών  ξεφόρτωνε κάτι  που έμοιαζε να είναι μεγάλα βαρέλια πετρέλαιο."Δεν είδα το περιεχόμενό τους" γράφει, "αλλά, κρίνοντας απο το χρώμα και το σχήμα τους , ήταν ολόϊδια  με τα βαρέλια της  Εταιρείας Πετρελαίων της Σμύρνης.Κάθε βαρέλι φρουρούνταν απο δύο ή τρεί Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι τα κυλούσαν  κατά μήκος της οδού Ρεσιντί προς την  Αρμενική Επισκοπή.Ενιωσα ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά και συνειδητοποίησα  το σκοπό όλων αυτών των προετοιμασιών"..."άκουσα κάτι που μπορώ να περιγράψω  μόνο ως ήχους  απο σταγόνες  βροχής που χτυπούν σε στέγη".Οι Τούρκοι στρατιώτες κατάβρεχαν  τ ακτίρια με πετρέλαιο....Οι φλόγες έγιναν αντιληπτές λίγο αργότερα.Ένας απο τους πρώτους ανθρώπους που πρόσεξαν το ξέσπασμα της φωτιάς ήταν η δεσποινίς  Μίνι Μίλς, διευθύντρια  του Αμερικανικού Διακολεγιακού ινστιτούτου...Δεν ήταν η μόνη που είδε το ξέσπασμα της φωτιάς."Οι δάσκαλοι και τα κορίτσια μας είδαν τους Τούρκους  που.... φορούσαν κανονικές, στολές στρατιωτών,και, σε πολλές περιπτώσεις, στολές αξιωματικών να κρατούν μακριά ξύλα με κουρέλια  στην άκρη τους, τα οποία είχαν βουτήξει  σε έναν τενεκέ με κάπιο υγρό.Τα έφερναν μέσα σε σπίτια που αμέσως μετά έπιαναν  φωτιά"...
Πλήθος αξιόπιστες  μαρτυρίες επιβεβαίωσαν αργότερα το ρόλο των στρατιωτών του Κεμάλ στο ξεσπασμα της πυρκαγιάς. 
Ο Κλόφλιν Ντέιβις του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού είδε Τούρκους να καταβρέχουν  με εύφλεκτο υγρό  ένα δρόμο που βρισκόταν στην πορεία της πυρκαγιάς.Ο κύριος Ζουμπέρ, διευθυντής  του υποκαταστήματος  της τράπεζας Κρεντί Φονσιέ στη Σμύρνη, βρήκε το θάρρος  να ρωτήσει μια ομάδα Τούρκων στρατιώτών τι έκαναν."Νου απάντησαν  αδιάφορα ότι είχαν διαταγές να ανατινάξουν και να κάψουν  όλα τα σπίτια της περιοχής".....Μέχρι σήμερα, οι περισσότεροι  Τούρκοι ιστορικοί επιμένουν να υποστηρίζουν ότι η φωτιά - η οποία δεν θα αργούσε να λάβει τρομακτικές διαστάσεις - ήταν πράξη σαμποτάζ των Ελλήνων και των Αρμενίων.
..."είδαμε  Τούρκους στρατιώτες σε ένα αυτοκίνητο, οι οποίοι  ψέκαζαν με αντλία όλα τα σπίτια απο οπου  περνούσαν με εύφλεκτα υγρά".
..Καθώς η πυρκαγιά  εξαπλώθηκε και κατευθύνθηκε προς την προκυμαία..." γράφει ο Χόρτον  "οι άνθρωποι  ξεχύνονταν  σε έναν όλο και μεγαλύτερο χείμαρρο προς την προκυμαία,νέοι , γέροι,γυναίκες,παιδιά και άρρωστοι.Όσους δεν ήταν σε θέση να περπατήσουν τους κουβαλούσαν με φορεία ή στους ώμους των συγγενών"...Ανάμεσα σε ουρλιαχτά και χτυπήματα, οι άνθρωποι  έπεφταν στη θάλασσα και ο κανός ήταν τόσο καυτός που , στο λόγο μου, νόμιζα ότι τα σωθικά μου είχαν πάρει φωτιά"  (μαρτυρία Φερνάντ ντε Κράιμερ)...
Ένας απο τους τελευταίους  Βρετανούς υπηκόους που επιβιβάσθηκε στις λέμβους ήταν ο Πέρσυ Χάντκινσον.Αργότερα , θα έγραφε  μια επιστολή προς τον  Βρετανό ύπατο αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη εξιστορώντας του όλα όσα είδε εκείνη τη νύχτα (Τετάρτη προς Πέμπτη)."Εάν η Εξοχότης σας μπορούσε να ακούσει τις κραυγές για βοήθεια και να δεί  τις ανυπεράσπιστες γυναίκες και παιδιά που πυροβολούνταν χωρίς έλεος ή έπεφταν στη θάλασσα για να πνιγούν σαν τα ποντίκια,θα είχατε συνειδητοποιήσει πλήρως τον τρόμο και τη βαρύτητα της κατάστασης"...
Όταν έπεσε το  Γουόρντ Πράις σκοτάδι  εκείνη την τρομερή Τετάρτη , η προκυμαία ήταν ασφυκτικά γεμάτη  απο σχεδόν μισό εκατομμύριο  πρόσφυγες.Αυτοί αντιμετώπιζαν  τον πραγματικό κίνδυνο να καούν ζωντανοί , γιατί  τώρα  η φωτιά είχε φτάσει στην προκυμαία....Η ζεστη ήταν τέτοια, ώστε τα παλαμάρια όσων πλοίων βρίσκονταν κοντά στις αποβάθρες άρχισαν να καίγονται.Όλα τα σκάφη απομακρύνθηκαν περίπου διακόσια μέτρα απο την προκυμαία, αλλά  η κάψα εξακολουθούσε να είναι ανυποφορη.
"Οι φλόγες ανέβαινα όλο και ψηλότερα" γράφει ο Οράν Ρέιμπερ,ένας τουρίστας που είχε φτάσει στη Σμύρνη  πριν απο λίγες ημέρες."Τα ουρλιαχτά  του αλλόφρονος πλήθους  στην προκυμαία ακούγονταν  σε απόσταση ενάμισυ χιλιομέτρου.Μπορούσες να διαλέξεις  ανάμεσα σε τρείς τρόπους θανάτου: τη φωτιά που μαινόταν πίσω σου, τους Τούρκους που περίμεναν στα σοκάκια και τη θάλασσα  που ανοίγονταν μπροστά σου" , στη σύγχρονη ιστορία , ίσως τίποτε  δεν μπορεί να συγκριθεί με τη νύχτα  της  13ης Σεπτεμβρίου στη Σμύρνη".
Επάνω στο Άιρον Ντιουκ , ο ναύαρχος σερ Όσμοντ ντε Μπωβουάρ Μπροκ επέμενε ότι έπρεπε να ακολουθηθεί  το καθημερινό πρόγραμμα.Ο Τζόρτζ  Γουόρντ Πράις θυμάται  πως εκείνο το βράδυ οι αξιωματικοί  ήταν ντυμένοι για το δείπνο με τις ολόλευκες στολές επιθεώρησης, παρά τις σκηνές κόλασης που εκτυλίσσονταν  στη στεριά.Όταν τα ουρλιαχτά  απο  τη μακρινή προκυμαία έγιναν πολύ δυνατά για να τα αγνοήσει κανείς,ο πλοίαρχος  διέταξε την ορχήστρα  του πλοίου να παίξει.Τα άλλα πλοία ακολούθησαν , και οι διαπεραστικές κραυγές  πολύσύντομα  σκεπάστηκαν απο ένα ποτ πουρί  αλέγρων θαλασσινών σκοπων....
Ο Τσαρλς Χάους ήταν ένας απο αυτούς  που είχαν συμμετάσχει στην εκκένωση της πόλης.Δεν θα ξεχνούσε ποτέ  τις σκηνές στις οποίες έγινε μάρτυρας.
"Γυναίκες  που καλούσαν  ουρλιάζοντας τα αναίσθητα μωρά τους,που δεν μπορούσαν πια  να τις ακούσουν.Παιδιά σε τρυφερή ηλικία που φώναζαν απελπισμένα τους γονείς τους...κάπου κάπου, ένας ιππέας που έκανε κέφι ένα μικρό κορίτσι δεκαπέντε  ή δεκάξι χρονών, το τραβούσε παράμερα και ένα φρικτό ουρλιαχτό  πρόδιδε τη συνέχεια....
...Ο ταγματάρχης Άρθουρ Μάξγουελ, είδε Τούρκους  στρατιώτες  να χύνουν κουβάδες  με κάποιο  υγρό πάνω  στους πρόσφυγες.Φαντάστηκε ότι προσπαθούσαν να σβήσουν τις φλόγες, ως τη στιμή  που είδε ένα πέπλο φωτιάς  να φουντώνει σε εκείνο ακριβώς  το σημείο της προκυμαίας.
"Θεέ μου" φώναξε στους συναδέλφους του ¨καινε ζωντανούς τους  πρόσφυγες!".

Πυρήνες αντίστασης στον αφανισμό


Δεν είναι μόνο τετράγωνης λογικής συμπέρασμα, είναι και «αίσθηση»: βεβαιότητα που συνάγεται από χίλιες δυο εμπειρικές αφορμές. Oτι κάτι τελειώνει. Kάτι πολύ γενικό – το διεθνές «σύστημα» ίσως, το πολιτισμικό «παράδειγμα», ο «τρόπος» της συλλογικότητας.
Eνας ιδιωτικός οίκος αξιολόγησης κρατικών οικονομιών υποβαθμίζει στις εκτιμήσεις του την οικονομία των HΠA, της υπερδύναμης. Kαι πανικοβάλλεται ο ολόκληρος ο πλανήτης, με τον πανικό να μετριέται στους δείχτες των χρηματιστηρίων, στην κατακόρυφη πτώση τους. O οίκος είναι ιδιωτικός, δηλαδή κοινωνικά ανεξέλεγκτος: Iσως να υπηρετεί συμφέροντα μαφίας, ίσως να εκφράζει την αμερόληπτη κρίση επιστημονικής και επαγγελματικής εντιμότητας, κρίση ανυπότακτη στη μεθοδική ψευδολογία των κυβερνητικών σκοπιμοτήτων. Oι κυβερνήσεις είναι κοινωνικά ανεξέλεγκτες τόσο όσο και ο οίκος Standard and Poor’ s. Aυτό που έχει από καιρό τελειώσει είναι ο κοινωνικός έλεγχος και της οικονομίας και της πολιτικής – έχει τελειώσει η κοινωνία ως κάτι περισσότερο (σημαντικότερο ή και «ιερότερο») από το άθροισμα των ατόμων που την αποτελούν. H πολιτική και η οικονομία έχουν αυτονομηθεί από τις σχέσεις κοινωνίας αναγκών και στόχων, λειτουργούν με τους όρους του ιδιωτικού συμφέροντος. Για την ικανοποίηση ακόρεστων ατομοκεντρικών ορέξεων. Mε υποχείριο το άλλοτε κράτος!
Kαι η ρηχόμυαλη μάζα, αποχαυνωμένη μεθοδικά, δεκαετίες τώρα, με τον κομματισμό (τάχα πολιτικοποίηση), τον κρετινισμό του ποδοσφαίρου, τον αφιονισμό του κρατικού τζόγου, τη «διασκέδαση» της επιθεωρησιακής σαχλαμάρας, εκτονώνει τον δικό της πανικό με τη γλώσσα της αλογίας: την τυφλή βία. Kαταλαβαίνει ενστικτωδώς η μάζα ότι οι θεσμοί έκφρασης της λαϊκής ανάγκης και απαίτησης (καθολική ψήφος, κομματικό σύστημα, εκλογικές διαδικασίες) είναι πια μόνο απάτη, προσχηματικά τεχνάσματα, ψευτιά. Kαι εκτονώνει τον φιμωμένο πανικό της στην κτηνώδη βία. Kάποτε η φημισμένη βρετανική αστυνομία καυχόταν ότι είχε εξαλείψει ακόμα και τη δημόσια απρέπεια, επειδή τιμωρούσε με πρόστιμο πέντε (5) λιρών το φτύσιμο στον δρόμο! Aλλά σήμερα αποδείχνεται ανίκανη να ελέγξει τον εφιάλτη του μίσους και της καταστροφής που εξαπολύουν οι εξεγερμένοι του περιθωρίου.
Kάτι τελειώνει, είναι φανερό. Kαι στο αβέβαιο μεσοδιάστημα ως τη γένεση καινούργιου «παραδείγματος» (με τις ωδίνες τοκετού ίσως φριχτές, απροσδιόριστης διάρκειας), είναι παράλογο να επιδιώκουμε νεκρανάσταση ή «βελτίωση» θεσμών και λειτουργιών οριστικά εξαχρειωμένων. Δεν τιθασεύεται η αλογία των αφηνιασμένων συμφερόντων ή της βίας ούτε με καινούργια κόμματα και «αγανακτισμένα» κινήματα ούτε με ευφυέστερους αρχηγούς. Aν κάτι μπορεί να εξασφαλίσει ετοιμότητα κοινωνικής ανασύνταξης είναι να διασωθούν οι προϋποθέσεις κοινωνικής συνοχής: Nα σώσουμε τη γλώσσα, την ιστορική συνείδηση, την πολιτισμική ιδιοπροσωπία, την ανάγκη και τη χαρά των σχέσεων κοινωνίας. Mιλώ για όσους απομείναμε ελληνόφωνοι.
Aυτή η διάσωση αποκλείεται να συντελεστεί με συμβιβασμούς και παραχωρήσεις στη λογική του συστήματος που παταγωδώς καταρρέει. Σε τι θα στραφούμε, επομένως, τι μας απομένει σαν θεσμικό όχημα συλλογικής δράσης; Eσκεμμένα ή όχι, τη χαριστική βολή στη θεσμική συνοχή και στον δυναμισμό της ελληνικής κοινωνίας την έδωσαν δυο πολιτικές μεθοδεύσεις, για προσαρμογή στα ευρωπαϊκά πρότυπα, βεβηλώνοντας ονόματα ιερά – «Kαποδίστριας» η πρώτη, «Kαλλικράτης» η δεύτερη εγκληματική μεθόδευση: Διέλυσαν το κύτταρο της ιστορικής επιβίωσης (τρεισήμισι χιλιάδων χρόνων) του Eλληνισμού, τη μικρή αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα. Για να πετύχουν καλύτερη αξιοποίηση των κονδυλίων της EE!! Kαι πέτυχαν ξέφρενο πολλαπλασιασμό της διαφθοράς, στυγνότερη θωράκιση της κομματοκρατίας.
Aπομένουν δυο θεσμικά μορφώματα, αλλοτριωμένα μεν από την κυρίαρχη στο καταρρέον «παράδειγμα» αντίληψη της συλλογικότητας, αλλά με ανεξέλεγκτη από το κράτος συγκρότηση και λειτουργία. Θα μπορούσαν να αποτελέσουν πυρήνες «λαϊκής βάσης» – να αυτενεργήσουν έξω από τη λογική των θεσμών της αποτυχίας. Eίναι το λαϊκό σώμα κάθε εκκλησιαστικής ενορίας και τα επαγγελματικά επιστημονικά σωματεία (των νομικών, των γιατρών, των τεχνολόγων κ.τ.ό.). Iσως μαζί τους και το κορυφαίο επιστημονικό ίδρυμα, η Aκαδημία Aθηνών.
Nαι, μπορούν να οργανώσουν οι ενορίτες στις εκκλησιές νυχτερινά μαθήματα όπου να διδάσκεται η γλώσσα της εκκλησιαστικής λατρείας – η συναρπαστική ποίηση αυτής της γλώσσας μέσα στους αιώνες. H πρωτοβουλία να είναι των λαϊκών και του εφημέριου, μην περιμένουν από τους επισκόπους ή τον αρχιεπίσκοπο, είναι οι πιο τραγικά αλλοτριωμένοι από το «σύστημα» που ψυχορραγεί. Mπορούν και δεύτερη πρωτοβουλία: Nα αποκαταστήσουν στους ναούς τον πολιτισμό του εκκλησιαστικού λατρευτικού χώρου – να εξοβελίσουν το κιτσαριό του βλαχαδερού εντυπωσιασμού, τον αισθητικό εκβαρβαρισμό που έχει επιβάλει η αγραμματοσύνη. Eκκλησιαστικό μέλος, εκκλησιαστική Eικόνα, στασίδι, προσκυνητάρι, καντύλι, πολυκάνδυλα. Nα ξαναγυρίσει στις εκκλησιές η αρχοντιά των κορυφωμάτων του πολιτισμού που παράγονταν εκεί επί αιώνες.
Θέλουν μελέτη τέτοιες πρωτοβουλίες, μόχθο συλλογικής προετοιμασίας, τη σοφία εξειδικευμένων μελετητών. O ιδεολογικός ενθουσιασμός, ο εντυπωσιασμός (σκοπός) που αγιάζει τα μέσα, είναι στοιχεία του «παραδείγματος» που καταρρέει. Oμως ό,τι μπορούν να πετύχουν οι ενορίτες από μόνοι τους για τη γλώσσα και τον πολιτισμό, μπορούν να το επιχειρήσουν στο πεδίο της δικής τους πρακτικής και οι γιατροί, οι νομικοί, οι τεχνολόγοι, οι οικονομολόγοι, μέσω των επιστημονικών τους συλλόγων: Oμάδες επιτελικής μελέτης των δυνατοτήτων να κοινωνικοποιηθεί το επάγγελμά τους και η άσκησή του, να αναχθούν οι σχέσεις κοινωνίας σε πρώτιστο ζητούμενο ποιότητας της ζωής. Πώς να κατανεμηθεί με όρους κοινωνικής λειτουργικότητας στη χώρα το πληθωρικό ιατρικό προσωπικό. Πώς να οργανωθεί η απόδοση δικαιοσύνης, πώς το σωφρονιστικό σύστημα, με προτεραιότητα κριτηρίων διακονίας της κοινωνίας. Ποια οργάνωση του τραπεζικού συστήματος θα ανταποκρινόταν πληρέστερα στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής νοο-τροπίας. Πλήθος τέτοια ζωτικά προβλήματα που ο μεταπρατισμός της ξιπασιάς δεν κατάφερε ποτέ να τα λύσει, να γίνουν πρόκληση εθελοντισμού κοινωνικής προσφοράς για όσους θέλουν την ιστορική επιβίωση του Eλληνισμού.
Hρθε η στιγμή να θυμηθούν οι επιστημονικοί σύλλογοι (ίσως και η Aκαδημία) τον καταγωγικά κοινωνικό χαρακτήρα τους.

Η προσβολή του φίλου


https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiqttF4D5P2p8Uva24LSof8N_obSHx9vwyQod-j6AVjzlghRtHqRUaAc_8t3HJWBbUpmw6IQYsj3SWM_umG4duLMFJiBkS9LUjZ_Su7b-K3_Qsi19t7wos4yP4lDhFUn2cZLTgxF-sAkAk/s1600/%CF%8C%CE%BB%CE%BF%CE%B9+%CE%BC%CE%B1%CE%B6%CE%AF.jpg

'Οταν προσβάλεις τον φίλο σου, ποιός μπορεί  αυτή τη προσβολή να ακυρώσει;
Εσύ ή ο φίλος σου;
Είναι ξεκάθαρο,ότι εσύ δεν μπορείς,αλλά ο φίλος σου.
Όχι μόνον δεν μπορείς να ακυρώσειςμόνος σου την προσβολή προς τον φίλο σου,αλλά ούτε όλοι οι άνθρωποι,ούτε όλη η φύση μαζί μ΄όλους τους ανθρώπουςδε μπορεί να το κάνει.
Αφού ο φίλος από σένα πήρε προσβολή και την πήρε μαζί του.
Η προσβολή, λοιπόν, βρίσκεται σ΄αυτόν και μ΄αυτόν.
Και μόνο αυτός μπορεί να την ακυρώσει και την καταστρέψει.
Κάθε αμαρτία σε τελευταία ανάλυση,είναι προσβολή προς τον Θεό. Όλες οι προσβολές,όλες οι αμαρτίες της γης σπεύδουν προς τον Θεό, κραυγάζουν προς τον Θεό.
Εκείνος τις δέχεται όλες και όλες τις κρατά.
Ποιος μπορεί να τις αισθανθεί;
Ποιος,εκτός απ΄αυτόν,μπορεί να τις ακυρώσει;
Όταν προσβάλεις τον φίλο σου,αυτός δέχθηκετην προσβολή,και την πήρε μαζί του.
Μπορείς γι΄αυτή τη προσβολή να νηστεύεις εκατό χρόνια,να καθαρίζεσαι και να μετανιώνεις και να ασκεις όλες τις αρετές και κανέναν άλλον να προσβάλεις ποτέ πια,και όμως όλα αυτά παραμένουν μάταια.
Εάν ο προσβεβλημένος φίλος σου δεν θελήσει να θέσει εκτός ισχύος την προσβολή και να την ακυρώσει,μόνος σου δεν μπορείς να σωθείς απ΄αυτή την αμαρτία ούτε στην αιωνιότητα.
Η νηστεία σου,ακόμα και ο καθαρμός και η άσκηση σ΄όλες τις αρετές,μπορεί μόνο να υποκινήσει τον φίλο σου ώστε να την θέσει
εκτός ισχύος,να πετάξει και να καταστρέψει την αμαρτία σου.
Όμως δεν έχεις εξουσία πια επάνω στην πεπραγμένη αμαρτία σου.
Σ΄αυτό βρίσκεται η απέραντη φρίκη της αμαρτίας.
Εφ’οσον η πεπραγμένη αμαρτία από σένα είναι ελεύθερη,ενώ εσύ δεν είσαι ελεύθερος απ΄αυτήν.

22 Αυγούστου 2011

H ανέφικτη ακαδημαϊκή ελευθερία




H υπουργός Παιδείας, κυρία Aννα Διαμαντοπούλου, τόλμησε απόπειρα πανεπιστημιακής μεταρρύθμισης. Oσοι ειλικρινά ενδιαφέρονται να αποκτήσει η χώρα και πάλι προϋποθέσεις σοβαρής ανώτατης παιδείας, περιμένουν το αποτέλεσμα – αν η καλών προθέσεων απόπειρα θα καταστεί μεταρρύθμιση. Yστερα από την εφιαλτική παρένθεση είκοσι εννέα χρόνων εξευτελισμού κάθε ακαδημαϊκής λογικής.
Oι καλές προθέσεις της υπουργού διαφαίνονται στην προσπάθεια να γίνει σεβαστή η ακαδημαϊκή λογική, αλλά και η κοινή λογική. Λογικές που θεμελιώνουν αυτονόητα την οργάνωση και λειτουργία των πανεπιστημίων και στις πιο υπανάπτυκτες γωνιές του πλανήτη. Kαι που προκλητικά τις κατέλυσε, για να ψηφοθηρήσει, ο Aνδρέας Παπανδρέου. Kαυχιόταν ο Hρόστρατος ότι είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που δίνει τόσο υψηλά ποσοστά συμμετοχής των φοιτητών στα όργανα διοίκησης και λειτουργίας των AEI. H κυρία Διαμαντοπούλου σήμερα δεν έχει ούτε μια λέξη συγγνώμης για το έγκλημα. Eίναι αυτό ένα πρώτο ρήγμα στην αξιοπιστία του εγχειρήματός της.
Πάντως έμπρακτα ανέκρουσε πρύμναν, αποτέλεσε την εξαίρεση στη χορεία των συμβιβασμένων, πασόκων και νεοδημοκρατών, που παρήλασαν πομπωδώς, όλα αυτά τα χρόνια, από τον θωκο του υπουργείου Παιδείας. Kαι ανέχθηκαν, δίχως αιδώ ή λύπην, την ατίμωση των ελληνικών πανεπιστημίων, αν δεν συνέπαιξαν ενεργά.
H τωρινή μεταρρυθμιστική απόπειρα πατάει σε αυτονόητες επιταγές της λογικής, αλλά και προσκρούει, επίσης αυτονόητα, σε παγιωμένα συμφέροντα. Στα είκοσι εννέα χρόνια του εφιάλτη, τα πανεπιστήμια αναδείχθηκαν πεδία απίστευτης αναξιοκρατίας, οικογενειοκρατίας, φαυλότητας, εφαλτήρια για αξιώματα στον δημόσιο βίο, φέουδα κομματικής εκμετάλλευσης, εύκολα παλκοσένικα για να ακκίζονται μετριότητες και κομματικοί μικρόνοες, κόμβοι δικτύωσης κυκλωμάτων «προμηθευτών» ή στημένων «ερευνητικών προγραμμάτων». Mην ξεχνάμε ότι ξεκινάει η μεταρρύθμιση με το ποινικό μητρώο του ελλαδικού πανεπιστημίου βαρυμένο από καταδίκες πρυτάνεων και αντιπρυτάνεων, έως και σε είκοσι πέντε χρόνια ειρκτής, από ένα και μόνο απόστημα που τυχαία έσπασε.
Δυστυχώς όμως έχει και η αντίδραση των συμφερόντων κάποιο λογικό έρεισμα: Kαταργείται με τη μεταρρύθμιση της Διαμαντοπούλου το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων, θεμελιώδης προϋπόθεση ακαδημαϊκής ελευθερίας έναντι της οποιασδήποτε εξουσίας. Στο Eλλαδιστάν, ξέρουμε όλοι από πείρα, πως όταν η διοίκηση δημόσιων ιδρυμάτων δεν εκλέγεται με την ψήφο τού αξιοκρατικά (έστω κατ’ επίφασιν) ιεραρχημένου προσωπικού τους, διορίζεται, ωμά και χυδαία, από το κυβερνών κόμμα. Nαι, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι απέτυχαν να αυτοδιοικηθούν, η εκλογή πρυτανικών αρχών, κοσμητόρων, προέδρων Tμημάτων είναι συνάρτηση, κατά κανόνα, άθλιων εξευτελιστικών συναλλαγών με κομματικές νεολαίες και υπαλληλικά συνδικάτα. Aλλά και η κυρία Δ. δεν αντιπροσφέρει απεξάρτηση από την υποτέλεια στα κόμματα, επισημοποιεί την υποτέλεια. Iσως να έχει την πρόθεση, όμως δεν έχει την αξιοπιστία να εγγυηθεί πραγματική αλλαγή.
Mια πραγματική, και όχι στα λόγια, πανεπιστημιακή μεταρρύθμιση δεν μπορεί σήμερα, δυστυχώς, να προκύψει από πρωτοβουλία και χειρισμούς του υπουργού Παιδείας. Aπαιτείται κεντρική πολιτική βούληση και στρατηγική. Eχει αποδειχθεί πάμπολλες φορές ότι και οι πιο καλοπροαίρετες «βελτιώσεις» πέφτουν στο κενό, όσο τα πανεπιστήμια μένουν υποταγμένα στον χυδαϊσμό και στην ντροπή της κομματοκρατίας. Kαι η απελευθέρωσή τους από την κομματοκρατία προϋποθέτει περίπου ανατροπή του σημερινού πολιτικού συστήματος. Θα την τολμήσει η κυρία Διαμαντοπούλου ή ο ολίγιστος πρωθυπουργός;
Tα πανεπιστήμια είναι πεδία άγρας οπαδών από τα κόμματα, εκεί σφυγμομετρείται η δύναμη των κομμάτων – η επιστήμη και η έρευνα δεν ενδιαφέρει ούτε για τα προσχήματα τους κομματανθρώπους. Mε εξωφρενικά σπάταλη κομματική χρηματοδότηση αφιονισμένα παιδάρια των νεολαιών μοχθούν για τα συμφέροντα της συντεχνίας σαν να μην βλέπουν τη φαυλότητα, τη στυγνή ιδιοτέλεια: Oργιώδης η αφισσοκόλληση, θηριώδης η μεγαφωνική «μουσική» υποστήριξη, τραπεζάκια παντού κατάφορτα κρετινική προπαγάνδα, οργανωμένες εκδρομές, ταξίδια, πάρτυ πολλά υποσχόμενα – αλλά το κυρίως δέλεαρ για να γραφτούν οι φοιτητές σε κάποιες κομματικές νεολαίες, είναι η υπόσχεση ότι θα τους δώσουν από πριν τα θέματα για τις εξετάσεις σε συγκεκριμένα μαθήματα: Yπάρχουν καθηγητές που ανταλλάσσουν τη γνωστοποίηση των εξεταστικών τους ερωτήσεων και θεμάτων με την υποστήριξη των φιλοδοξιών τους από κομματική νεολαία.
Για να ξαναστήσει πανεπιστήμια στη χώρα, οποιαδήποτε κυβέρνηση, πρέπει να ξεκινήσει από πολύ μακριά: Nα αποκαταστήσει αξιοκρατία σε κάθε παραμικρή πτυχή του δημόσιου βίου, αμείλικτο έλεγχο της ποιότητας. Nα σχεδιάσει από την αρχή πόσα και ποια πανεπιστήμια χρειάζεται η χώρα, να απεξαρτήσει την ύπαρξη πανεπιστημίων από τη λογική εξυπηρέτησης της εκλογικής πελατείας. Nα ξεκαθαρίσει τίμια και ειλικρινά ότι το πανεπιστημιακό πτυχίο δεν εξασφαλίζει επαγγελματική αποκατάσταση – ο πληρωθρισμός του επιστημονικού προλεταριάτου θα χαλιναγωγηθεί μόνο με κεντρικά σχεδιασμένο προγραμματισμό της επαγγελματικής απορρόφησης των πτυχιούχων (ένα καθολικευμένο άτεγκτο AΣEΠ).
H κατάργηση της παράνοιας του «ασύλου» και της καπηλείας της, η θέσπιση χρονικού ορίου σπουδών, η συμμετοχή και αλλοδαπών ειδικών στις κρίσεις των ελλαδιτών πανεπιστημιακών, η πρόσληψη έμπειρου «μάνατζερ» για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα, οπωσδήποτε το κλείσιμο τριών ή τεσσάρων περιττών για τη χώρα πανεπιστημίων, είναι στοιχειώδεις απαιτήσεις της ακαδημαϊκής και της κοινής λογικής και μακάρι να τις πραγματοποίησει το εγχείρημα της κυρίας Δ. Aλλά επειδή η εμπειρία (νωπή) έχει αποδεικτική ισχύ, είναι σίγουρη η πρόβλεψη ότι το εγχείρημα θα εξουδετερωθεί επιδέξια αν τα πανεπιστήμια παραμείνουν φέουδα της κομματοκρατίας. Aυτή η βεβαιότητα εξηγεί και γιατί τόσα διακεκριμένα πρωτοπαλίκαρα της κομματοκρατίας στα πανεπιστήμια έσπευσαν να συνυπογράψουν λίστες «συμπαράστασης» στη «μεταρρύθμιση» της Διαμαντοπούλου. Aυτοί ξέρουν. Oι υπογραφές τους είναι πρόγνωση φιάσκου.

19 Αυγούστου 2011

Ζήλεια



Ζήλεια ή ευτυχία;


Η ζήλεια δεν έχει μόνο την κακή της έννοια, όπως συνήθως νομίζουμε, αλλά επίσης και την καλή της έννοια. 
Κακή ζήλεια είναι όταν αντιπαθούμε κάποιον λόγω των ευκαιριών, χαρισμάτων, ή ικανοτήτων που έχει. 
Πίσω από αυτή τη ζήλεια κρύβεται συνήθως το παράπονο “Γιατί αυτός και όχι εγώ;”, μας κάνει δε να συμπεριφερόμαστε με τρόπο ύπουλο, εχθρικό και χαιρέκακο (δηλαδή χαιρόμαστε όταν ο άλλος πάθει κάποιο κακό). 
Το ακριβέστερο όνομα για αυτή την ζήλεια είναι “φθόνος” και μόνο προβλήματα φέρνει, τόσο σε εμάς όσο και σε αυτόν που φθονούμε.

Υπάρχει όμως και η άλλη ζήλεια, η καλή ζήλεια, όπου η αίσθηση ότι κάποιος άλλος έχει χαρίσματα και ικανότητες μας κάνει και εμάς να αγωνιστούμε με δημιουργικό τρόπο ώστε να τα αποκτήσουμε. 
Το ακριβέστερο όνομα για αυτή τη ζήλεια είναι “θαυμασμός”, ένας θαυμασμός που οδηγεί στον έμπρακτο ζήλο.
Όπου υπάρχει αυτό το αίσθημα του υγιούς θαυμασμού, συνοδεύεται συνήθως από το συναίσθημα της ευγνωμοσύνης προς αυτόν που με το παράδειγμά του μας φανέρωσε ένα καλύτερο τρόπο.

Ένα παράδειγμα ίσως μας βοηθήσει να αντιληφθούμε την διαφορά μεταξύ των δύο ειδών “ζήλειας”: 
 Μπορεί να αντιληφθούμε ότι κάποιος είναι καλύτερος από εμάς στα μαθήματά του, ή ότι έχει περισσότερη κοινωνική επιτυχία. 
Η φθονερή αντίδραση θα ήταν να αρχίσουμε να τον κατηγορούμε, ότι δεν είναι στ' αλήθεια τόσο καλός κ.ο.κ. 
Η αντίδραση που περιέχει θαυμασμό όμως, θα ήταν να τον “παραδεχθούμε” ως όντως καλό σε αυτό που κάνει, και προσεκτικά να ερευνήσουμε για να καταλάβουμε τον τρόπο που το καταφέρνει, ώστε να τα καταφέρουμε καλύτερα και εμείς. 
Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ της κακής ζήλειας και της καλής ζήλειας, της κακής σύγκρισης και της καλής σύγκρισης.

Ακόμη όμως και όταν πρόκειται για περίπτωση καλής σύγκρισης, πρέπει να τηρούνται κάποια όρια. Δεν είναι όλα τα χαρίσματα για όλους τους ανθρώπους. Άλλοι είναι πιο έξυπνοι, άλλοι πιο κοινωνικοί, άλλοι πιο δυνατοί σωματικά κ.ο.κ. Ναι, ας μιμηθούμε ό,τι αξιέπαινο βλέπουμε σε άλλους, στα μέτρα όμως των δυνατοτήτων της δικής μας φύσης και χωρίς να μας γίνεται άγχος.

17 Αυγούστου 2011

Σπαράγματα ένός έπικήδειου λόγου





Δεν θα σας πώ μην στεναχωριέστε γιατί ό Θεός τους καλούς τους παίρνει νέους, ούτε ότι ό κόσμος αύτός είναι έφήμερος και όλοι κάποια στιγμή θα πεθάνουμε, έκείνο πού θα σας πώ είναι ότι αν είχαμε μερικούς άνθρώπους άκόμα σάν τον Γιάννη ή κοινωνία μας θα ήταν πολύ καλύτερη.

Στις φλέβες του κυλούσαν άρετές και άξίες πού μια όλόκληρη ζωή αν προσπαθούσαν άσκητές  και μοναχοί  να τις άποκτήσουν δεν θα ήταν άρκετή.
Πάντα με καλωσύνη, σεβασμό, άξιοπρέπεια, και πρό πάντων διακριτικότητα άντιμετώπιζε τους πάντες και τά πάντα.
Σε μια κοινωνία πού έχει χάσει την άνθρωπιά της, σε μια κοινωνία πού ‘’πατάει έπί πτωμάτων’’, σε μια κοινωνία πού όλοι, άπό τον τελευταίο κλητήρα μέχρι τον πρωθυπουργό άντιμετωπίζουν  τους άνθρώπους σαν άντικείμενα, ό Γιάννης έβλεπε  στο πρόσωπο κάθενός, και είδικά των άσθενών του, το σύνολο τού άνθρωπίνου γένους. 
Κι όταν γιάτρευε, γιατί γιάτρευε ό Γιάννης, στο πρόσωπο κάθε άσθενή του γιάτρευε όλη την πλάση. 

Ό Γιάννης ήταν μάρτυρας και ήρωας.
Όνομάζουμε μάρτυρες αύτούς πού όμολόγησαν Χριστό  και βρήκαν  τραγικό θάνατο ύπερασπίζόμενοι  την πίστη τους, και ήρωες αύτούς πού πολέμησαν για την Πατρίδα όταν έχθροί έπιβουλεύτηκαν την έλευθερία της. 
Σήμερα κανείς δεν πρόκειτε να μας βάλει το δίλημα: τον Χριστό ή την ζωή σου, και συνθήκες σαν αύτές του 1821 και του 1940 δύσκολα θα ξανάδημιουργηθούν. 
 Σήμερα μάρτυρας και ήρωας είναι έκείνος πού έχει την θέληση, το θάρρος, την τόλμη και την άνδρεία,  να άντισταθεί στην διαφθορά πού έχει σαπίσει τά πάντα γύρω μας, πού έχει την άξιοπρέπεια και την λεβεντιά όχι μόνο να παραμείνει  τίμιος, όταν όλοι γύρω του κοιτάνε να την ‘’βολέψουν’’ και να την ‘’κάνουν’’, ‘αλλά και να διδάξει τά πλέον άγαπητά του πρόσωπα ( την κόρη του) να βαδίζουν με τον ‘’σταυρό στο χέρι’’ και με καθαρό το μέτωπο αν και γνωρίζει ότι έτσι θα δυσκολευτούν πολύ στην ζωή.

Έτσι πορεύτηκε στην ζωή του και κανείς μά κανεις δεν βρέθηκε ή θα βρεθεί να τον κατηγορήσει για άνομία ή  ίδιοτέλεια, ή για ‘’δεύτερες’’ σκέψεις πίσω άπό ότι έλεγε.

Μοιάζει με τον νέο πού πλησίασε τον Χριστό και τον ρώτησε: διδάσκαλε, τί γαθν ποιήσω να σχ ζωὴν αώνιον; Και άφού ό Ίησούς του είπε, άπάντησε ό νέος: Πάντα τατα φυλαξάμην κ νεότητός μου τί τι στερ ; κι ησος του είπε:  Ε θέλεις τέλειος εναι παγε πώλησόν σου τ πάρχοντα κα δς πτωχος κα ξεις θησαυρν ν οραν κα δερο κολούθει μοι…….. κι αύτό ήταν έτοιμος να κάνει ό Γιάννης, άλλά τον πρόλαβε ό χάρος.
 
Αύτός  ήταν ό Γιάννης ό ...‘’Πάντα τατα φυλαξάμην κ νεότητός μου’’… Άκόμα και ή κόρη του ήταν ό καρπός του πρώτου και παρθενικού του έρωτα.

Δυό πράγματα να σας πώ άκόμα.

Το πρώτο για  όλους έμας πού ήρθαμε σήμερα να τον άποχαιρετίσουμε, σε όλους έσας  πού μείνατε πίσω. Κανείς δεν ξέρει πότε θα φύγει άπό την ζωή.
Γι αύτό λοιπόν ότι είναι να κάνετε κάντε το Τώρα.

Θέλετε να άμαρτήσετε; ΤΩΡΑ! 

Θέλετε να ζητήσετε συγνώμη; ΤΩΡΑ!

Θέλετε άλλά ‘’φοβάστε’’ να άγκαλιάσετε την γυναίκα σας και να της πείτε, πόσο όμορφη έξακολουθεί να είναι στα μάτια σας, και πόσο κουράγιο σας έχει δώσει στις δυσκολίες της κοινής ζωής σας; ΤΩΡΑ!

Θέλετε να άγκαλιάσετε τον άντρα σας και να τον φιλήσετε και να του πείτε πόσο εύγνώμωνες είστε για ότι σας έχει προσφέρει και πόσο άσφάλεια και σιγουριά αίσθάνεστε δίπλα του; ΤΩΡΑ!

Θέλετε άλλά ντρέπεσθε να άγκαλιάσετε τον γιό σας την κόρη σας  και να δακρύσετε και να τους πείτε : Συγνώμη άγόρι (κόρη)  μου, σε παρακαλώ μην παρεξηγείς την συμπεριφορά μου, δεν είναι ότι δεν σε άγαπώ, δεν σε καταλαβαίνω, ή δεν σε έμπιστευομαι, άλλά τρέμει ή ψυχή μου για σένα με τόσα πού βλέπω να γίνονται γύρω μας; ΤΩΡΑ!

Είδατε κάτι και πρέπει να πάτε στον γιατρό; ΤΩΡΑ!

Θέλετε να κάνετε κάτι  για να νιώσετε πάλι Άντρες, για το Φιλότιμό σας την Πατρίδα σας την Πίστη σας την άξιοπρέπειά σας την περηφάνεια σας την οικογένειά σας και το άναβάλλετε για μετά την σύνταξη; ΤΩΡΑ!


Τώρα γιατί αν δεν το κάνετε ΤΩΡΑ το  πιο πιθανό είναι να μην προλάβετε να το κάνετε ΠΟΤΕ!

Και το δεύτερο μια παράκληση στο Γιάννη. 
Φίλε μου σήμερα έκει πού θα πάς άνέβα στην ταράτσα του Παράδεισου και έτοίμασε το καμαράκι.

Να!... άρχίζει να σουρουπώνει και θα άρχίσουμε να ‘ρχόμαστε και ‘μείς έκεί. Κι ή Έλένη, κι Βαρβάρα, κι ή Γιάννα, κι ό γιατρός, κι ό Μπρουτζόπουλος ό φυσικός, κι ή δικηγόρος, κι ό Τζιμάκος ό δικαστής, κι ό Μπουγελέκας, κι ό ΄Ηρακλής, κι ό παπάς, κι ό Σταύρος ό μαλλιάς, κι ό Κώστας ό ταρίφας, κι ό Πεππές, κι ό Πολυκόπουλος και θα γεμίσει ό παράδεισος άπό γέλια και φωνές όπως τότε πού είμαστε παιδιά!

Καλό ταξίδι φίλε κι άδερφέ μου! Να είναι έλαφρύ το χώμα πού θα σε σκεπάσει!

ΔΙΟ(ΓΙΑΝΝΗΣ) Ο ΚΥΝΙΚΟΣ







Ο Διογένης ο «Κυνικός» (ή Κύων), γνωστός κι ως ο Διογένης ο Σινωπεύς, ήταν Έλληνας φιλόσοφος, που γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου περίπου το 412 π.Χ. (σύμφωνα με άλλες πηγές το 399 π.Χ.) και θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος της Κυνικής Φιλοσοφίας. Σύμφωνα με έναν θρύλο, γεννήθηκε την ημέρα που πέθανε ο Σωκράτης.
Λέγεται ότι οι Σινωπείς τον εξόρισαν γιατί παραχάραξε το τοπικό νόμισμα. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι ακολούθησε στην εξορία τον πατέρα του Ικεσία, επόπτη του νομισματοκοπείου της Σινώπης, όταν αυτός κατηγορήθηκε σαν παραχαράκτης. Ο Διογένης λόγω της εξορίας, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως πολιτικός εξόριστος το 370 π.Χ. Συνήθως, τα καλοκαίρια έμενε στην Κόρινθο και τους χειμώνες στην Αθήνα.


Πολύ γρήγορα εντυπωσιάστηκε από τη διδασκαλία του Αντισθένη, ένας από τους πιο διαπρεπείς μαθητές του Σωκράτη και ζήτησε να γίνει μαθητής του. Λέγεται, ότι εμφανίστηκε μπροστά στον Αντισθένη, σαν τραπεζίτης, παρακαλώντας τον να τον δεχθεί ως μαθητή του. Ο Αντισθένης, φυσικά, αρνήθηκε να διδάξει έναν τραπεζίτη. Ο Διογένης επέμενε για πολύ καιρό. Ο Αντισθένης αποφάσισε να τον δεχθεί μόνο όταν τον είδε να είναι ντυμένος με κουρέλια, να κοιμάται στο χώμα και στις λάσπες, και να περιπλανιέται ζητιανεύοντας μαζί με τους άλλους ζητιάνους. Σύντομα ο Διογένης ξεπέρασε το δάσκαλό του, όχι μόνο σε φήμη, αλλά και στην αυστηρότητα του τρόπου ζωής. Θεωρείται το αρχέτυπο των Κυνικών, και μάλιστα πολλοί του αποδίδουν την καθιέρωση του Κυνικού τρόπου ζωής, αν και ο ίδιος αναγνωρίζει το χρέος του στον Αντισθένη. Η κυνική φιλοσοφία λέγεται έτσι γιατί οι κυνικοί είχαν ως έμβλημά τους τον Κύων (τον σκύλο) και έλεγαν «εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκώνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε». Οι κυνικοί φιλόσοφοι πρέσβευαν την απόλυτη αμφισβήτηση των πάντων, απέρριπταν κάθε εξουσία και ήθελαν την απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου.


Ο Διογένης δεν συγκρότησε ένα θεωρητικό σύστημα αξιών, αλλά με τις πράξεις του γελοιοποίησε, εξευτέλισε κυριολεκτικά τις κυρίαρχες κοινωνικές συμβάσεις, σε σημείο που δύσκολα θα έφτανε και ο πιο ριζοσπαστικός αναρχικός της εποχής μας. Το έδαφος είχε ήδη προλειάνει ο Αντισθένης, ο οποίος κήρυττε δημοσίως ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει κυβέρνηση, ατομική ιδιοκτησία, επίσημη θρησκεία, γάμος. Απέρριψε τη φήμη και τις τιμές, αλλά η επίδειξη του ασκητισμού του ήταν τόσο καινούργια για τους Έλληνες ώστε προσήλκυσε μεγάλη προσοχή και πολλοί έφτασαν να τον θεωρούν εξαιρετικά σοφό.


Ο Διογένης έθιξε αποκλειστικά κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Η διδασκαλία του ήταν ουσιαστικά επαναστατική και ανατρεπτική για την τάξη που επικρατούσε τότε. Προσπάθησε με τα επιχειρήματα του, να αλλάξει την ανθρώπινη κοινωνία που είχε διαφθαρεί. Αυτό κατά την γνώμη του θα γινόταν δυνατό, αν ο άνθρωπος επέστρεφε στην φύση. Πίστευε δηλαδή πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκετε στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, την λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει. Υπήρξε είρωνας καυστικότατος και ονειδιστείς των ανθρώπινων αδυναμιών, προπάντων δε της ματαιοδοξίας και της υπεροψίας. Τρεφόταν μόνο από προσφορές των θαυμαστών του. Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μεγάλο κατάλογο από έργα του Διογένη του Κύνου από τα οποία σώζονται αρκετά δυστυχώς όχι στη Ελληνική.


Ο Διογένης πίστευε πως ο άνθρωπος είναι από τη Φύση εφοδιασμένος με όλα όσα χρειάζεται και δεν έχει ανάγκη από περιττά πράγματα. Μόνος του δημιουργεί για τον εαυτό του πλήθος τεχνητές ανάγκες και επιθυμίες, που τελικά τον υποδουλώνουν. Για τον Διογένη μόνο η ικανοποίηση των φυσικών αναγκών οδηγεί στην ευτυχία και καμία σωματική ανάγκη δεν μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αφού η φύση τις δημιουργεί όλες. Ωστόσο, οι φυσικές ανάγκες μπορούν να δαμαστούν με την άσκηση, δηλαδή με το να ασκεί κάποιος το σώμα του, ώστε να περιορίζονται οι ανάγκες του στο ελάχιστο δυνατό. Αυτό θα βοηθήσει τον άνθρωπο να αποκτήσει αυτάρκεια: όσο πιο λίγες και απλές είναι οι ανάγκες του, τόσο πιο εύκολα θα μπορεί να τις ικανοποιεί. Η παράδοση στις σωματικές απολαύσεις συνιστά αδυναμία αλλά και αδικία. Στον ευτραφή ρήτορα Αναξιμένη έλεγε σαρκαστικά ο Διογένης: «Αναξιμένη, δώσε λίγη κοιλιά και στους φτωχούς».


Ο Διογένης και οι μεταγενέστεροί του Κυνικοί απορρίπτουν ό,τι σηματοδοτεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ο Νόμος δεν έχει καμία απολύτως αξία απέναντι στη φύση, διότι οι νόμοι είναι ανθρώπινα έργα και διαφέρουν από χώρα σε χώρα, επομένως δεν έχουν αντικειμενικό κύρος και είναι ανάξιοι σεβασμού. Για τον λόγο αυτό, ακριβώς, κανένα δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τις πράξεις κάποιου, ούτε και οποιαδήποτε εξουσία έχει το δικαίωμα να καθορίζει τη ζωή των ανθρώπων.


Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκετε στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, την λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει.Εφαρμόζοντας στην πράξη τις αρχές του κυκλοφορούσε στην Αθήνα ξυπόλυτος, φορώντας χειμώνα καλοκαίρι το ίδιο ρούχο και μόνο στα μεγάλα κρύα δανειζόταν από κάποιο φίλο του ένα μανδύα και είχε στην πλάτη του ένα σακούλι όπου έβαζε τίποτε τρόφιμα και ένα τάσι για να πίνει νερό. Κοιμόταν χωρίς να μεταχειρίζεται στρωσίδια μέσα σε ένα…πιθάρι, με φύλακες τα σκυλιά του, που άλλοτε το κυλούσε στη Βασίλειο Στοά κι άλλοτε στο Μητρώο, κάτω από την Ακρόπολη, αποδεικνύοντας, έτσι, πως και το σπίτι ακόμα ήταν κάτι το περιττό. Απέρριπτε την πολυθεΐα και τις θρησκευτικές λατρείες, ως αυθαίρετους ανθρώπινους θεσμούς.


Περιγελούσε τους ρήτορες που στους λόγους των έκαναν πολύ θόρυβο περί δικαιοσύνης αλλά ουδέποτε την εφάρμοσαν στη ζωή τους. Έλεγε ότι οι άνθρωποι αγωνίζονται να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλο σε υλικά αποκτήματα, αλλά κανένας δεν αγωνίζεται να γίνει καλύτερος και αληθινός.


Δε δημιούργησε ποτέ δική του οικογένεια και θεωρούσε τον εαυτό του ως «πολίτη του κόσμου» (κοσμοπολίτης).Οι Αθηναίοι αγαπούσαν τον Διογένη, για την ετοιμότητα και την ευφυΐα του, με τις οποίες απαντούσε σε κάθε ερώτηση που του έκαναν, καθώς και για τον αδυσώπητο και τραχύ τρόπο με τον οποίο έσκωπτε τα κακώς έχοντα στην κοινωνία. Τη σκέψη του την απασχολούσαν αποκλειστικά τα ηθικοκοινωνικά προβλήματα, η δε διδασκαλία του, ουσιαστικά, ήταν επαναστατική και ανατρεπτική της υφισταμένης τάξεως. Γι’ αυτό όταν ένας νεαρός του έσπασε το πιθάρι, μαστίγωσαν τον νεαρό και του έδωσαν άλλο.


Σ’ ένα ταξίδι του στην Αίγινα, ο Διογένης συνελήφθη από πειρατές και στάλθηκε στην Κρήτη όπου και εκτέθηκε για πώληση. Ο Ξενιάδης, εντυπωσιασμένος από το πνεύμα του Διογένη, τον αγόρασε παίρνοντάς τον μαζί του στην Κόρινθο. Εκεί του εμπιστεύτηκε το νοικοκυριό του και του ανέθεσε την ανατροφή των δύο γιων του. Ο Διογένης φέρεται να είπε στον Ξενιάδη, «Πρέπει να με υπακούεις, παρόλο που είμαι σκλάβος• διότι εάν ο γιατρός ή ο καπετάνιος πλοίου βρίσκονταν υπό δουλεία, θα υπακούονταν».
Ο Διογένης εκτελούσε τα καινούργια του καθήκοντα με τέτοια επιτυχία που ο Ξενιάδης συνήθιζε να λέει στους γύρω του, «Ένας έντιμος μεγαλοφυής μπήκε στο σπίτι μου.» Ο Εύβουλος, στο βιβλίο του με τον τίτλο «Η πώληση του Διογένη», μας περιγράφει πώς ο Κυνικός φιλόσοφος διαπαιδαγωγούσε τους γιους του Ξενιάδη. Τους μάθαινε ν’ αποστηθίζουν πολλά χωρία από ποιητές, ιστορικούς και από τα κείμενα του ίδιου του Διογένη. Τους ασκούσε με κάθε τρόπο στο ν’ αποκτήσουν καλή μνήμη. Στο σπίτι τους μάθαινε να αυτοεξυπηρετούνται και να είναι ευχαριστημένοι με λιτό φαγητό και νερό. Τους μάθαινε να κόβουν τα μαλλιά τους κοντά και να μην τα στολίζουν, να σκεπάζονται με ελαφρά σκεπάσματα, να περπατούν ξυπόλητοι, σιωπηλοί, χωρίς να κοιτάζουν γύρω τους στους δρόμους. Τα παιδιά έτρεφαν μεγάλο σεβασμό για το Διογένη και ζητούσαν χάρες από τους γονείς τους γι’ αυτόν. Επιπλέον ο Διογένης τους δίδαξε ιππασία, σκοποβολή, σφαιροβολία, και ακοντισμό. Αργότερα, όταν έφτασαν σε ηλικία για το σχολείο της παλαίστρας, δεν επέτρεπε στο δάσκαλο να τους δώσει πλήρη αθλητική εκπαίδευση, αλλά μόνο τόση ώστε να τους κρατάει σε καλή φυσική κατάσταση.


Στην Κόρινθο ο Διογένης έζησε το υπόλοιπο της ζωής του, την οποία αφιέρωσε αποκλειστικά στο να κηρύττει τα δόγματα της ενάρετης αυτοκυριαρχίας. Στα Ίσθμια (μια από τις τέσσερις μεγάλες πανελλήνιες γιορτές του αρχαίου κόσμου) δίδασκε σε μεγάλα ακροατήρια που στράφηκαν προς αυτόν μετά το θάνατο του Αντισθένη.


Ο Διογένης, είχε παντού εχθρούς ή φίλους που διασκέδαζαν μαζί του, εμπαίζοντάς τον, εξορίστηκε από την πατρίδα του, πουλήθηκε ως δούλος, κέρδισε την ελευθερία του, γνώρισε όλες τις πτυχές της ζωής αφού έγινε απο τραπεζίτης μέχρι ζητιάνος, και από φιλόσοφος μέχρι σκύλος (ζώντας σκυλίσια ζωή), στο τέλος κοιμόταν μέσα σε ένα μεγάλο πιθάρι. Δήλωνε ότι ήταν εναντίον του πολιτισμού, αφού «Οι άνθρωποι είναι ζώα και τα ζώα δεν έχουν πολιτισμό, έχουν μόνο φυσικές ανάγκες, αλλά ας γίνουν τα ζώα πρώτα άνθρωποι και έπειτα ας κάνουν και πολιτισμό, πράγμα δύσκολο, αφού μέχρι στιγμής δεν υπάρχει πουθενά, εκτός εάν μιλάμε για χρήματα, για πόλεμο και για θεάματα».


Πολλοί γελούσαν μαζί του επειδή κοιμόταν στο πιθάρι του κι εκείνος γελούσε μαζί τους επειδή δεν χωρούσαν στο πιθάρι του, γιατί ήταν χοντροί. «Η φιλοσοφία δεν έχει σπίτι» έλεγε, «γιατί είναι τόσο μεγάλη που δεν χωράει σε κανένα σπίτι και μπορεί να έχει σαν στέγη της μόνο τον ουρανό».
Έχοντας διαπιστώσει ότι ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα ζώο, ο Διογένης έκανε την ανάγκη του δημοσίως, και έλεγε ότι απολύτως καμία σωματική ανάγκη δεν θα έπρεπε να θεωρείται ανήθικη ή πρόστυχη αφού η φύση την δημιουργεί. Ο Διογένης, επίσης, αυνανιζόταν δημοσίως, κατά προτίμηση στην αγορά.


Για το θάνατο του Διογένη υπάρχουν διάφορες πληροφορίες. Οι ιστορικοί, όμως, δεν είναι βέβαιοι ούτε για το χρόνο ούτε για τον τρόπο του θανάτου του. Πιστεύεται ότι ο Διογένης πέθανε 323 π.Χ στην Κόρινθο πολύ γέρος και κατά την παράδοση την ίδια μέρα που πέθανε στη Βαβυλώνα ο Αλέξανδρος. Οι Κορίνθιοι του έκαναν μεγαλοπρεπή κηδεία και στον τάφο του έστησαν μαρμάρινο κίονα, πάνω στον οποίο έστεκε καμαρωτός ένας σκύλος από μάρμαρο της Πάρου (κύνα). Λέγεται ότι είχε προκύψει διαμάχη μεταξύ των μαθητών του για το ποιος θα τον θάψει. Τελικά, με εισήγηση ανδρών επιρροής, θάφτηκε από τους γιους του Ξενιάδη. Στη συνέχεια συμπατριώτες του από τη Σινώπη τον τίμησαν με ορειχάλκινα αγάλματα, κοντά στη γιγαντιαία κολόνα με το σκύλο, πάνω στα οποία χάραξαν την ακόλουθη επιγραφή: «Ο χρόνος κάνει ακόμη και το χαλκό να παλιώνει• αλλά τη δόξα σου, ω Διογένη, η αιωνιότητα ποτέ δεν θα καταστρέψει. Διότι εσύ μόνος δίδαξες στους θνητούς το μάθημα της αυτάρκειας και το πιο ενάρετο μονοπάτι της ζωής».


Ο Διογένης άφησε πίσω του μαθητές που ακολούθησαν τον ίδιο τρόπο ζωής και καυτηρίασαν έμπρακτα την αφύσικη και τεχνητή ζωή του πολιτισμού. Από τους πιο γνωστούς συνεχιστές του είναι ο Κράτης o Θηβαίος, που έζησε ως επαίτης, έχοντας μάλιστα στο πλευρό του την Ιππαρχία, κοπέλα από αρχοντική οικογένεια και αδελφή του επίσης Κυνικού Μητροκλή.


Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μακρότατο κατάλογο των έργων του φιλοσόφου, από τα οποία όμως τίποτα δεν διασώθηκε. Ο ίδιος συνέλεξε αποφθέγματα, ανέκδοτα και λεπτομέρειες από το βίο του μεγάλου κυνικού. Πολλά όμως απ’ αυτά όμως, ίσως και να είναι επινοήματα των μεταγενεστέρων θαυμαστών του. Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα:


* Ο Διογένης είχε συλληφθεί αιχμάλωτος και κατάληξε στα δουλοπάζαρα. Ο δουλέμπορος δεν τον άφηνε να καθίσει, γιατί ήθελε να βλέπει ο κόσμος την «πραμάτεια» του. Ο Διογένης τότε του είπε, «Δεν έχει σημασία γιατί και τα ψάρια όπως και να στέκονται το ίδιο πωλούνται». Ο Ξενιάδης, πλούσιος, αριστοκράτης της εποχής είδε τον Διογένη και θέλησε να τον αγοράσει. Συζήτησε με τον δουλέμπορο και ο δουλέμπορος πλησίασε τον Διογένη και του λέει «αυτός ενδιαφέρεται να σε αγοράσει, τί δουλειά ξέρεις να κάνεις να του πώ;». Ο Διογένης με λογοπαίγνιο απαντά «ανθρώπων άρχειν» και συμπλήρωσε «Φώναξε μήπως κάποιος θέλει δεσπότη». Το λογοπαίγνιο αυτό, ενός δούλου που δήλωνε «άρχειν ανθρώπων» άρεσε στον Ξενιάδη που χαμογέλασε και τον αγόρασε, αφού αντιλήφθηκε τις δύο έννοιες που με οξυδέρκεια έθεσε ο Διογένης. «Διοικώ τους ανθρώπους και διδάσκω στους ανθρώπους αρχές». Ο Ξενιάδης ανάθεσε στον Διογένη την διδασκαλία των παιδιών του, και έτσι ο Διογένης έμεινε στο Κράθειον, ένα προάστειο της Κορίνθου.
* Οι φίλοι του Διογένη θέλησαν να τον ελευθερώσουν (από δούλο του Ξενιάδη) και εκείνος τους απεκάλεσε ανόητους, γιατί, όπως είπε, «τα λιοντάρια δεν είναι δούλοι αυτών που τα τρέφουν, αλλά αυτοί που τρέφουν τα λιοντάρια είναι δούλοι των λιονταριών, αφού ο φόβος χαρακτηρίζει τους δούλους, ενώ τα θηρία προκαλούν φόβο στους ανθρώπους».
* Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν στη Κόρινθο, ήθελε να γνωρίσει τον Διογένη και έστειλε ένα υπασπιστή του να βρει τον Διογένη που ήταν στο Κράθειο και να του τον παρουσιάσει. Αφού ο υπασπιστής τον εντόπισε, του είπε: «Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δεί». Ο Διογένης απάντησε «Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός ας έρθει να με δει». Και πράγματι, ο βασιλεύς Αλέξανδρος πήγε να δεί τον Διογένη. Τον πλησιάζει ο Αλέξανδρος και του λέει «Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος». Ο Διογένης ατάραχος απαντά «Και γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων».Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και του λέγει «Δεν με φοβάσαι;». Ο Διογένης απαντάει «Και τί είσαι; Καλό ή κακό;». Ο Αλέξανδρος μένει σκέπτικος. Δεν μπορεί ένας βασιλεύς να πει ότι είναι κακό, και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό; Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτεί εκ νέου «Τί χάρη θές να σου κάνω;» και ο Διογένης ξανά με λογοπαίγνιο απαντά «Αποσκότησων με». Βγάλε με δηλαδή από το σκότος, την λήθη, και δείξε μου την αλήθεια. Με το έξυπνο λογοπαίγνιο του Διογένη, η απάντηση του μπορεί και να εννοηθεί εώς «Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο», καθώς οι κυνικοί πίστευαν πώς η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκετε στη λιτότητα, στη ζεσταςιά του ήλιου και δεν ζητεί τίποτα από τα υλικά πλούτη. Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο: «Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης».
* Ο Πλάτων τιμούσε τον Διογένη, που τον ονόμαζε «Σωκράτη μαινόμενο», εκείνος όμως δεν είχε σε μεγάλη υπόληψη τον ιδρυτή της Ακαδημίας και δεν άφηνε ευκαιρία να τον ειρωνεύεται. Όταν ο Πλάτων διατύπωσε τον γνωστό ορισμό για τον άνθρωπο: «Ζώον δίπουν άπτερον» (ζώο με δύο πόδια και χωρίς φτερά) ο Διογένης μάδησε ένα πετεινό και τον παρουσίασε στην αγορά λέγοντας «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνος» κι αυτός τότε συμπλήρωσε τον ορισμό με το «και πλατώνυχον».
* Μια μέρα μπήκε στο πλουσιόσπιτο του Πλάτωνα και με τα ξυπόλυτα (και βρώμικα) πόδια του πατούσε στα χαλιά λέγοντας «πατώ τον του Πλάτωνος τύφον (ματαιοδοξία)».
* Όταν ο Πλάτων τον είδε μια μέρα να γευματίζει μονάχα με ψωμί κι ελιές, δεν κρατήθηκε και τον πείραξε λέγοντας: «Αν είχες πάει στο Διονύσιο, δε θα ‘τρωγες τώρα ελιές». Ο Διογένης όμως δεν του τη χάρισε: «Αν έτρωγες ελιές δε θα χρειαζόταν να πάς στον Διονύσιο» (Σημείωση: Ο Διονύσιος ήταν τύραννος των Συρακουσών ο δε Πλάτων πήγε κοντά του προσπαθώντας να εφαρμόσει στην πράξη τις ιδέες που είχε διατυπώσει στην «Πολιτεία» του).
* Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής εξετάζει το μάτι μιάς κοπέλας. Ο Διογένης τον βλέπει. Ξέρει ο Διογένης ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτίλος, κοινώς γυναικάς. Και του λέει «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμό, πειράξεις την κόρην».
* Είναι ο Διογένης καλεσμένος σε ένα γεύμα και πηγαίνει στο λουτρό για να πλυνθεί πρίν φάει. Αλλά το λουτρό είναι πολύ βρώμικο. Δεν παραπονιέται, δεν λέει «είναι βρώμικο το λουτρό», και δεν προσβάλει τον οικοδεσπότη αλλά με αστεϊσμό ερωτεί «Οι εδώ λουόμενοι, που πλένονται κατόπιν;».
* Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε που είδε ενάρετους (σύμφωνα με τις αρχές του) άντρες, αποκρίθηκε, «Άντρες πουθενά, στην Σπάρτη όμως, είδα παιδιά».
* Ο Διογένης καυτηρίαζε τον πόλεμο, με τον δικό του, ιδιότυπο τρόπο: Οι Κορίνθιοι προετοιμάζονταν πυρετωδώς για να πολεμήσουν τον Φίλιππο της Μακεδονίας και για να μη φανεί ότι ο Διογένης μένει άπρακτος, πήρε κι αυτός το πιθάρι του και άρχισε να το τσουλάει πάνω κάτω!
* Θέλησε κάποτε να πειράξει ένα ευνούχο μοχθηρό τύπο αφού έβλεπε τις πράξεις του και είχε ακούσει γι’ αυτόν. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να βάζουν πάνω από την θύρα της οικίας τους ένα θυραίο. Αυτό ήταν ένα σύμβολο ή σήμα ή ρητό που διάλεγαν για την οικία τους. Ο μοχθηρός αυτός άνδρας είχε βάλει άνωθεν της οικίας του το εξής ρητό. «Μηδέν εισίτω κακόν» ( Να μην μπει κανένα κακό). Και ο Διογένης κτύπησε την πόρτα και ρώτησε: «Ο οικοδεσπότης από πού μπαίνει;».
* Όταν ρωτήθηκε ποιανού ζώου το δάγκωμα είναι το χειρότερο, λέγεται πως απάντησε: «Ανάμεσα στα άγρια, του συκοφάντη, και ανάμεσα στα ήμερα του κόλακα».
* Μια μέρα, ενώ συζητούσε επί σοβαρού θέματος κι ελάχιστοι τον άκουγαν, άρχισε να σφυρίζει• τότε, καθώς πλήθος μαζεύτηκε αμέσως γύρω του, τους επέπληξε λέγοντας, «Εσείς σπεύδετε με όλη σας τη σοβαρότητα για ν’ ακούσετε ανοησίες, αλλά είστε πολύ αργοί και περιφρονητικοί όταν το θέμα είναι σοβαρό».
* Όταν κάποιος του είπε, «οι περισσότεροι άνθρωποι γελούν μαζί σου», η απάντησή του ήταν, «πολύ πιθανόν οι γάιδαροι να γελούν μ’ αυτούς• αλλά όπως δεν τους νοιάζει για τα γαϊδούρια, ούτε και μένα με νοιάζει γι’ αυτούς».
* Ο Μέγας Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να πειράξει τον Διογένη και αφού έλεγε ότι ήταν Κύων, του έστειλε ένα πιάτο κόκκαλα. Μετά όταν τον συνάντησε τον Διογένη τον ρώτησε: «Σου άρεσε Κύων το δώρο μου;». Και ο Διογένης του απάντησε «Το έδεσμα ήταν άξιο για κύων, αλλά το δώρο δεν ήταν καθόλου άξιο για βασιλέα».
* Όταν από τα βάθη της Ασίας ο Αλέξανδρος έστειλε στον τοποτηρητή του Αντίπατρο μήνυμα με κάποιον αγγελιοφόρο, που λεγόταν Αθλίας, ο Διογένης σχολίασε: «Αθλίας παρ΄αθλίου δι΄αθλίου προς άθλιον» (Ο άθλιος στέλνει άθλια επιστολή με τον Άθλιο προς ένα άθλιο).
* Τον ρώτησε κάποιος τύραννος ποιος είναι ο καλύτερος χαλκός για να χυτευθεί ένα άγαλμά του και ο Διογένης του είπε «ο δι΄ου Αρμόδιος και Αριστογείτων εχυτεύθησαν» (δηλαδή ο χαλκός από τον οποίο γίνανε τα αγάλματα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα – των τυραννοκτόνων).
* Μια μέρα, παρατήρησε μια τοιχογραφία που εικόνιζε δύο κενταύρους, πανάθλια ζωγραφισμένος και ρώτησε : «Πότερος τούτων Χείρων εστί;», λογοπαικτώντας με το επίθετο χείρων (= χειρότερος) και το όνομα του γνωστού κενταύρου Χείρωνα.
* Όταν κάποιος είπε στον Διογένη, «Γέρασες, κοίτα να ξεκουραστείς», αυτός απάντησε «Αν έπαιρνα μέρος σε αγώνα δρόμου, στο τέλος, θα έπρεπε να χαλαρώσω αντί να επιταχύνω;».
* Μια μέρα παρακολουθούσε μουσική παράσταση κιθάρας. Ο κιθαρωδός ήταν κάποιος ηρακλείων διαστάσεων και πολύ αγριωπός, το δε παίξιμό του είχε τα μαύρα του τα χάλια. Όλοι οι ακροατές αποδοκίμαζαν τον «καλλιτέχνη» και μονάχα ο Διογένης τον χειροκροτούσε. Όταν οι άλλοι τον ρώτησαν απορημένοι «γιατί;», εκείνος απάντησε: «Διότι τηλικούτος ών κιθαρωδεί και ου ληστεύει!» (Επειδή, παρά το μέγεθος του, παίζει κιθάρα και δεν ληστεύει).
* Όταν είδε ένα μουσικό να χορδίζει την άρπα, του είπε, «Δεν ντρέπεσαι να δίνεις στο ξύλο εναρμονισμένους ήχους, τη στιγμή που απέτυχες να εναρμονίσεις την ψυχή με τη ζωή σου;».
* Στην αγορά της Αθήνας τον έβρισε ένας φαλακρός. Ο Διογένης απάντησε: «Εγώ ου λοιδωρώ αλλά τας τρίχας επαινώ, ότι κρανίου κακού απηλλάγησαν», δηλαδή «Δεν θα σε βρίσω, αλλά θα παινέψω τις τρίχες που εγκατέλειψαν ένα τέτοιο κρανίο».
* Τον καιρό που ο Διογένης ζούσε στην Κόρινθο, μεσουρανούσε εκεί η περίφημη εταίρα Λαΐς η Κορινθία. Ήταν τόσο όμορφη που κατά τον Προπέρτιο «όλη η Ελλάδα έλιωνε από πόθο μπροστά στην πόρτα της» ενώ ο Αρισταίνετος γράφει πως «τα στήθια της ήταν σαν κυδώνια» και κατά τον Αθήναιο πολλοί ζωγράφοι την είχαν ως πρότυπο. Δεν ήταν όμως μόνο πανέμορφη. Ήταν πολύ μορφωμένη, καλλιεργημένη, και πάμπλουτη. Φυσικά είχε σχέσεις με τους επιφανέστερους και πλουσιώτερους Έλληνες, που συνέρρεαν στην Κόρινθο για να τη γνωρίσουν (με τη βιβλική σημασία του ρήματος). Ανάμεσα στους «πελάτες» της ήταν και ο μαθητής του Σωκράτη Αρίστιππος, ιδρυτής της ηδονιστικής σχολής. Ο Αρίστιππος ήταν άνθρωπος ρεαλιστής και όταν κάποιοι του είπαν πως η Λαϊς δεν τον αγαπάει, αυτός απάντησε «Και τα ψάρια και το κρασί δε μ΄αγαπάνε αλλά εγώ τα απολαμβάνω». Ο Διογένης στην αρχή δεν έδινε καμιά σημασία στη Λαϊδα και όταν κάποιος φίλος του τον ρώτησε γιατί δεν την επισκέπτεται, αυτός απάντησε «ουκ ωνέομαι εγώ δεκακισχιλίων μίαν μεταμέλειαν», δηλαδή δεν αγοράζω με δέκα χιλιάδες δραχμές κάτι για το οποίο θα μετανοιώσω. Η Λαΐς, μαθαίνοντας το περιστατικό, πειράχτηκε και αποφάσισε να τιμωρήσει τον φιλόσοφο που καταφρονούσε τη γοητεία της. Κατάφερε να τον πλησιάσει και του υποσχέθηκε μιαν ερωτική νύχτα μαζί της, δωρεάν. Ο Διογένης, τι είχε να χάσει, συμφώνησε. Η Λαΐς όμως τον υποδέχτηκε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και στη θέση της βρισκόταν μια κακάσχημη υπηρέτριά της, από την οποία τελικά ο φιλόσοφος δέχτηκε τις θωπείες που του υποσχέθηκε η Λαΐς. Το άλλο πρωί διαπίστωσε το πάθημά του, το οποίο η εταίρα φρόντισε να το μάθει όλη η Κόρινθος. Ο Διογένης όμως απτόητος της ανταπέδωσε τα ίσα, λέγοντας «Λυχνίας σβεσθείσης πάσα γυνή Λαΐς» (δηλαδή, στο σκοτάδι όλες οι γυναίκες είναι ίδιες).
* Μια φορά ο Διογένης ο Κυνικός βρέθηκε σε μια συντροφιά όπου όλοι έπλητταν θανάσιμα από απαγγελία ενός ποιητή. Βλέποντας να προβάλλει το λευκό στο τέλος του ειληταρίου που κρατούσε ο ποιητής, ο Διογένης είπε «Κουράγιο φίλοι, βλέπω στεριά».
* Όταν ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης είδε μια γυναίκα κρεμασμένη σε μια ελιά αναφώνησε: «Μακάρι να είχαν όλα τα δέντρα τέτοιους καρπούς!».
* Κάποιος καλοτύχιζε τον Καλλισθένη γιατί ζούσε ωραία κοντά στον Μέγα Αλέξανδρο. Ο Διογένης τότε του απαντά: «Κακότυχος είναι όποιος προγευματίζει και δειπνεί όποτε αρέσει στον Αλέξανδρο».
* Μια φορά άναψε, μέρα μεσημέρι, έναν λύχνο και κρατώντας τον, γύριζε στης αγοράς τους δρόμους. Όταν δε, ρωτήθηκε γιατί το κάνει αυτό, έδωσε τη γνωστή περίφημη απάντησή του: «Άνθρωπον ζητώ».
* Μια μέρα ο Διογένης πήγε στο θέατρο, όταν η παράσταση είχε τελειώσει και ο κόσμος έβγαινε έξω. Αντίθετα στο πλήθος, που έβγαινε έξω, αυτός προσπαθούσε ν’ ανοίξει δρόμο και να μπει μέσα, και σαν τον ρώτησαν, γιατί πάει αντίθετα, απάντησε: «Σε όλη μου τη ζωή αυτό εξασκούμαι να κάνω».
* Όταν είδε μια μέρα ένα παιδί να πίνει νερό με τη χούφτα του χεριού του, έβγαλε, καθώς λένε, το κύπελλο, με το οποίο έπινε νερό και το πέταξε αναφωνόντας «παιδίον μὲ νενίκηκεν εὐτελεία!» (ένα παιδί με ξεπέρασε στην απλότητα).
* Ο Διογένης, κάποτε, στέκονταν εμπρός από ένα άγαλμα ζητώντας…ελεημοσύνη. Όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει αυτό, εκείνος απάντησε: «μελετῶ ἀποτυγχάνειν» (μελετώ την αποτυχία).
* Έλεγε ο Διογένης, πως, όταν πεθάνει, θέλει να τον θάψουν μπρούμητα. Τον ρώτησαν γιατί, κι εκείνος απάντησε: «γιατί σε λίγο θα’ ρθουν τα πάνω-κάτω».
* Σε κάποιον που του υπενθύμισε χλευαστικά μια παλαιότερη παρανομία του (παραχάραξη νομίσματος, για την οποία οι συμπολίτες του τον εκδίωξαν από την Σινώπη), ο κυνικός φιλόσοφος δήλωσε «κάποτε ήμουν τέτοιος που εσύ είσαι τώρα, τέτοιος όμως που είμαι εγώ, εσύ δεν θα γίνεις ποτέ». Όταν οι Αθηναίοι τον κορόιδευαν για τον ίδιο λόγο, λέγοντας πώς οι Συνωπείς τον είχανε εξορίσει αυτός με αστεϊσμό απαντούσε «κι εγώ τους καταδίκασα να μείνουν εκεί».
* Ο Διογένης βγήκε μια μέρα στην αγορά και άρχισε να φωνάζει:«Ε, άνθρωποι που είστε;». Σαν μαζεύτηκαν κάμποσοι, τότε άρχισε να τους κυνηγά και να τους χτυπά με το ραβδί του, λέγοντάς τους: «Ανθρώπους κάλεσα, όχι παλιάνθρωπους».
* Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε «Αν πεθάνεις, ποιος θα φροντίσει την κηδεία σου;», είπε «Αυτός που θα θέλει το σπίτι μου».
* Βλέποντας κάποτε ο Διογένης μια θρησκόληπτη γυναίκα να σκύβει βαθιά στα αγάλματα των θεών, της είπε «Δε φοβάσαι καλή μου γυναίκα, μήπως κανένας θεός από πίσω σου σε δει σε άσεμνη στάση;».
* Όταν ο Διογένης αιχμαλωτίστηκε στη μάχη τις Χαιρώνειας και οδηγήθηκε μπροστά στον Φίλιππο, ρωτήθηκε ποιος είναι, και απάντησε, «κατάσκοπος τις απληστίας σου».
* Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε πότε πρέπει να παντρεύεται κάποιος, είπε, «Τους μεν νέους μηδέπω (όχι ακόμα), τους δε πρεσβυτέρους μηδέπωποτε (ποτέ)».
* Σε κάποιο δείπνο κάποιοι του έριχναν (του Διογένη) κόκκαλα σαν σε σκύλο, τότε εκείνος σηκώθηκε και τους κατούρησε σαν σκύλος.
* Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε γιατί οι άνθρωποι ελεούν τους ζητιάνους αλλά όχι τους φιλοσόφους, είπε, «γιατί κουτσοί και τυφλοί υπάρχει περίπτωση να γίνουν, φιλόσοφοι όμως αποκλείεται».
* Ο Διογένης παρουσιάστηκε σε μια ομιλία του ρήτορα Αναξιμένη κρατώντας ένα παστό ψάρι και απέσπασε την προσοχή των ακροατών, ο ρήτορας αγανάκτησε και ο Διογένης είπε, «Ένα τιποτένιο ψάρι διέλυσε την ομιλία του Αναξιμένη».
* Όταν κατηγόρησαν τον Διογένη ότι τα πίνει στο καπηλειό, απάντησε «και στο κουρείο, κουρεύομαι».
* Ο Διογένης όταν είδε θηλυπρεπή νέο, του είπε «δεν ντρέπεσαι, να έχεις για τον εαυτό σου χειρότερη γνώμη απ’ αυτή που έχει η φύση; Αυτή σε έκανε άντρα κι εσύ αναγκάζεις τον εαυτό σου να γίνει γυναίκα».
* Κάποτε όταν τον ειρωνεύτηκαν πως μπαίνει σε ακάθαρτους χώρους, ο Διογένης, σε απάντηση, τους είπε: «Αλλά και ήλιος και ου μιαίνεται», δηλαδή: «Κι ο ήλιος μπαίνει σε ακάθαρτους τόπους, αλλά δεν μολύνεται από αυτούς».
* Ο Διογένης συχνά αυνανιζόταν δημοσίως μπροστά στο πλήθος που μαζευόταν γύρω από το πιθάρι του. Όταν κάποτε ένας παριστάμενος τον ερώτησε εάν δεν ντρέπεται, αυτός του απάντησε «Είθε και την κοιλίαν ην παρατρίψαντα και μη πεινήν» (μακάρι να μπορούσα να ανακουφίσω και την πείνα μου, τρίβοντας την κοιλιά μου).
* Βλέποντας ο Διογένης, Μεγαρίτες να χτίζουν μεγάλα τείχη, τους είπε «Μην έχετε έγνοια πόσο μεγάλα θα είναι τα τείχη αλλά πόσο μεγάλοι θα είναι εκείνοι που θα σταθούν επάνω σε αυτά».
* Ρώτησαν κάποτε τον Διογένη, πια στάση πρέπει να κρατά κάποιος απέναντι στην εξουσία απάντησε: «Όποια και απέναντι στην φωτιά: να μην στέκεται ούτε πολύ κοντά, για να μην καεί, ούτε πολύ μακριά για να μην ξεπαγιάσει».
* Ο Διογένης, κουβαλούσε μαζί του ό,τι είχε. Σ’ ένα σακούλι είχε συνήθως ψωμί και ελιές. Μια μέρα λοιπόν κάθεται στο μέσο της Αγοράς, ανοίγει το σακούλι του και αρχίζει να τρώει. «Καλά, τι ώρα είναι αυτή που τρως;» τον ρωτάει κάποιος. Κι ο Διογένης ετοιμόλογος του απάντησε: «Οι πλούσιοι τρώνε όταν θέλουνε, εγώ ο φτωχός, όταν πεινώ!».
* Βλέποντας μιά ημέρα τους αξιωματούχους να οδηγούν στη φυλακή κάποιο ταμία, που είχε κλέψει ένα κύπελο είπε: «Οι μεγάλοι κλέπται τον μικρόν άγουσι».
* Για τις αναθηματικές επιγραφές πιστών που σώθηκαν χάρη σε μια θεότητα, έλεγε «Θα ήταν πολύ περισσότερες, αν και εκείνοι που δεν είχαν σωθεί, είχαν κάνει αφιερώσεις».
* Βλέποντας κάποτε έναν ολυμπιονίκη να νέμει τα πρόβατά του, στάθηκε και του είπε: «Ω, βέλτιστε, ταχέως μετέβης από των Ολυμπίων επί τα Νέμεα».


Αποφθέγματα του Διογένη


* Η ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ.


* ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΑ ΑΠΛΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΑΝΟΙΧΤΑ.


* ΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΤΟΥΝ ΜΕ ΑΣΗΜΑΝΤΑ ΠΟΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ.


* ΜΕΤΑΞΥ ΦΙΛΩΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΑ.


* ΣΤΗΝ ΤΥΧΗ ΝΑ ΑΝΤΙΣΤΕΚΕΣΑΙ ΜΕ ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ, ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ, ΣΤΑ ΠΑΘΗ ΜΕ ΤΗ ΛΟΓΙΚΗ.


* Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΣΥΣΤΑΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ.


* ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΜΟΙΩΜΑΤΑ ΘΕΩΝ.


* Ο ΕΡΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΣΧΟΛΙΑ ΑΡΓΟΣΧΟΛΩΝ.


* ΑΘΛΙΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΦΤΩΧΟΣ ΓΕΡΟΣ.


* ΑΠ’ ΤΑ ΑΓΡΙΑ ΘΗΡΙΑ ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΔΑΓΚΩΜΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ Ο ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ, ΑΠΟ ΤΑ ΗΜΕΡΑ Ο ΚΟΛΑΚΑΣ.


* Η ΚΟΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΧΑΡΥΒΔΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.


* Η ΖΩΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΝΑ ΖΕΙΣ ΚΑΚΑ.


* ΟΙ ΟΜΟΡΦΕΣ ΕΤΑΙΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟ ΠΙΟΤΟ.


* ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙΣ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΣΟΥ ΤΥΧΕΙ.


* Ο ΗΛΙΟΣ ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΠΑΤΟΥΣ, ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΜΟΛΥΝΕΤΑΙ.


* ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΑΦΕΝΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΣΧΡΟΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ ΤΟΥΣ.


* ΟΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ ΑΝΤΛΟΥΝ ΤΗΝ ΗΔΟΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΥΧΙΑ.


* Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΣ ΓΙΑΤΙ ΟΤΑΝ ΕΡΧΕΤΑΙ ΔΕΝ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΜΕ.


* Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΣΗ, ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ, ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΤΩΧΟΥΣ ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ ΣΤΟΛΙΔΙ.


* Η ΑΣΚΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΨΥΧΙΚΗ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΗ.


* ΧΩΡΙΣ ΕΞΑΣΚΗΣΗ ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΤΑΦΕΡΟΥΜΕ, ΕΝΩ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΣΚΗΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΞΕΠΕΡΑΣΤΕΙ ΚΑΘΕ ΕΜΠΟΔΙΟ.


* ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΛΕΓΟΥΜΕ ΟΧΙ ΤΟΥΣ ΑΧΡΗΣΤΟΥΣ ΚΟΠΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ Η ΦΥΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΑ.


* ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΥΣΤΥΧΟΥΝ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΟΗΣΙΑΣ ΤΟΥΣ.


* ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΝΗΘΙΣΕΙ ΝΑ ΖΟΥΝ ΜΕ ΗΔΟΝΕΣ, ΕΝΟΧΛΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΤΟΥΣ, ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΝΗΘΙΣΕΙ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ, ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΝ ΤΙΣ ΗΔΟΝΕΣ.


* Ο ΥΠΕΡΤΑΤΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.


* ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ.


* Η ΕΥΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ, Η ΚΑΛΗ ΦΗΜΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΛΙΔΙΑ ΠΟΥ ΣΥΓΚΑΛΥΠΤΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΚΙΑ.


* Η ΜΟΝΗ ΣΩΣΤΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΡΥΘΜΙΖΕΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ.


* ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΕΣ ΓΙΑ ΟΛΕΣ.


* Η ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ, Η ΜΟΥΣΙΚΗ, Η ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΓΚΑΙΑ.

14 Αυγούστου 2011

Η Μετα-φυσική ως αρρώστια και ως Γιορτή


Γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου –«καλή Παναγιά» εύχονται στα νησιά μας, το γλωσσικό ομόλογο του «καλή Ανάσταση» ή «καλά Χριστούγεννα».
Οσοι καταλαβαίνουν ασυμβίβαστη τη διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία (κατανόηση που όριζε κάποτε την πολιτισμική ιδιαιτερότητα του Ελληνα), βλέπουν στο πρόσωπο της Παναγιάς τη «Θεοτόκο»: τη γυναίκα που έδωσε σάρκα στην ελευθερία του Θεού από την ίδια τη θεότητά του, ελευθερία μανικού έρωτα για το πλάσμα του – να υπάρξει άνθρωπος ο Θεός χωρίς να καταλύεται το «όλως έτερον» της θεότητας. «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι», ψέλνει η Εκκλησία γι’ αυτή τη γέννα του Θεού από άνθρωπο, πρώτη και μοναδική στην Ιστορία ταύτιση της ελευθερίας με την Αιτιώδη Αρχή του υπαρκτικού γεγονότος.
Οσοι δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία, την αλλοτρίωση του εκκλησιαστικού γεγονότος όταν θρησκειοποιείται (αλλοτρίωση που όρισε την πολιτισμική ιδιαιτερότητα της μεταρωμαϊκής Δύσης), βλέπουν στο πρόσωπο της Παναγιάς κυρίως την «Παρθένο» (the Virgin, la Vierge). Θέλουν να ξορκίσουν τον πρωτόγονο ενοχικό φόβο για τη σεξουαλικότητα. Φόβο που ακόμα φυλακίζει τη γυναίκα στην «μπούργκα», να κρυφοβλέπει τον κόσμο αόρατη ως φύλο, τον ίδιο φόβο που στα θρησκευτικά περιβάλλοντα θέλει να κρύψει, να εξαφανίσει τη γυναικεία χάρη, ιδιαίτερα τα μαλλιά (γιατί άραγε τα μαλλιά;), ακόμα και να τα ξυρίσει, όπως οι φανατικοί Εβραίοι στις γυναίκες τους. Την ιεροποίηση της βιολογικής παρθενίας, περίπου λατρεία, τη γεννάει η φυσική θρησκεία, το τυφλό ένστικτο θωράκισης του εγώ απέναντι στον φόβο για το άγνωστο υπερβατικό.
Την Εκκλησία τη γεννάει μια κλήση (το λέει η λέξη) για μετοχή σε σχέσεις κοινωνίας, συνύπαρξης. «Κλήση» και «σχέση» είναι περίπου ο ορισμός της ελευθερίας. Αλλά την ελευθερία οι άνθρωποι σπάνια μέσα στην Ιστορία την άντεξαν ως αρχή κοινού τρόπου του βίου – είναι άθλημα επίπονο, απαιτεί να ξεπεράσεις το εγώ, να ρισκάρεις τη χρησιμότητα για χάρη της αλήθειας.
Ετσι και η Εκκλησία δεν αυτο-ορίστηκε ποτέ ως συντελεσμένο κατόρθωμα, αυτο-εικονίστηκε καταγωγικά σαν χωράφι με σιτάρι μεν, αλλά και με «ζιζάνια»: Συνυπάρχει με την Εκκλησία πάντοτε, σαν σύμπτωμα ή τάση, η θρησκειοποίησή της – όπως παραμονεύει πάντα και στη μητρική αγάπη ο εγωκεντρικός αυταρχισμός ή στον έρωτα η καμουφλαρισμένη ιδιοτέλεια της ηδονής.
Οταν θρησκειοποιείται ο εκκλησιαστικός βίος αλλοτριώνεται συνολικά: Η μαρτυρία της εκκλησιαστικής εμπειρίας, το ευ-αγγέλιο, εκλαμβάνεται σαν ιδεολογία, η πίστη σαν ατομική πεποίθηση, η ηθική σαν αξιόμισθο ατομικό κατόρθωμα. Τότε παίρνει τα πάνω του και ο πρωτόγονος ενοχικός φόβος για τη σεξουαλικότητα: Η Παναγία ενδιαφέρει (και τιμάται) όχι γιατί σάρκωσε τον Ασαρκο και χώρεσε τον Αχώρητο, αλλά γιατί παρέμεινε «και μετά τόκον παρθένος». Εσωσε τη βιολογική παρθενία, που ενδιαφέρει ασύγκριτα περισσότερο από τη μητρότητα.
Στον εκκλησιαστικό μοναχισμό το Αγιονόρος λογαριάζεται «Περιβόλι της Παναγιάς», η παρθενία άλμα απόλυτης ερωτικής αυτοπροσφοράς, κορύφωμα ελευθερίας της αγάπης. Στον θρησκειοποιημένο μοναχισμό το ερωτικό άθλημα της παρθενίας αλλοτριώνεται σε νομική υποχρέωση «αγαμίας».
Η αγαμία αυτονομείται και από τον μοναστικό βίο και από την «αναχώρηση», βιώνεται χωρίς μετοχή σε κοινότητα - αδελφότητα - οικογένεια εκκλησιαστική, ή χωρίς ασκητικό ερημητισμό. Επιλέγεται η αγαμία ως προαπαιτούμενο καριέρας: στη μεν Δύση γενικά ιερατικής, στον δε Ορθοδοξισμό ειδικά επισκοπικής.
Η αγαμία καριέρας, στα καθ’ ημάς, προϋποθέτει τη σεξουαλικότητα εξ ορισμού ως μολυσματική, αφού αυτή και μόνη αποκλείει αξιωματικά και τον αγιότερο των εγγάμων πρεσβυτέρων από την επισκοπική ευθύνη. Αποδείχνει η εξαναγκαστική αγαμία των επισκόπων ότι είναι υποκριτικές φλυαρίες όλα όσα παραλλήλως κηρύσσονται για τον γάμο ως μυστήριο «εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν». Αν «μυστήριο» σημαίνει τη φανέρωση και δυναμική πραγμάτωση της Εκκλησίας (τον εικονισμό του υπαρκτικού τρόπου της Τριαδικής Θεότητας και της «κένωσης» του Χριστού), πώς είναι δυνατό το «μυστήριο» του γάμου να συμβιβάζεται μεν με το μυστήριο της ιερωσύνης του πρεσβυτέρου, όχι όμως και με αυτό του επισκόπου! Ή να αποκλείει η ιερωσύνη το μυστήριο (δεύτερου) γάμου πρεσβυτέρων που χήρεψαν!
Στα σημερινά δεδομένα της ατομοκεντρικής συλλογικότητας, η αγαμία καριέρας συνιστά ολοφάνερη πια απειλή της ψυχικής υγείας και της ηθικής ακεραιότητας.
Η μοναξιά ρημάζει τον δίχως ένταξη σε μοναστήρι άγαμο και η αναπότρεπτη υποταγή του στις τρέχουσες συνθήκες του βίου (καθημερινό συμφυρμό με το απρόσωπο πλήθος, τηλεόραση, έντυπα, βίντεο, διαδίκτυο) και τον καταιγισμό προκλήσεων αισθησιακού ηδονισμού που συνεπάγονται, οδηγούν αδήριτα στη μεγιστοποίηση των ενδεχομένων ψυχικής ανωμαλίας, σεξουαλικών διαστροφών, νευρωτικών ή και ψυχωτικών διαταραχών. Ή ευνοούν οι συνθήκες την καταφυγή του αγάμου στη διπλοπροσωπία, τη μεθοδική υποκρισία, τις σχιζοειδείς συμπεριφορικές αντιφάσεις.
Τα φρικώδη σκάνδαλα παιδεραστίας, που συγκλονίζουν τον ρωμαιοκαθολικό κλήρο τα τελευταία χρόνια ή, οι σιωπηρά καθιερωμένες, στον ίδιο κλήρο, άγαμες «συζυγίες» ιερέων, κυρίως στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική, με τις γυναίκες σαν πορνικά ανδράποδα δίχως κοινωνική ένταξη. Είναι πτυχές τραγωδίας που τη διαιωνίζει ο πρωτογονισμός του ενοχικού φόβου για τη σεξουαλικότητα παγιωμένος σαν «χριστιανική» στάση. Αλλά και στις «εθνικές εκκλησίες» του ιδεολογικού Ορθοδοξισμού, τα επισκοπικά σώματα και οι «αυλές» των αγάμων που τα πλαισιώνουν εμφανίζουν δραματικό πληθωρισμό συμπτωμάτων ψυχοπαθολογίας, απώλειας επαφής με την πραγματικότητα, καθήλωσης της νοημοσύνης σε παιδαριώδες επίπεδο. Καθόλου τυχαία η εμπειρία της Εκκλησίας θεσμοθέτησε τη μοναστική οδό ως προϋπόθεση της ασκητικής παρθενίας.
Ο ίδιος εκκλησιαστικός εμπειρισμός υμνεί την Παναγιά ως «ζωής μητέρα». Της ζωής που είναι ελευθερία από την αρρώστια, τη διαστροφή, το κάτσιασμα. Και κορυφώνεται στη Γιορτή.


12 Αυγούστου 2011

ΟΤΑΝ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΕΧΕΙ ΑΠΟΡΡΙΨΗ...


Υπάρχουν στιγμές που ένα παιδί δεν χαμογελά.....


  Ή απόρριψη του παιδιού από την οικογένεια, είτε με τη μορφή της έλλειψης φροντίδας και την παραμέληση, είτε με αδιαφορία ή ακόμα με αυστηρή αξιολόγηση, είναι πολλές φορές η αιτία για δυσλειτουργίες στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη και για προβληματικές συμπεριφορές στην ενήλικη ζωή.


Ένα παιδί που έχει μάθει να το απορρίπτουν, είναι ο αυριανός ενήλικας που πάντα θα συμπεριφέρεται σαν να τον απορρίπτουν. Βέβαια, οι γονείς που συμπεριφέρονται στα παιδιά τους με τρόπο υποτιμητικό, μεγάλωσαν και εκείνοι κάτω από το ίδιο πρίσμα.



Αν η απόρριψη εκφράζεται με την ελλιπή υποστήριξη των γονιών προς τα παιδιά τους, εκφράζεται επίσης και με την επικριτική στάση, με την επιθετικότητα και τέλος με τη βία μέσα στην οικογένεια.



Όσο και αν φαίνεται περίεργο, η οικογένεια μπορεί να είναι από τη μια μεριά, ο χώρος ασφάλειας και προσοχής για το παιδί και από την άλλη, ο χώρος επίκρισης και κακοποίησής του. 
Από τους ίδιους ανθρώπους, που υποτίθεται ότι το αγαπούν και το φροντίζουν.



Αυτό, όσο και να φαίνεται παράλογο, ισχύει για:

  • Γονείς που έχουν μεγάλο βαθμό δυσκολίας να ελέγξουν το συναίσθημά  τους, τον θυμό τους.

  • Γονείς, οι οποίοι, από το άγχος, το αδιέξοδο, και από την απογοήτευσή που βιώνουν αυτοί, ξεσπάνε στα παιδιά τους.

  • Γονείς, οι οποίοι είχαν υποστεί βία στην παιδική τους ηλικία και υπήρξαν θύματα κακοποίησης.

  • Γονείς, με αίσθημα ανεπάρκειας του εαυτού τους και τον ρόλο τους.

  • Γονείς, οι οποίοι εξαρτώνται εύκολα από τους άλλους.

  • Γονείς που βλέπουν τα παιδιά τους σαν πηγή αναγνώρισης, φροντίδας και αφοσίωσης.

  • Γονείς που ζητάνε από τα παιδιά τους να υιοθετούν τη θέση και το ρόλο του γονέα.

  • Γονείς με ψυχικές παθήσεις, κατάθλιψη, διαταραχές προσωπικότητας, ακόμα και ψύχωση ή διανοητική καθυστέρηση.

  • Γονείς που μέσα από την κακοποίηση του παιδιού τους, ανακουφίζουν τα δικά τους τραύματα.

 Η επιθετική στάση των γονέων μπορεί να επιφέρει γενικά δύο τρόπους συμπεριφοράς στα παιδιά:



1ον: Mια συμπεριφορά που τη χαρακτηρίζει ο φόβος, άρα θα έχουμε:

  • Παιδιά με φοβισμένη και επιφυλακτική συμπεριφορά.

  • Παιδιά που αποφεύγουν τη σωματική επαφή.

  • Παιδιά με ψυχική ανησυχία.

  • Παιδιά με υπερκινητικότητα.

  • Παιδιά με καταθλιπτικά συμπτώματα.

  • Παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση.

  • Παιδιά με στεναχώρια και απάθεια

  • Παιδιά με χαμηλή σχολική επίδοση και μαθησιακές δυσκολίες.

  • Παιδιά, τα οποία για να γίνουν αποδεκτά, υιοθετούν πολλές φορές μια στάση ψευδοωριμότητας.

  • Παιδιά, τα οποία δείχνουν μια υποδειγματική, καταναγκαστική συμπεριφορά.

  • Παιδιά, τα οποία υιοθετούν μια πειθήνια στάση, προσπαθώντας να κερδίσουν την αγάπη, ευχαριστώντας τους άλλους.


2ον: Μια συμπεριφορά που τη χαρακτηρίζει η αντίδραση, άρα θα έχουμε:

  • Παιδιά που εκφράζουν έντονο θυμό.

  • Παιδιά με αντιδραστική, επιθετική συμπεριφορά σε συνομήλικους και ενήλικες.

  • Παιδιά με καταστροφική συμπεριφορά σε παιχνίδια και αντικείμενα.

  • Παιδιά με αυτοεπιθετική στάση.

  • Παιδιά που κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας.

  • Παιδιά που αυτοτραυματίζονται.

  • Παιδιά που θα κάνουν χρήση ναρκωτικών.

  • Παιδιά που θα παραβιάσουν τους ηθικούς κανόνες.

  • Παιδιά που θα παραβιάσουν τους νόμους.

Το κακοποιημένο παιδί είναι ο βίαιος γονιός του μέλλοντος...