Διογένης: Αυτός δεν είναι ο Ηρακλής; Δε νομίζω να είναι άλλος, μα τον Ηρακλή. Το τόξο, το ρόπαλο, η λεοντή, το μπόι, από πάνω μέχρι κάτω είναι ίδιος ο Ηρακλής. Πώς είναι δυνατόν να πέθανε ένας γιος του Δία; Για πες μου ένδοξε νικητή, είσαι πεθαμένος; Γιατί εγώ ως θεό, όταν ήμουνα πάνω στη γη, σου προσέφερα θυσίες.
Ηρακλής: Πολύ καλά έκανες . γιατί εκείνος ο Ηρακλής βρίσκεται πάνω στον ουρανό, δίπλα στους άλλους θεούς ‘κι έχει γυναίκα την Ήβη με τα πανέμορφα πόδια’, ενώ εγώ είμαι το είδωλό του.
Διογένης: Τι μου λες; Είδωλο θεού; Και πώς γίνεται να είναι κανείς κατά το ένα μισό θεός, και να πεθάνει το άλλο του μισό;
Ηρακλής: Γίνεται και παραγίνεται. Διότι δεν πέθανε εκείνος αλλά εγώ το ομοίωμά του.
Διογένης: Σαν ν’ άρχισα να καταλαβαίνω. Δηλαδή παρέδωσε στον Πλούτωνα εσένα, και τώρα είσαι εσύ νεκρός. στη θέση αυτουνού.
Ηρακλής: Κάπως έτσι έγινε το πράμμα.
Διογένης: Αλλά πώς δε το αντιλήφθηκε ο Αιακός, που δεν του ξεφεύγει τίποτα. πώς δεν πρόσεξε ότι ήσουν εσύ αντί γι’ αυτόν, και δέχτηκε τον αντικαταστάτη, σαν να βρίσκονταν μπροστά του ο Ηρακλής;
Ηρακλής: Διότι η ομοιότητα ήταν πολύ τέλεια.
Διογένης: Αυτό που λες είναι αλήθεια. γιατί μοιάζεις τόσο πολύ, που φαίνεσαι να είσαι εκείνος. Είσαι σίγουρος όμως ότι δε συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή να είσαι εσύ ο Ηρακλής και το είδωλό σου να πλαγιάζει με την Ήβη δίπλα στους θεούς;
Ηρακλής: Είσαι αναιδής και πολυλογάς, κι αν δεν πάψεις να με δουλεύεις, αμέσως θα μάθεις ποιανού θεού είδωλο είμαι.
Διογένης: Το βλέπω, που έχεις βγάλει το τόξο σου και το έχεις έτοιμο. Αλλά τι να φοβηθώ εγώ από σένα, αφού έτσι κι αλλιώς είμαι πεθαμένος; Άσ’ τα αυτά κατά μέρος και πες μου τώρα, στο όνομα του δικού σου Ηρακλή, όταν εκείνος ζούσε, συνυπήρχες μαζί του και ήσουνα και τότε είδωλο; Ή όταν ζούσατε ήσασταν ένας κι όταν πεθάνατε, αφού χωριστήκατε, ο μεν ένας πέταξε προ τους θεούς, εσύ δε το είδωλο, όπως είναι φυσικό, κατέβηκες στον Άδη;
Ηρακλής: Δεν έπρεπε να συζητήσω καθόλου με άνθρωπο που ξεστομίζει τέτοιες ανοησίες. Παρ’ όλ’ αυτά άκουσε κάτι. όσο μέρος στον Ηρακλή ήταν του Αμφιτρύωνα, αυτό πέθανε, κι όλο αυτό το μέρος είμαι εγώ. το υπόλοιπο, που ήταν του Διός, βρίσκεται στον ουρανό μαζί με τους θεούς.
Διογένης: Τώρα κατάλαβα καλά. μου λες ότι η Αλκμήνη γέννησε δυο παιδιά μέσα στον ίδιο Ηρακλή, το ένα από τον Αμφιτρύωνα και το άλλο από τον Δία, αλλά εσείς αγνοούσατε ότι ήσασταν δίδυμοι από την ίδια μάνα.
Ηρακλής: Τον κακό σου τον καιρό, χαμένε. ήμασταν και οι δυο ένα και το αυτό.
Διογένης: Φαίνεται ότι δεν είναι και τόσο εύκολο να μάθει κανείς πώς δυο Ηρακλήδες κάνανε έναν, εκτός κι αν ήσασταν, όπως λένε για εκείνον τον ιπποκένταυρο, συγκολλημένοι σε ένα, θεός και άνθρωπος μαζί.
Ηρακλής: Καλά, δεν παραδέχεσαι ότι όλοι αποτελούνται από δυο πράγματα, την ψυχή και το σώμα; Δηλαδή τι είναι αυτό που εμποδίζει την μεν ψυχή να βρίσκεται στον ουρανό, αφού προέρχεται από τον Δία, κι εγώ που είμαι το θνητό μέρος να βρίσκομαι ανάμεσα στους νεκρούς;
Διογένης: Όμως, εξοχότατέ μου εσύ γιε του Αμφιτρύωνα, θα συμφωνούσα μ’ όλ’ αυτά που λες, αν ήσουν υλικό σώμα. Τώρα όμως είσαι ένα άϋλο ομοίωμα. και δεν απέχεις και πολύ από το να μας παραστήσεις τον Ηρακλή σαν τρισυπόστατο.
Ηρακλής: Από πού κι ως πού τρισυπόστατο;
Διογένης: Περίμενε και θα δεις πώς. ο ένας λοιπόν βρίσκεται στον ουρανό, κι ο άλλος ανάμεσα σε μας, δηλαδή εσύ το είδωλο. έχουμε όμως και το σώμα που έλυωσε κι έγινε ήδη σκόνη. άρα τρία πράγματα είναι όλα μαζί. Σκέψου λοιπόν τώρα ποιόν πατέρα θα επινοήσεις και για τον τρίτο Ηρακλή, αυτόν που θα είναι μπαμπάς του για το σώμα του.
Ηρακλής: Είσαι αναιδής και άπαιχτος στα παραπλανητικά λόγια. Για πες μου όμως, ποιος είσαι του λόγου σου;
Διογένης: Είμαι το είδωλο του Διογένη από την Σινώπη. και τίποτε από μένα δεν βρίσκεται ‘ανάμεσα στους θεούς’, αλλά κάνοντας παρέα εδώ, με τους πιο υπέροχους από τους πεθαμένους ανθρώπους, ειρωνεύομαι τις παπαρολογίες του Ομήρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου