31 Οκτωβρίου 2010

Ψήφος αντίστασης στη μικρόνοια

 
Tου Χρηστου Γιανναρα

Μοιάζει απίστευτο, αλλά το προεξοφλούν με σιγουριά οι δημοσκοπήσεις: Στις επερχόμενες εκλογές Τοπικής τάχα και Αυτοδιοίκησης, οι ελλαδίτες ψηφοφόροι θα ψηφίσουν και πάλι, στην πλειονότητά τους, κομματικούς υποψηφίους.
Πώς να εξηγήσουμε την άρνηση της κρίσιμης για το εκλογικό αποτέλεσμα μάζας να αντιληφθεί την πραγματικότητα; Τα εγκλήματα των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο τα τελευταία τριάντα έξι χρόνια είναι εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά: Κατασπατάλησαν το απίστευτο χρήμα που εισέρευσε στη χώρα (για πρώτη φορά στην κρατική μας ιστορία) και απέβλεπε να επιτευχθεί σύγκλιση της ελλαδικής με τις οικονομίες των χωρών της Ε.Ε. Ξέφρενη σπατάλη και επιπλέον απίστευτος, παρανοϊκός δανεισμός. Μοίραζαν τα κόμματα διορισμούς, επιδοτήσεις, ρουσφέτια, μπούκωναν τον υπόκοσμο των λακέδων και της καμαρίλας τους με αδιάντροπο πλούτο, ωμά, απροκάλυπτα, χυδαία. Πνίγοντας κυριολεκτικά τη χώρα στα χρέη.
Χωρίς να λύσουν, στα τριάντα έξι αυτά χρόνια, ούτε ένα πρόβλημα – το ασφαλιστικό, ας πούμε, ή το συγκοινωνιακό ή της μηχανοργάνωσης του κράτους (δεν συζητούμε για την παιδεία, την υγεία, την άμυνα, τη δικαιοσύνη). Το μόνο που τους ενδιέφερε, μα αποκλειστικά το μόνο, ήταν η επανεκλογή τους, η κραιπαλική ηδονή της εξουσίας. Τίποτε άλλο. Και όταν πια η καταστροφή ήταν αδύνατο να αναχαιτιστεί, ο ένας πρωθυπουργός το ’σκασε πανικόβλητος, δίχως ίχνος ντροπής ή αυτοσεβασμού. Και έσπευσε να αναλάβει ο μειονεκτικός σε επιγνώσεις αντίπαλος, για να αλωνίζει επί μήνες τα διεθνή κέντρα, απολαμβάνοντας τουριστικά το κελεπούρι της πρωθυπουργίας και διαφημίζοντας στους δανειστές της χώρας την αναξιοπιστία της και τη διαφθορά της.
Ποιος Ελληνας δεν βλέπει αυτά τα εξόφθαλμα, αποδεδειγμένα, ψηλαφητά δεδομένα; Κι όμως, όχι μόνο δεν κατεβαίνουμε στους δρόμους να διαδηλώσουμε οργή και αντίσταση, αλλά σπεύδουμε πειθήνια και ηλίθια να αμνηστεύσουμε, να κολακέψουμε, να επιβραβεύσουμε τους τυράννους μας, ψηφίζοντας τους εκλεκτούς των κομματικών συμφερόντων στην τάχα Αυτοδιοίκηση. Πού είναι λοιπόν το περιβόητο «φιλότιμο» του Ελληνα, η «περηφάνια» του, το «αδούλωτο φρόνημά» του; Ακόμα και την ψήφο του, το τελευταίο απομεινάρι διαφοράς από τον σκλάβο, τον ραγιά, την προσφέρει για να μετρήσουν οι διεφθαρμένες κομματικές συντεχνίες τις περιστασιακές μεταβολές στα ποσοστά της ισχύος τους.
Να κατεβούμε στους δρόμους μάς το έχει απαγορεύσει ο παλαιοημερολογητισμός του Περισσού: μονοπωλεί μεθοδικά κάθε δημόσια μαζική διαμαρτυρία, την «καπελώνει» αυθαίρετα, η κραυγή και οργή των πολιτών μετατρέπεται σε αθέλητη υποστήριξη της πιο υπάνθρωπης ολοκληρωτικής μονοτροπίας. «Δεν κοτάς ν’ αγγίξεις μιαν από τις αξίες που ικανοποιούν τα αισθήματά σου για κοινωνική δικαιοσύνη, έγραφε ο Ελύτης, και βρίσκεσαι να “κάνεις πορεία” μ’ έναν συρφετό ανθρώπων που δεν έχουν δική τους σκέψη, αλλά την περιμένουν από τον καθοδηγητή τους». Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα ακομμάτιστη πρωτοβουλία για μαζική πολιτική εκδήλωση, που να μην την ιδιοποιηθεί η μικρόνοια και ψυχανωμαλία των καπήλων της Αριστεράς.
Μας απομένει η ψήφος, για να συντηρούμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε πολίτες, ότι πολίτευμα της χώρας είναι η δημοκρατία. Ψευδαίσθηση, στάχτη στα μάτια, για να συνεχίζουν οι μαφιόζοι των κομματικών συντεχνιών να παίζουν με τη δική μας αφέλεια, την παιδαριώδη επιπολαιότητά μας. Τάχα ότι λειτουργούν πολιτικοί θεσμοί, τάχα ότι διαχειριζόμαστε τις τύχες και το μέλλον μας, καμαρωτοί στη σειρά για να βρεθούμε πίσω από το παραβάν, να αξιοποιήσουμε τα «δικαιώματα» του πολίτη! Μας παραμυθιάζουν οι ανίκανοι, ενώ το ξέρουμε, το βλέπουμε: Η δευτεράντζα της κομματοκρατίας, δήμαρχοι, νομάρχες, περιφερειάρχες τώρα ή ό,τι άλλο παραπληρωματικό, ούτε τις λακκούβες στους δρόμους ή τις αγέλες των αδέσποτων δεν είναι ικανοί να αντιμετωπίσουν. Τοποτηρητές είναι, ελάσσονες, των κομματικών συμφερόντων.
Βρίσκουν και τα κάνουν. Οι μάζες των ευνουχισμένων, των δίχως σκέψη και κρίση ψηφοφόρων, μοιάζει να μην έχουν καταλάβει πού έχουμε φτάσει και γιατί. Γιατί σε λούκι στερήσεων, φτώχειας, ανεργίας, εφιαλτικής αβεβαιότητας για το αύριο, γιατί πουθενά ελπίδα ανάκαμψης; Πώς βρέθηκε να είναι πρωθυπουργός ένα τόσο μειονεκτικό άτομο με τόσο κραυγαλέα υστερήματα, πώς γίνεται να έχουμε υπουργό Εξωτερικών και υπουργό Οικονομικών ανθρώπους πρωτόπειρους, πρωτοφανέρωτους στον δημόσιο βίο, σήμερα που διακυβεύεται η ίδια η ιστορική μας επιβίωση, η αξιοπιστία και η τιμή του ονόματός μας στον διεθνή στίβο; Δεν είχε τίποτε καλύτερο να επιστρατεύσει το κομματικό μας σύστημα στην κρίσιμη αυτή ώρα;
Οχι, δεν είχε, είναι φανερό. Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι μια εξ ίσου θλιβερή και ευτελισμένη συναγωγή μετριοτήτων, σπιθαμιαία αναστήματα λιμασμένων για επιστροφή στην εξουσία, αναπολόγητων ακόμη για πράξεις απύθμενης φαυλότητας και διαφθοράς. Αυτά τα «κόμματα εξουσίας» δεν είναι πολιτικοί σχηματισμοί, είναι καρκινώματα στο κοινωνικό σώμα, εστίες μολυσματικές, απεργάζονται θάνατο. Ομως, η κρίσιμη εκλογική μάζα, ψηφοφόροι δίχως σκέψη και κρίση, τους εκλεκτούς αυτών των κομμάτων θα ψηφίσουν, δεν καταφέρνουν να συνδέσουν τον εφιάλτη που ζούμε με τα συγκεκριμένα εγκλήματα που τον προκάλεσαν και με τους αυτουργούς των εγκλημάτων.
Ο ευνουχισμός έχει συντελεστεί μεθοδικά, έντεχνα, «ανεπαισθήτως». Αν υπάρξουν ιστορικοί στο μέλλον με ενδιαφέρον για την περίπτωσή μας, το υλικό μελέτης του ευνουχισμού μας θα τους προσφερθεί άφθονο: Τα σχολικά βιβλία που τιτλοφορούνται «Η Γλώσσα μας», ο γκαιμπελικός προπαγανδισμός του ψυχωτικού «φιλαθλητισμού», του κρατικού τζόγου, ο επιχορηγούμενος κιτρινισμός και κρετινισμός των τηλεοπτικών καναλιών. Ακρως αποτελεσματικές πρακτικές εξηλιθίωσης της κρίσιμης εκλογικής μάζας.
Ετσι έχουν εξασφαλισμένη και αυτή τη φορά την επανεκλογή τους δήμαρχοι εξοργιστικής ανικανότητας, επιβαρυμένοι με εγκλήματα φαυλότητας σε προγενέστερες υπουργικές τους θητείες. Σίγουρη η επανεκλογή και νομαρχών που εκκρεμούν σε βάρος τους ποινικές διώξεις, θριαμβική η επικράτηση πληθώρας ασημαντοτήτων, ανθρώπων θλιβερού επιπέδου ικανοτήτων και καλλιέργειας, με μοναδικό προσόν το κομματικό χρίσμα.
Η «μαγιά» που αντιστέκεται στον εξανδραποδισμό λογαριάζει τους κομματικά κεχρισμένους, όποιοι κι αν είναι, σαν χολεριασμένους. Ακομμάτιστους υποψήφιους τους ψηφίζει. Οπου δεν υπάρχουν: λευκό ή αποχή.

30 Οκτωβρίου 2010

"Δεν πληρώνουν από τα δάνεια τους μισθούς, από τους μισθούς πληρώνουν τα δάνεια! "


«Αν δεν εφαρμόσουμε το μνημόνιο δεν θα μας δανείζουν και δεν θα έχουμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις».
Το ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός στη διακαναλική. Η ίδια φράση επαναλαμβάνεται αυτούσια διακόσιες φορές τη μέρα από τους «παπαγάλους» του.

Κι όμως, η αλήθεια είναι η ακριβώς αντίθετη. Δεν είναι τα δάνεια που πληρώνουν τους μισθούς και τις συντάξεις. Είναι οι (κομμένοι) μισθοί και οι (κομμένες) συντάξεις που πληρώνουν για τα δάνεια!


Αντί άλλης απόδειξης, ας καταφύγουμε για μια ακόμα φορά στη γλώσσα των αριθμών. Των δικών τους αριθμών....

2010
Σε ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών στις 20/5/2010 διαβάζουμε:
«Για το εννεάμηνο Απριλίου - Δεκεμβρίου 2010 που διανύουμε, οι υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου για τοκοχρεολύσια εκτιμώνται σε 39,7 δισ. ευρώ».

Το Ελληνικό Δημόσιο, λοιπόν, πρέπει μέχρι το τέλος του χρόνου να καταβάλει στις καπιταλιστικές αγορές, στους κάθε λογής ομολογιούχους και στους «τοκογλύφους» περί τα 40 δισ. ευρώ.
*
Ας δούμε τώρα τις εισπράξεις από δάνεια που έχει «πετύχει» η κυβέρνηση με το μνημόνιο:
-- Δάνειο 20 δισ. ευρώ το Μάη.
-- Δάνειο 9 δισ. ευρώ μέσα στο Σεπτέμβρη.
-- Δάνειο 9 δισ. ευρώ που θα εισπραχθεί μέχρι το Δεκέμβρη, εφόσον η τρόικα εγκρίνει το αποτέλεσμα των εκλογών και θεωρήσει ότι το ...«πετσόκομμα» του ελληνικού λαού συνεχίζεται με «ικανοποιητικούς ρυθμούς».
Αθροισμα: 38 δισ. ευρώ.

*
Συμπέρασμα:
Από τα «σωτήρια» δάνεια, με τους νέους δυσβάσταχτους όρους για τον ελληνικό λαό,ούτε πεντάρα τσακιστή δεν πάει για (τους περικομμένους) μισθούς και συντάξεις!
Ολα τα νέα δάνεια (38 δισ.) της φετινής χρονιάς  πάνε για να καλυφθούν τα χρέη από τα προηγούμενα δάνεια (40 δισ.), όλα τα δάνεια γυρίζουν πίσω στους δανειστές. Το μόνο που μένει στον ελληνικό λαό είναι οι νέοι κι ακόμα μεγαλύτεροι τόκοι!
2011
Σύμφωνα με τα κυβερνητικά στοιχεία (σ.σ.: μάρτυς μας, εκτός από το Θεό, και το «Βήμα» της 10/10/2010)
για το έτος 2011 η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει σε τόκους το ποσό των 12,5 δισ. ευρώ και για χρεολύσια το ποσό των 34,7 δισ. ευρώ.
Αθροισμα: 47,3 δισ. ευρώ!

Με άλλα λόγια: Από τα 40 δισ. ευρώ της «σωτηρίας» που βάσει του μνημονίου θα «εισρεύσουν» στην Ελλάδα το επόμενο έτος,
ούτε δεκάρα δε θα πάει για μισθούς και συντάξεις.
Ολα (μα όλα!) θα επιστρέψουν στους «καλούς» δανειστές μας, προς τους οποίους θα μείνουμε και με ένα επιπλέον χρέος ύψους 7,3 δισ. ευρώ!
2012
Οπως και πάλι τα κυβερνητικά στοιχεία ομολογούν, το έτος 2012, οπότε θα έχουμε την εκταμίευση των υπόλοιπων 40 δισ. ευρώ από το «μηχανισμό στήριξης», η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει στους δανειστές της τόκους ύψους 11,1 δισ. ευρώ και χρεολύσια ύψους 31,7 δισ. ευρώ.
Αθροισμα: 42,8 δισ. ευρώ!

Φράγκο, δηλαδή, για μισθούς και συντάξεις. Οπως θα «έρθει» η... «βοήθεια» έτσι θα γυρίσει στους δανειστές. Μάλιστα, γι' αυτό το «πήγαινε - έλα», θα μας έχουν φεσώσει και με 2,8 δισ. ευρώ - επιπλέον - τόκους...

***
Τι αποδεικνύεται, λοιπόν, περίτρανα;

Από τα περιβόητα δάνεια που κυβέρνηση - ΕΕ - ΔΝΤ - ΕΚΤ «εξασφάλισαν» για το λαό,
από τα δάνεια που αν στους «φίλους» μας δεν αρέσει (!) το αποτέλεσμα των εκλογών τότε δε θα τα εκταμιεύσουν, και τότε - σύμφωνα με τους «πατριώτες» - θα επέλθει χρεοκοπία και στάση πληρωμών σε μισθούς και συντάξεις,
ούτε ένα ευρώ (αριθμός: 1) δεν πάει σε μισθούς και συντάξεις!
*
Ολα τα δάνεια
- μα όλα! -


είτε ως τόκοι, είτε ως χρεολύσια, είτε ως επιδοτήσεις, είτε ως επιχορηγήσεις, είτε ως φορολογικές απαλλαγές, επιστρέφουν κατευθείαν (!) και με το αζημίωτο (!) στους εγχώριους και τους διεθνείς νταβατζήδες της χρηματιστικής ολιγαρχίας.

Στον ελληνικό λαό, το μόνο που απομένει είναι ο ασφαλιστικός Καιάδας, ο εργασιακός Μεσαίωνας, οι ακόμα μικρότεροι μισθοί και οι ακόμα μικρότερες συντάξεις, για να αποπληρώνει τους ακόμα μεγαλύτερους τόκους, τα ακόμα περισσότερα χρεολύσια!
*
Τελικά, δηλαδή, ένα μόνο απομένει στον ελληνικό λαό:
Να πάρει την απόφαση να τους ανατρέψει. Να τους στείλει από κει που ήρθανε. Για να γίνει ο ίδιος ιδιοκτήτης του πλούτου που αυτός και μόνο αυτός παράγει.

Ν.Μπογιόπουλος

....εθισμένος στο… κινητό!

Ακούγεται υπερβολικό; Κι όμως δεν είναι. Οπως έδειξε μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, πολλοί νέοι είναι εθισμένοι στο κινητό τους, σε βαθμό να χάνουν τον ύπνο τους. Ακόμη όμως κι αν δεν φθάνουν σε ακρότητες, οι νεότεροι- τουλάχιστον- θεωρούν πια το κινητό τους προέκταση του εαυτού τους!

Όλοι λίγο-πολύ τα γνωρίζουμε. Για κάποιους από εμάς είναι απλώς μια τεχνολογική εξέλιξη, ενώ για κάποιους άλλους αποτελούν έναν πιστό, hi-tech σύντροφο, ικανό να επιλύσει προβλήματα κάθε είδους, να μας δικτυώσει ή ακόμη να μας ψυχαγωγήσει. Ο λόγος για τα «έξυπνα» κινητά, τα οποία έχουν μπει για τα καλά στη σφαίρα της καθημερινότητάς μας, απλοποιώντας κάποιες πτυχές της και περιπλέκοντας κάποιες άλλες. Το σίγουρο είναι ότι η εισβολή των συγκεκριμένων προσωπικών συσκευών έχει δημιουργήσει μια νέα διάσταση στην επικοινωνία. Μια διάσταση που αν και για τις παλαιότερες γενιές φαντάζει ξένη, για τις νέες γενιές μοιάζει απόλυτα φυσιολογική. Η νέα μορφή επικοινωνίας δεν κοιμάται ποτέ, με αποτέλεσμα να προσφέρει από τη μια πλευρά απλόχερα τη δυνατότητα δικτύωσης κάθε είδους και από την άλλη να υπεραπλουστεύει ή ακόμη και να εκμηδενίζει αξίες που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ιερές, όπως π.χ. ο ελεύθερος χρόνος και η προσωπική ζωή του καθενός.

Ο προβληματισμός αυτός οδήγησε την καθηγήτρια της Ανθρωπολογίας δρα Τάνια Λούρμαν από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, στις ΗΠΑ, να εξετάσει την επίδραση των πρωτοποριακών κινητών νέας γενιάς στον ψυχισμό και στη γενικότερη συμπεριφορά του ανθρώπου. Η μικρή, αλλά παρ΄ όλα αυτά ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα μελέτη της, βασίστηκε σε συνολικά 175 φοιτητές ηλικίας από 18 ως 22 ετών και κατόχους του iΡhone του αμερικανικού κολοσσού Αpple.

«Ισως ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα ευρήματα της μελέτης μας είναι ότι η χρήση του συγκεκριμένου τηλεφώνου έδειξε να κρύβει για τους φοιτητές μια ολόκληρη κοινωνική διάσταση. Πρόκειται για τη γενιά που έχει μεγαλώσει με την τεχνολογία και έχει ενηλικιωθεί μαζί με τα έξυπνα τηλέφωνα » δηλώνει στο «Βήμα» η δρ Λούρμαν.

Προέκταση του μυαλού

«Μας ξάφνιασε ιδιαίτερα το γεγονός ότι το iΡhone έπαιζε τον ρόλο της ταυτότητας των κατόχων του, ή ακόμη της προέκτασης του μυαλού και του σώματός τους. Όπως είδαμε,οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες, κατά τα λεγόμενά τους, τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί μια ημέρα να χάσουν το κινητό τους. Μάλιστα σε μια δοκιμασία εκτάκτου ανάγκης, για να δούμε ως πού θα έφθαναν για να φτιάξουν το χαλασμένο τηλέφωνό τους, οι φοιτητές ήταν διατεθειμένοι να απουσιάσουν από κάποιο μάθημα προκειμένου να βρουν χρόνο για την επισκευή του iΡhone τους» προσθέτει η ειδικός. Οπως μας εξήγησε η ίδια, ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη το iΡhone οφειλόταν καθαρά στο γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό η γραμματεία του Πανεπιστημίου σχεδίαζε, βάσει του συγκεκριμένου μοντέλου, να δημιουργήσει ένα σύγχρονο portal, ή αλλιώς μια πύλη επικοινωνίας, μεταξύ του ιδρύματος και των φοιτητών. Πρόκειται για μια ιδέα η οποία, όπως μας είπε η δρ Λούρμαν, είναι ήδη πολύ διαδεδομένη στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

«Οι φοιτητές κλήθηκαν να αξιολογήσουν μόνοι τους τον βαθμό του εθισμού τους απέναντι στην έξυπνη συσκευή, μέσα από μια σειρά ερωτηματολογίων και συνεντεύξεων» μας λέει η δρ Λούρμαν. «Πιστεύω ότι είναι πραγματικά εντυπωσιακό πόσα πράγματα μπορεί να κάνει για τον χρήστη του το συγκεκριμένο τηλέφωνο. Για παράδειγμα, μπορεί να κουβαλά τις πολύτιμες αναμνήσεις του και παράλληλα να αγκαλιάζει την κοινωνική του ζωή. Για τον λόγο αυτόν πολλές φορές οι κάτοχοί του το μεταχειρίζονται σαν να πρόκειται για έναν ζωντανό οργανισμό. Το ανθρώπινο είδος έχει εξελιχθεί ώστε να αποζητεί την κοινωνική αλληλεπίδραση και η συγκεκριμένη συσκευή βλέπουμε ότι ουσιαστικά προκαλεί κάποιες από τις αλληλεπιδράσεις αυτές».

Και ενοχές απέναντι στο κινητό!

Αρκετοί από τους νεαρούς εθελοντές δήλωσαν ότι ανησυχούν ως προς το αν είναι «καλοί» απέναντι στη συσκευή τους, εννοώντας ότι ένιωθαν ενοχές που δεν εκμεταλλεύονταν στο έπακρο όλες τις δυνατότητες που τους προσέφερε αυτή. Μάλιστα όσοι τύχαινε να έχουν έναν φίλο που ασχολούνταν περισσότερο με το τηλέφωνό του, συγκριτικά με τους ίδιους, παραδέχονταν ότι ανέπτυσσαν ένα αίσθημα ανταγωνισμού απέναντί του. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα αυτός ήταν τόσο μεγάλος, που τους δημιουργούσε ακόμη και την ανασφάλεια του αν θα μπορούσαν ποτέ να αναμετρηθούν μαζί του.

«Στο πλαίσιο των συνεντεύξεων, κάποιος φοιτητής μας εξήγησε ότι υπάρχουν δύο είδη χρηστών του iΡhone:οι λεγόμενοι “power users” (δυναμικοί χρήστες) οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το τηλέφωνο στο έπακρο των δυνατοτήτων του και οι απλοί χρήστες που το μεταχειρίζονταν ως ένα παιχνίδι» περιγράφει η καθηγήτρια. «Πολλά άτομα λοιπόν έδειχναν να έχουν ενοχές επειδή δεν έκαναν την ίδια χρήση του κινητού τους με τους δυναμικούς χρήστες, την οποία μάλιστα χαρακτήριζαν ιδανική. Φοβούνταν, όπως είδαμε, ότι θα κατρακυλούσαν στην κατάταξη της μετριότητας» λέει κατηγορηματικά, υπογραμμίζοντας τις διαστάσεις της εξάρτησης από τις νέες τεχνολογίες και τις περίπλοκες επιδράσεις που έχουν τελικά στην ψυχολογική διάθεση των χρηστών.

Εξάρτηση σαν… ναρκωτικό

Προς μεγάλη τους έκπληξη, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, σε μια κλίμακα από το 1 ως το 5- με το 5 να αποτελεί τη χείριστη κατάταξη-, το 10% αξιολόγησε τον εαυτό του ως «εθισμένο» στη χρήση του τηλεφώνου και το 34% κατέταξε τον εαυτό του μόλις στο 4. Οταν οι φοιτητές κλήθηκαν να σχολιάσουν το είδος της εξάρτησης που είχαν αναπτύξει προς το κινητό τους, δήλωσαν ότι « η επήρεια του iΡhone ήταν σαν εκείνη του αλκοόλ » ή ακόμη « σαν εκείνητων ναρκωτικών ». Οι περισσότεροι, παρ΄ όλα αυτά, δεν πίστευαν ότι αφιέρωναν πολύ χρόνο στο αγαπημένο τους γκάτζετ. Δήλωναν μάλιστα ότι ντρέπονταν για τα άτομα εκείνα που απορροφώνται από τη χρήση της έξυπνης συσκευής.

Μόνο το 6% των φοιτητών δήλωσε ότι δεν αισθάνεται οποιαδήποτε δέσμευση απέναντι στη συσκευή, ενώ ένα 32% εξέφρασε τον φόβο ότι η εντατική της χρήση θα μπορούσε κάποια ημέρα να οδηγήσει σε εθιστική συμπεριφορά. Επιπλέον το 15% των ερωτηθέντων τόνισε ότι λόγω του iΡhone παρακολουθούσαν τακτικά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το 30% το χαρακτήρισε «παράθυρο στον κόσμο», το 25% έβρισκε τη συσκευή «επικίνδυνα γοητευτική» ενώ το 41% παραδέχθηκε ότι η απώλεια του κινητού θα ήταν «τραγωδία».

Χωρίς λεφτά μπορεί, χωρίς κινητό ποτέ!

Βάσει των απαντήσεων των συμμετεχόντων, σχεδόν το 75% παραδέχθηκε ότι τα βράδια αποκοιμιέται με τη συσκευή της Αpple στο κρεβάτι και το 69% δήλωσε ότι βγαίνοντας από το σπίτι τους ήταν πιθανότερο να ξεχάσουν το πορτοφόλι τους παρά το κινητό τους.

Αναλύοντας τα δεδομένα αυτά, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η υπερβολικά συχνή χρήση κινητών τηλεφώνων έχει ως αποτέλεσμα την καταλυτική αλλαγή του τρόπου επικοινωνίας, γεγονός που είχε σοβαρό αντίκτυπο στις διαπροσωπικές σχέσεις των χρηστών.

« Το βασικό ερώτημα είναιπόσο περισσότερο ή πόσο λιγότερο ευτυχισμένοι είμαστε στη σύγχρονη τεχνολογικά κοινωνία στην οποία ζούμε. Από τη μια πλευρά υπάρχουν ενδείξεις που μαρτυρούν ότι οι μικρότερες κοινωνίες είναι πιο ευτυχισμένες. Από την άλλη,οι συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις μας έχουν οδηγήσει σε έναν νομαδικό τρόπο ζωής,μετακινούμαστε,δηλαδή,πιο πολύ και πιο γρήγορα σε σχέση με το παρελθόν και διαχειριζόμαστε τις κοινωνικές μας αλληλεπιδράσεις αστραπιαία» λέει η ειδικός.

Αυτό, όπως μας εξηγεί, έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση των μελών του κοινωνικού μας κύκλου με συνέπεια, λόγω έλλειψης χρόνου, οι κοινωνικές μας επαφές να γίνονται ολοένα πιο επιφανειακές. « Ετσι οι σχέσεις πολλές φορές είναι ασταθείς » αναφέρει χαρακτηριστικά. « Αυτό συμβαίνει επειδή έχει αλλάξει ριζικά ο αριθμός των ατόμων με τα οποία διατηρούμε κάποια μορφή κοινωνικής επαφής, η οποία όμως δεν είναι τόσο ενδελεχήςόσο ήταν κάποτε. Σήμερα,χάρη στην τεχνολογία,υπάρχει πολύ μεγαλύτερη επιλογή τόσο στο επικοινωνιακόόσο και στο κοινωνικό μέρος της καθημερινότητάς μας» υποστηρίζει η δρ Λούρμαν.

Αυτοπεποίθηση αλλά και εσωστρέφεια

Από τη μελέτη φάνηκε ότι οι κάτοχοι του συγκεκριμένου κινητού εμφάνιζαν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα αυτοπεποίθησης, γεγονός που επηρέαζε άμεσα τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούσαν με τους υπολοίπους. Συγκεκριμένα το 72% δήλωσε ότι το iΡhone συνέβαλε στην ευτυχία του, το 37% υποστήριξε ότι χάρη σε αυτό υιοθετούσε μια πιο χαλαρή και παιχνιδιάρικη συμπεριφορά απέναντι σε άλλους, ενώ το 25% των φοιτητών υπογράμμισε ότι η έξυπνη συσκευή ήταν απλά «μαγεία».

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι σε κάποια άτομα το πρωτοποριακό τηλέφωνο δρούσε ως «ενισχυτικό κοινωνικότητας», σε κάποια άλλα δημιουργούσε αμηχανία και ενίσχυε την εσωστρέφειά τους. Το 72% των συμμετεχόντων παραδέχθηκε ότι κάποια στιγμή είχε χρησιμοποιήσει τη συσκευή για να αποφύγει την οπτική επαφή με κάποιον άλλον, ενώ το 36% ανέφερε ότι είχε δεχθεί την παρατήρηση κάποιου φίλου ή συγγενή επειδή το iΡhone τον συνόδευε σε κάθε του βήμα και απορροφούσε υπερβολικά μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου του.

Οι κανόνες της ερωτικής γνωριμίας

Στην περίπτωση μάλιστα μιας ερωτικής γνωριμίας, κατά την αμερικανή καθηγήτρια, οι χρήστες του κινητού της Αpple, τείνουν να λειτουργούν βάσει συγκεκριμένων άτυπων κανόνων. « Αν κάποιος στείλει SΜS,τότε είναι γενικά διστακτικός. Χρειάζεται τόλμη για να τηλεφωνήσει.Το SΜS μπορεί να είναι μόλις ένα βήμα πριν από το e-mail, ωστόσο όταν κάποιος στείλει e-mail τότε, σύμφωνα με τη “γλώσσα” των γκατζετάκηδων φοιτητών, πρόκειται για ένα δειλό άτομο », μεταφράζει η ερευνήτρια.

Στραμπούληγμα της γλώσσας

Οι σύγχρονοι, γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας όμως, πέρα από επιφανειακές σχέσεις, ίσως να ευθύνονται και για το «κουτσούρεμα» αρκετών λέξεων. Το φαινόμενο της εποχής, σύμφωνα με τους επιστήμονες, οφείλεται στα σύντομα μηνύματα μέσω κινητού τηλεφώνου, κατά τη συγγραφή των οποίων οι χρήστες- κυρίως νεαρότερης ηλικίας- προσπαθούν να συμπτύξουν ένα ολοκληρωμένο μήνυμα σε λίγους μόλις χαρακτήρες. Πρόκειται δηλαδή για έναν τρόπο γραφής που θα μπορούσε ενδεχομένως να χαρακτηριστεί από τους μεγαλύτερους και ως «κρυπτογράφηση». Πόσο ανησυχητικό όμως θα μπορούσε να είναι αυτό για την επιβίωση του λεκτικού μας πλούτου; « Τα e-mail, για παράδειγμα, ενισχύουν την εκφραστική μας ικανότητα, ενώ παράλληλα καλλιεργούν τις ικανότητες σύνταξης και ανάγνωσης ενός κειμένου. Ως προς τους υπόλοιπους τρόπους ανταλλαγής μηνυμάτων ωστόσο, πολύ πιθανόν τα πράγματα να είναι ανησυχητικά. Ενδεχομένως αρκετές λέξεις να κοπούν με τα χρόνια ή ακόμη και να εξαλειφθούν πλήρως από το λεξιλόγιό μας, καθώς οι νεότερες γενιές που γράφουν- κυρίως- στη μικρή οθόνη ενός κινητού, χρησιμοποιούν κατά βάση συντομεύσεις αφαιρώντας φωνήεντα,σύμφωνα ή ακόμη και ολόκληρες συλλαβές. Κάτι τέτοιο βέβαια είναι κατανοητό,διότι για τη δακτυλογράφηση ενός ολοκληρωμένου κειμένου με τη βοήθεια ενός τόσο μικρού πληκτρολογίουαπαιτείται χρόνος και προσπάθεια » ισχυρίζεται η δρ Λούρμαν.

Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΩΝ MAIL

Αλλη πρόσφατη μελέτη από την αμερικανική εταιρεία δημοσκοπήσεων και τεχνολογικών αναλύσεων Οsterman Research έδειξε ότι η συνεχής δικτύωση που προσφέρουν τα «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα έχει ως αποτέλεσμα τον εθισμό των εργαζομένων στα…e-mail τους. Συγκεκριμένα η μελέτη έδειξε ότι το 95% των ερωτηθέντων λαμβάνουν επαγγελματικά e-mail εκτός δουλειάς,το 78% τα διαβάζουν όταν βρίσκονται στην τουαλέτα και το 11% κατά τη διάρκεια «προσωπικών στιγμών». Επιπλέον σε ποσοστό 76% ανέφεραν ότι υπάρχουν φορές που μπορεί να συντάξουν ένα e-mail εν όσω οδηγούν.

Ο διαρκής έλεγχος της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μέσω κινητού,κατά τους αναλυτές,αντικατοπτρίζει την πίεση που αισθάνονται αρκετοί εργαζόμενοι ως προς την επαγγελματική τους απόδοση. Το 94% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι τσεκάρει τα e-mail του τη νύκτα και το 93% κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου.

Στο πιο «τραβηγμένο» σενάριο των διακοπών,το 79% υποστήριξε ότι φροντίζει να παίρνει πάντοτε μαζί το εταιρικό κινητό,ενώ κάτι παραπάνω από 33% παραδέχθηκε ότι ξεκλέβει χρόνο από την οικογένεια και τους φίλους προκειμένου να μπορεί να διαβάζει την ηλεκτρονική του αλληλογραφία.

«Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι οι εργαζόμενοι εξαρτώνται τόσο πολύ από τα “έξυπνα” κινητά τους για την ανάγνωση των εταιρικών τους e-mailπου σε περίπτωση της υποθετικής πτώσης του δικτύου για μια ώρα, 85% δήλωσαν ότι αυτό θα επηρέαζε άμεσα τη ροή της επαγγελματικής τους απόδοσης» εξηγεί ο πρόεδρος της εταιρείας που διενήργησε τη μελέτη,κ. Μάικλ Οστερμαν. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο,προσθέτει,το γεγονός ότι το 20% των συμμετεχόντων δήλωσε ότι δεν διστάζει να διαβάσει e-mail σε γάμους,το 30% σε τελετές αποφοίτησης και το 15% σε…κηδείες!

Διαπιστώνουμε λοιπόν, πως ενώ κάποιοι από τους κατόχους δηλώνουν ότι τα έξυπνα κινητά «ανεβάζουν» την ψυχολογία τους, κάνοντάς τους πιο χαλαρούς και κοινωνικούς, κάποιοι άλλοι τα βρίσκουν ως δικαιολογία.

– Ειρήνης Βένιου.

“Νέο Λύκειο”: από την παιδεία των αξιών και της ελευθερίας στη δουλεία των “δεξιοτήτων”

Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς
Κατά Ἰωάννην 8, 32
Α
Το σχέδιο επί χάρτου και η αντίδραση του Υπουργείου


Με μεγάλο ενδιαφέρον παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες τον καταιγισμό αντιδράσεων για το “σχέδιο” που αφορά στο “νέο Λύκειο”. Φυσικά δεν μπορούμε να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα για τις προθέσεις του Υπουργείου, δοθέντος ότι το τελευταίο σε σχετικό με το θέμα δελτίο τύπου (7-10-2010) φαίνεται να κρατάει αποστάσεις από τους εισηγητές του “σχεδίου”. Λέει λοιπόν το Υπουργείο:
“Το κείμενο σχετικά με τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στο Λύκειο που είδε το φως της δημοσιότητας, αποτελεί πρόταση μιας Επιτροπής και όχι απόφαση του Υπουργείου Παιδείας.
Οι προτάσεις του Υπουργείου Παιδείας για το Νέο Λύκειο, οι οποίες είναι υπό διαμόρφωση,  θα δοθούν προς  διαβούλευση – όπως γίνεται και με κάθε νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου- εντός του Οκτωβρίου”.

Β’
Ο μεταπρατικός χαρακτήρας του σχεδίου


Επειδή όμως “όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά” ο εφησυχασμός δεν είναι καλός σύμβουλος. Ας ξεκινήσουμε από τον οφθαλμοφανή μεταπρατικό χαρακτήρα του σχεδίου. Η Π. Στεφανάκου (στο άρθρο ” Εκτός Λυκείου η γενική παιδεία“, εφημ. “Αυγή”, 5-10-2010) παρατηρεί μεταξύ άλλων τα εξής:
“Την κατάργηση του Λυκείου ως αυτόνομης εκπαιδευτικής βαθμίδας με τη δική της αποστολή προωθεί το υπουργείο Παιδείας με το νέο σχέδιο προγράμματος για το νέο σχολείο που δημοσιοποιήθηκε με τη γνωστή μέθοδο των διαρροών. Η γενική παιδεία στην ουσία σταματά στο Γυμνάσιο, όπου η παρεχόμενη εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Το Λύκειο θα είναι πλέον προπαρασκευαστικό κέντρο που θα λειτουργεί με ελάχιστα υποχρεωτικά μαθήματα, κοινά για όλους τους μαθητές, και πολλά μαθήματα επιλογής. Ολόκληροι επιστημονικοί κλάδοι εξοβελίζονται ουσιαστικά από το πρόγραμμα καθώς ένας μαθητής μπορεί να φοιτήσει στο Λύκειο και να ολοκληρώσει τις σπουδές του χωρίς να επιλέξει κανέναν απ’ αυτούς. Το Λύκειο γίνεται πλέον σχολείο εξειδίκευσης, όπου οι μαθητές σε πολύ νεαρή ηλικία θα είναι υποχρεωμένοι να κάνουν επιλογές ζωής.
Το πρόγραμμα, που σχεδιάζεται από την Θ. Δραγώνα, αποτελεί στην ουσία αντιγραφή του Ιντερνάσιοναλ Μπακαλορεά, το οποίο λειτουργεί σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία προκειμένου οι γόνοι των οικονομικά εύπορων οικογενειών να εξασφαλίσουν θέση σε πανεπιστήμια του εξωτερικού χωρίς να περάσουν από την ψυχοφθόρα διαδικασία των πανελλαδικών εξετάσεων, όπου μένεις εκτός για ένα μόριο”.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά. Ας δούμε μερικά:
1. Ποιόν ή ποιούς “ενοχλεί” η Γενική Παιδεία και η στοιχειώδης καλλιέργεια;
2. Τι τύπο σχολείου θέλουμε; Ένα σχολείο που θα μορφώνει το νέο άνθρωπο και θα τον καθιστά ολοκληρωμένη προσωπικότητα ή ένα σχολείο “εξειδίκευσης”, ένα σχολείο “δεξιοτήτων” και δουλοπρεπούς αμάθειας;
3. Ταιριάζει η μεταπρατική υιοθέτηση του μοντέλου “Ιντερνάσιοναλ Μπακαλορεά” με τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος;
4. Με ποιά λογική επιλέχθηκαν τα συγκεκριμένα “υποχρεωτικά μαθήματα” και για ποιό λόγο υποβαθμίζονται τόσοι επιστημονικοί κλάδοι (Βιολογία, Χημεία,  Πληροφορική, Ιστορία);
5. Για ποιο λόγο το μάθημα των Θρησκευτικών σχεδόν εξοβελίζεται από το “νέο Λύκειο”;
Γ’
Η καταστρατήγηση της ελευθερίας του προσώπου
και το ευρωπαϊκό πρόταγμα


Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι “τίποτα δεν είναι σίγουρο“, θα πρέπει το όλο θέμα να μας προβληματίσει. Το πρόταγμα του φερόμενου “νέου Λυκείου” φαίνεται να είναι όχι η ελευθερία του προσώπου και η καλλιέργεια αξιών και κριτικής σκέψης, αλλά η χρησιμοθηρία και η γονιμοποίηση των “δεξιοτήτων”, που θα καταστήσουν το νέο άνθρωπο έρμαιο στις ορέξεις αδηφάγων “εργοδοτών”, που δεν θα προσφέρουν “εργασία”, αλλά “απασχόληση”. Σας φαίνεται περίεργο; Τότε γιατί μεταξύ των υποχρεωτικών μαθημάτων προτείνεται η Φυσική Αγωγή; Για…λόγους υγείας; Ας μην γελιόμαστε! Είναι φανερό ότι στους χαλεπούς καιρούς μας κάποιοι “χρειάζονται” άβουλα άτομα και όχι ελευθέρως σκεπτόμενα πρόσωπα. Τα θέλουν “γυμνασμένα” για ν’ “αντέχουν” τις άπειρες ώρες απασχόλησης με μισθό πείνας και με γνώση “ξένων γλωσσών” για να’ ναι τα γκαρσόνια των ευρωπαίων εύπορων “εταίρων”.
Αλλά για ποια “Ευρώπη” μιλάμε; Στο σημείο αυτό το λόγο  θα πάρει ο μεγάλος σλοβένος στοχαστής Σλ. Ζίζεκ:
Η Ευρώπη είναι νεκρή- εντάξει, αλλά ποια Ευρώπη; Η απάντηση είναι: η μετα- πολιτική Ευρώπη της προσαρμογής στην παγκόσμια αγορά, η Ευρώπη που επανειλημμένα «μαυρίστηκε» στα δημοψηφίσματα, η Ευρώπη της τεχνοκρατίας των Βρυξελλών. Η Ευρώπη που παριστάνει τον εκπρόσωπο του ψυχρού, ευρωπαϊκού Λόγου απέναντι στο ελληνικό πάθος και την ελληνική διαφθορά, το μαθηματικό πνεύμα απέναντι στη συγκινησιακή μέθη. Ωστόσο, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται, το έδαφος είναι ακόμη ελεύθερο για μια άλλη Ευρώπη: μια εκ νέου πολιτικοποιημένη Ευρώπη, θεμελιωμένη πάνω σε ένα συλλογικό σχέδιο χειραφέτησης (Σλ. Ζίζεκ, Μόνιμη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, στο περιοδικό New Left Review No 64, Ιούλιος- Αύγουστος 2010, μετάφραση Πέτρος Παπακωνσταντίνου).
Λίγη προσοχή αν δώσουμε στα λόγια του Ζίζεκ βλέπουμε ότι η διαφορά νοοτροπίας Ανατολής-Δύσης καλά κρατεί. Στη δύση το πρόταγμα είναι η δια της cogito εργαλειακή σκέψη (“ψυχρό Λόγο” και “μαθηματικό πνεύμα” το λέει ο Ζίζεκ σε αντιδιαστολή -κι εδώ είναι το σημαντικό -με το “ελληνικό πάθος”, που είναι ο λόγος του λόγου).
Λίγο παρακάτω ο Ζίζεκ κάνει την εξής σημαντικότατη διαπίστωση, που νομίζω εξηγεί πολλά και για το θέμα που μας απασχολεί:
Ένα πράγμα είναι σαφές: Μετά από δεκαετίες κράτους πρόνοιας, κατά τις οποίες οι περικοπές ήταν σχετικά περιορισμένες και συνοδεύονταν από την υπόσχεση ότι τα πράγματα θα επέστρεφαν σύντομα στη φυσιολογική τους κατάσταση, μπαίνουμε τώρα σε μια περίοδο όπου ένα ορισμένο είδος οικονομικής κατάστασης εκτάκτου ανάγκης γίνεται μόνιμο καθεστώς, σταθερά της ύπαρξης, τρόπος ζωής. Φέρνει μαζί της την απειλή πολύ περισσότερο άγριων μέτρων λιτότητας, ακρωτηριασμών κατακτήσεων, συρρίκνωσης των υπηρεσιών υγείας και παιδείας, περισσότερο προσωρινής απασχόλησης (βλ. Σλ. Ζίζεκ, ό. π).
Και ο Ζίζεκ καταλήγει:
Σήμερα δεν ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά οφείλουμε να δράσουμε τώρα, γιατί οι επιπτώσεις της μη δράσης θα είναι ολέθριες. Θα αναγκαστούμε να δράσουμε «σαν να είμαστε ελεύθεροι». Θα χρειαστεί να ρισκάρουμε κάνοντας βήματα στην άβυσσο, σε εντελώς απρόσφορες συνθήκες. Θα πρέπει να επανεφεύρουμε πλευρές του καινούργιου, μόνο και μόνο για να συντηρήσουμε τη λειτουργία του μηχανισμού και να διασώσουμε ότι καλό υπήρχε στο παλιό- εκπαίδευση, σύστημα υγείας, βασικές κοινωνικές υπηρεσίες(Ζίζεκ,ό.π.).
Δεν τα λέμε εμείς, δεν τα λένε οι “ταλιμπάν”, δεν τα λένε οι «νεορθόδοξοι» (τι αδόκιμος όρος κι αυτός!) τα λέει ένας ουδέτερος παρατηρητής, ένας αδέσμευτος στοχαστής.
Δ’
Ο εξοβελισμός της συλλογικής μνήμης

Ο αείμνηστος Κώστας Αξελός έλεγε παλιότερα ότι από τον Έλληνα” φαίνεται να λείπει η σκέψη”. Αν η διαπίστωση του μεγάλου φιλοσόφου ισχύει, τότε φαίνεται ότι το επόμενο “θύμα” θα πρέπει να είναι η συλλογική μνήμη. Πως αλλιώς να εξηγήσει κανείς τον εξοβελισμό της νεώτερης ιστορίας του λαού μας, που επιχειρεί το εν λόγω “σχέδιο” για το “νέο Λύκειο”; Χωρίς όμως συλλογική μνήμη η εθνική μας επιβίωση διακυβεύεται. Μπορεί σε κάποιους αυτές οι σκέψεις να φαίνονται “εθνοκεντρικές”. Δικαίωμα τους, ο καθένας μπορεί να έχει την άποψη του. Όμως η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: το γεωπολιτικό τοπίο γνωστό, οι αξιώσεις κυριαρχίας δεδομένες (βλ. ιδεολόγημα Νταβούτογλου). Καλοί λοιπόν οι θεωρητικοί “μεταμοντερνισμοί” και οι άκριτες υιοθετήσεις των χομπσμπαουμικών ιδεολογημάτων τύπου “έθνους-ονείρου”, καλλίστη όμως η πραγματικότητα: δεν είμαστε ούτε Ελβετία, ούτε Σουηδία. Η στρατηγική θέση της χώρας “ανοίγει την όρεξη” σε πολλά συμφέροντα. Αλλά ας αφήσουμε τις γεωπολιτικές αναλύσεις στους ειδικούς επιστήμονες και στους διπλωμάτες και ας επανέλθουμε με μερικά  ερωτήματα:
  • Τελικά ποιοι είμαστε;
  • Έχουμε ταυτότητα, ρίζες, ιστορία, πολιτισμό, ορθοδοξία;
  • Αν ναι, γιατί δεν τα αναδεικνύουμε; Τι φοβόμαστε;
  • Υπάρχει ανθρωποκεντρικό κεκτημένο, οικουμενικό, συλλογικό, ναι ή όχι;
Μια παρατήρηση του Θ.Ι. Ζιάκα ίσως διαφωτίσει κάπως το θέμα μας:
Σταθερός άξονας της νεοελληνικής εθνικής ταυτότητας είναι ο εκνεωτερισμός, ενώ η νοηματοδότησή της προσλαμβάνει διαδοχικά τις τρεις γενικές μορφές: Στην ηρωική εποχή κυριαρχεί η Μεγάλη Ιδέα: Απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Η Ελλάδα “πρότυπο βασίλειο στην ανατολή”. Φάρος εκνεωτερισμού. Μετά την εθνική καταστροφή του 1922 και ως την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, το 1974, κυριαρχεί ο εθνοφυλετισμός. Είμαστε Έλληνες γιατί ρέει ελληνικό αίμα στις φλέβες μας. Όχι γιατί μετέχουμε ελληνικής παιδείας. Από το 1974 και έπειτα κυριαρχεί ο εθνομηδενισμός.(Θ. Ι. Ζιάκας, Η εξ ανατολών απειλή και οι δυνατότητες μας, στην ιστοσελίδα του Αντιφώνου. Πρβλ. και Σπ. Κουτρούλη, Οι ιδεολογικές διαστάσεις του εθνομηδενισμού, στην ιστοσελίδα του συγγραφέα).
Ε’
Οι αιτίες του εξοβελισμού του θρησκευτικού μαθήματος


Είναι προφανές ότι το μάθημα των Θρησκευτικών «ενοχλεί» και γι’ αυτό έχει «επικηρυχθεί» από πολλούς και διάφορους, αλλά ουχί «αδιάφορους», εδώ και αρκετά χρόνια. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τη συστηματική προσπάθεια υποβάθμισης του με ποικίλους τρόπους (μείωση ωρών, εγκύκλιοι -εν μέσω θερινής ραστώνης- περί «εύκολης» απαλλαγής, πλημμελής διδασκαλία του στο Δημοτικά, νέο-«εικονομαχικά» φαινόμενα κ. α. π.); Την περίφημη «θέση» της ΟΛΜΕ πρόπερσι το Σεπτέμβρη; Από πού κι ως αποφαίνεται η ΟΛΜΕ για τα θέματα αυτά; Με ποια αρμοδιότητα και με ποια επιστημονική βάση; Συνδικαλιστικό σωματείο είναι, όχι επιστημονική ομάδα. Και γιατί ειδικά για τα Θρησκευτικά; Οι θεολόγοι δεν θεωρούνται συνάδελφοι τους; Ας το ξεκαθαρίσουν… Η ΕΛΜΕ Χανίων, από την άλλη, ξαφνικά «έλυσε»… όλα τα προβλήματα του κλάδου και ασχολείται πλέον μόνο με… τις «απαλλαγές»; Πότε επιτέλους θα σοβαρευτούμε σ’ αυτό τον τόπο; Μια ζωή θα ισχύει το «είσαι ό,τι δηλώσεις;».
Ας πάμε όμως παρακάτω. Δεν θα μείνω στη θλιβερή επικαιρότητα. Το είπαμε και παραπάνω: το μάθημα εξοβελίζεται τελείως από το Λύκειο, ύστερα από την αποτυχημένη προπέρσινη προσπάθεια των «αρμοδίων» να το καταστήσουν «επιλεγόμενο», μέσω των γνωστών τριών εγκυκλίων. Τώρα βιώνουμε τα χειρότερα… Το μάθημα καθίσταται οιονεί «επιλεγόμενο» και στην πράξη «καταργούμενο».
Ο στόχος της σύνολης πολεμικής κατά του μαθήματος (αλλά και κατά της γενικής παιδείας ευρύτερα) είναι καθαρά ιδεολογικός. Με άλλα λόγια υπάρχει διακύβευμα: η ελευθερία του προσώπου, η ελευθερία του ανθρώπου. Είναι ξεκάθαρο. Ο χριστιανισμός έχει πρόταση ζωής, που νικά το θάνατο. Η ελευθερία του προσώπου είναι το βασικό πρόταγμα του. Από το Σάρτρ μάθαμε κάποτε ότι «ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος». Υπάρχει στις μέρες μας ελευθερία; Ή οι καιροί απαιτούν την ανάσχεση της, χάριν της «ασφάλειας»; (Ξέρω, ξέρω είμαι «ρομαντικός», «εκτός τόπου και χρόνου», «εκτός εποχής», «οπισθοδρομικός».).
Από την άλλη πλευρά στην ύστερη νεωτερικότητα βιώνουμε την «έκλειψη του υποκειμένου» (κατά την ορθή ορολογία του Θ. Ι. Ζιάκα), τη λογική της ισχύος και της επικράτησης των «νικητών», την απροκάλυπτη απεμπόληση της ιδιοπροσωπίας, της παράδοσης, της τοπικής, εθνικής και προσωπικής ετερότητας, τη συστημική και θεσμική απροσωπία, την αποθέωση του «ατόμου», τη «βιταλιστική» επιβολή των ολίγων εις βάρος των πολλών, την αποδόμηση κάθε κοινωνικού και κοινωνιοκεντρικού πόλου από τη σύγχρονη πολιτική, την επιβολή εν τέλει των προταγμάτων της «αγοράς» ως απολύτου δόγματος καθολικής και αδιαμφισβήτητης αξίας.
Η ελευθερία, η εργασία, η παιδεία, τα δικαιώματα του ανθρώπου, η εθνική κυριαρχία μπαίνουν με κάθε τρόπο (θεμιτό και αθέμιτο) σε δεύτερη μοίρα. Σημασία έχει η ισχύς και το κέρδος. Μας λένε: «Να είσαι ο εαυτός σου», και εννοούν «ό,τι προτάσσει το συμφέρον σου». Προσπαθούν να αποκόψουν την κοινωνία από τις διαχρονικές πανανθρώπινες αξίες προκειμένου να τους κάνουν όλους «ίδιους»: να διαμορφώσουν άβουλους (άρα υπάκοους) καταναλωτές, ανθρώπους χωρίς σκέψη και όραμα.  Μπορεί όλα αυτά να φαίνονται «θεωρητικά». Ωραία λοιπόν. Για να δούμε τι λένε επ’ αυτών καταξιωμένοι στοχαστές.
Ο Μαξ Χορκχάιμερ στο γνωστό έργο του Η Έκλειψη του Λόγου (εκδ. Κριτική, Αθήνα 1987,μετάφραση: Θ. Μίνογλου) αναφέρει μεταξύ άλλων:
Η ατομικότητα προϋποθέτει την εκούσια θυσία της άμεσης ικανοποίησης χάριν της ασφάλειας, της υλικής και πνευματικής συντήρησης της ίδιας της ύπαρξης(…) Επομένως, η ατομικότητα στις μάζες είναι σαφώς λιγότερο ολοκληρωμένη και λιγότερο διαρκής απ’ όσο είναι στη λεγόμενη ελίτ. Από την άλλη πλευρά, η ελίτ πάντα ήταν πολύ πιο απορροφημένη από στρατηγικές για την απόκτηση και τη διατήρηση δυνάμεως. Η κοινωνική ισχύς σήμερα περισσότερο παρά ποτέ διαμεσολαβείται από την επιβολή πάνω στα πράγματα (μν. έργον, σελ. 160-161).
Για το θέμα της «εξατομίκευσης» στο χριστιανισμό ο Χορκχάιμερ αποφαίνεται τα ακόλουθα:
«Στον χριστιανισμό το ανθρώπινο εγώ και η πεπερασμένη φύση δεν βρίσκονται σε διαφωνία όπως ήσαν στον αυστηρό εβραϊκό μονοθεϊσμό.(…). Ο Χριστιανισμός, σε έντονη αντίθεση με τις αντίπαλες του θρησκείες και με τις ελληνιστικές ηθικές φιλοσοφίες, συνδέει την απάρνηση, την τιθάσευση των φυσικών ορμών, με την οικουμενική αγάπη, η οποία κατακλύζει κάθε πράξη.(…)»(μν. έργον, σελ. 169).
Και λίγο παρακάτω:
«Με την άρνηση ακριβώς της θέλησης για επίγεια αυτοσυντήρηση χάριν της συντήρησης της αιώνιας ψυχής ο Χριστιανισμός υποστήριξε την άπειρη αξία του κάθε ανθρώπου, μια ιδέα που διείσδυσε ακόμη και σε μη χριστιανικά ή αντιχριστιανικά συστήματα του δυτικού κόσμου» (ο.π.,σελ.171).
Αυτοί δεν είναι λόγοι ενός χριστιανού «απολογητή» αλλά του Μ. Χορκχάιμερ, γνωστού θεωρητικού της «σχολής της Φραγκφούρτης».
Κάνοντας ένα βήμα παρακάτω βλέπουμε ότι στη σκέψη του μεγάλου φιλοσόφου Β. Μπένγιαμιν, αλλά και του μαθητή του Giorgio Agamben, το καπιταλιστικό σύστημα έχει και «θρησκευτικές» προκείμενες. Με τα λόγια του Agamben:
Ο καπιταλισμός ως θρησκεία (Kapitalismus als Religion) είναι ο τίτλος ενός από τα διευσδυτικότερα θραύσματα, που δημοσιεύθηκαν μετά θάνατον,  του Μπένγιαμιν. Κατά τον Μπένγιαμιν, ο καπιταλισμός δεν αντιπροσωπεύει μόνο, όπως στον Max Weber, μία εκκοσμίκευση της προτεσταντικής πίστης, αλλά αυτός ο ίδιος συνιστά ουσιαστικώς ένα θρησκευτικό φαινόμενο, που αναπτύσσεται παρασιτικώς αρχής γενομένης από τον χριστιανισμό. Ως τέτοιος, ως θρησκεία της νεωτερικότητας, αυτός προσδιορίζεται από τρία χαρακτηριστικά:
(1) Είναι μια λατρευτική θρησκεία, ίσως η πιο ακραία και απόλυτη που υπήρξε ποτέ. Τα πάντα σε αυτήν έχουν νόημα μόνο όταν αναφέρονται στην επιτέλεση μιας λατρείας, όχι εν σχέσει προς ένα δόγμα ή μια ιδέα.
(2) Αυτή η λατρεία είναι διηνεκής, είναι “ο εορτασμός και η ιερουργία μιας λατρείας sans treve et sans merci“(«δίχως διακοπή και δίχως οίκτο, αδιάκοπη και ανελέητη»). Δεν είναι δυνατόν να διακρίνουμε εδώ μεταξύ ημερών εορτής και ημερών εργασίας, αλλά υφίσταται μια μοναδική, ατελεύτητη ημέρα γιορτής, όπου η εργασία ταυτίζεται με τον εορτασμό της λατρείας.
(3)  Η καπιταλιστική λατρεία δεν αποβλέπει στη λύτρωση, ή στην εξιλέωση για μια ενοχή, αλλά στην ίδια την ενοχή. (…)
(…)Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο καπιταλισμός αποσκοπεί με όλες τις δυνάμεις του όχι στη λύτρωση, αλλά στην ενοχή, όχι στην ελπίδα, αλλά στην απελπισία. Ο καπιταλισμός ως θρησκεία δεν στοχεύει στον μετασχηματισμό του κόσμου, αλλά στον αφανισμό του, στον όλεθρο. Και η κυριαρχία του στην εποχή μας είναι σε τέτοιο βαθμό ολοκληρωτική, ώστε ακόμη και οι τρεις μεγάλοι προφήτες της νεωτερικότητας (Νίτσε, Μάρξ και Φρόυντ) συνωμοτούν, σύμφωνα με τον Μπένγιαμιν, μαζί του, είναι αλληλέγγυοι, κατά κάποιο τρόπο προς τη θρησκεία της απόγνωσης (Giorgio Agamben, Βεβηλώσεις, μετάφραση: Π. Τσιαμούρας, εκδ. Άγρα, Αθήνα 2006, σελ.131-133).
Με το κομμάτι του  “κεκτημένου της Ευρώπης”, που κάποιοι ανενημέρωτοι επικαλούνται εντελώς άκαιρα δεν θα ασχοληθούμε. Διαφωτιστική είναι η εργασία της Όλγας Γριζοπούλου με τίτλο Η Θρησκευτική Εκπαίδευση (ΘΕ) και το Μάθημα των Θρησκευτικών (ΘΜ) στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου και παραπέμπουμε. Αλλού λοιπόν αυτά τα δικολαβίστικα: “μα έτσι γίνεται στην Ε.Ε.”. Άλλη είναι η πραγματικότητα στην Ευρώπη,τελεία και παύλα.
Αλλά ας πάμε και στη  Γαλλία, τη χώρα  της ουδετεροθρησκίας και του -για πάνω απο 100 χρόνια – εκκοσμικευμένου λαϊκού κράτους.  Βλέπουμε τον πρόεδρο Σαρκοζύ να κάνει άνοιγμα στη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία και να αμφισβητεί το κεκτημένο της etat laique. Όπως παρατηρεί ο Κ. Χολέβας στο άρθρο του  με τίτλο Κλονίζεται το Ουδετερόθρησκο Οικοδόμημα στη Γαλλία:
“Αμφισβητώντας τα θεμέλια του ουδετερόθρησκου κράτους ο Σαρκοζί έκανε ομολογία πίστεως εκ μέρους της Γαλλίας προς την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Χαρακτήρισε την χώρα του ως πιστή θυγατέρα της Εκκλησίας εκπλήσσοντας όλους όσοι γνωρίζουν ότι ο νόμος του 1905 είχε ενοχλήσει και συνεχίζει να ενοχλεί το Βατικανό. Τόνισε ότι οι ρίζες του γαλλικού πολιτισμού είναι Χριστιανικές και κατηγόρησε τους οπαδούς του ουδετερόθρησκου κράτους ότι επεχείρησαν, χωρίς επιτυχία πάντως, να αποκόψουν αυτές τις ρίζες”.
Αλλά θα αντιτείνει κάποιος ότι αυτό είναι μια επικοινωνιακού τύπου πολιτική επιλογή, που εξυπηρετεί ίσως συγκεκριμένα συμφέροντα. Ωραία λοιπόν. Ας αφήσουμε τους πολιτικούς και ας πάμε στους ανθρώπους του πνεύματος. Μια σημαντική προσωπικότητα της γαλλικής διανόησης ο Ρεζίς Ντεμπρέ, σύντροφος του Τσε Γκεβάρα, κάνει λόγο για την ανάγκη στοιχειώδους “θρησκευτικού εγγραματισμού” σε υπόμνημα του στον Υπουργό Παιδείας της Γαλλίας Ζακ Λάνγκ (2002). Το υπόμνημα κυκλοφορεί και στη χώρα μας υπό τον τίτλο Η διδασκαλία της θρησκείας στο ουδετερόθρησκο σχολείο (εκδ. Βιβλ. της Εστίας, Αθήνα 2004).
Γράφει λοιπόν ο Ντεμπρέ:
Η αποπομπή του θρησκευτικού φαινομένου εκτός των τειχών της  ορθολογικής και της δημοσίως ελεγχόμενης μετάδοσης των γνώσεων ευνοεί την παθολογία του πεδίου αντί την εξυγίανση του.Η αγορά της ευπιστίας, ο Τύπος και τα βιβλιοπωλεία διογκώνουν με τη σειρά τους το κύμα του εσωτερισμού και του ανορθολογισμού” (μν. έργον, σελ.26).
Λίγο παρακάτω:
“Όσο ο επιστήμονας και ο πιστός δεν ακυρώνουν ο ένας τον άλλον άλλο τόσο η αντικειμενικοποιούσα και η ομολογιακή προσέγγιση δεν ανταγωνίζονται η μια την άλλη, δεδομένου ότι και οι δυο μπορούν να υπάρχουν και να ευδοκιμούν συγχρόνως (…)
Απόδειξη αυτού είναι ότι και οι δυο προσεγγίσεις μπορούν να συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο (ένας ερμηνευτής ιερών κειμένων μπορεί να διαθέτει πνεύμα κριτικό και οργανωμένο). Η οπτική της πίστης και η οπτική της γνώσης δεν συνιστούν παίγνιο μηδενικού αθροίσματος“(ό.π.,σελ. 27-28).
Ας πάμε και στην πρόταση του Ντεμπρέ (ό.π.,σελ.44):
Τώρα φαίνεται έφτασε η ώρα για τη μετάβαση από την ουδετεροθρησκία της αναρμοδιότητας (“η θρησκεία δεν μας αφορά, εκ συστάσεως”) σε μια ουδετεροθρησκία της κατανόησης (“είναι χρέος μας να κατανοήσουμε περί τινος πρόκειται”).
Όπως σωστά παρατηρεί ο Π. Καλαϊτζίδης  “ο Ντεμπρέ εντάσσει ρητώς τη θρησκεία ως πολιτισμικό γεγονός στη δημόσια σφαίρα και προσδίδει στη μελέτη της (στο δημόσιο σχολείο) υποχρεωτικό χαρακτήρα, εν αντιθέσει πρός τη θρησκεία ή την πίστη ως λατρευτικό γεγονός, που εμπεριέχει μια προσωπική απόφαση και επιλογή και για τούτο εντάσσεται στην ιδιωτική σφαίρα” (ό.π.,σελ.84).
Τι ωραία! Στη Γαλλία (το προπύργιο της ουδετεροθρησκίας) προτείνεται ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της μελέτης του θρησκευτικού φαινομένου, έστω και με τους περιορισμούς που προαπαιτεί ο κοσμικός χαρακτήρας του κράτους.
Και στην “ορθόδοξη” Ελλάδα τι γίνεται; Ούτε καν υιοθετείται -έστω και κατ’ αντιγραφήστη χειρότερη περίπτωση- ένα ανάλογο μοντέλο, αλλά υιοθετείται ο πλήρης εξοβελισμός της διδασκαλίας της θρησκείας και φυσικά καταργείται το υποχρεωτικόν της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Στην “προοδευτική” Γαλλία διαπιστώνουμε μια “αναθεμελίωση”  προς την κατεύθυνση της αξίας της μελέτης του θρησκευτικού φαινομένου. Μάλιστα αυτό είναι επιτακτική ανάγκη, κατά τον Ντεμπρέ. Στην  Ελλάδα- με σαφώς άλλα δεδομένα και άλλες προκείμενες σε σχέση με τη Γαλλία- διαπιστώνουμε “υποστροφή” πρός μια κατεύθυνση άκαιρη, ξεπερασμένη και σαφώς αταίριαστη με τις “ρίζες”, το πολιτισμικό και θρησκευτικό περιβάλλον και τις αξίες της χώρας μας.
ΣΤ’
Δια ταύτα…
Θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλές ακόμα αναφορές. Σταματάμε κάπου εδώ με την ελπίδα ότι δώσαμε κάποιους βασικούς άξονες για ένα ευρύτερο προβληματισμό. Το θέμα έχει πολλές διαστάσεις και δεν πρέπει να το δούμε στενά «συντεχνιακά». Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξει μια συνεννόηση για κοινή γραμμή αντίδρασης τόσο μεταξύ των θεολόγων, όσο και μεταξύ των θιγομένων από τις φερόμενες νέες ρυθμίσεις καθηγητών όλων των ειδικοτήτων. Φυσικά στον αγώνα αυτό η Εκκλησία δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη. Υπάρχει διακύβευμα, ας το καταλάβουμε όλοι. Νομίζω πως ένα πρώτο θετικό βήμα αντίδρασης στα επερχόμενα αποτελεί το κείμενο της ανακοίνωσης του Παγκρητίου Συνδέσμου Θεολόγων, χωρίς βεβαίως να παραθεωρώ τα κείμενα, τις απόψεις και τις επισημάνσεις των συναδέλφων απ’ όλη τη χώρα. Θα πρέπει να το καταλάβουμε όλοι: σ’ αυτήν τη δύσκολη συγκυρία δεν μας «περισσεύει» κανείς…

13-10-2010
Γ. Μ. Βαρδαβάς

«Ελάτε να κουβεντιάσουμε παιδιά μου»

Μαξίμ Γκόρκι
Από το βιβλίο «Τα παιδικά χρόνια»

     
Στα θρησκευτικά, είχαμε δάσκαλο έναν ωραίο νεαρό παπά, με πλούσια μαλλιά. Ο παπάς δε μ' αγαπούσε, γιατί δεν είχα την « Ιερά Ιστορία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης», και γιατί κορόιδευα τον τρόπο που μιλούσε.
Μόλις έμπαινε στην τάξη, πρώτη του δουλειά ήτανε να με ρωτήσει:
- Πεσκόφ, έφερες την Βίβλο ή όχι: Ναι την Βίβλο. Εγώ απαντούσα: - Όχι. Δεν έφερα. Ναι - Τι ναι; - Όχι; - Άντε, πήγαινε στο σπίτι. Ναι στο σπίτι. Γιατί δεν σκοπεύω να κάνω μάθημα. Ναι. Δεν σκοπεύω!
Αυτό δε με πολυστενοχωρούσε, έφευγα κι ώσπου να τελειώσουν τα μαθήματα, τριγυρνούσα στους γεμάτους λάσπη δρόμους της κωμόπολης, χαζεύοντας την πολυτάραχη ζωή της.
Ο παπάς είχε ένα ωραίο πρόσωπο, σαν του Χριστού, τρυφερά γυναικεία μάτια, και μικρά χέρια, που κι αυτά ήταν τρυφερά, για κάθε πράγμα που τους έπεφτε. Κάθε πράγμα. -Βιβλίο, χάρακα, κοντυλοφόρο- το' πιανε με καταπληκτική χάρη, λες και το πράγμα αυτό ήταν ζωντανά, εύθραυστο. Ο παπάς το αγαπούσε και φοβότανε, θαρρείς, μήπως το χαλάσει με μια απρόσεχτη κίνησή του. Με τα παιδιά δεν ήταν τόσο τρυφερός, μα τον αγαπούσαν.
Παρ' όλο που η απόδοσή μου στα μαθήματα ήταν υποφερτή, μου είπαν πολύ γρήγορα, πως θα με αποβάλουνε από το σχολείο για ανάξια διαγωγή. Στεναχωρέθηκα. Αυτό σήμαινε για μένα μεγάλες φασαρίες γιατί η μητέρα, που γινόταν κάθε μέρα και πια νευρική, μ' έδερνε συχνά.
Μα ήρθε η βοήθεια. Ξαφνικά, ήρθε στο σχολείο ο επίσκοπος Χρύσανθος, ένας άνθρωπος, απ' ό,τι θυμάμαι, καμπούρης που θύμιζε μάγο. Πολύ κοντός, μ' ένα φαρδύ μαύρο ράσο κι ένα κωμικό κουβαδάκι στο κεφάλι μόλις έκατσε στο τραπέζι, ανασκουμπώθηκε κι είπε:
- Ελάτε, λοιπόν, να κουβεντιάσουμε, παιδιά μου.
Η ατμόσφαιρα της τάξης άλλαξε αμέσως, έγινε ζεστή, χαρούμενη, ευχάριστη. Ύστερα από πολλούς άλλους, φώναζε και μένα στο τραπέζι του και με ρώτησε σοβαρά
 - Πόσω χρονών είσαι. Μόνοοο; Πολύ ψηλός είσαι, αδελφέ μου, δεν είν' έτσι. Καθόσουν συχνά κάτω από τις βροχές, έ;
Έβαλε στο τραπέζι το κοκκαλιάρικο χέρι του, με τα μεγάλα μυτερά νύχια, έπιασε στα δάχτυλά του τη φτωχή γενειάδα του, κάρφωσε στο πρόσωπο μου το καλοσυνάτο βλέμμα τον και πρότεινε - Πες μου κάτι από την Ιερά Ιστορία, τι σ' άρεσε σ' αυτήν;
Όταν του είπα πως δεν έχω βιβλίο και δε μαθαίνω την Ιερά Ιστορία έσαξε το καλυμμαύχι του και ρώτησε - Πως γίνεται αυτό. Πρέπει να τη μάθεις! Μήπως ξέρεις τίποτε άλλο, άκουσες τίποτα; Ξέρεις το Ψαλτήρι; Πολύ καλά! Και προσευχές; Βλέπεις, λοιπόν; Ξέρεις κι από πάνω και τους βίους των Αγιων; Και μάλιστα σε στίχους; Μα εσύ μου είσαι πολύξερος, βλέπω!
Μόνο τη στιγμή εκείνη εμφανίστηκε ο παπάς μας, κόκκινος, λαχανιασμένος. Ο επίσκοπος τον ευλόγησε, μα όταν ο παπάς άρχισε να μιλάει για μένα, ο επίσκοπος σήκωσε το χέρι κι είπε:
- Μια στιγμή, παρακαλώ... Άντε, πές μας για τον Αλεξέι, τον άνθρωπο του Θεού. - Υπέρκαλοι στίχοι, αδελφέ μου, έ; είπε, όταν κόμπιασα λιγάκι, ξεχνώντας κάποιο στίχο. Τίποτε άλλο;... Για τον βασιλιά Δαβίδ: Είμαι όλος αυτιά!
Είδα, πως πραγματικά ακούει και του αρέσουν οι στίχοι. Με ρώτησε πολλήν ώρα, έπειτα, ξαφνικά, σταμάτησε και ζήτησε βιαστικά να μάθει. - Διάβασες ψαλτήρι: Ποιος σου τα έμαθε. Ο καλός σου ο παππούς; Τι, κακός είναι; Είναι δυνατόν; Και συ κάνεις πολλές τρέλες;
Ζάρωσα, μα είπα-ναι- Ο δάσκαλος με τον παπά επιβεβαίωσαν, με πολλά λόγια, την ομολογία μου. Ο επίσκοπος τους άκουσε με τα μάτια χαμηλωμένα, έπειτα είπε, αναστενάζοντας: - Να τι λένε για σένα. τ' άκουσες; Άντε, έλα πιο κοντά!
Έβαλε το χέρι του πάνω στο κεφάλι μου, που ανάδινε μια μυρωδιά από κυπαρυσόξυλο, και ρώτησε - Για ποιο λόγο κάνεις αταξίες;
- Είναι που βαριέμαι το μάθημα, είναι ανιαρό.
- Ανιαρό; Αυτό, αδελφέ μου, σαν να μην είναι σωστό! Αν βαριόσουνα τα μαθήματα θα ήσουνα κακός μαθητής. Και οι δάσκαλοι σου λένε πως είσαι καλός στα μαθήματα. Επομένως κάτι άλλο συμβαίνει. Έβγαλε από την τσέπη του ένα μικρό βιβλιαράκι κι έγραψε πάνω του: Πεσκόφ Αλεξέι. - Εντάξει. Πάρτο αυτό, καλό θα είναι να συγκρατηθείς, αδελφέ, να μην είσαι τόσο άτακτος! Λιγάκι, επιτρέπεται, μα το πολύ κάνει ζημιά στους άλλους. Λέγω καλά, παιδιά;
Πολλές φωνές μαζί απάντησαν χαρούμενα: - Καλά. - Και σεις λιγάκι αταχτείτε, δεν είναι έτσι; Τα παιδιά άρχισαν, γελώντας, να λένε: - Όχι. Και μεις πολύ!
Ο επίσκοπος ακούμπησε στην πλάτη της καρέκλας, μ' έσφιξε στην αγκαλιά του και είπε με κατάπληξη, μ' έναν τέτοιο τόνο, που όλοι, ακόμα κι ο δάσκαλος κι ο παπάς γέλασαν: - Περίεργο πράγμα, αδελφοί μου, κι εγώ στα χρόνια σος, ήμουνα μεγάλος καπετάν φασαρίας! Γιατί, τι φταίει, αδελφοί μου;
Τα παιδιά γελούσαν, εκείνος τους ρωτούσε, μπερδεύοντάς τους όλους, με τέχνη, προκαλώντας διαφωνίες και αντιρρήσεις μεταξύ τους, και δυναμώνοντας διαρκώς την ευθυμία τελικά, σηκώθηκε και είπε:
- Καλά τα περνάμε μαζί, άτακτα, μα καιρός να φύγω!
Σήκωσε το χέρι, πέταξε, με μια κίνηση, το μανίκι του πάνω στον ώμο, έκανε το σημείο του σταυρού, με πλατιές κινήσεις, πάνω σ' όλους και ευλόγησε:
- Στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, σάς ευλογώ για καλές επιδόσεις στα μαθήματά σας. Αντίο σας!
Όλοι μαζί φώναξαν: - Ώρα σας καλή παππούλη! Να μας ξαναρθείτε!
Κουνώντας το καλυμμαύκι του είπε εκείνος: - Θα έρθω, θα έρθω! Θα σας φέρω βιβλία!
Και είπε στον δάσκαλο, βγαίνοντας από την τάξη. - Σχολάσετε τα παιδιά!
Με πήρε από το χέρι και μ' έβαλε στον διάδρομο και κει μου λέει - Έτσι λοιπόν, συγκρατήσου, εντάξει; Καταλαβαίνω γιατί κάνεις αταξίες. Άντε, αντίο, αδελφέ.
Ήμουν πολύ συγκινημένος. Κάποιο ιδιαίτερο αίσθημα φούντωνε μέσα μου. Ακόμη κι όταν ο δάσκαλος απόλυσε τα παιδιά με κράτησε κι άρχισε να μου λέει, πως τώρα πρέπει να είμαι τύπος και υπογραμμός τον άκουσα με προσοχή και προθυμία...
 

«Τα παιδικά χρόνια»
Εκδ. Σ. Ζαχαρόπουλος σελ. 249-253
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «ΣΥΝΑΞΗ» τεύχος 14

Στενή πύλη

 
 
Τ. S. ELIOT

στενή πύλη

      Δεν ωφελεί να κάνης τον Χριστιανισμό εύκολο κι ευχάριστο. Το πιο πιθανό είναι ότι τα νιάτα- ή η καλύτερη μερίδα τους- θαρθούν σε μια δύσκολη θρησκεία κι' όχι σε μια εύκολη. Μερικοί βρίσκουν προσφορώτερο ένα διανοητικό τρόπο προσέγγισης. Υπάρχει, βέβαια, ανάγκη για διανοούμενους λαϊκούς. Σ' αυτούς, και στους άλλους, πρέπει να τονιστή ο δρόμος της πειθαρχίας και της άσκησης. Γιατί και ο τελευταίος Χριστιανός μπορεί και πρέπει να ζη μια τέτοια μορφή ζωής, που για το σύγχρονο κόσμο είναι ασκητική. Η πειθαρχία του συναισθήματος είναι στον κόσμο μας πιο σπάνια και πιο δύσκολη από την πειθαρχία του νου. Αυτή τη δεύτερη, πειθαρχία την ξέρουν μόνο μερικοί έξοχοι λαϊκοί κήρυκές της. Σκέψη, μελέτη, απάρνηση, θυσία! Να με ποιες ιδέες θα συγκινηθούν οι νέοι- αυτοί οι νέοι, που διαφέρουν από τη νεότητα άλλων εποχών, επειδή έχουν πίσω τους ώριμη γενιά πολύ διαφορετική. Δεν θα προσελκύσεις ποτέ τους νέους κάνοντας εύκολο τον Χριστιανισμό. Όμως πολλοί μπορούν να ελκυσθούν, όταν ανακαλύψουν πως είναι δύσκολος. Δύσκολος, τόσο για τον ταραγμένο νου, όσο και για τ' ανυπόταχτα πάθη.

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
      Στo άμεσο μέλλον, ή και για πολύ μετά, η συνέχιση της πνευματικής καλλιέργειας θα πρέπει ίσως να εξασφαλίζεται από ένα πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων-και αυτοί δεν θα είναι απαραιτήτως οι καλύτερα εφοδιασμένοι με προσόντα κοσμικά. Αυτό που θα κρατήση ζωντανή την κριτική σκέψη και θα ενθαρρύνει τους προικισμένους με πηγαίο ταλέντο συγγραφείς, δεν θα είναι τα μεγάλα όργανα της κοινής γνώμης, ή τα περιοδικά με παράδοση. Θα είναι ο μικρός και αφανής τύπος, τα φύλλα και περιοδικά που διαβάζονται σχεδόν μόνο από τους συνεργάτες τους.

Στην παρούσα κατάσταση της δημοσίας ζωής, δεν νιώθω πια τον ενθουσιασμό που χρειάζεται για να γίνει ένα λογοτεχνικό περιοδικό αυτό που πρέπει να είναι. Δεν σημαίνει μ' αυτό πως θεωρώ τη λογοτεχνία σήμερα, ή σ' οποιοδήποτε καιρό μια υπόθεση αδιάφορη. Αντίθετα νιώθω πως είναι ουσιαστικό, οι συγγραφείς που ασχολούνται μ' αυτό το μικρό κομμάτι της «λογοτεχνίας», το πραγματικά δημιουργικό-και σπάνια άμεσα δημοφιλές- να στρωθούν επίμονα στη δουλειά τους, χωρίς να χαμηλώσουν ή να θυσιάσουν με οποιαδήποτε πρόφαση το υψηλό καλλιτεχνικό τους κριτήριο.


          Ο ορισμός της πνευματικής καλλιέργειας

Ο όρος «πνευματική καλλιέργεια» (culture) έχει μια εννοιολογική ποικιλία, συσχετίζεται με την εξέλιξη ενός ατόμου, μιας ομάδας, μιας τάξης, η μιας ολόκληρης κοινωνίας. Αποτελεί μέρος του ισχυρισμού ότι η πνευματική καλλιέργεια του άτομου εξαρτάται από την πνευματική καλλιέργεια μιας ομάδας ή τάξης κι ότι αυτή πάλι εξαρτάται από την πνευματική καλλιέργεια ολόκληρης της κοινωνίας στην οποία ανήκει η τάξη ή η ομάδα.

     Αν σκεπτόμαστε τους λεπτούς τρόπους-ή την αστική ευγένεια-τότε ο νους μας θα πάη σε μια κοινωνική τάξη και στο καλλιεργημένο άτομο, σαν επίλεκτο εκπρόσωπο αυτής της τάξης. Αν σκεπτόμαστε τη γνώση και μια στενή γνωριμία με τη συσσωρευμένη σοφία του παρελθόντος, τότε ο άνθρωπός μας, ο άνθρωπος της πνευματικής καλλιέργειας, είναι ο λόγιος. Αν σκεφτόμαστε τη φιλοσοφία σε μια ευρύτερη έννοια, -ένα ενδιαφέρον και κάποια ικανότητα στο χειρισμό αφηρημένων ιδεών-τότε πιθανό να προσδιορίζουμε τον διανοούμενο (αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι αυτός ο όρος σήμερα χρησιμοποιείται πολύ αόριστα για να συμπεριλάβη πολλούς, που δεν διακρίνονται για τη δύναμη της διανοίας τους). Η μπορεί να σκεπτόμαστε τις τέχνες και τότε ο νους μας πηγαίνει στον καλλιτέχνη και τον ερασιτέχνη, ή και τον ντιλετάντη. Άλλα εκείνο που σπάνια σκεφτόμαστε είναι, όλα αυτά συγχρόνως. Δεν βρίσκουμε, π. χ., μια κατανόηση της μουσικής και της ζωγραφικής στην περιγραφή του Arnold για τον καλλιεργημένο άνθρωπο, όμως κανείς δεν θ' αρνηθή ότι οι ικανότητες αυτές παίζουν ρόλο στην πνευματική καλλιέργεια.
Αν εξετάσουμε μερικές ζωντανές εκδηλώσεις πνευματικής καλλιέργειας, απ' αυτές που αναφέραμε πιο πάνω πρέπει να συμπεράνουμε ότι καμμιά απ' αυτές, έστω και τέλεια ανεπτυγμένη, δεν μπορεί να προσφέρη την πνευματική καλλιέργεια αποκλείοντας τις άλλες. Το ξέρουμε, πως η καλή συμπεριφορά χωρίς μόρφωση, χωρίς πνεύμα, χωρίς καλλιτεχνική ευαισθησία, γίνεται ένας απλός αυτοματισμός. Η γνώση, χωρίς καλούς τρόπους, χωρίς αισθαντικότητα, είναι σχολαστικισμός. Η διανοητική ικανότητα, όταν δεν συνοδεύεται από ιδιότητες πιο ανθρώπινες, είναι το ίδιο θαυμαστή, όσο και η λαμπρή επίδοση ενός παιδιού-θαύματος στο σκάκι. Και ξέρουμε επίσης ότι οι τέχνες, χωρίς πνευματικό περιεχόμενο, είναι ματαιότητα. Κι αφού δεν βρίσκουμε την πνευματική καλλιέργεια σε καμιά απ' αυτές τις εκδηλώσεις μεμονωμένα, ακόμα και στην τέλεια μορφή τους, δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα βρούμε σ'αυτές έναν άνθρωπο τέλειο. Ίσως θα φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι το καθολικά καλλιεργημένο άτομο είναι ένα φάσμα. Έτσι θ' αναζητήσουμε την πνευματική καλλιέργεια όχι σε άτομα ή σε ομάδες ατόμων αλλά όλο και πιο πλατειά. Θα φτάσουμε να τη βρούμε στην οργάνωση της κοινωνίας σαν σύνολο.

Αυτός ο συλλογισμός μου φαίνεται πολύ λογικός, κι όμως συχνά παραθεωρείται. Οι άνθρωποι είναι πάντα έτοιμοι να θεωρήσουν τους εαυτούς των καλλιεργημένους, βασισμένοι σε μια δεξιότητα που διαθέτουν, τη στιγμή που στερούνται όλες τις άλλες και είναι κι εντελώς τυφλοί για να δουν αυτές που στερούνται. Ένας οποιοσδήποτε καλλιτέχνης, ακόμα κι ένας πολύ μεγάλος καλλιτέχνης, δεν είναι μόνο γι' αυτόν τον λόγο άνθρωπος με πνευματική καλλιέργεια. Συχνά οι καλλιτέχνες δεν είναι μόνο αδιάφοροι για τις άλλες τέχνες έξω από τη δική τους, αλλά έχουν μερικές φορές και πολύ κακούς τρόπους, ή πνευματικά χαρίσματα ισχνά. Όποιος συμβάλλει στην πνευματική καλλιέργεια, όσο σπουδαία κι αν είναι η συμβολή του, δεν είναι πάντα ο ίδιος ένας «καλλιεργημένος» άνθρωπος.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν έχει νόημα να μιλάμε για πνευματική καλλιέργεια άτομου, ομάδας, ή τάξης. Εννοούμε μόνο ότι η πνευματική καλλιέργεια του άτομου δεν μπορεί ν' απομονωθή από την καλλιέργεια της ομάδος και αυτή δεν μπορεί να χωριστή από την κουλτούρα ολόκληρης της κοινωνίας. Στην αντίληψη που έχουμε για την τελειότητα, πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις τρεις έννοιες της πνευματικής καλλιέργειας. Ούτε πάλι πρέπει να συμπεράνουμε ότι σε μια κοινωνία, με οσηδήποτε καλλιέργεια, οι ομάδες που ασχολούνται με τις επί μέρους ζωντανές εκδηλώσεις της, θα κατέχουν θέση ξεχωριστή και απομονωμένη. Αντίθετα, μόνο με μια ευρύτητα και μια ανταλλαγή ενδιαφερόντων, με συμμετοχή και αμοιβαία εκτίμηση, μπορεί να διατηρηθή η απαραίτητη για την πνευματική καλλιέργεια συνοχή. Κάθε θρησκεία έχει ανάγκη όχι μόνο από ένα σώμα ιερέων, που γνωρίζει τι κάνει, αλλά κι από ένα σώμα πιστών, που να γνωρίζη τι επιτελείται.

          Η πνευματική καλλιέργεια και η οικογένεια

Η οικογένεια είναι το πρωταρχικό μέσο πνευματικές καλλιέργειας. Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγη ολωσδιόλου, ή να ξεπεράσει εντελώς, το είδος και το βαθμό της πνευματικής καλλιέργειας, που απόκτησε στο πρώτο του περιβάλλον. Βέβαια είναι ασύνετο να υποθέση κανείς ότι είναι ο μόνος τρόπος για τη μετάδοση της κουλτούρας. Σε κάθε κοινωνία, με οποιαδήποτε σύνθεση, η πνευματική καλλιέργεια συνεχίζεται και συμπληρώνεται από άλλους αγωγούς. Ακόμα και σε σχετικά πρωτόγονες κοινωνίες συμβαίνει το ίδιο. Σε προηγούμενες εποχές και σε κοινότητες περισσότερο πολιτισμένες, με ειδικευμένες δραστηριότητες, όταν όλα τα παιδιά δεν ήθελαν να ακολουθήσουν το επάγγελμα του πατέρα τους πήγαιναν παραγιοί. Αλλά ο παραγιός (ιδεατά τουλάχιστο) δεν υπηρετούσε απλώς το αφεντικό του και δεν μάθαινε απλώς τέχνη. Όπως θα την μάθαινε και σε μια τεχνική σχολή. Αφομοιωνόταν σ' ένα τρόπο ζωής, που ήταν αναπόσπαστος με την τέχνη που ακολουθούσε. Και ίσως το χαμένο σήμερα μυστικό της τέχνης νάναι αυτό: Όχι απόκτηση μιας δεξιότητας, αλλά μεταβίβαση ενός ολόκληρου τρόπου ζωής. Πνευματική καλλιέργεια-ξέχωρα από τη γνώση «περί» πνευματικής καλλιέργειας - μεταβιβάζονταν και στα παλιότερα πανεπιστήμια. Εκεί ωφελήθηκαν πολλοί νέοι άνθρωποι που δεν υπήρξαν και καλοί φοιτητές, ούτε απόκτησαν ενδιαφέρον για μάθηση, ή για την Γοτθική αρχιτεκτονική, ή για το τυπικό των πανεπιστημιακών τελετών.

      Ωστόσο, το πιο σπουδαίο μέσο πνευματικής καλλιέργειας μένει πάντα η οικογένεια. Κι όταν η ζωή της οικογένειας δεν πετυχαίνει στο ρόλο της, πρέπει να περιμένουμε την κατάπτωση της κουλτούρας. Σήμερα, βέβαια, η οικογένεια είναι ένας θεσμός, για τον οποίο όλοι μιλάνε μ' εκτίμηση. Είναι όμως φρόνιμο να θυμόμαστε ότι η λέξη οικογένεια παρουσιάζει πολλές ποικιλίες στην ερμηνεία της. Στην εποχή μας σημαίνει σχεδόν μόνο τα μέλη της οικογένειας, που υπάρχουν στη ζωή. Αλλά και μ' αυτά ακόμη, είναι σπάνιο μια διαφήμιση να εικονίζει μια πολυμελή οικογένεια, ή τρεις γενεές μέσα σε μια οικογένεια. Η συνηθισμένη οικογένεια των διαφημίσεων αποτελείται από τους δυό γονείς και ένα ή δύο μικρά παιδιά. Εκείνο που προβάλλεται σαν άξιο θαυμασμού δεν είναι η αφιέρωση στην οικογένεια, αλλά η προσωπική στοργή μεταξύ των μελών της. Και όσο μικρότερη είναι η οικογένεια, τόσο πιο εύκολα αυτή η οικογενειακή στοργή μπορεί να έχει συναισθηματικές εκδηλώσεις.

Όταν μιλάω για οικογένεια έχω στο νου ένα δεσμό, που αγκαλιάζει μια χρονική διάρκεια μεγαλύτερη απ' αυτήν. Ένα σεβασμό στους νεκρούς, όσο κι αν χάνονται στα βάθη του χρόνου και μια μέριμνα για τους αγέννητους, όσο κι αν φαίνονται μακρινοί. Αν αυτός ο βαθύς σεβασμός για το παρελθόν και για το μέλλον δεν καλλιεργηθεί στην οικογένεια, δεν θα μπόρεση ποτέ μέσα στην κοινωνία να είναι κάτι παραπάνω από μια λεκτική συμβατικότατα. Ένας τέτοιος σεβασμός για το παρελθόν, είναι διαφορετικός από τη μάταιη καύχηση της γενεαλογίας. Και μια τέτοια ευθύνη για το μέλλον, δεν έχει τίποτα το κοινό με την ευθύνη του κατασκευαστού κοινωνικών προγραμμάτων.

      Συμφωνία με τη φύση

Μπορούμε να πούμε ότι θρησκεία-σε διάκριση από τη σύγχρονη ειδωλολατρία- σημαίνει ζωή σε συμφωνία με τη φύση. Είναι παρατηρημένο ότι η φυσική ζωή έχει τόση συμφωνία με την υπερφυσική ζωή, όση δεν έχει με τη μηχανική ζωή. Μα οι αντιλήψεις μας έχουν διαστραφή σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι άνθρωποι σήμερα να θεωρούν αφύσικη-και γι' αυτό απεχθή-τη ζωή της αγαμίας, που μπορεί να εκλέξη ένα άτομο οποιουδήποτε φύλου, ενώ θεωρούν τελείως φυσικό το να περιοριστή μια οικογένεια σε ένα ή δυό παιδιά. Ίσως θα ήταν πιο φυσικό, τόσο περισσότερο όσο συμφωνεί με το θέλημα του Θεού, αν υπήρχαν περισσότεροι άγαμοι κι αν οι παντρεμένοι, είχαν μεγαλύτερες οικογένειες.
      Αλλά σκέπτομαι τη συμφωνία με τη φύση σε μια ευρύτερη έννοια απ' αυτήν. Ξέρουμε ότι η κοινωνία είναι οργανωμένη πάνω στις αρχές του ιδιωτικού κέρδους-τόσο καλά ώστε να καταστρέφεται το δημόσιο κέρδος. Αυτή η οργάνωση οδηγεί σε δυό πράγματα: στην παραμόρφωση της ανθρωπότητας με τα ακανόνιστα βιομηχανικά συστήματα και στην εξάντληση των φυσικών μέσων. Ένα μεγάλο μέρος της υλικής μας προόδου είναι τέτοιο, που οι επόμενες γενιές θα το πληρώσουν ακριβά. Για ν' αναφέρω ένα παράδειγμα τώρα, πολύ επίκαιρο: Η διάβρωση του εδάφους, που είναι αποτέλεσμα μιας εκμετάλλευσης, που θα εδικαιολογείτο σε δυό γενιές. Κι αυτό για εμπορικό κέρδος. Άμεσα κέρδη, που οδηγούν στην ερήμωση. Δεν καταδικάζω μια κοινωνία για την υλική της καταστροφή, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι η υλική της επιτυχία είναι κριτήριο υπεροχής. Εννοώ μόνο ότι μια εσφαλμένη στάση απέναντι στη φύση, συνεπάγεται εσφαλμένη στάση απέναντι στο Θεό και ότι η συνέπεια είναι μια αναπόφευκτη καταδίκη. Για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα δεν πιστεύαμε σε τίποτε άλλο παρά μόνο στις αξίες που προέρχονταν από ένα μηχανοποιημένο, εμπορικό και αστικό τρόπο ζωής. Αλλά θα ήταν τόσο καλό για μας να έχουμε επίγνωση των συνθηκών, με τις οποίες ο Θεός μας , επιτρέπει να ζούμε πάνω σ' αυτόν τον πλανήτη. Και χωρίς να ωραιοποιούμε την απολίτιστη ζωή, θα μπορούσαμε να γινώμαστε πιο ταπεινοί, παρατηρώντας στις οπισθοδρομικές ή και αρχέγονες κοινωνίες, πως εμφανίζεται το κοινωνικό-θρησκευτικό-καλλιτεχνικό σύμπλεγμα, και προσπαθώντας να συναγωνιστούμε σ' ένα υψηλότερο επίπεδο. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τελειότητα την πρόοδο. Πρέπει όμως να μάθουμε ότι η πρόοδος είναι μόνο προσπάθεια και πειθαρχία, ώστε η υλική γνώση και δύναμη να κερδίζεται χωρίς απώλεια πνευματικής γνώσης και δύναμης. Ο αγώνας για να ξαναβρούμε τη σχέση ανάμεσα στη φύση και στο Θεό και η αναγνώριση ότι τα πιο αρχέγονα αισθήματα είναι κάτι που το έχουμε σαν κληρονομά, μου φαίνεται πως είναι η εξήγηση κι η δικαιολογία της ζωής του D. Η. Lawrence αλλά και η δικαιολογία της τρέλας του. Δεν χρειάζεται μόνο να μάθουμε να κοιτάζουμε τον κόσμο με τα μάτια ενός Μεξικανού ή Ινδού- και με δυσκολία πιστεύω ότι ο Lawrence το πέτυχε-κι ούτε βέβαια μπορούμε να περιοριστούμε σ' αυτό. Χρειάζεται να ξέρουμε να βλέπουμε τον κόσμο όπως τον έβλεπαν οι Χριστιανοί Πατέρες. Και ο λόγος της επιστροφής μας στις πηγές είναι, να μπορέσουμε να ξαναγυρίσουμε με περισσότερες πνευματικές γνώσεις στις δικές μας θέσεις. Χρειάζεται να ξαναβρούμε την αίσθηση του θρησκευτικού φόβου, για να τον υπερνικήσουμε με τη θρησκευτική ελπίδα.

Τ. S. ELIOT
 
Μετάφραση: Ελένη Τσιγκρή
Δημοσιεύθηκε το πρώτον στο περιοδικόν ΣΥΝΟΡΟ (Καλοκαίρι 1964, τεύχος 30)

29 Οκτωβρίου 2010

ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΚΟΛΑΣΗ


Πρωτ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός
 
             Στα Ευαγγέλια (Ματθ.κεφ.25) γίνεται λόγος για «βασιλεία» και «πυρ αιώνιον». Στην περικοπή αυτή, που διαβάζεται στη Λειτουργία της Κυριακής της Απόκρεω, «βασιλεία» είναι ο κατά Θεόν προορισμός του ανθρώπου. Το «πυρ» είναι «ητοιμασμένον» για τον διάβολο και τους αγγέλους του (δαίμονες), όχι διότι το θέλησε ο Θεός, αλλά διότι αυτοί δεν μετανοούν. Η «βασιλεία» είναι «ητοιμασμένη» για τους πιστούς στο θέλημα του Θεού. «Βασιλεία» (=άκτιστη δόξα) είναι ο παράδεισος, «πυρ» (αιώνιο) είναι η κόλαση («κόλασις αιώνιος»,στ.46). Στην αρχή της ιστορίας ο Θεός καλεί στον παράδεισο, στην κοινωνία με την άκτιστη Χάρη Του. Στο τέλος της ιστορίας ο άνθρωπος αντιμετωπίζει παράδεισο και κόλαση. Τι σημαίνει αυτό θα το δούμε στη συνέχεια. Σπεύδουμε όμως να πούμε, ότι είναι κεντρικότατο θέμα της πίστεως μας, λυδία λίθος του Χριστιανισμού ως Ορθοδοξίας.

           Ο λόγος για παράδεισο και κόλαση στην Καινή Διαθήκη είναι συχνός. Στο Λουκ.23,43 ο Χριστός λέει στον ληστή: «σήμερον μετ' εμού έση εν τω παραδείσω». Στο παράδεισο όμως αναφέρεται και ο ληστής λέγοντας(23.42): «μνήσθητι μου Κύριε [...] εν τη βασιλεία σου». Κατά τον Βουλγαρίας Θεοφύλακτο (P.G.123,1106) «ο γαρ ληστής έστι μεν εν παραδείσω, ήτοι τη βασιλεία». Ο Απ. Παύλος (Β'Κορ. 12, 3-4) ομολογεί ότι ήδη σ' αυτόν τον κόσμο, «ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι». Στην Αποκάλυψη διαβάζουμε : «Τω νικώντι δώσω αυτώ φαγείν εκ του ξύλου της ζωής, ο έστιν εν τω παραδείσω του Θεού μου» (2,7) Και ο Αρέθας Καισαρείας ερμηνεύει: «παράδεισον την μακαρίας και αιωνίζουσαν εκληπτέον ζωήν». (P.G. 106,529). Παράδεισος-αιώνιος ζωή-βασιλεία Θεού ταυτίζονται.

Για την κόλαση: Ματθ.25.46 («εις κόλασιν αιώνιον»), 25,41 (πυρ αιώνιον), 25,30 «σκότος εξώτερον», 5,22 «γέεννα πυρός». Α΄ Ιω. 4,18 («...ότι ο φόβος κόλασιν έχει»). Με όλους αυτούς τους τρόπους δηλώνεται αυτό που εννοούμε με τον όρο «κόλασις».

          Παράδεισος και κόλαση δεν είναι δυο διαφορετικοί τόποι. Αυτή η εκδοχή είναι ειδωλολατρική. Είναι δύο διαφορετικές καταστάσεις (τρόποι), που προκύπτουν από την ίδια άκτιστη πηγή και βιώνονται ως δυο διαφορετικές εμπειρίες. Ή μάλλον είναι η ίδια εμπειρία, βιούμενη διαφορετικά από τον άνθρωπο, ανάλογα με τις εσωτερικές προϋποθέσεις του. Η εμπειρία αυτή είναι η θέα του Χριστού μέσα στο άκτιστο φως της θεότητάς Του, μέσα στη «δόξα» Του. Από τη Β' Παρουσία και σ' όλη την ατελεύτητη αιωνιότητα, όλοι οι άνθρωποι θα βλέπουν τον Χριστό στο άκτιστο φως Του. Και τότε «εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάσταστιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω.5.29). Ενώπιον του Χριστού χωρίζονται οι άνθρωποι («πρόβατα» και «ερίφια», δεξιά και αριστερά Του). Διακρίνονται δηλαδή σε δύο ομάδες. Αυτούς που βλέπουν τον Χριστό ως παράδεισο («υπέρκαλον αγλαΐαν») και αυτούς που Τον βλέπουν ως κόλαση («πυρ καταναλίσκον», Εβρ.12,29).

Παράδεισος και κόλαση είναι η ίδια πραγματικότητα. Αυτό δείχνει ο εικονισμός της Β΄ Παρουσίας. Από τον Χριστό απορρέει ένας ποταμός, φωτεινός ως χρυσίζον φως, στο άνω μέρος, όπου βρίσκονται οι άγιοι και ποταμός πύρινος στο κάτω μέρος, όπου βρίσκονται οι δαίμονες και οι αμετανόητοι («οι μηδέποτε μετανοήσαντες», όπως λέγει ένα τροπάριον των Αίνων της ημέρας). Γι' αυτό στο Λουκ. 2,34 λέγεται περί του Χριστού ότι «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών». Ο Χριστός γίνεται σε άλλους μεν, όσους Τον δέχθηκαν και ακολούθησαν την προτεινόμενη από Αυτόν θεραπεία της καρδιάς, ανάστασις στην αιώνια ζωή Του και σ' όλους που Τον απέρριψαν, πτώση και κόλαση.

Πατερικές μαρτυρίες: Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης (Κλίμαξ) λέγει, ότι το άκτιστο φως του Χριστού είναι «πυρ καταναλίσκον και φωτίζον φως». Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (Ε.Π.Ε 11,498) παρατηρεί: «Ούτος, φησί, βαπτίσει υμάς εν Πνεύματι Αγίω και πυρί· τω φωτιστικώ δηλονότι και κολαστικώ, κατ' αξίαν εκάστου της εαυτού διαθέσεως κομιζομένου το κατάλληλον». Και αλλού (Συγγράμματα, εκδ. Χρήστου, Β' σ.145): Το φως του Χριστού «ει δ' εν ον, τοις πάσιν μεθεκτόν, ου ενιαίως, αλλά διαφόρως μετέχεται...».

Συνεπώς, παράδεισος και κόλαση δεν είναι απλώς ανταμοιβή και τιμωρία (καταδίκη), αλλά ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε καθένας μας τη θέα του Χριστού, ανάλογα με την κατάσταση της καρδιάς μας. Ο Θεός ουσιαστικά, δεν τιμωρεί, μολονότι για παιδαγωγικούς λόγους και στη Γραφή γίνεται λόγος για τιμωρία. Όσο πνευματικότερος γίνεται κανείς, τόσο ορθότερα κατανοεί τη γλώσσα της Γραφής και της παραδόσεώς μας. Η κατάσταση του ανθρώπου (καθαρός-ακάθαρτος, μετανοημένος-αμετανόητος) συντελεί στο να δεχόμεθα το Φως του ως παράδεισο ή κόλαση.

            Το ανθρωπολογικό πρόβλημα στην Ορθοδοξία είναι, πώς ο άνθρωπος θα βλέπει αιώνια τον Χριστό ως παράδεισο και όχι ως κόλαση. Πώς θα μετέχει, δηλαδή, στην ουράνια και αιώνια «βασιλεία» Του. Και εδώ φαίνεται η διαφορά του Χριστιανισμού ως Ορθοδοξίας από τα διάφορα θρησκεύματα. Τα τελευταία υπόσχονται κάποια «ευδαιμονία» και μάλιστα μετά θάνατον. Η Ορθοδοξία δεν είναι ζήτηση ευδαιμονίας, αλλά θεραπεία από την αρρώστια της θρησκείας, όπως συνεχώς κηρύσσει πατερικά ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Η Ορθοδοξία είναι ένα ανοικτό νοσοκομείο μέσα στην ιστορία («ιατρείον πνευματικόν» κατά τον Ι. Χρυσόστομο), που προσφέρει τη θεραπεία της καρδίας (κάθαρση) για να προχωρήσει κανείς στον «φωτισμό» της από το Άγιο Πνεύμα και τελικά να φθάσει στη «θέωση», τον μοναδικό προορισμό του ανθρώπου. Αυτή η πορεία, όπως πληρέστατα έχουν περιγράψει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης και ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος (Βλάχος), είναι η θεραπεία του ανθρώπου, όπως την βιώνουν όλοι οι Άγιοι μας.

Η ζωή στο σώμα του Χριστού (στην Εκκλησία) αυτό το νόημα έχει. Αυτός είναι ο λόγος υπάρξεως της Εκκλησίας. Σ' αυτό αποβλέπει όλο το λυτρωτικό έργο του Χριστού. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (Δ' Ομιλία περί Β' Παρουσίας) λέγει, ότι η προαιώνια βουλή του Θεού για τον άνθρωπο είναι να «χωρήσαι την μεγαλειότητα της θείας βασιλείας». Να φθάσει ο άνθρωπος στη θέωση. Αυτός είναι ο σκοπός της δημιουργίας. Και συνεχίζει : «Αλλά και η θεία και απόρρητος κένωσις, η θεανδρική πολιτεία, τα σωτήρια πάθη, τα μυστήρια πάντα (δηλαδή όλο το επί γης έργο του Χριστού) δια τούτο το τέλος (σκοπό) προμηθώς (προνοητικώς) και πανσόφως προωκονόμηται».

          Σημασία όμως έχει, ότι δεν ανταποκρίνονται όλοι οι άνθρωποι σ' αυτή την πρόσκληση του Χριστού και γι' αυτό δεν μετέχουν όλοι κατά τον ίδιο τρόπο στην άκτιστη δόξα Του. Αυτό διδάσκεται από τον Χριστό στην παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου (Λουκ, κεφ. 16). Ο άνθρωπος αρνείται την προσφορά του Χριστού, γίνεται εχθρός του Θεού και απορρίπτει την προσφερόμενη από τον Χριστό σωτηρία (Αυτό είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος, διότι εν Αγίω Πνεύματι δεχόμεθα την κλήση του Χριστού). Αυτοί είναι οι «μηδέποτε μετανοήσαντες» του ύμνου. Ο Θεός «ουδέποτε εχθραίνει», παρατηρεί ο Ι. Χρυσόστομος, εμείς γινόμασθε εχθροί Του (εχθραίνομεν), Τον απορρίπτουμε. Ο αμετανόητος άνθρωπος δαιμονοποιείται, επειδή αυτός το επιλέγει. Ο Θεός δεν το θέλει αυτό. Γρηγόριος Παλαμάς: «...ου γαρ εμόν εστί τούτο προηγούμενον θέλημα, ουκ εις τούτο υμάς εποίησα, ουκ εφ' υμάς ητοίμασα την πυράν· δια τους αμετάβλητον έχοντας της κακίας την έξιν δαίμονας προανκαύθη το άσβεστον πυρ, οις υμάς συνήψεν η κατ' εκείνους αμετανόητος γνώμη». «Αυθαίρετος (=εκούσια) εστίν η μετά των πονηρών αγγέλων συμβίωσις» (όπ.π) Είναι δηλαδή ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου.

Πλούσιος και Λάζαρος βλέπουν την ίδια πραγματικότητα, τον Θεό στο άκτιστο φως Του. Ο πλούσιος φθάνει στην Αλήθεια, στη θέα του Χριστού, αλλά δεν μπορεί να μετάσχει σ' αυτήν, όπως ο Λάζαρος. Ο Λάζαρος «παρακαλείται» (παρηγορείται), εκείνος όμως «οδυνάται» (βασανίζεται). Ο λόγος του Χριστού «έχουσι Μωσέα και τους προφήτας», για αυτούς που είναι ακόμη στον κόσμο αυτό, σημαίνει ότι όλοι είμεθα αδικαιολόγητοι. Διότι υπάρχουν οι Άγιοι, που έχουν την εμπειρία της θεώσεως και μας καλούν να ενταχθούμε στον τρόπο της δικής τους ζωής και να φθάσουμε στη θέωση, όπως εκείνοι. Άρα, οι κολαζόμενοι, όπως ο πλούσιος, είναι αδικαιολόγητοι.

Η στάση προς τον συνάνθρωπο δείχνει την εσωτερικότητα του ανθρώπου και για αυτό είναι το κριτήριο της Κρίσεως κατά τη Β' Παρουσία (Ματθ. Κεφ. 25). Δεν σημαίνει ότι, παραθεωρείται η πίστη, η πιστότητα του ανθρώπου στον Χριστό. Αυτή προϋποτίθεται, διότι η στάση απέναντι στον άλλο δείχνει, αν έχουμε Θεό μέσα μας ή όχι(πρβλ ανάλογες φράσεις στην ποτισμένη από την ορθοδοξία γλώσσα μας: ο αθεόφοβος· δεν έχει Θεό μέσα του...) Οι πρώτες Κυριακές του Τριωδίου στρέφονται γύρω από τη στάση μας απέναντι στον συνάνθρωπο. Την πρώτη Κυριακή ο Φαρισαίος (φαινομενικά ευσεβής) δικαιώνει (αγιοποιεί) τον εαυτό του και απορρίπτει (εξουθενώνει) τον Τελώνη. Την β' Κυριακή ο «πρεσβύτερος» αδελφός (επανάληψη του ευσεβοφανούς Φαρισαίου) λυπείται για την επιστροφή (σωτηρία) του αδελφού του. Φαινομενικά ευσεβής και αυτός, είχε νόθο ευσέβεια, που δεν γεννούσε αγάπη. Την γ' Κυριακή (Απόκρεω) η στάση αυτή φθάνει στο κριτήριο της αιώνιας ζωής μας.

         Η εμπειρία του παραδείσου ή της κολάσεως είναι υπέρ λόγον και αίσθησιν. Είναι άκτιστη πραγματικότητα και όχι κτιστή. Οι Φράγκοι έπλασαν τον μύθο, ότι και ο παράδεισος και η κόλαση είναι κτιστές πραγματικότητες. Μύθος είναι, ότι οι κολαζόμενοι δεν θα βλέπουν τον Θεό, ως και ο λόγος περί απουσίας του Θεού. Οι Φράγκοι επίσης εξέλαβαν το πυρ της κολάσεως ως κτιστό (π.χ. ο Δάντης). Η ορθόδοξη παράδοση μένει πιστή στη Γραφή, ότι και οι κολασμένοι θα βλέπουν τον Θεό (π.χ. ο πλούσιος της παραβολής), αλλά ως «πυρ καταναλίσκον». Οι Φράγκοι σχολαστικοί δέχθηκαν την κόλαση ως τιμωρία και στέρηση της λογικής ενοράσεως της θείας ουσίας. Βιβλικά όμως και πατερικά κόλαση είναι η αποτυχία του ανθρώπου και η άρνησή του να συνεργασθεί με τη Θεία Χάρη, για να φθάσει στη «φωτιστική» θέα του Θεού (παράδεισος) και στην ανιδιοτελή αγάπη (πρβλ. Α' Κορ. 13.8: «ου ζητεί τα εαυτής»). Δεν υπάρχει συνεπώς απουσία Θεού, παρά μόνο παρουσία Του. Γι' αυτό είναι φρικτή η Β' Παρουσία («Ω ποία ώρα τότε...», ψάλλουμε στους Αίνους). Είναι πραγματικότητα αδιάψευστη, στην οποία είναι μόνιμα προσανατολισμένη η Ορθοδοξία («προσδοκώ ανάσταστιν νεκρών...»). Οι κολαζόμενοι, όσοι έχουν πώρωση καρδίας, όπως οι Φαρισαίοι (Μαρκ. 3,5: «εν τη πωρώσει της καρδίας αυτών») βλέπουν αιώνια το πυρ ως σωτηρία! Διότι η κατάστασή τους δεν επιδέχεται άλλη μορφή σωτηρίας. «Τελειούνται» και αυτοί, φθάνουν στο «τέλος» της πορείας τους, αλλά μόνο οι δίκαιοι τελειώνονται σωζόμενοι. Εκείνοι τελειώνονται κολαζόμενοι. Σωτηρία γι' αυτούς είναι η κόλαση, αφού στη ζωή της επεδίωξαν μόνο την ευδαιμονία. Ο πλούσιος της παραβολής «απήλαυσε τα αγαθά του». Ο Λάζαρος υπέμεινε αγόγγυστα «τα κακά». Αυτό εκφράζει ο Απ. Παύλος (Α΄ Κορ. 3,13-15): «Εκάστου το έργον, οποίον εστί το πυρ αυτό δοκιμάσει. Ει τίνος του έργον μένει, ο επωκοδόμησεν, μισθόν λήψεται· ει τινός το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός». Δίκαιοι και αμετανόητοι περνούν από το άκτιστο «πυρ» της θείας παρουσίας. Ο ένας όμως περνά αλώβητος, ο δε άλλος καίγεται. «Σώζεται», αλλά όπως περνά κανείς μέσα από τη φωτιά. Ο Ευθύμιος Ζιγαβινός (ιβ' αι.) παρατηρεί σχετικά: «Πυρ τον Θεόν ως φωτίζοντα μεν και λαμπρύνοντα τους καθαρούς, φλογίζοντα δε και σκοτίζοντα τους ρυπαρούς». Και ο Θεοδώρητος Κύρου για το «σωθήσεται» γράφει: «σωθήσεται δια πυρός και αυτός δοκιμαζόμενος», όπως δηλαδή περνά κανείς μέσα από τη φωτιά. Αν έχει κάλυμμα κατάλληλο δεν καίγεται, διαφορετικά «σώζεται» μεν, αλλά τσουρουφλισμένος!

Το πυρ της κολάσεως, συνεπώς, δεν έχει σχέση με το φραγκικό «πουργατόριο» (καθαρτήριο), ούτε κτιστό είναι, ούτε τιμωρία, ούτε κάποια ενδιάμεση κατάσταση. Μια τέτοια θεώρηση είναι μετάθεση της ευθύνης στον Θεό. Η ευθύνη είναι όλη δική μας, αποδοχή ή απόρριψη της προσφερόμενης από τον Θεό σωτηρίας (θεραπείας). Ο «πνευματικός θάνατος» είναι η θέα του ακτίστου φωτός, της θείας δόξης, ως πυρός, φωτιάς. Ο άγιος Ι. Χρυσόστομος, στον Θ' Λόγο του στην Α' Κορινθ. Σημειώνει: «αθάνατος η κόλασις...οι αμαρτάνοντες δίκην τίσουσιν όλεθρον αιώνιον. Το δε «κατακαήσεται», τουτ' έστιν, ουκ οίσει (δεν θα αντέξει) του πυρός την ρώμην». Και συνεχίζει: «Ο δε λέγει (δηλαδή ο Παύλος), τούτο εστιν· ουχί και αυτός ούτως απολείται, ως τα έργα, εις το μηδέν χωρών(=στην ανυπαρξία), αλλά μένει εν τω πυρί. Σωτηρία γουν το πράγμα καλεί... Και γαρ και ημίν έθος λέγειν «εν τω πυρί σώζεται», περί των μη κατακαιομένων ευθέως υλών».

Οι σχολαστικές αντιλήψεις-ερμηνείες, που μέσω του έργου του Δάντη (Κόλαση) πέρασαν και στο δικό μας χώρο, έχουν συνέπειες που φθάνουν σε ειδωλολατρικές εκδοχές. Π.χ. ο χωρισμός παραδείσου-κολάσεως, ως δυο διαφορετικών τόπων. Αυτό γίνεται λόγω της μη διακρίσεως κτιστού και ακτίστου. Επίσης η άρνηση της αιωνιότητας της κολάσεως, με την έννοια της «αποκαταστάσεως» των πάντων ή με την έννοια του «καλού Θεού» (Bon Dieu). Ο Θεός είναι όντως «αγαθός» (Ματθ. 8,17), αφού προσφέρει σωτηρία σ' όλους. «Πάντας θέλει σωθήναι...» (Α' Τιμ. 2,4). Είναι φοβερός όμως ο λόγος του Χριστού μας, που ακούεται στις κηδείες: «Ου δύναμαι απ' εμαυτού ποιείν ουδέν· καθώς ακούω κρίνω και η κρίσις η εμή δικαία εστίν» (Ιω. 5.30). Πλαστή είναι εξάλλου και η έννοια της «θεοδικίας», που εφαρμόζεται σ' αυτή την περίπτωση. Όλα ανάγονται τελικά στον Θεό (θα σώσει ή θα κολάσει), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η «συνέργεια» ως παράγων σωτηρίας. Σωτηρία είναι δυνατή μόνο στα όρια συνεργίας-συνεργασίας του ανθρώπου με τη Θεία Χάρη. Κατά τον Ι. Χρυστόστομο, «Το πλέον, σχεδόν δε το παν, του Θεού εστίν, ημίν δε μικρόν τι αφήκεν». Αυτό το «τι» είναι η αποδοχή της προσκλήσεως του Θεού. Ο ληστής σώθηκε «βαλών κλείδα το, μνήσθητί μου»! Ειδωλολατρική είναι και η αντίληψη για Θεό οργιζόμενο κατά του αμαρτωλού, ενώ ο Θεός, όπως είδαμε. «ουδέποτε εχθραίνει». Αυτή είναι δικανική αντίληψη για τον Θεό, που οδηγεί και στην εκδοχή των «επιτιμίων» στην εξομολόγηση ως ποινών και όχι ως φαρμάκων (θεραπευτικών μέσων).

         Το μυστήριο παραδείσου-κολάσεως βιώνεται και στη ζωή της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Στα μυστήρια πραγματοποιείται μέθεξη του πιστού στη Χάρη, για να ενεργοποιηθεί η Χάρη στη ζωή μας με την εν Χριστώ πορεία μας. Κυρίως δε στη Θ. Ευχαριστία το άκτιστο, η θεία κοινωνία, γίνεται μέσα μας ή παράδεισος ή κόλαση, ανάλογα με την κατάστασή μας. Κυρίως η μετοχή στη θεία κοινωνία είναι μετοχή στον παράδεισο ή την κόλαση μέσα στην ιστορία. Γι' αυτό συνδέεται η μετοχή στη θεία κοινωνία με την όλη πνευματική πορεία του πιστού. Όταν προσερχόμεθα ακάθαρτοι και αμετανόητοι, κολαζόμασθε (καιόμεθα). Γίνεται δε μέσα μας η Θεία Κοινωνία «κόλαση» και «πνευματικός θάνατος». Όχι διότι μεταβάλλεται σε κάτι τέτοιο φυσικά, αλλά διότι η ακαθαρσία μας δεν μπορεί να τη δεχθεί ως "παράδεισο" Δεδομένου δε ότι η θεία κοινωνία ονομάζεται «φάρμακον αθανασίας» (άγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, β' αι..), συμβαίνει ακριβώς ό,τι και με ένα φάρμακο. Αν ο οργανισμός μας δεν έχει προϋποθέσεις να το δεχθεί, τότε παρενεργεί το φάρμακο και αντί να θεραπεύει, σκοτώνει. Όχι διότι ευθύνεται αυτό, αλλά η κατάσταση του οργανισμού μας. Πρέπει δε να λεχθεί, ότι αν δεν δεχθούμε τον χριστιανισμό ως θεραπευτική διαδικασία και τα μυστήρια ως φάρμακα πνευματικά, τότε οδηγούμεθα στη θρησκειοποίηση του χριστιανισμού, δηλαδή στην ειδωλολατρικοποίησή του. Και αυτό δυστυχώς γίνεται συχνότατα, όταν νοούμε τον χριστιανισμό ως «θρησκεία».

Η παρούσα ζωή εξάλλου, αξιολογείται από το φως του διδύμου παραδείσου/ κολάσεως. «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνη αυτού» συνιστά ο Χριστός μας (Ματθ .6.33). «Προς ετέρου βίου παρασκευήν άπαντα πράττομεν...» λέγει ο Μ. Βασίλειος στους Νέους (κεφ.3) Η ζωή μας πρέπει να είναι διαρκής προετοιμασία για τη μετοχή στον «παράδεισο», δηλαδή στην κοινωνία με το Άκτιστο (πρβλ. Ιωάν. 17.3) Και αυτό αρχίζει ήδη στον κόσμο αυτό. Γι' αυτό λέγει ο απ. Παύλος: «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β' Κορ 6.2). Κάθε στιγμή της ζωής μας έχει σωτηριολογική σημασία. Ή κερδίζουμε την αιωνιότητα, την αιώνια κοινωνία με τον Θεό, ή τη χάνουμε. Γι' αυτό τα ανατολικά θρησκεύματα και λατρείες που κηρύσσουν μετενσαρκώσεις, αδικούν τον άνθρωπο. Διότι μεταθέτουν το πρόβλημα σε άλλες (ανύπαρκτες φυσικά) ζωές. Μία ζωή όμως υπάρχει, στην οποία ή σωνόμαστε ή χανόμαστε. Γι' αυτό συνεχίσει ο Μ. Βασίλειος: «α μεν ουν αν συντελή προς τούτον (=τον βίον) ημίν, αγαπάν τε και διώκειν παντί σθένει χρήναι φαμέν, τα δε ουκ εξικνούμενα προς εκείνον, ως ουδενός άξια παροράν». Αυτό είναι το κριτήριο του χριστιανικού βίου. Ο Χριστιανός επλέγει συνεχώς ό,τι συντελεί στη σωτηρία του. Σ' αυτή τη ζωή κερδίζουμε τον παράδεισο ή τον χάνουμε και καταλήγουμε στην κόλαση. Γι' αυτό λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης : «Ο πιστεύων εις αυτόν ου κρίνεται· ο μη πιστεύων ήδη κέκριται, ότι μη πεπίστευκεν εις το όνομα του μονογενούς υιού του Θεού» (3,18)

Έργο της Εκκλησίας, συνεπώς, δεν είναι να «στέλνει» στον παράδεισο ή στην κόλαση, αλλά να ετοιμάζει τον άνθρωπο για την τελική κρίση. Το έργο του Κλήρου είναι θεραπευτικό και όχι ηθικολογικό-ηθικοπλαστικό, με την κοσμική έννοια του όρου. Η ουσία της εν Χριστώ ζωής διατηρείται στα μοναστήρια, όταν είναι φυσικά ορθόδοξα, δηλαδή πατερικά. Σκοπός της προσφερόμενης από την Εκκλησία θεραπείας δεν είναι η δημιουργία «χρηστών» πολιτών και κατ' ουσίαν ευχρήστων, αλλά πολιτών της ουράνιας (άκτιστης) βασιλείας. Αυτοί είναι οι Ομολογητές και οι Μάρτυρες, οι αληθινοί πιστοί, οι Άγιοι.

Έτσι όμως ελέγχεται και η ιεραποστολή μας. Πού καλούμε; Στην Εκκλησία-Νοσοκομείο/ Θεραπευτήριο ή σε μια ιδεολογία, που ονομάζεται χριστιανική; Αντί για θεραπεία ζητούμε συνήθως εξασφάλιση θέσεως στον «παράδεισο». Γι' αυτό ασχολούμεθα με τελετές και όχι με θεραπεία. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια απόρριψη της λατρείας. Αλλά χωρίς άσκηση (ασκητικό βίο, πράξη θεραπείας) ή λατρείας δεν μπορεί να μας αγιάσει. Μένει ανενέργητη μέσα μας η απορρέουσα από αυτήν χάρη. Η Ορθοδοξία δεν υπόσχεται ότι στέλνει τον άνθρωπο σε κάποιο παράδεισο ή σε κάποια κόλαση, αλλά έχει τη δύναμη, όπως φαίνεται στα άφθαρτα και θαυματουργικά λείψανα των Αγίων της (αφθαρσία= θέωση), να προετοιμάσει τον άνθρωπο, ώστε να βλέπει αιώνια την Άκτιστη Χάρη και Βασιλεία του Χριστού ως παράδεισο και όχι ως κόλαση.