Από την αρχαιότητα είχαμε έντονη την τάση προς την ενασχόληση με το επουσιώδες. Είναι χαρακτηριστική η διήγηση του Δημοσθένη, γνωστή με τον τίτλο «περί όνου σκιάς». Μέσω αυτής κατάφερε να ελκύσει την προσοχή της Εκκλησίας του Δήμου, ενώ προηγουμένως είχε αποτύχει κατά την αγόρευσή του περί του κινδύνου που αποτελούσε για την Αθήνα ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας. Ακολουθώντας και εμείς τους προγόνους μας κατά τις αδυναμίες τους και μόνο επικεντρώνουμε κάθε έτος την προσοχή μας στο να θέτουμε το ερώτημα «ποιος είπε το όχι» και να απαντούμε σ’ αυτό. Απαντώντας «το όχι το είπε ο λαός» αισθανόμαστε βαθειά ικανοποίηση, ανάλογη με την ικανοποίηση να προβάλλουμε ως αντιστασιακοί μετά την πτώση της χούντας!
Ιστορικά το όχι το είπε ο δικτάτορας Μεταξάς. Το αν το είπε υπό την πίεση των Άγγλων, μέσω της Αυλής, ή με την συναίσθηση ότι αποτελούσε παλλαϊκή επιθυμία ή επειδή δεν ήταν διατιθεμένος να παραχωρήσει αμαχητί την πατρίδα του σε αλαζόνες ομοϊδεάτες του είναι υπό ιστορική ανάλυση. Ο γράφων πιστεύει ότι συνέτρεχαν και οι τρεις λόγοι και ουδείς αναιρεί τους υπόλοιπους δύο. Συνεπώς κάθε χρόνο συζητούμε περί όνου σκιάς, ενώ το κρίσιμο ερώτημα είναι: Γιατί είπαμε όχι; Και, τι θα συνέβαινε, αν λέγαμε ναι;
Αναλύοντας την σύγχρονη ελληνική κοινωνία, αβίαστα οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως σε μας ταιριάζει περισσότερο το ναι, μάλιστα το ναι σε όλα! Όχι μόνο συρόμαστε πίσω από το άρμα των ισχυρών, όπως άλλωστε και τότε, αλλά και δεν θέλουμε (όχι αδυνατούμε) να υπερασπίσουμε τα εθνικά μας δίκαια. Και είναι αναμφισβήτητο ότι το λαϊκό αίσθημα (θα ήταν υπερβολή να γράψουμε το παλλαϊκό) εξακολουθεί και στις μέρες μας να επιθυμεί το όχι ως απάντηση στις ιταμές αξιώσεις «φίλων», «συμμάχων» και «εταίρων» νεκροθαφτών των εθνικών μας δικαίων! Πλην οι ενδοτικοί κυβερνώντες κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο λαός έχει οπισθοχωρήσει σημαντικά και δίνει τις τελευταίες μάχες οπισθοφυλακής με όπλο το φιλότιμο έχοντας ηττηθεί κατά κράτος από την ευμάρεια και το πνεύμα του αρρωστημένου διεθνισμού, το οποίο προβάλλει ως χωρίς νόημα πλέον το «αμύνεσυθαι περί πάτρης».
Αν κάνουμε κάποια ιστορική αναδρομή στο έπος του 40 και ερευνήσουμε τη στάση που τήρησαν άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί που δέχθηκαν παρόμοια προς το δικό μας τελεσίγραφα, ίσως κατανοήσουμε, γιατί κράτησαν διαφορετική στάση και γιατί εμείς φθάσαμε πλέον στη δική τους κατάντια. Αμύνθηκαν το Βέλγιο, με την υποστήριξη αγγλογαλλικών στρατευμάτων, επί 18 ημέρες, η Ολλανδία επί 4 ημέρες, ενώ η Δανία παραδόθηκε αμαχητί! Μάλιστα ο βασιλιάς της στο αίτημα του Χίτλερ, που μετέφερε μοτοσυκλετιστής, για διέλευση των ναζιστικών στρατευμάτων από το έδαφος της χώρας, ως ένδειξη υποταγής παρέδωσε το στέμμα του για να το μεταφέρει στο Βερολίνο! Οι Γάλλοι, ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη, αντιστάθηκαν στη γραμμή Μαζινό μόνο επί 43 ημέρες. Είναι γνωστό το ερώτημα των Γάλλων στρατιωτών: “Pourquoi?”. Γιατί να πολεμήσω, ήταν το ερώτημα ως επακόλουθο του πνεύματος του «διεθνισμού» της γαλλικής επανάστασης, που όμως δεν εμπόδισε τη Γαλλία να καταστεί η δεύτερη αποικιοκρατική χώρα του πλανήτη, την οποία ακολούθησαν στην επέκταση του «ζωτικού τους χώρου» το Βέλγιο και η Ολλανδία!
Σε αντίθεση προς τις χώρες που προαναφέραμε η Ελλάδα μη έχοντας ακόμη συνέλθει από τη συμφορά της Μικρασίας, τόλμησε και είπε το όχι. Και δεν το είπε μόνο για την τιμή των όπλων, όπως η Ολλανδία των 4 ημερών, αλλά και απώθησε τον επίδοξο κατακτητή πέρα από τα σύνορά της! Και όταν ανέλαβε δράση η βαρειά πολεμική μηχανή των Ναζί, έδειξε ο Έλληνας ότι υπερασπίζεται τη χώρα του με κάθε θυσία, επειδή «εμείς, σε αντίθεση προς τους βαρβάρους, ποτέ δεν μετρήσαμε τον εχθρό στη μάχη» (Αισχύλος). Κατά δήλωση Γερμανών αξιωματικών ο ελληνικός στρατός υπήρξε ο πρώτος, στον οποίο τα μαχητικά αεροπλάνα stuka δεν προκάλεσαν πανικό. Οι στρατιώτες μας αντί της φυγής σε κατάσταση πανικού, όπως στις περιπτώσεις της Πολωνίας και της Γαλλίας, τα πυροβολούσαν από τις θέσεις τους. Γιατί χόρευαν οι επίστρατοι αναχωρώντας για το μέτωπο; Γιατί τους συνόδευαν σαν σε πανηγύρι τα προσφιλή τους πρόσωπα; Γιατί είχαν μεθύσει με το «αθάνατο κρασί του 21» (Παλαμάς). Γιατί είχαν φτωχικά τα σπίτια τους, αλλά τις καρδιές τους πλούσιες σε ιδανικά, όταν οι λοιποί Ευρωπαίοι είχαν φυγαδεύσει αυτά προς άγνωστη κατεύθυνση και κάποιοι, μέσα στην ασέληνη νύχτα του μηδενισμού αναζητούσαν έστω και ένα ζευγάρι «μεταχειρισμένα ιδανικά» (Ίψεν). Με βάση τα παραπάνω γίνεται κατανοητό η ανθελληνική στάση Δανών και Ολλανδών στο πρόσφατα ανακύψαν θέμα της ονομασίας της γείτονος χώρας.
Αν λέγαμε τότε το ναι, ασφαλώς θα αυτό θα σήμαινε ότι είχαμε ήδη φθάσει στο επίπεδο των «ανεπτυγμένων» ευρωπαϊκών χωρών. Ίσως συντελούσαμε και μεις στην επικράτηση του ολοκληρωτισμού, του γενήματος αυτού της «φωτισμένης» Ευρώπης, η οποία μετά την επικράτηση των «ελευθέρων δυνάμεων» βρήκε πλείστες όσες ευκαιρίες να δείξει τον σεβασμό προς την ελευθερία σε πλείστα όσα μέρη του πλανήτη! Οι «ευγενείς» Άγγλοι μετέφεραν στην Κύπρο τις μεθόδους βασανισμού των ναζιστικών κολαστηρίων, έστρεψαν τα πυροβόλα τους κατά των αόπλων Ινδών οπαδών του Γκάντι, διέλυσαν με οπλοπολυβόλα, τους Ζουλού, που είχαν παραμείνει από στρατιωτικής απόψεως στην προομηρική δερμάτινη ασπίδα. Τα «ευγενή» τέκνα τους στην Αφρική καθιέρωσαν το αθλιότερο καθεστώς διακρίσεων, ενώ στην Αμερική δολοφονούσαν τους μαύρους, επειδή ήσαν μαύροι ως τη δεκαετία του 1970! Κοντά σε όλους αυτούς και οι Σοβιετικοί υπέρμαχοι του δυτικού υλισμού μετέτρεψαν τη Ρωσία και πολλές άλλες χώρες σε απέραντα στρατόπεδα αντιφρονούντων. Και μέσα από τον πόνο οι νέες γενιές κατάφεραν να προσεγγίσουν τον κόσμο του πνεύματος, αυτόν τον απαγορευμένο στη Δύση στο όνομα της ελευθερίας του ανθρώπου!
Εμείς σταθήκαμε «τυχεροί»! Όταν οι ισχυροί της γης μοίρασαν τον πλανήτη σε συμφωνία που καταγράφηκε προχειρότατα σε ένα κουτί από τσιγάρα (Μόσχα 1944) δοθήκαμε στη Δύση (Ποτέ δεν αντιληφθήκαμε ότι Δύση και Ανατολή, όπως ορίζονταν στο πεδίο των πολιτικοκοινωνικών και στρατιωτικών αντιπαραθέσεων, αποτελούσαν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, του δυτικού υλισμού). Στο πνεύμα της γαλουχήθηκαν δύο γενιές και ήδη γαλουχείται και Τρίτη. Πώς να ξαναπούμε όχι; Μας λείπουν τα ιδανικά, έστω και τα μεταχειρισμένα. Η Δύση είναι ανελέητος εχθρός του πνευματικού κόσμου. Και εμείς καμαρώνουμε, γιατί, επί τέλους, μετά από αντίσταση 150 χρόνων του καθυστερημένου λαού μας, «ανήκομεν εις την Δύσιν»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου