30 Οκτωβρίου 2010

Στενή πύλη

 
 
Τ. S. ELIOT

στενή πύλη

      Δεν ωφελεί να κάνης τον Χριστιανισμό εύκολο κι ευχάριστο. Το πιο πιθανό είναι ότι τα νιάτα- ή η καλύτερη μερίδα τους- θαρθούν σε μια δύσκολη θρησκεία κι' όχι σε μια εύκολη. Μερικοί βρίσκουν προσφορώτερο ένα διανοητικό τρόπο προσέγγισης. Υπάρχει, βέβαια, ανάγκη για διανοούμενους λαϊκούς. Σ' αυτούς, και στους άλλους, πρέπει να τονιστή ο δρόμος της πειθαρχίας και της άσκησης. Γιατί και ο τελευταίος Χριστιανός μπορεί και πρέπει να ζη μια τέτοια μορφή ζωής, που για το σύγχρονο κόσμο είναι ασκητική. Η πειθαρχία του συναισθήματος είναι στον κόσμο μας πιο σπάνια και πιο δύσκολη από την πειθαρχία του νου. Αυτή τη δεύτερη, πειθαρχία την ξέρουν μόνο μερικοί έξοχοι λαϊκοί κήρυκές της. Σκέψη, μελέτη, απάρνηση, θυσία! Να με ποιες ιδέες θα συγκινηθούν οι νέοι- αυτοί οι νέοι, που διαφέρουν από τη νεότητα άλλων εποχών, επειδή έχουν πίσω τους ώριμη γενιά πολύ διαφορετική. Δεν θα προσελκύσεις ποτέ τους νέους κάνοντας εύκολο τον Χριστιανισμό. Όμως πολλοί μπορούν να ελκυσθούν, όταν ανακαλύψουν πως είναι δύσκολος. Δύσκολος, τόσο για τον ταραγμένο νου, όσο και για τ' ανυπόταχτα πάθη.

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
      Στo άμεσο μέλλον, ή και για πολύ μετά, η συνέχιση της πνευματικής καλλιέργειας θα πρέπει ίσως να εξασφαλίζεται από ένα πολύ μικρό αριθμό ανθρώπων-και αυτοί δεν θα είναι απαραιτήτως οι καλύτερα εφοδιασμένοι με προσόντα κοσμικά. Αυτό που θα κρατήση ζωντανή την κριτική σκέψη και θα ενθαρρύνει τους προικισμένους με πηγαίο ταλέντο συγγραφείς, δεν θα είναι τα μεγάλα όργανα της κοινής γνώμης, ή τα περιοδικά με παράδοση. Θα είναι ο μικρός και αφανής τύπος, τα φύλλα και περιοδικά που διαβάζονται σχεδόν μόνο από τους συνεργάτες τους.

Στην παρούσα κατάσταση της δημοσίας ζωής, δεν νιώθω πια τον ενθουσιασμό που χρειάζεται για να γίνει ένα λογοτεχνικό περιοδικό αυτό που πρέπει να είναι. Δεν σημαίνει μ' αυτό πως θεωρώ τη λογοτεχνία σήμερα, ή σ' οποιοδήποτε καιρό μια υπόθεση αδιάφορη. Αντίθετα νιώθω πως είναι ουσιαστικό, οι συγγραφείς που ασχολούνται μ' αυτό το μικρό κομμάτι της «λογοτεχνίας», το πραγματικά δημιουργικό-και σπάνια άμεσα δημοφιλές- να στρωθούν επίμονα στη δουλειά τους, χωρίς να χαμηλώσουν ή να θυσιάσουν με οποιαδήποτε πρόφαση το υψηλό καλλιτεχνικό τους κριτήριο.


          Ο ορισμός της πνευματικής καλλιέργειας

Ο όρος «πνευματική καλλιέργεια» (culture) έχει μια εννοιολογική ποικιλία, συσχετίζεται με την εξέλιξη ενός ατόμου, μιας ομάδας, μιας τάξης, η μιας ολόκληρης κοινωνίας. Αποτελεί μέρος του ισχυρισμού ότι η πνευματική καλλιέργεια του άτομου εξαρτάται από την πνευματική καλλιέργεια μιας ομάδας ή τάξης κι ότι αυτή πάλι εξαρτάται από την πνευματική καλλιέργεια ολόκληρης της κοινωνίας στην οποία ανήκει η τάξη ή η ομάδα.

     Αν σκεπτόμαστε τους λεπτούς τρόπους-ή την αστική ευγένεια-τότε ο νους μας θα πάη σε μια κοινωνική τάξη και στο καλλιεργημένο άτομο, σαν επίλεκτο εκπρόσωπο αυτής της τάξης. Αν σκεπτόμαστε τη γνώση και μια στενή γνωριμία με τη συσσωρευμένη σοφία του παρελθόντος, τότε ο άνθρωπός μας, ο άνθρωπος της πνευματικής καλλιέργειας, είναι ο λόγιος. Αν σκεφτόμαστε τη φιλοσοφία σε μια ευρύτερη έννοια, -ένα ενδιαφέρον και κάποια ικανότητα στο χειρισμό αφηρημένων ιδεών-τότε πιθανό να προσδιορίζουμε τον διανοούμενο (αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι αυτός ο όρος σήμερα χρησιμοποιείται πολύ αόριστα για να συμπεριλάβη πολλούς, που δεν διακρίνονται για τη δύναμη της διανοίας τους). Η μπορεί να σκεπτόμαστε τις τέχνες και τότε ο νους μας πηγαίνει στον καλλιτέχνη και τον ερασιτέχνη, ή και τον ντιλετάντη. Άλλα εκείνο που σπάνια σκεφτόμαστε είναι, όλα αυτά συγχρόνως. Δεν βρίσκουμε, π. χ., μια κατανόηση της μουσικής και της ζωγραφικής στην περιγραφή του Arnold για τον καλλιεργημένο άνθρωπο, όμως κανείς δεν θ' αρνηθή ότι οι ικανότητες αυτές παίζουν ρόλο στην πνευματική καλλιέργεια.
Αν εξετάσουμε μερικές ζωντανές εκδηλώσεις πνευματικής καλλιέργειας, απ' αυτές που αναφέραμε πιο πάνω πρέπει να συμπεράνουμε ότι καμμιά απ' αυτές, έστω και τέλεια ανεπτυγμένη, δεν μπορεί να προσφέρη την πνευματική καλλιέργεια αποκλείοντας τις άλλες. Το ξέρουμε, πως η καλή συμπεριφορά χωρίς μόρφωση, χωρίς πνεύμα, χωρίς καλλιτεχνική ευαισθησία, γίνεται ένας απλός αυτοματισμός. Η γνώση, χωρίς καλούς τρόπους, χωρίς αισθαντικότητα, είναι σχολαστικισμός. Η διανοητική ικανότητα, όταν δεν συνοδεύεται από ιδιότητες πιο ανθρώπινες, είναι το ίδιο θαυμαστή, όσο και η λαμπρή επίδοση ενός παιδιού-θαύματος στο σκάκι. Και ξέρουμε επίσης ότι οι τέχνες, χωρίς πνευματικό περιεχόμενο, είναι ματαιότητα. Κι αφού δεν βρίσκουμε την πνευματική καλλιέργεια σε καμιά απ' αυτές τις εκδηλώσεις μεμονωμένα, ακόμα και στην τέλεια μορφή τους, δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα βρούμε σ'αυτές έναν άνθρωπο τέλειο. Ίσως θα φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι το καθολικά καλλιεργημένο άτομο είναι ένα φάσμα. Έτσι θ' αναζητήσουμε την πνευματική καλλιέργεια όχι σε άτομα ή σε ομάδες ατόμων αλλά όλο και πιο πλατειά. Θα φτάσουμε να τη βρούμε στην οργάνωση της κοινωνίας σαν σύνολο.

Αυτός ο συλλογισμός μου φαίνεται πολύ λογικός, κι όμως συχνά παραθεωρείται. Οι άνθρωποι είναι πάντα έτοιμοι να θεωρήσουν τους εαυτούς των καλλιεργημένους, βασισμένοι σε μια δεξιότητα που διαθέτουν, τη στιγμή που στερούνται όλες τις άλλες και είναι κι εντελώς τυφλοί για να δουν αυτές που στερούνται. Ένας οποιοσδήποτε καλλιτέχνης, ακόμα κι ένας πολύ μεγάλος καλλιτέχνης, δεν είναι μόνο γι' αυτόν τον λόγο άνθρωπος με πνευματική καλλιέργεια. Συχνά οι καλλιτέχνες δεν είναι μόνο αδιάφοροι για τις άλλες τέχνες έξω από τη δική τους, αλλά έχουν μερικές φορές και πολύ κακούς τρόπους, ή πνευματικά χαρίσματα ισχνά. Όποιος συμβάλλει στην πνευματική καλλιέργεια, όσο σπουδαία κι αν είναι η συμβολή του, δεν είναι πάντα ο ίδιος ένας «καλλιεργημένος» άνθρωπος.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν έχει νόημα να μιλάμε για πνευματική καλλιέργεια άτομου, ομάδας, ή τάξης. Εννοούμε μόνο ότι η πνευματική καλλιέργεια του άτομου δεν μπορεί ν' απομονωθή από την καλλιέργεια της ομάδος και αυτή δεν μπορεί να χωριστή από την κουλτούρα ολόκληρης της κοινωνίας. Στην αντίληψη που έχουμε για την τελειότητα, πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις τρεις έννοιες της πνευματικής καλλιέργειας. Ούτε πάλι πρέπει να συμπεράνουμε ότι σε μια κοινωνία, με οσηδήποτε καλλιέργεια, οι ομάδες που ασχολούνται με τις επί μέρους ζωντανές εκδηλώσεις της, θα κατέχουν θέση ξεχωριστή και απομονωμένη. Αντίθετα, μόνο με μια ευρύτητα και μια ανταλλαγή ενδιαφερόντων, με συμμετοχή και αμοιβαία εκτίμηση, μπορεί να διατηρηθή η απαραίτητη για την πνευματική καλλιέργεια συνοχή. Κάθε θρησκεία έχει ανάγκη όχι μόνο από ένα σώμα ιερέων, που γνωρίζει τι κάνει, αλλά κι από ένα σώμα πιστών, που να γνωρίζη τι επιτελείται.

          Η πνευματική καλλιέργεια και η οικογένεια

Η οικογένεια είναι το πρωταρχικό μέσο πνευματικές καλλιέργειας. Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγη ολωσδιόλου, ή να ξεπεράσει εντελώς, το είδος και το βαθμό της πνευματικής καλλιέργειας, που απόκτησε στο πρώτο του περιβάλλον. Βέβαια είναι ασύνετο να υποθέση κανείς ότι είναι ο μόνος τρόπος για τη μετάδοση της κουλτούρας. Σε κάθε κοινωνία, με οποιαδήποτε σύνθεση, η πνευματική καλλιέργεια συνεχίζεται και συμπληρώνεται από άλλους αγωγούς. Ακόμα και σε σχετικά πρωτόγονες κοινωνίες συμβαίνει το ίδιο. Σε προηγούμενες εποχές και σε κοινότητες περισσότερο πολιτισμένες, με ειδικευμένες δραστηριότητες, όταν όλα τα παιδιά δεν ήθελαν να ακολουθήσουν το επάγγελμα του πατέρα τους πήγαιναν παραγιοί. Αλλά ο παραγιός (ιδεατά τουλάχιστο) δεν υπηρετούσε απλώς το αφεντικό του και δεν μάθαινε απλώς τέχνη. Όπως θα την μάθαινε και σε μια τεχνική σχολή. Αφομοιωνόταν σ' ένα τρόπο ζωής, που ήταν αναπόσπαστος με την τέχνη που ακολουθούσε. Και ίσως το χαμένο σήμερα μυστικό της τέχνης νάναι αυτό: Όχι απόκτηση μιας δεξιότητας, αλλά μεταβίβαση ενός ολόκληρου τρόπου ζωής. Πνευματική καλλιέργεια-ξέχωρα από τη γνώση «περί» πνευματικής καλλιέργειας - μεταβιβάζονταν και στα παλιότερα πανεπιστήμια. Εκεί ωφελήθηκαν πολλοί νέοι άνθρωποι που δεν υπήρξαν και καλοί φοιτητές, ούτε απόκτησαν ενδιαφέρον για μάθηση, ή για την Γοτθική αρχιτεκτονική, ή για το τυπικό των πανεπιστημιακών τελετών.

      Ωστόσο, το πιο σπουδαίο μέσο πνευματικής καλλιέργειας μένει πάντα η οικογένεια. Κι όταν η ζωή της οικογένειας δεν πετυχαίνει στο ρόλο της, πρέπει να περιμένουμε την κατάπτωση της κουλτούρας. Σήμερα, βέβαια, η οικογένεια είναι ένας θεσμός, για τον οποίο όλοι μιλάνε μ' εκτίμηση. Είναι όμως φρόνιμο να θυμόμαστε ότι η λέξη οικογένεια παρουσιάζει πολλές ποικιλίες στην ερμηνεία της. Στην εποχή μας σημαίνει σχεδόν μόνο τα μέλη της οικογένειας, που υπάρχουν στη ζωή. Αλλά και μ' αυτά ακόμη, είναι σπάνιο μια διαφήμιση να εικονίζει μια πολυμελή οικογένεια, ή τρεις γενεές μέσα σε μια οικογένεια. Η συνηθισμένη οικογένεια των διαφημίσεων αποτελείται από τους δυό γονείς και ένα ή δύο μικρά παιδιά. Εκείνο που προβάλλεται σαν άξιο θαυμασμού δεν είναι η αφιέρωση στην οικογένεια, αλλά η προσωπική στοργή μεταξύ των μελών της. Και όσο μικρότερη είναι η οικογένεια, τόσο πιο εύκολα αυτή η οικογενειακή στοργή μπορεί να έχει συναισθηματικές εκδηλώσεις.

Όταν μιλάω για οικογένεια έχω στο νου ένα δεσμό, που αγκαλιάζει μια χρονική διάρκεια μεγαλύτερη απ' αυτήν. Ένα σεβασμό στους νεκρούς, όσο κι αν χάνονται στα βάθη του χρόνου και μια μέριμνα για τους αγέννητους, όσο κι αν φαίνονται μακρινοί. Αν αυτός ο βαθύς σεβασμός για το παρελθόν και για το μέλλον δεν καλλιεργηθεί στην οικογένεια, δεν θα μπόρεση ποτέ μέσα στην κοινωνία να είναι κάτι παραπάνω από μια λεκτική συμβατικότατα. Ένας τέτοιος σεβασμός για το παρελθόν, είναι διαφορετικός από τη μάταιη καύχηση της γενεαλογίας. Και μια τέτοια ευθύνη για το μέλλον, δεν έχει τίποτα το κοινό με την ευθύνη του κατασκευαστού κοινωνικών προγραμμάτων.

      Συμφωνία με τη φύση

Μπορούμε να πούμε ότι θρησκεία-σε διάκριση από τη σύγχρονη ειδωλολατρία- σημαίνει ζωή σε συμφωνία με τη φύση. Είναι παρατηρημένο ότι η φυσική ζωή έχει τόση συμφωνία με την υπερφυσική ζωή, όση δεν έχει με τη μηχανική ζωή. Μα οι αντιλήψεις μας έχουν διαστραφή σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι άνθρωποι σήμερα να θεωρούν αφύσικη-και γι' αυτό απεχθή-τη ζωή της αγαμίας, που μπορεί να εκλέξη ένα άτομο οποιουδήποτε φύλου, ενώ θεωρούν τελείως φυσικό το να περιοριστή μια οικογένεια σε ένα ή δυό παιδιά. Ίσως θα ήταν πιο φυσικό, τόσο περισσότερο όσο συμφωνεί με το θέλημα του Θεού, αν υπήρχαν περισσότεροι άγαμοι κι αν οι παντρεμένοι, είχαν μεγαλύτερες οικογένειες.
      Αλλά σκέπτομαι τη συμφωνία με τη φύση σε μια ευρύτερη έννοια απ' αυτήν. Ξέρουμε ότι η κοινωνία είναι οργανωμένη πάνω στις αρχές του ιδιωτικού κέρδους-τόσο καλά ώστε να καταστρέφεται το δημόσιο κέρδος. Αυτή η οργάνωση οδηγεί σε δυό πράγματα: στην παραμόρφωση της ανθρωπότητας με τα ακανόνιστα βιομηχανικά συστήματα και στην εξάντληση των φυσικών μέσων. Ένα μεγάλο μέρος της υλικής μας προόδου είναι τέτοιο, που οι επόμενες γενιές θα το πληρώσουν ακριβά. Για ν' αναφέρω ένα παράδειγμα τώρα, πολύ επίκαιρο: Η διάβρωση του εδάφους, που είναι αποτέλεσμα μιας εκμετάλλευσης, που θα εδικαιολογείτο σε δυό γενιές. Κι αυτό για εμπορικό κέρδος. Άμεσα κέρδη, που οδηγούν στην ερήμωση. Δεν καταδικάζω μια κοινωνία για την υλική της καταστροφή, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι η υλική της επιτυχία είναι κριτήριο υπεροχής. Εννοώ μόνο ότι μια εσφαλμένη στάση απέναντι στη φύση, συνεπάγεται εσφαλμένη στάση απέναντι στο Θεό και ότι η συνέπεια είναι μια αναπόφευκτη καταδίκη. Για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα δεν πιστεύαμε σε τίποτε άλλο παρά μόνο στις αξίες που προέρχονταν από ένα μηχανοποιημένο, εμπορικό και αστικό τρόπο ζωής. Αλλά θα ήταν τόσο καλό για μας να έχουμε επίγνωση των συνθηκών, με τις οποίες ο Θεός μας , επιτρέπει να ζούμε πάνω σ' αυτόν τον πλανήτη. Και χωρίς να ωραιοποιούμε την απολίτιστη ζωή, θα μπορούσαμε να γινώμαστε πιο ταπεινοί, παρατηρώντας στις οπισθοδρομικές ή και αρχέγονες κοινωνίες, πως εμφανίζεται το κοινωνικό-θρησκευτικό-καλλιτεχνικό σύμπλεγμα, και προσπαθώντας να συναγωνιστούμε σ' ένα υψηλότερο επίπεδο. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τελειότητα την πρόοδο. Πρέπει όμως να μάθουμε ότι η πρόοδος είναι μόνο προσπάθεια και πειθαρχία, ώστε η υλική γνώση και δύναμη να κερδίζεται χωρίς απώλεια πνευματικής γνώσης και δύναμης. Ο αγώνας για να ξαναβρούμε τη σχέση ανάμεσα στη φύση και στο Θεό και η αναγνώριση ότι τα πιο αρχέγονα αισθήματα είναι κάτι που το έχουμε σαν κληρονομά, μου φαίνεται πως είναι η εξήγηση κι η δικαιολογία της ζωής του D. Η. Lawrence αλλά και η δικαιολογία της τρέλας του. Δεν χρειάζεται μόνο να μάθουμε να κοιτάζουμε τον κόσμο με τα μάτια ενός Μεξικανού ή Ινδού- και με δυσκολία πιστεύω ότι ο Lawrence το πέτυχε-κι ούτε βέβαια μπορούμε να περιοριστούμε σ' αυτό. Χρειάζεται να ξέρουμε να βλέπουμε τον κόσμο όπως τον έβλεπαν οι Χριστιανοί Πατέρες. Και ο λόγος της επιστροφής μας στις πηγές είναι, να μπορέσουμε να ξαναγυρίσουμε με περισσότερες πνευματικές γνώσεις στις δικές μας θέσεις. Χρειάζεται να ξαναβρούμε την αίσθηση του θρησκευτικού φόβου, για να τον υπερνικήσουμε με τη θρησκευτική ελπίδα.

Τ. S. ELIOT
 
Μετάφραση: Ελένη Τσιγκρή
Δημοσιεύθηκε το πρώτον στο περιοδικόν ΣΥΝΟΡΟ (Καλοκαίρι 1964, τεύχος 30)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου