Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831): Έξοχος διπλωμάτης, πολιτικός και πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από γονείς ευγενείς. Ο πατέρας του Αντώνιος Καποδίστριας, που ήταν δικηγόρος και πολιτικός, αλλά και η μητέρα του Διαμαντίνα το γένος Γονέμη κατάγονταν από ευγενείς οικογένειες και ήταν γραμμένοι στη Χρυσή Βίβλο, το περίφημο Libro d’ Oro. Ο Ιωάννης Καποδίστριας μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στην Κέρκυρα, σπούδασε ιατρική στο περιώνυμο τότε πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Εκεί είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει και μαθήματα νομικής και φιλοσοφίας. Στην Ιταλία ήταν τότε πολύ διαδεδομένες οι επαναστατικές ιδέες της Γαλλικής επανάστασης. Ο Καποδίστριας, όντας από τη φύση του φιλελεύθερος, δέχτηκε τα μηνύματα αυτά και έθεσε αργότερα τον εαυτό του στην υπηρεσία του λαού, προσφέροντας τις υπηρεσίες του ως επιστήμονας, αφιλοκερδώς πολλές φορές, και ως πολιτικός.
Επανήλθε στην πατρίδα του την Κέρκυρα το 1797 σε ηλικία 21 ετών και δεν άργησε να διακριθεί. Ίδρυσε την «Εταιρία των Φiλων», έναν φιλολογικό σύλλογο με έντονη πνευματική και πολιτιστική δράση, και τον «Εθνικό Ιατρικό Σύλλογο», τον πρώτο μέχρι τότε στα ελληνικά χρονικά. Διορίστηκε διευθυντής στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Κέρκυρας, που ιδρύθηκε μετά τη Ρωσοτουρκική παρέμβαση στα Επτάνησα (1800).
Από το 1801 ήδη άρχισε να έχει ανάμειξη στην πολιτική. Διετέλεσε Γραμματέας της Ιονίου Πολιτείας και ως υπεύθυνος της εκπαίδευσης (έφορος) ίδρυσε 40 σχολεία και φρόντισε για την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας της Ιονίου πολιτείας. Το 1807 η Γερουσία του ανέθεσε την οχύρωση και άμυνα της Αγίας Μαύρας (Λευκάδας), την οποία απειλούσε ο Αλή Πασάς. Και τότε απέδειξε πως δεν ήταν μόνο έξοχος διπλωμάτης και πολιτικός, αλλά ότι διέθετε και σπάνια οργανωτικά και στρατιωτικά προσόντα.
Δεν άργησε, όμως, να εγκαταλείψει την αγαπημένη του Κέρκυρα, που τόσο νοσταλγούσε στη συνέχεια, και να πάει στην Αγία Πετρούπολη (1809) προσκεκλημένος του Τσάρου. Εκεί γνώρισε και τη Ρωξάνδρα Στούρτζα,* που διετέλεσε κυρία επί των τιμών της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, συζύγου του τσάρου Αλεξάνδρου του Α´, είναι «η μόνη γυναίκα που αγάπησε» ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας. Ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ του ανέθεσε διάφορες εμπιστευτικές αποστολές και το 1815 τον διόρισε υπουργό των Εξωτερικών της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Η πολιτική του καριέρα στη Ρωσία συμπίπτει με σημαντικά γεγονότα στην Ευρώπη, καθοριστικά πολλές φορές για την τύχη των λαών. Η συμβολή του Καποδίστρια στη διαμόρφωση του πολιτικού χάρτη της Ευρώπης(1814-1822) υπήρξε μεγάλη. Ιδίως η αναγνώριση της Ελβετίας από τις μεγάλες δυνάμεις ήταν δική του επιτυχία. Γι’ αυτό και τιμήθηκε ως επίτιμος πολίτης στη Γενεύη, στη Λοζάνη και στο Καντόνι του Πο σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του προς την Ελβετία.
Η σύγκρουσή του όμως με τον Καγκελάριο της Αυστρίας Μέτερνιχ, ο οποίος ήταν η ψυχή της Ιερής Συμμαχίας, δεν άργησε να φανεί. Η πάλη των δύο ανδρών σε διπλωματικό επίπεδο ήταν σφοδρή. Ο Καποδίστριας εξωθούσε τον Τσάρο σε πόλεμο εναντίον της Τουρκίας και στην επίλυση του Ανατολικού ζητήματος με τα όπλα. Έτσι, θα ελευθερωνόταν και η Ελλάδα. Ο Μέτερνιχ πάλι τον ανάγκαζε να μένει πιστός στις αποφάσεις της Βιέννης (1815) και στις αρχές της «Ιερής Συμμαχίας» για τη διατήρηση της «νομιμότητας» στην Ευρώπη με τη δίωξη των φιλελεύθερων ιδεών και την κατάπνιξη κάθε απελευθερωτικού κινήματος.
Ο Καποδίστριας, εκτιμώντας ότι το πολιτικό κλίμα της Ευρώπης ήταν αρνητικό για την Ελληνική υπόθεση, αρνήθηκε να δεχτεί την πρόταση των φιλικών να ηγηθεί της επανάστασης. Με το ξέσπασμα της επανάστασης, διαφοροποιήθηκε πολύ από την επίσημη πολιτική της Ρωσίας και γι’ αυτό απομακρύνθηκε με εύσχημο τρόπο· πήρε άδεια επ’ αόριστον τον Αύγουστο 1822, εγκαταστάθηκε στην Ελβετία και από εκεί δεν έπαψε να εργάζεται για την ελληνική υπόθεση με το πλήθος των γνωριμιών του και το μεγάλο κύρος που διέθετε.
Τα χρόνια πέρασαν και οι αγώνες των Ελλήνων απέδωσαν καρπούς. Κατά την Γ΄ εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (1827), ύστερα από πρόταση του Κολοκοτρώνη, ο Καποδίστριας εκλέγεται να κυβερνήσει τη μικρή τότε ελεύθερη Ελλάδα για επτά χρόνια. Στις 7 Ιανουαρίου 1828 ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας έφτασε στο Ναύπλιο και κατόπιν πήγε στην Αίγινα, που θα ήταν προσωρινή πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους. Ο Ιωάννης Καποδίστριας κλήθηκε να συστήσει κράτος από το μηδέν.
Τα σύνορα δεν είχαν καθοριστεί. Ο πόλεμος δεν είχε λήξει. Η χώρα μας ήταν ήδη χρεωμένη στους Άγγλους από τα δάνεια, που είχαν δαπανηθεί στις ανάγκες του πολέμου αλλά και στον εμφύλιο. Η εικόνα που παρουσίασαν οι τότε υπουργοί στον κυβερνήτη ήταν φρικτή. Δεν υπήρχαν ούτε δικαστήρια ούτε δικαστές. Δεν υπήρχε ούτε στρατός, ούτε πολεμοφόδια.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας άρχισε αμέσως το τεράστιο έργο που τον περίμενε. Αναδιοργάνωσε το στρατό και το στόλο και ανακατέλαβε τη Δυτική και Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Με τη συνθήκη που θα υπογραφόταν θα ευνοούνταν οι περιοχές που είχαν πολεμήσει με επιτυχία. Επίσης, έφτασαν Γαλλικά στρατεύματα υπό τον Μαιζόν για την απομάκρυνση των Τουρκοαιγυπτίων του Ιμπραήμ από το Μοριά. Σε διπλωματικό επίπεδο έδωσε σκληρές μάχες, για να κερδίσει ό,τι καλύτερο για την πατρίδα. Αναδιοργάνωσε την επαρχιακή διοίκηση και έθεσε τις βάσεις της οικονομίας. Νοιάστηκε για τη γεωργία, που την εμπλούτισε με νέες καλλιέργειες (πατάτας), για την κτηνοτροφία, το εμπόριο, τη ναυτιλία.
Έκοψε το πρώτο νόμισμα, τον ασημένιο φοίνικα, εκπόνησε το πρώτο δασμολογικό και φορολογικό σύστημα. Έθεσε τις βάσεις της εκπαίδευσης με πολλά σχολεία αλληλοδιδακτικά, στα οποία οι πιο προχωρημένοι μαθητές δίδασκαν τους υπόλοιπους υπό την εποπτεία του δασκάλου, και άλλα χειροτεχνίας, δηλαδή πρακτικής κατεύθυνσης. Στην Αίγινα ιδιαίτερα, ίδρυσε ορφανοτροφείο με διευθύντρια τη Μαντώ Μαυρογένους, όπου βρήκαν περίθαλψη και προστασία 600 ορφανά, καθώς επίσης και το Κεντρικό Σχολείο, οι απόφοιτοι του οποίου προορίζονταν για ανώτερες σπουδές. Επίσης, ίδρυσε το Πρότυπο Αγροκήπιο και τη Γεωργική σχολή Τίρυνθας. Στον τομέα της δικαιοσύνης έθεσε τις βάσεις απονομής δικαίου με τη δημοσίευση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και πολλών νόμων, με την ίδρυση πρωτοδικείων στις έδρες των νομών, ειρηνοδικείων στις κωμοπόλεις, καθώς και εφετείων. Το έργο που επιτελέστηκε στα τριάμισι χρόνια διακυβέρνησής του μέχρι τη δολοφονία του ήταν τεράστιο και πρωτοφανές.
Η αντίδραση κατά του κυβερνήτη ήταν από την αρχή σχεδόν έντονη και συνεχώς αυξανόμενη. Στην προσπάθειά του να δημιουργήσει κεντρική εξουσία και να θέσει τις βάσεις για την οικονομία, βρήκε αντιμέτωπους τους άρχοντες, που αντιπροσώπευαν την παλιά αριστοκρατία. Οι πρόκριτοι φοβούνταν ότι θα έχαναν τα παλιά τους προνόμια και την εξουσία τους και γι’ αυτό δεν εννοούσαν να υπακούουν στα κελεύσματα του νεοσύστατου κράτους. Δεν εννοούσαν π.χ. ότι έπρεπε να πληρώνουν φόρους. Και όχι μόνο τούτο, αλλά ζητούσαν υπέρογκα ποσά ως πολεμική αποζημίωση για όσα είχαν χαλάσει κατά τη διάρκεια του αγώνα.
Οι Κουντουριώτηδες από την Ύδρα ζητούσαν τόσο πολλά για τα καράβια τους που είχαν καταστραφεί, για τους μισθούς των πλοιάρχων και πληρωμάτων και για άλλα ακόμη, που ο Αγώνας γι’ αυτούς θα ήταν κερδοσκοπική επιχείρηση, αν η κυβέρνηση είχε να τους αποζημιώσει. Το ίδιο κάνανε κι οι Σπέτσες και τα Ψαρά. Κι εκείνος που υποδαύλιζε την αντικαποδιστριακή τακτική ήταν ο Αλέξ. Μαυροκορδάτος, ο πρώτος και μεγαλύτερος πολιτικάντης της νεότερης ιστορίας μας, ο οποίος έβλεπε να του γλιστρούν μέσα από τα χέρια τα τρανά αξιώματα. Το νησί της Ύδρας ήταν το μεγαλύτερο αντικαποδιστριακό κέντρο, όπου προσέφευγαν οι δυσαρεστημένοι και συνωμότες. Άλλο κέντρο ήταν η Μάνη των Μαυρομιχάληδων.
Η δολοφονία του Καποδίστρια στις 27-9-1831 από τον Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη, αδερφό και γιο αντίστοιχα του Πετρόμπεη,** έχει υπερτονιστεί από τους ιστορικούς. Την εγκληματική ενέργεια όμως δεν πρέπει να ερμηνεύουμε με βάση τα προσωπικά πάθη των δραστών. Ίσως να μην το αποτολμούσαν, εάν η ατμόσφαιρα δεν ήταν τεταμένη και αν δεν υπήρχε τόσο το πλήθος ανθρώπων, που φανερά επιθυμούσαν το θάνατο του κυβερνήτη. Είχαν φτάσει στο σημείο να μαζεύουν χρήματα για το σκοπό αυτό κρυφά. Και ως ηθικούς αυτουργούς δεν πρέπει να θεωρούμε μόνο τη φάρα των Μαυρομιχαλαίων, τους Κουντουριώτηδες, τον Μαυροκορδάτο και άλλους, καθώς επίσης και την υδραίικη εφημερίδα «Απόλλων», η οποία πανηγύριζε για τον θάνατο του κυβερνήτη κι ύστερα έπαψε να εκδίδεται, επειδή είχε εκπληρώση τον προορισμό της· ηθικοί αυτουργοί ήταν και οι ξένοι και ιδίως οι Άγγλοι, οι οποίοι έβλεπαν στο πρόσωπο του Καποδίστρια όχι τον Έλληνα κυβερνήτη αλλά τον Ρώσο πράκτορα. Στη συνέχεια όλοι κατάλαβαν το μέγα σφάλμα, αλλά ήταν πια αργά.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ακέραιος χαρακτήρας, έντιμος και θερμός πατριώτης και ανιδιοτελής. Αρνήθηκε σύνταξη από τη Ρωσία, για να μη θεωρηθεί μισθοδοτούμενος από τους ξένους. Αρνιόταν τον μισθό του. Δυο φορές θέλησαν να του κόψουν κάποια χορηγία, για να έχει τη δυνατότητα να εμφανίζεται ως αρχηγός κράτους προς τους ξένους, τη μια το «Πανελλήνιο» (η Κυβέρνηση), την άλλη η Δ΄ Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829). Και τις δυο φορές αρνήθηκε. Ξόδεψε όλη του την περιουσία για τις ανάγκες της πατρίδας. Πούλησε ακόμα και τις πολύτιμες πέτρες από τα παράσημά του. Και ήταν πολύ λιτοδίαιτος, όσο έβλεπε τη χώρα βουτηγμένη στα ερείπια και σε φρικτή ανέχεια. Ο λαός τον αγαπούσε υπερβολικά και θρήνησε πολύ για το χαμό του.
Υποσημειώσεις
* Έβλεπα τον Καποδίστρια όλες τις ημέρες στο σπίτι μας, στη Βιέννη, στα δείπνα που οργάνωνε η μητέρα μου. Ανάμεσα στους άλλους προσκαλεσμένους μας. Έπειτα από τα τόσα γράμματα που μου είχε στείλει από την Ελβετία, όπου μου φανέρωνε το ενδιαφέρον του για μένα, με τόσες τρυφερές εκφράσεις, ότι θα του ήμουν απαραίτητη για την ευτυχία της ζωής του, ότι δεν έβλεπε την ώρα να με συναντήσει για να μου ειπεί προφορικά, “διά ζώσης”, όσα δεν μπορούσε να μου γράψει, περίμενα με αγωνία αυτή την ώρα. Εκείνος, όμως, πάντοτε αφάνταστα μελαγχολικός, μου μιλούσε με ανεξήγητη ψυχρότητα όσο ποτέ. Και όταν εγώ του απαντούσα με γλυκύτητα ή με τη σιωπή της λύπης, εκείνος γινόταν πιο απόμακρος… Η αγωνία μου είχε γίνει αβάσταχτη…».
Οι γραμμές αυτές είναι της Ρωξάνδρας Στούρτζα.
** Αν ο καθένας από εσάς (και ομιλώ δι’ εκείνους που κατέχουν τας πρώτας θέσεις εις την πολιτικήν ζωήν της χώρας) με εβοήθει ολίγον και καλοπίστως, λησμονών δια μίαν στιγμήν τα προσωπικά του συμφέροντα, το έργον μου θα εγίνετο περισσότερον εύκολον δι’ εμέ και περισσότερον καρποφόρον δια την Πατρίδα…
Προς τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Μάιος 1828
Πηγές
- Οδυσσέα Κουμαδωράκη, « Άργος το πολυδίψιον » Εκδόσεις Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.
- Ελένης Ε. Κούκκου « Ιωάννης Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια ανεκπλήρωτη αγάπη». Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1996.
- Κωνσταντίνου Τσάτσου, « Ιωάννης Καποδίστριας – Διακόσια χρόνια από την γέννησή του 1776 – 1976 », Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, 1976.
- Ιωάννης Καποδίστριας, « Κείμενα», Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, 1976.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου