Ἀνοίγω τὸ στόμα κι ἀντὶ φωνῆς,
Βγαίνει τζιτζίκισμα…
Ἐμβρόντητος ἀντιλαμβάνομαι,
Ὅτι τὰ πάντα ἔχουν εἰπωθῆ,
Ὅτι ἡ πρώτη ὕλη τοῦ κόσμου –ἡ γλῶσσα,
Εἶναι νεκρή.
Εἴμαστε ὅλοι οἱ ποιητές φοβισμένοι,
Κλεισμένοι σ’ ἕνα δωμάτιο,
Κι ἀφουγκραζόμαστε τοὺς τριγμοὺς τοῦ κόσμου.
Αἴφνης ἡ πόρτα ἀνοίγει μὲ πάταγο
Κι ἕνα ὁλόγυμνο κορίτσι εἰσβάλλει
Ἔχει γιὰ στήθη δυὸ περιστέρια ζωντανὰ
-«Εἶμαι ἡ Ποίηση», δηλώνει
«Σᾶς φέρνω τὶς καινούριες λέξεις»
Κι ἀπ’ τὸ ξανθὸ αἰδοῖο της,
Φρρρ, πουλιὰ ἐλευθερώνει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου