31 Οκτωβρίου 2011

Κυριακή Ε΄Λουκά


Το Ευαγγέλιο Της Κυριακής
(Κατά Λουκάν ιστ΄ 19-31)

Άνθρωπος δε τις ην πλούσιος, και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ΄ ημέραν λαμπρώς. πτωχός δε τις ην ονόματι Λαζαρος, ος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος και επιθυμών χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου· αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού. εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον Αβραάμ· απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. και αυτός φωνήσας είπε· πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον Λάζαρον ίνα βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού ύδατος και καταψύξη την γλώσσάν μου, ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη. είπε δε Αβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά· νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι· και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν. είπε δε· ερωτώ ουν σε, πάτερ, ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου· έχω γαρ πέντε αδελφούς· όπως διαμαρτύρηται αυτοίς, ίνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου. λέγει αυτώ Αβραάμ· έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας· ακουσάτωσαν αυτών. ο δε είπεν· ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ΄ εάν τις από νεκρών πορευθή προς αυτούς, μετανοήσουσιν. είπε δε αυτώ· ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται.

Μετάφραση
(Κατά Λουκάν ιστ΄ 19-31)

«Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές. Αυτός προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές. Πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήραν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και θάφτηκε. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτυλού μου και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ΄ αυτή τη φωτιά. Κι ο Αβραάμ του απάντησε: παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα όμως αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ΄ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σ΄ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από εκεί να περάσουν σ΄ εμάς. Είπε πάλι ο πλούσιος: τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι αυτοί σ΄ αυτό τον τόπο των βασάνων. Ο Αβραάμ του λέει: έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας υπακούσουν σ΄ αυτά. Εκείνος τότε του είπε: όχι, πατέρα μου Αβραάμ· αν όμως κάποιος από τους νεκρούς πάει σ΄ αυτούς, θα μετανοήσουν. Του είπε ο Αβραάμ: αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, δε θα πειστούν ούτε κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς».


«Μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται»

(Λουκ. ιστ΄ 26).

Στη σημερινή παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου, διακρίνουμε, αδελφοί μου, δυο σκηνές. Η μια διαδραματίζεται στη γη και η άλλη στον Άδη. Δυο σκηνές που όχι μόνο συνδέονται μεταξύ τους, αλλά και αλληλοεξαρτώνται. Γιατί, παρούσα και μέλλουσα ζωή δεν είναι απλά δυο πραγματικές καταστάσεις, αλλά είναι δύο πραγματικότητες τις οποίες συνδιαμορφώνει ο άνθρωπος με την όλη ζωή και συμπεριφορά του. Παρά το ότι η ζωή με τις δύο φάσεις της, παρούσα και μέλλουσα είναι δώρο του Θεού στον άνθρωπο, εν τούτοις ο τρόπος διαχείρισης αφήνεται στον άνθρωπο, σε σημείο που να επηρεάζει θετικά ή αρνητικά το τελικό αποτέλεσμα.

Με βάση της σημερινή Παραβολή, η επίγεια σκηνή περιλαμβάνει τη ζωή τόσο του πλουσίου, όσο και του Λαζάρου, καθώς και το θάνατό τους. Όπως διαφορετική υπήρξε η ζωή τους, διαφορετικό υπήρξε και το τέλος τους. Ο πρώτος έζησε στην πολυτέλεια και τη χλιδή. Απολυτοποίησε τον πλούτο και τον χρησιμοποίησε εγωϊστικά για τον εαυτό του, σε σημείο που τον έκανε να διαγράψει από τη ζωή του, τόσο το συνάνθρωπό του, όσο ιδιαίτερα και το νόμο του Θεού. Αυτή η εγωϊστική χρησιμοποίηση του πλούτου του τον καταδίκασε να ζει αιώνια στη φλόγα της εξεγερμένης συνειδήσεώς του.

Αντίθετα, ο δεύτερος, ο φτωχός Λάζαρός, ζει στη στέρηση, ασκώντας την αρετή της υπομονής. Μιας υπομονής η οποία είχε σα θεμέλιο την πίστη. Μια πίστη που τον οδήγησε, στο τέλος, στην κατάκτηση της αιώνιας ζωής.

Με βάση τη σημερινή Παραβολή, και η σκηνή στον Άδη έχει τους ίδιους πρωταγωνιστές, αλλά σε αντίθετους ρόλους. Ο πρώτος, ο πλούσιος έχει εγκαταλειφθεί από τον πλούτο του, αλλά και από το όνομά του. Ο δεύτερος, παρά τις πολλές στερήσεις, διατήρησε την υπόστασή του ως ανθρώπου, καθώς και το όνομά του. Ο πρώτος που απόλαυσε τα αγαθά του στη ζωή του, τώρα υποφέρει. Αντίθετα, ο δεύτερος χαίρεται στους κόλπους του Αβραάμ.

Ο άνθρωπος, τόσο στην παρούσα, όσο και στη μέλλουσα ζωή έχει αίσθηση της ύπαρξής του, αναγνωρίζει πρόσωπα και καταστάσεις, ενώ στο βάθος της ύπαρξής του εξακολουθεί να υπάρχει η αίσθηση της ύπαρξης του νόμου του Θεού, έστω κι αν τον νεκρώνει προσωρινά, συνειδητά ή μη. Γιατί, βλέπουμε τον πλούσιο να αναγνωρίζει τον Αβραάμ και την ίδια στιγμή να συνειδητοποιεί ότι δεν ήταν τα πλούτη του που τον οδήγησαν σ’ αυτή την κατάσταση, αλλά η κακή και εγωϊστική διαχείρισή τους. Αναγνωρίζει ακόμα ο πλούσιος το πρόσωπο καθώς και το όνομα του Λαζάρου, πράγμα που περιφρονούσε, ή και αγνοούσε στην επίγεια ζωή του. Αναγνωρίζει ότι η μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη δεν τον αποσυνδέει από τα πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος. Τέλος, αναγνωρίζει την αιωνιότητα της ισχύος του νόμου του Θεού, γεγονός που του υπενθυμίζει και ο Αβραάμ, ενώ παράλληλα προειδοποιεί ότι εάν ο νόμος του Θεού δε γίνει σεβαστός από αγάπη και γιατί πραγματικά πιστεύει σ’ αυτόν, τότε ούτε και τα θαύματα δε θα τον κάνουν να τον σεβαστεί.

Και το σημαντικότερο απ’ όλα. Υπάρχει μετά το θάνατο ζωή και αυτή αποτελεί προέκταση της παρούσας ζωής. Μάλιστα, σε αντίθεση με την παρούσα ζωή, που υπάρχει η δυνατότητα για μετάνοια και διόρθωση, στη μετά θάνατον ζωή δεν μπορεί να υπάρξει διόρθωση από τον άμεσα ενδιαφερόμενο άνθρωπο. Όμως, παρά το αδιόρθωτο της κατάστασης, εντούτοις ο Αβραάμ εξακολουθεί να τον προσφωνεί «τέκνον», έστω κι αν του στερεί την πατρική αγκαλιά, την οποία δεν αρνήθηκε στο Λάζαρο. Τη στέρηση δεν την επέβαλε ο Αβραάμ. Τη στέρηση την επέβαλε ο ίδιος με την όλη ζωή και συμπεριφορά του.

Βλέπουμε, λοιπόν, δυο σκηνές με τραγικές αντιφάσεις. Βλέπουμε ένα πλούσιο να ζει τη χλιδάτη ζωή, αδιαφορώντας για το συνάνθρωπο και ένα φτωχό να ζει την απόλυτη στέρηση, σηκώνοντας αγόγγυστα το σταυρό του. Βλέπουμε ακόμη στη συνέχεια μια ανατροπή. Ο αρχικά ευτυχισμένος τώρα «οδυνάται», υποφέρει, ενώ ο αρχικά δυστυχισμένος, τώρα χαίρεται απολαμβάνοντας τα αγαθά της βασιλείας του Θεού.

Δυστυχώς, η πιο πάνω αντιφατική τραγική σκηνή του ενός που απολαμβάνει εγωιστικά τα πάντα και του άλλου που στερείται και τα πιο βασικά για να ζήσει, δεν είναι σκηνή μόνο από το μακρινό παρελθόν. Είναι σκηνή που επαναλαμβάνεται και σήμερα στον κόσμο, στην πατρίδα μας, στην πόλη μας, στο κατώφλι του σπιτιού μας. Κι όμως ο καθένας μας με το δικό μας τρόπο το προσπερνούμε αδιάφορα. Το στόμα γεμίζει κάθε φορά που μιλούμε, ή ακούμε για πολιτισμό, για ανθρώπινα δικαιώματα και για κοινωνική δικαιοσύνη, την ίδια όμως στιγμή που καλούμαστε να επιβεβαιώσουμε με πράξεις αυτές τις αρχές, τότε όλως περιέργως αδειάζει η καρδιά μας.

Ποια εξήγηση θα δώσουμε στους γύρω μας, στα παιδιά μας, ή στα εγγόνια μας γι’ αυτές τις αντιθέσεις και της δικής μας εποχής; Ποια απάντηση θα δώσουμε στα ερωτήματα: «Πώς συμβαδίζουν οικονομικό θαύμα και οικονομική εξαθλίωση ανθρώπων, αλλά και ολόκληρων λαών;». «Ενώ μιλούμε για εποχή ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τότε πώς εξηγείται η τόση ασέβεια και σ’ αυτό ακόμα το δικαίωμα της ζωής;». «Για ποια δικαιώματα μιλούμε και για ποιο πολιτισμό, όταν ολόκληρος λαός, ανάμεσά τους και ο δικός μας ο λαός, συνωστίζονται «προ του πυλώνος» των διεθνών οργανισμών, ή και των λεγομένων δικαστηρίων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ζητώντας έστω και λίγα ψίχουλα δικαιοσύνης και την ίδια στιγμή εισπράττουμε δικαίωση του θύτη και καταδίκη του θύματος;»

Συνεπώς, αδελφοί μου, η εικόνα της σημερινής παραβολής δεν είναι ούτε υποθετική, ούτε και φανταστική. Δυστυχώς, είναι εικόνα πραγματική. Είναι διαχρονική. Είναι εικόνα και της δικής μας εποχής. Είναι εικόνα και της δικής μας καθημερινής ζωής. «Προ του πυλώνος» μας στενάζει «ειλκωμένος» ο συνάνθρωπός μας περιμένοντας ένα χαμόγελο, λίγο ενδιαφέρον, λίγο φαγητό, ή ένα κομμάτι ρούχο, που όσο κι αν μας φαίνονται μικρά, γι’ αυτούς που τα χρειάζονται και τα δέχονται με αγάπη, αυτά τους φαίνονται μεγάλα και σημαντικά.

Αλήθεια πόσο μας λείπει αυτή η αγάπη που έχει μάθει να δίνει και όχι να παίρνει; Αυτή η αγάπη του σήμερα οικοδομεί το αύριο και διασφαλίζει το αιώνιο. Και αυτό το αύριο θα είναι πραγματικό όσο και το σήμερα. Το σήμερα μπορούμε να το αλλάξουμε. Το αύριο μπορούμε μόνο να διαμορφώσουμε, αρχίζοντας από τώρα. Ας ζήσουμε σωστά την παρούσα ζωή, αν έχουμε βλέψεις για την αιώνια. Αμήν.

Μητρόπολη Πάφου- Θεόδωρος Αντωνιάδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου