03 Οκτωβρίου 2011

Η ιστορία ως εύπλαστο μέσο


Το σημείωμα αυτό έχει σκοπό να συνεισφέρει στον προβληματισμό γύρω από την ιστορία και τον ρόλο της. Έχω την αίσθηση ότι υπάρχει, τόσο διεθνώς όσο και στην χώρα μας, μια τάση απαξίωσης της ιστορίας ως γνωστικού και διδακτικού αντικειμένου με πρόσχημα κάποια -μάλλον αόριστη- «πολιτική ορθότητα» ή «ουδετερότητα» και βασικό επιχείρημα ότι η ιστορία δεν μπορεί να είναι αντικειμενική. Στην καλύτερη περίπτωση η ιστορία προβάλλεται ως απλά ακαδημαϊκή υπόθεση που δεν έχει ή δεν πρέπει να έχει, σχέση με την σημερινή πολιτική πραγματικότητα. Ακόμα και σχετικά πρόσφατα γεγονότα αγνοούνται συστηματικά στις πολιτικές εκτιμήσεις με το πρόσχημα ότι είναι «ιστορικού ενδιαφέροντος». Είναι βέβαια αλήθεια ότι ή συγγραφή απόλυτα αντικειμενικής ιστορίας, με την αυστηρή έννοια του όρου, είναι πολύ δύσκολη ακόμη και εάν υπάρχουν οι καλύτερες προθέσεις. Είναι αμφίβολο ακόμα και το εάν η απλή παράθεση γεγονότων μπορεί να είναι ακριβής λόγω χρονικής απόστασης, μεροληψίας ή και σκοπιμοτήτων των πρωτογενών πηγών και άλλων πολλών παραγόντων. Όμως κανένα γνωστικό πεδίο δεν αγγίζει καν την τελειότητα μεθόδων ή αποτελεσμάτων, πόσο μάλιστα οι λεγόμενες ανθρωπιστικές ή κοινωνικές επιστήμες με τις οποίες σχετίζεται η ιστορία. Η ψυχολογία αλλά ακόμα και η ψυχιατρική για παράδειγμα επηρεάζονται έντονα στους ορισμούς τους από τις λεγόμενες κοινωνικές νόρμες, αλλά λίγοι θα αμφισβητούσαν την χρησιμότητά τους. Ακόμα και στις λεγόμενες ακριβείς επιστήμες τα λάθη και οι διχογνωμίες είναι πολύ συνηθισμένα. Η δε αξία της ιστορίας, με όλη την ατέλεια της, για την δημιουργία συνειδητοποιημένων πολιτών (απαραίτητο στοιχείο της δημοκρατίας) είναι δύσκολα αμφισβητήσιμη. Γιατί όποιος δεν γνωρίζει το παρελθόν δεν μπορεί να καταλάβει σε βάθος το παρόν ή να «δει» – στο βαθμό του δυνατού – το μέλλον.
Ούτε είναι βέβαια όλες οι ατέλειες της ίδιας σοβαρότητας. Με μια πρώτη σκέψη θα μπορούσαμε να τις χωρίσουμε στις εξής κατηγορίες:
• Λάθη, ανακρίβειες ή παραλείψεις που οφείλονται στις αντικειμενικές δυσκολίες της ιστορικής έρευνας όπως η έλλειψη επαρκών πηγών ή οι αδυναμίες των υπαρχόντων, η δυσκολία επιλογής μεταξύ αντικρουόμενων αναφορών κτλ.
• Η παραμορφωτική ματιά, έστω και αθέλητη, του ιστοριογράφου που είναι αναμφισβήτητα παιδί της δικής του εποχής και τόπου και όχι αυτής των γεγονότων που περιγράφει.
• Προσπάθειες «ωραιοποίησης», που δίνουν έμφαση στα γεγονότα που κάνει μια ομάδα ανθρώπων υπερήφανη μετριάζοντας ταυτόχρονα αυτά που δεν θέλει να θυμάται. Αυτές μπορούν να είναι ηθελημένες ή αθέλητες και να ποικίλουν σε έκταση.
• Υπάρχει τέλος και ο κατάφωρος βιασμός της ιστορίας με την εκ των υστέρων αλλοίωση ή δημιουργία γεγονότων ή την ολοσχερή απάλειψη άλλων.
Είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να βάζουμε όλες αυτές τις διαφορετικές περιπτώσεις στο ίδιο σακί. Είναι άλλο πράγμα το να προσπαθήσει να απολογηθεί η σύγχρονη Τουρκία για την γενοκτονία των Αρμενίων προτάσσοντας τις ιδιαίτερες συνθήκες της εποχής εκείνης και άλλο το να αμφισβητεί την τέλεση της. Ούτε έχουν σχέση οι θεμιτές προσπάθειες ανάδειξης της επιρροής άλλων πολιτισμών, όπως παραδείγματος χάριν του Αραβικού / Ισλαμικού, στον Ευρωπαϊκό με τις ψευδοεπιστημονικές θέσεις του ακραίου Αφροκεντρισμού.

Το χειρότερο είναι ότι η απαξίωση της ιστορίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους (και επιλεκτικά) σαν πολιτικό όπλο. Τα περισσότερα πολιτικά προβλήματα του σήμερα έχουν τις ρίζες τους στο κοντινότερο ή μακρινότερο χθες. Οι δίκαιες και βιώσιμες λύσεις (για να χρησιμοποιήσουμε μια συνήθη έκφραση της διπλωματίας) των πολιτικών προβλημάτων όμως, βασίζονται σε αναγνώριση και μελέτη της προϊστορίας του προβλήματος.
αν ξεχάσουμε εντελώς την ιστορία πριν από τον 19ο αιώνα τότε όλες οι εξεγέρσεις των βαλκανικών λαών εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οι μεταγενέστερες συγκρούσεις είναι απλά ανεξήγητοι επεκτατικοί πόλεμοι
Το να προσπαθήσουμε να λύσουμε μια διακρατική διένεξη για παράδειγμα, εξετάζοντας μόνο την παρούσα κατάσταση και τις σημερινές πολιτικές ανάγκες μοιάζει λίγο με το να προσπαθούμε να εκδικάσουμε μια υπόθεση του ποινικού δικαίου χωρίς να εξετάσουμε τις συνθήκες που τελέστηκε το έγκλημα. Μια γυναίκα που εμφανίζεται από το πουθενά και δολοφονεί έναν άνδρα είναι μία περίπτωση στυγερού και απρόκλητου εγκλήματος. Αν αποκαλυφθεί όμως ότι το θύμα είχε στο παρελθόν την τωρινή δολοφόνο φυλακισμένη και την βίαζε τότε τα πράγματα αλλάζουν εντελώς. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι ο σοβαρότερος ίσως λόγος αποτυχίας της Αμερικανικής πολιτικής στο Ιράκ (για να δώσουμε ένα επίκαιρο παράδειγμα) είναι ότι αγνόησε τον ιδιαίτερο πολιτισμό και την ιστορία της περιοχής. Παρομοίως, αν ξεχάσουμε εντελώς την ιστορία πριν από τον 19ο αιώνα τότε όλες οι εξεγέρσεις των βαλκανικών λαών εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και οι μεταγενέστερες συγκρούσεις είναι απλά ανεξήγητοι επεκτατικοί πόλεμοι. Αν λάβουμε όμως υπόψη αυτή την ιστορία τότε οι κρίσεις αλλάζουν εντελώς.
Πέρα όμως από την τάση απαξίωσης της ιστορίας, ή ίσως σε συνδυασμό με αυτή, παρατηρείται μια τάση «ελαστικοποίησης» ή «ρευστοποίησης» του περιεχομένου της για την επίτευξη κάποιων σκοπών. Αυτή την φορά η προσπάθεια δεν γίνεται στο όνομα του εθνικού κράτους ή του κομμουνισμού όπως έχει συμβεί στο παρελθόν αλλά της «πολιτικής ορθότητας» (αν μπορούμε να κάνουμε μια τέτοια γενικευμένη προσωποποίηση) ή κάποιας «ουδετερότητας» της ιστορίας που θεωρείται ότι ταιριάζει καλύτερα στις ανάγκες της εποχής μας. Παρόλο που η τάση αφορά την ιστορία σαν αντικείμενο γενικότερα το «μήλον της έριδος» είναι συνήθως η σχολική ιστορία. Έτσι για παράδειγμα η Γερμανική προεδρία της ΕΕ προσπαθεί να προωθήσει την συγγραφή ενός κοινού διδακτικού βιβλίου ιστορίας για την Ευρώπη με σκοπό την προώθηση της ειρήνης στην Γηραιά μας Ήπειρο, συναντώντας αρκετές αντιδράσεις. Όπως μας πληροφορεί η καθηγήτρια κ. Χριστίνα Κουλούρη, η UNESCO κάνει λόγο για «αφοπλισμό της ιστορίας» της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ενώ η σχολική ιστορία μετατοπίζει το κέντρο βάρους της μακριά από τις συγκρούσεις του παρελθόντος με την ελπίδα να αποτρέψει κάποιες άλλες στο μέλλον.
Ο σκοπός είναι καλός: η προαγωγή της αρμονικής συμβίωσης λαών ή κοινωνικών ομάδων. Το μέσο όμως παραμένει το ίδιο: η προβολή και ίσως και δημιουργία μια ωραιοποιημένης ιστορίας που θα απαλύνει ή δεν θα περιέχει αιχμηρά σημεία που να τροφοδοτούν τα προβλήματα. Επειδή όμως κανένας σκοπός δεν μπορεί να διεκδικεί την … αποκλειστικότητα στην ιερότητα θα πρέπει κανείς να είναι πολύ προσεκτικός στην επιλογή των μέσων. Η αυτοδιάθεση των λαών, για παράδειγμα, που σχετίζεται με το εθνικό κράτος, είναι επίσης ευγενής σκοπός, αλλά οι περισσότεροι σήμερα θα συμφωνούσαν ότι δεν δικαιολογεί την χονδροειδή προπαγάνδα. Όπως πολύ σωστά το θέτει η κ. Κουλούρη και «στις δύο περιπτώσεις, η διδασκαλία της Ιστορίας αποτελεί μέσο για την επίτευξη πολιτικών στόχων, ρητών ή υπορρήτων.» Με άλλα λόγια όλες οι θέσεις, ακόμα και αυτές που εμφανίζονται ως «ουδέτερες», έχουν στην πράξη ένα συγκεκριμένο πολιτικό ή ιδεολογικό υπόβαθρο. Ένας τέτοιος όμως ρόλος, όταν επιλέγεται ηθελημένα, ισοδυναμεί με de facto υποβάθμιση της ιστορίας ως επιστημονικού και διδακτικού αντικειμένου, καθώς της στερεί τον βασικό σκοπό της: την κατά το δυνατόν ακριβή περιγραφή του παρελθόντος και των συνθηκών που διαμόρφωσαν τον κόσμο του σήμερα. Και ο κόσμος αυτός δεν διαμορφώθηκε από την ενδυματολογική μόδα κάθε εποχής αλλά από τις φιλοσοφικές ιδέες της, από τις πολιτικές κινήσεις και αντιπαλότητες, από τις μάχες των ιδεών, αλλά και των τάξεων, των λαών, των θρησκειών, των εθνοτήτων κτλ. Το παρελθόν δεν μπορεί να προβάλλεται ως μη-αιχμηρό όταν στην πραγματικότητα ήταν μια μάζα από μεταλλικά αγκάθια.
η ωραιοποιημένη ιστορία μπορεί να δημιουργήσει ίσως ένα θετικότερο κλίμα, δεν εξαλείφει όμως τα θέματα που είναι ο πραγματικός λόγος των τριβών
Άσχετα όμως από την ηθική πτυχή τίθεται και σοβαρό ζήτημα αποτελεσματικότητας: η ωραιοποιημένη ιστορία μπορεί να δημιουργήσει ίσως ένα θετικότερο κλίμα, δεν εξαλείφει όμως τα θέματα που είναι ο πραγματικός λόγος των τριβών. Ακόμα χειρότερα, όπως έχει αποδειχθεί κατ’ επανάληψη η «αλήθεια», με όλη την υποκειμενικότητά της, γυρίζει κάποτε και σε δαγκώνει.
Ένα απτό, πρόσφατο και τραγικό παράδειγμα του πως μπορεί να επηρεάσει αρνητικά η αντίληψη αυτή για την ιστορία είναι η διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Η αιματοβαμμένη ιστορία της περιοχής έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς από όλες τις πλευρές για να δικαιώσει και να στηρίξει τις διεκδικήσεις τους. Χωρίς αμφιβολία μάλιστα, ο κάθε ένας από τους εμπλεκόμενους έχει χρησιμοποιήσει την δική του εκδοχή κατά το δοκούν. Από την άλλη η ιστορία έχει επίσης αποσιωπηθεί ή ωραιοποιηθεί (εξαναγκαστικά) σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις – κατά την Οθωμανική και την κομμουνιστική περίοδο – με σκοπό την αρμονική συμβίωση των διαφόρων κοινοτήτων. Οι ανοιχτοί λογαριασμοί παραμερίστηκαν συστηματικά χωρίς να προηγηθεί η απαραίτητη διαδικασία κάθαρσης. Τα παλαιά σύμβολα αντικαταστάθηκαν με νέα, που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες της τότε «νέας εποχής», χωρίς την συναίνεση ή την επιθυμία των λαών. Αυτή ακριβώς όμως η αποσιώπηση των προβλημάτων και η ωραιοποίηση της κατάστασης είναι κατά την γνώμη πολλών μελετητών ένας από τους λόγους που προκάλεσαν τις πρόσφατες εκρήξεις [1,2,3]. Επιπλέον αυτή η άγνοια της ιστορίας της περιοχής από την «διεθνή κοινότητα» ή ακριβέστερα η άποψη ότι δεν θα πρέπει να επηρεάζει τις σημερινές επιλογές, αποδείχθηκε –επιεικώς- μη εποικοδομητική με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα. Όπως αναφέρει ο G. Richard Jansen για την επεμβαίνουσα Δύση η ιστορία της περιοχής αρχίζει το 1980. Για να λύσεις όμως το οποιοδήποτε πρόβλημα πρέπει πρώτα να γνωρίζεις και να αποδεχτείς την ύπαρξή του.

Οι πολιτισμένοι άνθρωποι δεν βασίζονται στην εξαναγκαστική λήθη για να λύσουν τα προβλήματά τους. Κοιτάνε το παρελθόν κατάματα και αποφασίζουν να το αφήσουν πίσω τους και να προχωρήσουν μπροστά. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι είναι οι συνθήκες κατάλληλες, υπάρχει ειλικρινής βούληση από όλες τις πλευρές, έχει περάσει ο απαραίτητος χρόνος για να δουλέψει η «συναισθηματική λήθη» (άσχετα από την ιστορική), έχουν ανταλλαγεί οι απαραίτητες συγνώμες και κυρίως υπάρχει η αίσθηση ότι ο δρόμος μπροστά είναι και «δίκαιος» και «βιώσιμος». Η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, για παράδειγμα, δημιουργεί σίγουρα φόρτιση αλλά είναι αφελές να πιστεύουμε ότι είναι ο κύριος λόγος των σημερινών, πολύπλοκων και πολύ πραγματικών διμερών προβλημάτων.
Επιπλέον, όπως και στην περίπτωση απαξίωσης της ιστορίας, η «ελαστικοποίηση» της εμπεριέχει τον κίνδυνο κακόβουλης πολιτικής χρήσης της. Όποιος δεν γνωρίζει την πραγματική, έστω και σκληρή, προϊστορία ενός θέματος θα δεχθεί πιο εύκολα μια «άδικη» διευθέτηση (ότι και αν σημαίνει αυτό στην πολιτική). Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας ότι στις υποθέσεις αυτές εμπλέκονται συνήθως περισσότερα μέρη με δικά τους συμφέροντα, ότι οι αλλαγές λόγω «ελαστικοποίησης» δεν είναι συνήθως ισορροπημένες κτλ. καταλαβαίνουμε ότι οι όποιες αποφάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση απαιτούν πολύ και σοβαρή σκέψη. Άλλη άποψη θα έχει για τις διαφορές στο Αιγαίο κάποιος που νομίζει ότι οφείλονται αποκλειστικά στην παραδοσιακή εχθρότητα Ελλάδας-Τουρκίας και άλλη αυτός που γνωρίζει ότι αυτές χρονολογούνται από την δεκαετία του ’70 σαν αποτέλεσμα μιας αλλαγής της Τουρκικής πολιτικής.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Παρόλο που συμβαίνει μέχρι τώρα και κατά πάσα πιθανότητα θα συμβαίνει και στο μέλλον, δεν είναι λύση η «ρευστοποίηση» της ιστορίας για να ταιριάζει κάθε φορά στο συγκυριακό δοχείο της εποχής. Ούτε ενδείκνυται η χρήση της σαν χαλάκι κάτω από το οποίο θα κρύβουμε τα προβλήματά μας.

  1. «Το Κοσσυφοπέδιο και η Αλβανική ολοκλήρωση», Ευάγγελος Κωφός, Εκδόσεις Παπαζήση, 1998, ISBN: 960-02-1269-4. []
  2. «Balkan Ghosts: A Journey Through History», Robert D. Kaplan, ISBN: 0312424930. []
  3. Albanians and Serbs in Kosovo An Abbreviated History []

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου