28 Φεβρουαρίου 2011
Μια δικαιοσύνη που άντεξε 46 χρόνια
Θεόφιλος (1870-1934): “Λήμνιος Κεχαγιάς”
από το http://odysseus.culture.gr/h/1/gh1560.jsp?obj_id=3435
Κατέστρεψαν τον Θεόφιλο
Σαν κεραυνός έπεσε η πρώτη καταγγελία για την πραγματική καταστροφή των 86 πρωτότυπων έργων του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ, που φιλοξενούνται στο ομώνυμο Μουσείο της Μυτιλήνης.
(…..)
Στο Μουσείο Θεόφιλου, λοιπόν, διαπιστώθηκε η εξαφάνιση πραγματικά μεγάλου μέρους γνωστών έργων από τον ήλιο, στον οποίο εκτίθενται οι καμβάδες απροστάτευτοι. Αλλωστε, από τον ήλιο προέρχεται και ο μοναδικός φωτισμός του Μουσείου, αν εξαιρέσει κανείς κάποια φώτα οροφής! Ακόμα, τα έργα είναι εκτεθειμένα στη σκόνη από τα παράθυρα που ανοίγουν, ως μόνη μέθοδος εξαερισμού. Η υγρασία μπαίνει από παντού, ακόμα και από τα κεραμίδια που, ασυντήρητα, επιτρέπουν στα νερά της βροχής να τρέχουν πάνω στα έργα. Θέρμανση δεν υπάρχει καμία. Κάποιοι θερμοσυσσωρευτές της δεκαετίας του ’80 είναι και αυτοί εκτός λειτουργίας.
Σύμφωνα με τη συντηρήτρια κ. Μαρσινοπούλου, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Εκρουσε, μάλιστα, τον κώδωνα του κινδύνου για το Μουσείο και τη συλλογή λέγοντας πως, στο βαθμό που η ίδια μπορεί να εκτιμήσει, υπάρχουν αρκετές φθορές και θα είναι δύσκολο «να κλείσει κανείς τα μάτια και να εφησυχάσει ή να πει “ας αφήσουμε το θέμα λίγο ακόμα”».
(…..)
Στο Μουσείο Θεόφιλου, λοιπόν, διαπιστώθηκε η εξαφάνιση πραγματικά μεγάλου μέρους γνωστών έργων από τον ήλιο, στον οποίο εκτίθενται οι καμβάδες απροστάτευτοι. Αλλωστε, από τον ήλιο προέρχεται και ο μοναδικός φωτισμός του Μουσείου, αν εξαιρέσει κανείς κάποια φώτα οροφής! Ακόμα, τα έργα είναι εκτεθειμένα στη σκόνη από τα παράθυρα που ανοίγουν, ως μόνη μέθοδος εξαερισμού. Η υγρασία μπαίνει από παντού, ακόμα και από τα κεραμίδια που, ασυντήρητα, επιτρέπουν στα νερά της βροχής να τρέχουν πάνω στα έργα. Θέρμανση δεν υπάρχει καμία. Κάποιοι θερμοσυσσωρευτές της δεκαετίας του ’80 είναι και αυτοί εκτός λειτουργίας.
Σύμφωνα με τη συντηρήτρια κ. Μαρσινοπούλου, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Εκρουσε, μάλιστα, τον κώδωνα του κινδύνου για το Μουσείο και τη συλλογή λέγοντας πως, στο βαθμό που η ίδια μπορεί να εκτιμήσει, υπάρχουν αρκετές φθορές και θα είναι δύσκολο «να κλείσει κανείς τα μάτια και να εφησυχάσει ή να πει “ας αφήσουμε το θέμα λίγο ακόμα”».
απόσπασμα από το άρθρο του ΣΤΡΑΤΗ ΜΠΑΛΑΣΚΑ
“Κατέστρεψαν τον Θεόφιλο” ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 20/1/2011
“Κατέστρεψαν τον Θεόφιλο” ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 20/1/2011
Θεόφιλος: “Οδός Μυτιλήνης επί Τουρκοκρατίας το 1888″
από το http://odysseus.culture.gr/h/1/gh1560.jsp?obj_id=3435
από το http://odysseus.culture.gr/h/1/gh1560.jsp?obj_id=3435
Το Μουσείο Θεόφιλου χτίστηκε στη Μυτιλήνη το 1964 με έξοδα του γνωστού Μυτιληνιού τεχνοκριτικού Στρατή Ελευθεριάδη – Τεριάντ. Ο Οδυσσέας Ελύτης μας θυμίζει τις προσπάθειες που έγιναν για την ανέγερση αυτού του Μουσείου:
“Ναι, υπήρχε δικαιοσύνη σ’ αυτό τον κόσμο” από τον Ο. Ελύτη
Την άνοιξη του 1935, ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος κι εγώ αποβιβαζόμασταν στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Μια πρόσκληση να περάσουμε τις ημέρες του Πάσχα σε σπίτι φιλικό ήταν η αφορμή. Αλλά η αιτία η βαθύτερη ήταν να βαδίσουμε πάνω στα ίχνη που δεν μπορεί παρά να είχε αφήσει, πεθαίνοντας εκεί ένα χρόνο πριν, ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος. (…) Έπρεπε, ρωτώντας δεξιά κι αριστερά, να φτάσουμε ως τους πιο στενούς συγγενείς του ζωγράφου, να μάθουμε όσο γίνεται περισσότερα πράγματα γι’ αυτόν και, θυμάμαι, ότι με το χτυποκάρδι, που δίνει σε κάθε συλλέκτη το προαίσθημα ότι βρίσκεται σε καλό δρόμο κινούσαμε κάθε πρωί για την αποστολή μας. Από δρόμους άφτιαχτους, κακοτράχαλους, μισοπατημένους απ’ το βλαστομάνημα του Μαγιού, προωθηθήκαμε ως τις πιο ξεμοναχιασμένες άκριες του νησιού, ως τα πιο λιγοσύχναστα χωριά και δεν αφήσαμε καφενείο για καφενείο που να μη σταματήσουμε. Όσο που να ‘ρθει ο καφές ή η λεμονάδα, το μάτι μας είχε κιόλας φέρει βόλτα εκατό φορές τους τέσσερις τοίχους του μαγαζιού. Κι όταν, όπως μας έλαχε μερικές φορές, σπάνιες είναι η αλήθεια, επισημαίναμε αναρτημένο έργο του Θεόφιλου, με τρόπο φέρναμε την κουβέντα, ζητούσαμε πληροφορίες, αρχινούσαμε τα παζάρια, τέλος, φορτώναμε στο αυτοκίνητό μας το λάφυρο και φεύγαμε. Δε θυμάμαι πια καθόλου πώς έγινε κι ένα απογεματάκι, στην έπαυλη που μας φιλοξενούσε, παρουσιάστηκε ο Παναγιώτης Κεφάλας. Ήταν ο αδερφός του Θεόφιλου. Ένας φτωχός, κακογερασμένος μαραγκός, με πέντε παιδιά, που δεν ήξερε αν άνοιξε η τύχη του ή αν οι δυο Αθηναίοι που έδειχναν τόσο πολύ να ενδιαφέρονται για τα καμώματα του “αχμάκη”, του αδερφού του, τον κοροϊδεύανε. (…) Στο τέλος, κουβάλησε όλα τα προσωπικά αντικείμενα του αδερφού του, τα πινέλα του, τα τεφτέρια του, τα πιο ασήμαντα μικροπράγματά του. Ήθελε, βέβαια, να μας ευχαριστήσει. Αλλά είχε σχεδόν αρχίσει, θα ‘λεγες, να συγκινείται κι ο ίδιος από την περίπτωση του “αχμάκη” που, σίγουρα, σ’ όλη την ως τότε ζωή του θα ελεεινολογούσε. Η φωνή του έτρεμε, θυμάμαι, το βράδυ που τον παρακαλέσαμε να μας μιλήσει για τη φαμίλια του, για τη ζωή του κοντά στο Θεόφιλο, για τα περιστατικά των παιδικών τους χρόνων.
Επιστρέφοντας από την Αμερική, τον Ιούνιο του 1961, σταμάτησα για λίγες μέρες στο Παρίσι. Και καθώς βγήκα να χαζέψω στους δρόμους, το πρώτο πράγμα που είδα ήτανε, σε μια βιτρίνα βιβλιοπωλείου όπου συνήθιζα να πηγαίνω άλλοτε, η μεγάλη “αφίσα” της έκθεσης Θεόφιλου που είχε ανοίξει, ακριβώς εκείνη την εβδομάδα, στις αίθουσες του Λούβρου. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά. Ε λοιπόν ναι, υπήρχε δικαιοσύνη σ’ αυτό τον κόσμο. (…) Στις μεγάλες αίθουσες του Λούβρου, καθώς τριγύριζα τώρα και ξανακοίταζα τα έργα αυτά, ένιωθα κοντά στο αίσθημα της υπερηφάνειας, τ’ ομολογώ, κι ένα άλλο αίσθημα ξεριζωμού, κάτι σαν αυτό που είχα νιώσει στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου με τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Μοιραία, συλλογιζόμουνα τα περισσότερα απ’ αυτά θα σκόρπιζαν μια μέρα στις συλλογές της Ευρώπης ή της Αμερικής. Και το άλλο βράδυ, καθώς έτρωγα με τον Teriade, του το εξομολογήθηκα. Πήρε ένα ύφος παράξενο, με κοίταξε στα μάτια κι αντί να μου αποκριθεί, με ρώτησε αν είχα σκοπό, τώρα που επέστρεφα στην Ελλάδα, να πάω στη Μυτιλήνη. Θα είχε, λέει, μια θερμή παράκληση να μου κάνει: να πληροφορηθώ και να του γράψω αν, ανάμεσα στη Χώρα και στη Βαρειά, βρισκότανε κανένα οικόπεδο κατάλληλο για Μουσείο. “Μουσείο;” ρώτησα ξαφνιασμένος. “Ναι, για το Μουσείο Θεόφιλου” μου αποκρίθηκε ήρεμα.
Μια μέρα, Ιούλιος του ’65 ήτανε, παραξενευτήκαμε κι οι ίδιοι που όλα είχαν τελειώσει. Έβλεπες τους τοίχους, απάνου ως κάτου, ντυμένους με τα ίδια χρώματα που έξω απ’ τα ανοιχτά παράθυρα υπήρχανε και απλώνονταν και ζούσανε πραγματικά, στις ελιές, στις ροδιές, στις στέγες, στον ουρανό, ένα πανηγύρι άξιο της ψυχής εκείνου που μας είχε συγκεντρώσει εκεί. Φωνάξαμε έναν παπά στο γειτονικό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής να λειτουργήσει. (…) Στεκόμασταν αμίλητοι, με τα χέρια δεμένα μπροστά, σα να ταξιδεύαμε, σα να ‘φευγε ο χρόνος δεξιά κι αριστερά μας με αόρατα κύματα. Η ιστορία ενός ανθρώπου είχε τελειώσει για μας κι άρχιζε για τους άλλους – και για τους αιώνες.
αποσπάσματα από το βιβλίο του ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ “Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ” Εκδόσεις ΓΝΩΣΗ
Ο Οδυσσέας Ελύτης γράφοντας το παραπάνω κείμενο προφανώς δεν μπορούσε να φανταστεί την κατάντια που θα έφτανε το νεοελληνικό κράτος κάμποσα χρόνια αργότερα…
Θεόφιλος: “Οι τρεις καπεταναίοι συμφιλιωθέντες”
τοιχογραφία, 1898
από το Λαογραφικό Κέντρο Κίτσου Μακρή
τοιχογραφία, 1898
από το Λαογραφικό Κέντρο Κίτσου Μακρή
“Ένας φτωχός φουστανελάς” από τον Γ. Σεφέρη
Ο Γιώργος Σεφέρης μιλάει για τον Θεόφιλο στην ομιλία του για τον Μακρυγιάννη:
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας φτωχός φουστανελάς που είχε τη μανία να ζωγραφίζει. Τον έλεγαν Θεόφιλο. Τα πινέλα του τα κουβαλούσε στο σελάχι του, εκεί που οι πρόγονοί του βάζαν τις πιστόλες και τα μαχαίρια τους. Τριγύριζε στα χωριά της Μυτιλήνης, τριγύριζε στα χωριά του Πηλίου και ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε ό,τι του παράγγελναν, για να βγάλει το ψωμί του. Υπάρχουν στον Άνω Βόλο κάμαρες ολόκληρες ζωγραφισμένες από το χέρι του Θεόφιλου, καφενέδες στη Λέσβο, μπακάλικα και μαγαζιά σε διάφορα μέρη που δείχνουν το πέρασμά του -αν σώζουνται ακόμη. Ο κόσμος τον περιγελούσε. Του έκαναν μάλιστα και αστεία τόσο χοντρά, που κάποτε τον έριξαν κάτω από μιαν ανεμόσκαλα και του ‘σπασαν ένα δυο κόκαλα. Ο Θεόφιλος, ωστόσο, δεν έπαυε να ζωγραφίζει σε ό,τι έβρισκε. Είδα πίνακές του φτιαγμένους πάνω σε κάμποτο, πάνω σε πρόστυχο χαρτόνι. Τους θαύμαζαν κάτι νέοι που τους έλεγαν ανισόρροπους οι ακαδημαϊκοί. Έτσι κυλούσε η ζωή του και πέθανε ο Θεόφιλος, δεν είναι πολλά χρόνια, και μια μέρα ήρθε ένας ταξιδιώτης από τα Παρίσια. Είδε αυτή τη ζωγραφική, μάζεψε καμιά πενηνταριά κομμάτια, τα τύλιξε και πήγε να τα δείξει στους φωτισμένους κριτικούς που κάθονται κοντά στο Σηκουάνα. Και οι φωτισμένοι κριτικοί βγήκαν κι έγραψαν πως ο Θεόφιλος ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Και μείναμε μ’ ανοιχτό το στόμα στην Αθήνα. Το επιμύθιο αυτής της ιστορίας είναι ότι λαϊκή παιδεία δε σημαίνει μόνο να διδάξουμε το λαό αλλά και να διδαχτούμε από το λαό.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ “ΕΝΑΣ ΕΛΛΗΝΑΣ – Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”
“Ήταν δημιουργός πραγματικός” από τον Αλέκο Φασιανό
Το 1959 μας πήγε μερικά παιδιά ο αρχιτέκτων Π. Μυλωνάς στη Μυτιλήνη να καταγράψουμε ταβάνια, σπίτια και έργα. Τότε όλα αυτά ήταν εν τη γενέσει. Εγώ ζήτησα από τον Π. Μυλωνά να με στείλει στην Αγιάσσο να αντιγράψω έργα του Θεόφιλου σε καφενεία, σε τοίχους που ήταν ετοιμόρροποι. Και πράγματι, βρήκα ένα εγκαταλελειμμένο καφενείο και άρχισα να αντιγράφω με διαφανές την τοιχογραφία. Σε λίγο έρχεται μια γριά μαυροφόρα και άρχισε να σπάει καρύδια στο σκαλί του καφενείου. Μου λέει: “Παιδάκι μου τον ήξερα τον Θεόφιλο εγώ. Φορούσε μια φουστανέλα λερή, που μπορούσες ν’ ακονίσεις μαχαίρια απ’ τη λίγδα, ήταν παλιοελλαδίτης”. Προφανώς γιατί είχε μακριά φουστανέλα κι όχι βράκες. “Και τι έγινε;” τη ρωτώ. “Αχ παιδάκι μου, του λέω, τι είναι αυτό που ζωγραφίζεις; Μου λέει: Είναι μια γυναίκα που θυσίασε τη ζωή της για να σώσει την Ελλάδα”. Πραγματικά, ο Θεόφιλος είχε ζωγραφίσει τη θυσία της Ιφιγένειας και το αισθάνθηκε έτσι ακριβώς. Ότι θυσιάστηκε στην κυριολεξία για το καλό των Ελλήνων. Βλέπουμε λοιπόν το μεγαλείο του Θεόφιλου. Αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν σαν τους ζωγράφους τους Έλληνες της σχολής του Μονάχου, ή από τους άλλους που πήγαν στη Γαλλία ή στην Ολλανδία και μας έφεραν τα φώτα του ρομαντισμού, τον εμπρεσιονισμό και τις καραβογραφίες. Δεν ήταν εισαγωγέας τέχνης. Ήταν δημιουργός πραγματικός.
απόσπασμα από το κείμενο “ΘΕΟΦΙΛΟΣ, Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ” του ΑΛΕΚΟΥ ΦΑΣΙΑΝΟΥ που γράφτηκε στο περιοδικό Η ΛΕΞΗ (Νοέμβρης – Δεκέμβρης 2002)
έργο του Θεόφιλου από τη Συλλογή της Εμπορικής Τράπεζας
από το http://www.in2life.gr/article_print.aspx?amid=188677
από το http://www.in2life.gr/article_print.aspx?amid=188677
“Μόνον τα αληθινά ψωμιά πέφτουν” από τον Κίτσο Μακρή
Ένα του ανέκδοτο θα αποτελέσει την αφετηρία της ερευνητικής πορείας της σκέψης μας. Πήρε παραγγελία από κάποιον φούρναρη να του ζωγραφίσει στον τοίχο το πορτραίτο. Ο Θεόφιλος άρχισε να τον ζωγραφίζει τη στιγμή που έβαζε στο φούρνο τα ψωμιά του. Αλλά αντί να τοποθετήσει το φουρνιστήρι οριζόντιο -όπως είναι φυσικό- έτσι που στην τοιχογραφία να φαίνεται σα μια γραμμή, το γύρισε κάθετα να δείχνει όλο του το πλάτος κι επάνω του τοποθέτησε το ψωμί. Όταν του παρατηρήθηκε ότι έτσι το ψωμί θα έπεφτε απάντησε: “Έννοια σου και μόνον τα αληθινά ψωμιά πέφτουν, τα ζωγραφισμένα στέκονται, στη ζωγραφιά πρέπει όλα να φαίνονται”. Με την τελευταία του κυρίως φράση έκανε τον απολογισμό της τέχνης του. Ο ορθολογισμός δεν έχει τη θέση του εκεί όπου μια πλούσια καρδιά θέλει να εκφρασθεί. Στην αντίληψη τη λαϊκή δεν μπορούσε να χωρέσει πως η λεπτή γραμμή της σωστής προοπτικής απόδοσης αντιπροσωπεύει το πλατύτατο φουρνιστήρι. Κι ο Θεόφιλος ποτισμένος βαθύτατα με την αντίληψη αυτή την απέδωσε ζωγραφικά. Την έλλειψη προοπτικής -ειδικά στις τοιχογραφίες- πρέπει να την αποδόσουμε στην καλλιτεχνική του αντίληψη γι’ αυτές. Η τοιχογραφία πρέπει να διακοσμεί την επιφάνεια κι όχι να την κομματιάζει. Μια τοιχογραφία με προοπτική δημιουργεί και τρίτη διάσταση που καταστρέφει την ενότητα της επιφάνειας. Ο ίδιος επιγραμματικά έδωσε την εξήγηση. Κάποτε εικονογραφούσε στον τοίχο ενός μανάβικου τον Αθανάσιο Διάκο. Όταν του παρατηρήθηκε η έλλειψη προοπτικής απάντησε: “Δύο πιθαμές τοίχος, δέκα μέτρα βάθος στην εικόνα, δεν ταιριάζει. Θα βρεθεί ο Αθανάσιος Διάκος στο κουρείο” (που βρισκόταν στην άλλη πλευρά του τοίχου).
ΚΙΤΣΟΣ ΜΑΚΡΗΣ “Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΣΤΟ ΠΗΛΙΟ”
έργο του Θεόφιλου από το Μουσείο Teriade
“είχε στείλει περίπατο την προοπτική” από τον Κώστα Ουράνη
Πριν από λίγα χρόνια, πηγαίνοντας από την πόλη της Μυτιλήνης στην Αγιάσσο, ένα από τα γραφικότερα και ορεινότερα χωριά του νησιού, είχα σταματήσει για να ξεκουραστώ λίγο από τη ζέστη και τα τραντάγματα του αυτοκινήτου, σ’ ένα σημείο του δρόμου όπου μεγάλα αιωνόβια πλατάνια έριχναν τον πυκνό ίσκιο τους πάνω από μια γάργαρη πηγή κι ένα εξοχικό καφενεδάκι.
Συνήθως, τα εξοχικά καφενεδάκια ατιμάζουν στην Ελλάδα τα τοπία, όπως οι πηχυαίες ρεκλάμες σοκολάτας τα ελβετικά. Είναι ξεχαρβαλωμένες και βρωμερές παράγκες, εφοδιασμένες, σ’ επίμετρο, μ’ έναν απαίσιο βραχνό και μερακλωμένο φωνογράφο. Το καφενεδάκι όμως εκείνο ήταν ένα επιπλέον στόλισμα της γραφικής αυτής τοποθεσίας. Μερικά δοκάρια, μπηγμένα εμπρός από την πρόσοψή του υποβάσταζαν μια περικοκλάδα μ’ αναρίθμητα γαλάζια λουλούδια, ενώ δεξιά κι αριστερά στην είσοδό του ήταν παραταγμένες γλάστρες με γαρίφαλα και βασιλικό «ωσάν μικρές μαθήτριες σε μιαν υποδοχή».
Η κυριότερη όμως –κι εντελώς απροσδόκητη- ομορφιά του ήταν ένα πλήθος έγχρωμες τοιχογραφίες με τις οποίες είχαν σκεπαστεί, σαν με περσικά χαλιά, κι οι τέσσεροι εξωτερικοί τοίχοι του.
Οι τοιχογραφίες αυτές, που παράσταιναν συγκεντρώσεις ληστών οπλισμένων σαν αστακοί, χωριάτισσες να χορεύουν συρτό, έναν περίπατο του Αλή Πασά με βάρκα στη λίμνη των Ιωαννίνων και… θεούς της αρχαίας Ελλάδας, θάκαναν έναν καθηγητή της ζωγραφικής να χαμογελάσει ή να συνοφρυωθεί που είναι το ίδιο. Όλα σ’ αυτές –σχέδιο, χρωματισμοί, σύνθεση- έδειχναν μια απλοϊκότητα που θα τη χαρακτήριζε ως απειρία. Πραγματικά ο ζωγράφος τους είχε στείλει περίπατο την προοπτική, αντέτασσε τα ζωηρότερα και πιο ανόμοια χρώματα, παρουσίαζε πλήρη άγνοια των διαστάσεων, παραγέμιζε τη σύνθεσή του μ’ ό,τι του περνούσε από το κεφάλι και ζωγράφιζε ένα θεό Άρη που ήταν κάτι μεταξύ του Κολοκοτρώνη και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως ο τελευταίος αυτός εμφανίζεται στον Καραγκιόζη για να σκοτώσει τον «όφι»… Ήταν προφανές ότι ο ζωγράφος αυτός δεν είχε πάρει ποτέ κανένα μάθημα ζωγραφικής.
Κι ήταν ευτύχημα.
Συνήθως, τα εξοχικά καφενεδάκια ατιμάζουν στην Ελλάδα τα τοπία, όπως οι πηχυαίες ρεκλάμες σοκολάτας τα ελβετικά. Είναι ξεχαρβαλωμένες και βρωμερές παράγκες, εφοδιασμένες, σ’ επίμετρο, μ’ έναν απαίσιο βραχνό και μερακλωμένο φωνογράφο. Το καφενεδάκι όμως εκείνο ήταν ένα επιπλέον στόλισμα της γραφικής αυτής τοποθεσίας. Μερικά δοκάρια, μπηγμένα εμπρός από την πρόσοψή του υποβάσταζαν μια περικοκλάδα μ’ αναρίθμητα γαλάζια λουλούδια, ενώ δεξιά κι αριστερά στην είσοδό του ήταν παραταγμένες γλάστρες με γαρίφαλα και βασιλικό «ωσάν μικρές μαθήτριες σε μιαν υποδοχή».
Η κυριότερη όμως –κι εντελώς απροσδόκητη- ομορφιά του ήταν ένα πλήθος έγχρωμες τοιχογραφίες με τις οποίες είχαν σκεπαστεί, σαν με περσικά χαλιά, κι οι τέσσεροι εξωτερικοί τοίχοι του.
Οι τοιχογραφίες αυτές, που παράσταιναν συγκεντρώσεις ληστών οπλισμένων σαν αστακοί, χωριάτισσες να χορεύουν συρτό, έναν περίπατο του Αλή Πασά με βάρκα στη λίμνη των Ιωαννίνων και… θεούς της αρχαίας Ελλάδας, θάκαναν έναν καθηγητή της ζωγραφικής να χαμογελάσει ή να συνοφρυωθεί που είναι το ίδιο. Όλα σ’ αυτές –σχέδιο, χρωματισμοί, σύνθεση- έδειχναν μια απλοϊκότητα που θα τη χαρακτήριζε ως απειρία. Πραγματικά ο ζωγράφος τους είχε στείλει περίπατο την προοπτική, αντέτασσε τα ζωηρότερα και πιο ανόμοια χρώματα, παρουσίαζε πλήρη άγνοια των διαστάσεων, παραγέμιζε τη σύνθεσή του μ’ ό,τι του περνούσε από το κεφάλι και ζωγράφιζε ένα θεό Άρη που ήταν κάτι μεταξύ του Κολοκοτρώνη και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως ο τελευταίος αυτός εμφανίζεται στον Καραγκιόζη για να σκοτώσει τον «όφι»… Ήταν προφανές ότι ο ζωγράφος αυτός δεν είχε πάρει ποτέ κανένα μάθημα ζωγραφικής.
Κι ήταν ευτύχημα.
Το εξοχικό καφενεδάκι κάτω απ’ τα πλατάνια και πλάι στη δροσερή πηγή, μου είχε φανεί σαν ένα μαγικό κλουβί, ποικιλμένο με πολύχρωμα αστραφτερά πετράδια, μέσα στο οποίο τραγουδούσε σαν πουλί, η ελληνική λαϊκή ψυχή…
Ρώτησα τότε κι έμαθα ότι ο ζωγράφος αυτών των τοιχογραφιών ήταν ένας γέρος φουστανελάς που λεγόταν Θεόφιλος και περιερχόταν πλάνης το νησί, ζωγραφίζοντας πάνω σε τοίχους και σε τενεκέδες του πετρελαίου, κι όταν γύρισα στην Αθήνα, έγραψα στο «Ελεύθερο Βήμα» το θαυμασμό μου γι’ αυτόν.
Ο θαυμασμός όμως δεν είχε καμιάν απήχηση, κι ο μεγάλος αυτός λαϊκός μας ζωγράφος θα παρέμενε για πάντα άγνωστος, αν δεν τύχαινε να τον ανακαλύψει ο φίλος μου τεχνοκριτικός Teriade που κάνει μια λαμπρή σταδιοδρομία στο Παρίσι. Χάρις σ’ αυτόν ο Θεόφιλος είναι σήμερα διάσημος.
Ρώτησα τότε κι έμαθα ότι ο ζωγράφος αυτών των τοιχογραφιών ήταν ένας γέρος φουστανελάς που λεγόταν Θεόφιλος και περιερχόταν πλάνης το νησί, ζωγραφίζοντας πάνω σε τοίχους και σε τενεκέδες του πετρελαίου, κι όταν γύρισα στην Αθήνα, έγραψα στο «Ελεύθερο Βήμα» το θαυμασμό μου γι’ αυτόν.
Ο θαυμασμός όμως δεν είχε καμιάν απήχηση, κι ο μεγάλος αυτός λαϊκός μας ζωγράφος θα παρέμενε για πάντα άγνωστος, αν δεν τύχαινε να τον ανακαλύψει ο φίλος μου τεχνοκριτικός Teriade που κάνει μια λαμπρή σταδιοδρομία στο Παρίσι. Χάρις σ’ αυτόν ο Θεόφιλος είναι σήμερα διάσημος.
απόσπασμα από άρθρο του ΚΩΣΤΑ ΟΥΡΑΝΗ
στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 218, 15/1/1936
στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 218, 15/1/1936
τα μουστάκια θα το δείξουν!
Ο Θεόφιλος δεν πέρασε όλη τη ζωή του στο νησί της Σαπφούς. Έζησε πολλά χρόνια και στο Πήλιο που τ’ αγάπησε σαν δεύτερη πατρίδα του και όπου άφησε μιαν αξιοπρόσεχτη καλλιτεχνική εργασία.
Όσοι έχουν επισκεφθεί τα γραφικά χωριά του βουνού αυτού, τον Άνω Βόλο, την Άλλη Μεριά, την Πορταριά, την Μακρυνίτσα, το Κατηχώρι, τη Δράκεια κλπ. δεν μπορεί παρά να παρατήρησαν τις ιδιότυπες ζωγραφιές του Θεόφιλου πάνω στους ασπρογάλακτους τοίχους των καφενείων, των κρεοπωλείων και των λογής λογής μαγαζιών.
(…) Αλλά ο Θεόφιλος δεν ήταν μονάχα ένας «ζωγράφος». Μέσα του έκλεινε κι έναν ευχάριστο άνθρωπο, με διάθεση πλούσια, που συχνά την άφηνε να ξεχειλίζει σ’ ένα λεπτό χιούμορ.
Κάποτε ζωγράφιζε στον Άνω Βόλο ένα σώμα, λογαριάζοντας να κάνει τον Μέγ’ Αλέξαντρο. Τον είχε αρχίσει από τα πόδια και προχωρούσε προς τα επάνω.
Όταν έφτασε στο πρόσωπο, οι χωριάτες που τον παρακολουθούσαν ανυπόμονα, τον ρώτησαν ποιος θάναι τέλος πάντων ο νέος «ήρωας».
-Τα… μουστάκια θα το δείξουν, απάντησε αποφθεγματικά ο Θεόφιλος, αν θάναι ο Μέγας Αλέξανδρος ή ο Κολοκοτρώνης!…
Όσοι έχουν επισκεφθεί τα γραφικά χωριά του βουνού αυτού, τον Άνω Βόλο, την Άλλη Μεριά, την Πορταριά, την Μακρυνίτσα, το Κατηχώρι, τη Δράκεια κλπ. δεν μπορεί παρά να παρατήρησαν τις ιδιότυπες ζωγραφιές του Θεόφιλου πάνω στους ασπρογάλακτους τοίχους των καφενείων, των κρεοπωλείων και των λογής λογής μαγαζιών.
(…) Αλλά ο Θεόφιλος δεν ήταν μονάχα ένας «ζωγράφος». Μέσα του έκλεινε κι έναν ευχάριστο άνθρωπο, με διάθεση πλούσια, που συχνά την άφηνε να ξεχειλίζει σ’ ένα λεπτό χιούμορ.
Κάποτε ζωγράφιζε στον Άνω Βόλο ένα σώμα, λογαριάζοντας να κάνει τον Μέγ’ Αλέξαντρο. Τον είχε αρχίσει από τα πόδια και προχωρούσε προς τα επάνω.
Όταν έφτασε στο πρόσωπο, οι χωριάτες που τον παρακολουθούσαν ανυπόμονα, τον ρώτησαν ποιος θάναι τέλος πάντων ο νέος «ήρωας».
-Τα… μουστάκια θα το δείξουν, απάντησε αποφθεγματικά ο Θεόφιλος, αν θάναι ο Μέγας Αλέξανδρος ή ο Κολοκοτρώνης!…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΜΑΚΗΣ απόσπασμα από κείμενό του στο περιοδικό
ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 220, 15/2/1936
ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τ. 220, 15/2/1936
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα.
Χάθηκα ξανά σε λαβυρίνθους κι έχασα καιρό
Να σ'αναζητώ άμοιρη ψυχή μου
Έχασα καιρό άμοιρη ψυχή μου
Θεέ μου πώς ποθώ μιαν ηλιαχτίδα
Ταίρι φωτεινό νά 'χω φυλαχτό
Σε ηλιόλουστη πατρίδα
Σε ταξίδι μυστικό
Με ουράνια πυξίδα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα
Σβήνω και ξεχνώ τα περασμένα
Ένα πρωινό όλα θά 'ναι αλλιώς
Τα κομμάτια μου ενωμένα
Θά 'χω δρόμο ανοιχτό
Και στο πλάι μου εσένα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα.
Να σ'αναζητώ άμοιρη ψυχή μου
Έχασα καιρό άμοιρη ψυχή μου
Θεέ μου πώς ποθώ μιαν ηλιαχτίδα
Ταίρι φωτεινό νά 'χω φυλαχτό
Σε ηλιόλουστη πατρίδα
Σε ταξίδι μυστικό
Με ουράνια πυξίδα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα
Σβήνω και ξεχνώ τα περασμένα
Ένα πρωινό όλα θά 'ναι αλλιώς
Τα κομμάτια μου ενωμένα
Θά 'χω δρόμο ανοιχτό
Και στο πλάι μου εσένα
Θέλω να σε βρω να σου ζητήσω μια πνοή
Θέλω να ντυθώ του έρωτά σου τη μορφή
Θέλω να χαρώ μαζί σου την ανατολή
Φως μου ακριβό, αχ μη σπαταληθείς ανώφελα.
Ἀμοργός
Κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισι ὀφθαλμοὶ
καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων.
HPAKΛEITOΣ
καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων.
HPAKΛEITOΣ
Μὲ τὴν πατρίδα τους δεμένη στὰ πανιὰ καὶ τὰ κουπιὰ στὸν ἄνεμο κρεμασμένα
Οἱ ναυαγοὶ κοιμήθηκαν ἥμεροι σὰν ἀγρίμια νεκρὰ μέσα στῶν σφουγγαριῶν τὰ σεντόνια
Ἀλλὰ τὰ μάτια τῶν φυκιῶν εἶναι στραμμένα στὴ θάλασσα
Μήπως τοὺς ξαναφέρει ὁ νοτιὰς μὲ τὰ φρεσκοβαμμένα λατίνια
Κι ἕνας χαμένος ἐλέφαντας ἀξίζει πάντοτε πιὸ πολὺ ἀπὸ δυὸ στήθια κοριτσιοῦ ποὺ σαλεύουν
Μόνο ν᾿ ἀνάψουνε στὰ βουνὰ οἱ στέγες τῶν ἐρημοκκλησιῶν μὲ τὸ μεράκι τοῦ ἀποσπερίτη
Νὰ κυματίσουνε τὰ πουλιὰ στῆς λεμονιᾶς τὰ κατάρτια
Μὲ τῆς καινούργιας περπατησιᾶς τὸ σταθερὸ ἄσπρο φύσημα
Καὶ τότε θα ’ρθουν ἀέρηδες σώματα κύκνων ποὺ μείνανε ἄσπιλοι τρυφεροὶ καὶ ἀκίνητοι
Μὲς στοὺς ὁδοστρωτῆρες τῶν μαγαζιῶν μέσα στῶν λαχανόκηπων τοὺς κυκλῶνες
Ὅταν τὰ μάτια τῶν γυναικῶν γίναν κάρβουνα κι ἔσπασαν οἱ καρδιὲς τῶν καστανάδων
Ὅταν ὁ θερισμὸς ἐσταμάτησε κι ἄρχισαν οἱ ἐλπίδες τῶν γρύλων
Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν κι ἐσεῖς παλικάρια μου μὲ τὸ κρασὶ τὰ φιλιὰ καὶ τὰ φύλλα στὸ στόμα σας
Θέλω νὰ βγεῖτε γυμνοὶ στὰ ποτάμια
Νὰ τραγουδῆστε τὴ Μπαρμπαριὰ ὅπως ὁ ξυλουργὸς κυνηγάει τοὺς σκίνους
Ὅπως περνάει ἡ ὄχεντρα μὲς ἀπ᾿ τὰ περιβόλια τῶν κριθαριῶν
Μὲ τὰ περήφανα μάτια της ὀργισμένα
Κι ὅπως οἱ ἀστραπὲς ἁλωνίζουν τὰ νιάτα.
Καὶ μὴ γελᾶς καὶ μὴν κλαῖς καὶ μὴ χαίρεσαι
Μὴ σφίγγεις ἄδικα τὰ παπούτσια σου σὰ νὰ φυτεύεις πλατάνια
Μὴ γίνεσαι ΠEΠPΩMENON
Γιατί δὲν εἶναι ὁ σταυραητὸς ἕνα κλεισμένο συρτάρι
Δὲν εἶναι δάκρυ κορομηλιᾶς οὔτε χαμόγελο νούφαρου
Οὔτε φανέλα περιστεριοῦ καὶ μαντολίνο Σουλτάνου
Οὔτε μεταξωτὴ φορεσιὰ γιὰ τὸ κεφάλι τῆς φάλαινας.
Εἶναι πριόνι θαλασσινὸ ποὺ πετσοκόβει τοὺς γλάρους
Εἶναι προσκέφαλο μαραγκοῦ εἶναι ρολόι ζητιάνου
Εἶναι φωτιὰ σ᾿ ἕνα γύφτικο ποὺ κοροϊδεύει τὶς παπαδιὲς καὶ νανουρίζει τὰ κρίνα
Εἶναι τῶν Τούρκων συμπεθεριὸ τῶν Αὐστραλῶν πανηγύρι
Εἶναι λημέρι τῶν Οὕγγρων
Ποὺ τὸ χινόπωρο οἱ φουντουκιὲς πᾶνε κρυφὰ κι ἀνταμώνουνται
Βλέπουν τοὺς φρόνιμους πελαργοὺς νὰ βάφουν μαῦρα τ᾿ αὐγά τους
Καὶ τόνε κλαῖνε κι αὐτὲς
Καῖνε τὰ νυχτικά τους καὶ φοροῦν τὸ μισοφόρι τῆς πάπιας
Στρώνουν ἀστέρια καταγῆς γιὰ νὰ πατήσουν οἱ βασιλιάδες
Μὲ τ᾿ ἀσημένια τους χαϊμαλιὰ μὲ τὴν κορόνα καὶ τὴν πορφύρα
Σκορπᾶνε δεντρολίβανο στὶς βραγιὲς
Γιὰ νὰ περάσουν οἱ ποντικοὶ νὰ πᾶνε σ᾿ ἄλλο κελλάρι
Νὰ μποῦνε σ᾿ ἄλλες ἐκκλησιὲς νὰ φᾶν τὶς Ἅγιες Τράπεζες
Κι οἱ κουκουβάγιες παιδιά μου
Οἱ κουκουβάγιες οὐρλιάζουνε
Κι οἱ πεθαμένες καλογριὲς σηκώνουνται νὰ χορέψουν
Μὲ ντέφια τούμπανα καὶ βιολιὰ μὲ πίπιζες καὶ λαγοῦτα
Μὲ φλάμπουρα καὶ μὲ θυμιατὰ μὲ βότανα καὶ μαγνάδια
Μὲ τῆς ἀρκούδας τὸ βρακὶ στὴν παγωμένη κοιλάδα
Τρῶνε τὰ μανιτάρια τῶν κουναβιῶν
Παίζουν κορόνα-γράμματα τὸ δαχτυλίδι τ᾿ Ἁι-Γιαννιοῦ καὶ τὰ φλουριὰ τοῦ Ἀράπη
Περιγελᾶνε τὶς μάγισσες
Κόβουν τὰ γένια ἑνὸς παπᾶ μὲ τοῦ Κολοκοτρώνη τὸ γιαταγάνι
Λούζονται μὲς στὴν ἄχνη τοῦ λιβανιοῦ
Κι ὕστερα ψέλνοντας ἀργὰ μπαίνουν ξανὰ στὴ γῆ καὶ σωπαίνουν
Ὅπως σωπαίνουν τὰ κύματα ὅπως ὁ κοῦκος τὴ χαραυγὴ ὅπως ὁ λύχνος τὸ βράδυ.
Ἔτσι σ᾿ ἕνα πιθάρι βαθὺ τὸ σταφύλι ξεραίνεται καὶ στὸ καμπαναριὸ μιᾶς συκιᾶς κιτρινίζει τὸ μῆλο
Ἔτσι μὲ μιὰ γραβάτα φανταχτερὴ
Στὴν τέντα τῆς κληματαριᾶς τὸ καλοκαίρι ἀνασαίνει
Ἔτσι κοιμᾶται ὁλόγυμνη μέσα στὶς ἄσπρες κερασιὲς μιὰ τρυφερή μου ἀγάπη
Ἕνα κορίτσι ἀμάραντο σὰ μυγδαλιᾶς κλωνάρι
Μὲ τὸ κεφάλι στὸν ἀγκώνα της γερτὸ καὶ τὴν παλάμη πάνω στὸ φλουρί της
Πάνω στὴν πρωινή του θαλπωρὴ ὅταν σιγὰ σιγὰ σὰν τὸν κλέφτη
Ἀπὸ τὸ παραθύρι τῆς ἄνοιξης μπαίνει ὁ αὐγερινὸς νὰ τὴν ξυπνήσει!
Λένε πὼς τρέμουν τὰ βουνὰ καὶ πὼς θυμώνουν τὰ ἔλατα
Ὅταν ἡ νύχτα ροκανάει τὶς πρόκες τῶν κεραμιδιῶν νὰ μποῦν οἱ καλικάντζαροι μέσα
Ὅταν ρουφάει ἡ κόλαση τὸν ἀφρισμένο μόχθο τῶν χειμάρρων
Ἢ ὅταν ἡ χωρίστρα τῆς πιπεριᾶς γίνεται τοῦ βοριᾶ κλωτσοσκούφι.
Μόνο τὰ βόδια τῶν Ἀχαιῶν μὲς στὰ παχιὰ λιβάδια τῆς Θεσσαλίας
Βόσκουν ἀκμαῖα καὶ δυνατὰ μὲ τὸν αἰώνιο ἥλιο ποὺ τὰ κοιτάζει
Τρῶνε χορτάρι πράσινο φύλλα τῆς λεύκας σέλινα πίνουνε καθαρὸ νερὸ μὲς στ᾿ αὐλάκια
Μυρίζουν τὸν ἱδρώτα τῆς γῆς κι ὕστερα πέφτουνε βαριὰ κάτω ἀπ᾿ τὸν ἴσκιο τῆς ἰτιᾶς νὰ κοιμηθοῦνε.
Πετᾶτε τοὺς νεκροὺς εἶπ᾿ ὁ Ἡράκλειτος κι εἶδε τὸν οὐρανὸ νὰ χλωμιάζει
Κι εἶδε στὴ λάσπη δυὸ μικρὰ κυκλάμινα νὰ φιλιοῦνται
Κι ἔπεσε νὰ φιλήσει κι αὐτὸς τὸ πεθαμένο σῶμα του μὲς στὸ φιλόξενο χῶμα
Ὅπως ὁ λύκος κατεβαίνει ἀπ᾿ τοὺς δρυμοὺς νὰ δεῖ τὸ ψόφιο σκυλὶ καὶ νὰ κλάψει.
Τί νὰ μοῦ κάμει ἡ σταλαγματιὰ ποὺ λάμπει στὸ μέτωπό σου;
Τὸ ξέρω πάνω στὰ χείλια σου ἔγραψε ὁ κεραυνὸς τ᾿ ὄνομά του
Τὸ ξέρω μέσα στὰ μάτια σου ἔχτισε ἕνας ἀητὸς τὴ φωλιά του
Μὰ ἐδῶ στὴν ὄχτη τὴν ὑγρὴ μόνο ἕνας δρόμος ὑπάρχει
Μόνο ἕνας δρόμος ἀπατηλὸς καὶ πρέπει νὰ τὸν περάσεις
Πρέπει στὸ αἷμα νὰ βουτηχτεῖς πρὶν ὁ καιρὸς σὲ προφτάσει
Καὶ νὰ διαβεῖς ἀντίπερα νὰ ξαναβρεῖς τοὺς συντρόφους σου
Ἄνθη πουλιὰ ἐλάφια
Νὰ βρεῖς μιὰν ἄλλη θάλασσα μιὰν ἄλλη ἁπαλοσύνη
Νὰ πιάσεις ἀπὸ τὰ λουριὰ τοῦ Ἀχιλλέα τ᾿ ἄλογα
Ἀντὶ νὰ κάθεσαι βουβὴ τὸν ποταμὸ νὰ μαλώνεις
Τὸν ποταμὸ νὰ λιθοβολεῖς ὅπως ἡ μάνα τοῦ Κίτσου.
Γιατί κι ἐσὺ θά ῾χεις χαθεῖ κι ἡ ὀμορφιά σου θα ’χει γεράσει.
Μέσα στοὺς κλώνους μιᾶς λυγαριᾶς βλέπω τὸ παιδικό σου πουκάμισο νὰ στεγνώνει
Πάρ᾿ το σημαία τῆς ζωῆς νὰ σαβανώσεις τὸ θάνατο
Κι ἂς μὴ λυγίσει ἡ καρδιά σου
Κι ἂς μὴν κυλήσει τὸ δάκρυ σου πάνω στὴν ἀδυσώπητη τούτη γῆ
Ὅπως ἐκύλησε μιὰ φορὰ στὴν παγωμένη ἐρημιὰ τὸ δάκρυ τοῦ πιγκουίνου
Δὲν ὠφελεῖ τὸ παράπονο
Ἴδια παντοῦ θα ’ναι ἡ ζωὴ μὲ τὸ σουραύλι τῶν φιδιῶν στὴ χώρα τῶν φαντασμάτων
Μὲ τὸ τραγούδι τῶν ληστῶν στὰ δάση τῶν ἀρωμάτων
Μὲ τὸ μαχαίρι ἑνὸς καημοῦ στὰ μάγουλα τῆς ἐλπίδας
Μὲ τὸ μαράζι μιᾶς ἄνοιξης στὰ φυλλοκάρδια τοῦ γκιώνη
Φτάνει ἕνα ἀλέτρι νὰ βρεθεῖ κι ἕνα δρεπάνι κοφτερὸ σ᾿ ἕνα χαρούμενο χέρι
Φτάνει ν᾿ ἀνθίσει μόνο
Λίγο στάρι γιὰ τὶς γιορτὲς λίγο κρασὶ γιὰ τὴ θύμηση λίγο νερὸ γιὰ τὴ σκόνη...
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ ἥλιος δὲν ἀνατέλλει
Μόνο σκουλήκια βγαίνουνε νὰ κοροϊδέψουν τ᾿ ἄστρα
Μόνο φυτρώνουν ἄλογα στὶς μυρμηγκοφωλιὲς
Καὶ νυχτερίδες τρῶν πουλιὰ καὶ κατουρᾶνε σπέρμα.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ δὲ βασιλεύει ἡ νύχτα
Μόνο ξερνᾶν οἱ φυλλωσιὲς ἕνα ποτάμι δάκρυα
Ὅταν περνάει ὁ διάβολος νὰ καβαλήσει τὰ σκυλιὰ
Καὶ τὰ κοράκια κολυμπᾶν σ᾿ ἕνα πηγάδι μ᾿ αἷμα.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ τὸ μάτι ἔχει στερέψει
Ἔχει παγώσει τὸ μυαλὸ κι ἔχει ἡ καρδιὰ πετρώσει
Κρέμονται σάρκες βατραχιῶν στὰ δόντια τῆς ἀράχνης
Σκούζουν ἀκρίδες νηστικὲς σὲ βρυκολάκων πόδια.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ βγαίνει χορτάρι μαῦρο
Μόνο ἕνα βράδυ τοῦ Μαγιοῦ πέρασε ἕνας ἀγέρας
Ἕνα περπάτημα ἐλαφρὺ σὰ σκίρτημα τοῦ κάμπου
Ἕνα φιλὶ τῆς θάλασσας τῆς ἀφροστολισμένης.
Κι ἂν θὰ διψάσεις γιὰ νερὸ θὰ στίψουμε ἕνα σύννεφο
Κι ἂν θὰ πεινάσεις γιὰ ψωμὶ θὰ σφάξουμε ἕνα ἀηδόνι
Μόνο καρτέρει μιὰ στιγμὴ ν᾿ ἀνοίξει ὁ πικραπήγανος
N᾿ ἀστράψει ὁ μαῦρος οὐρανὸς νὰ λουλουδίσει ὁ φλόμος.
Μὰ εἶταν ἀγέρας κι ἔφυγε κορυδαλλὸς κι ἐχάθη
Εἶταν τοῦ Μάη τὸ πρόσωπο τοῦ φεγγαριοῦ ἡ ἀσπράδα
Ἕνα περπάτημα ἐλαφρὺ σὰ σκίρτημα τοῦ κάμπου
Ἕνα φιλὶ τῆς θάλασσας τῆς ἀφροστολισμένης.
Ξύπνησε γάργαρο νερὸ ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ πεύκου / νὰ βρεῖς τὰ μάτια τῶν σπουργιτιῶν καὶ νὰ τὰ ζωντανέψεις / ποτίζοντας τὸ χῶμα μὲ μυρωδιὰ βασιλικοῦ καὶ μὲ σφυρίγματα σαύρας. Τὸ ξέρω / εἶσαι μιὰ φλέβα γυμνὴ κάτω ἀπὸ τὸ φοβερὸ βλέμμα τοῦ ἄνεμου / εἶσαι μιὰ σπίθα βουβὴ μέσα στὸ λαμπερὸ πλῆθος τῶν ἄστρων. Δὲ σὲ προσέχει κανεὶς / κανεὶς δὲ σταματᾶ ν᾿ ἀκούσει τὴν ἀνάσα σου / μὰ σὺ μὲ τὸ βαρύ σου περπάτημα μὲς στὴν ἀγέρωχη φύση / θὰ φτάσεις μιὰ μέρα στὰ φύλλα τῆς βερυκοκιᾶς / θ᾿ ἀνέβεις στὰ λυγερὰ κορμιὰ τῶν μικρῶν σπάρτων / καὶ θὰ κυλήσεις ἀπὸ τὰ μάτια μιᾶς ἀγαπητικιᾶς / σὰν ἐφηβικὸ φεγγάρι. // Ὑπάρχει μιὰ πέτρα ἀθάνατη ποὺ κάποτε / περαστικὸς ἕνας ἀνθρώπινος ἄγγελος / ἔγραψε τ᾿ ὄνομά του ἐπάνω της / κι ἕνα τραγούδι ποὺ δὲν τὸ ξέρει ἀκόμα κανεὶς / οὔτε τὰ πιὸ τρελὰ παιδιὰ οὔτε τὰ πιὸ σοφὰ τ᾿ ἀηδόνια. Εἶναι κλεισμένη τώρα σὲ μιὰ σπηλιὰ τοῦ βουνοῦ Ντέβι / μέσα στὶς λαγκαδιὲς καὶ στὰ φαράγγια τῆς πατρικῆς μου γῆς / μὰ ὅταν ἀνοίξει κάποτε καὶ τιναχτεῖ ἐνάντια στὴ φθορὰ καὶ στὸ χρόνο αὐτὸ τὸ ἀγγελικὸ τραγούδι / θὰ πάψει ξαφνικὰ ἡ βροχὴ καὶ θὰ στεγνώσουν οἱ λάσπες / τὰ χιόνια θὰ λιώσουν στὰ βουνὰ / θὰ κελαηδήσει ὁ ἄνεμος / τὰ χελιδόνια θ᾿ ἀναστηθοῦν / οἱ λυγαριὲς θὰ ριγήσουν / κι οἱ ἄνθρωποι μὲ τὰ κρύα μάτια καὶ τὰ χλωμὰ πρόσωπα / ὅταν ἀκούσουν τὶς καμπάνες νὰ χτυπᾶν μέσα στὰ ραγισμένα καμπαναριὰ μοναχές τους / θὰ βροῦν καπέλα γιορτινὰ νὰ φορέσουν καὶ φιόγκους φανταχτεροὺς νὰ δέσουν στὰ παπούτσια τους. // Γιατὶ τότε κανεὶς δὲ θ᾿ ἀστειεύεται πιὰ / τὸ αἷμα τῶν ρυακιῶν θὰ ξεχειλίσει / τὰ ζῶα θὰ κόψουν τὰ χαλινάρια τους στὰ παχνιὰ / τὸ χόρτο θὰ πρασινίσει στοὺς στάβλους / στὰ κεραμίδια θὰ πεταχτοῦν ὁλόχλωρες παπαροῦνες καὶ μάηδες / καὶ σ᾿ ὅλα τὰ σταυροδρόμια θ᾿ ἀνάψουν κόκκινες φωτιὲς τὰ μεσάνυχτα. Τότε θὰ ’ρθοῦν σιγὰ-σιγὰ τὰ φοβισμένα κορίτσια / γιὰ νὰ πετάξουν τὸ τελευταῖο τους ροῦχο στὴ φωτιὰ / κι ὁλόγυμνα θὰ χορέψουν τριγύρω της ὅπως τὴν ἐποχὴ ἀκριβῶς ποὺ ἤμασταν κι ἐμεῖς νέοι / κι ἄνοιγε ἕνα παράθυρο τὴν αὐγὴ / γιὰ νὰ φυτρώσει στὸ στῆθος τους ἕνα φλογάτο γαρύφαλο. // Παιδιὰ / ἴσως ἡ μνήμη τῶν προγόνων νὰ εἶναι βαθύτερη παρηγοριὰ καὶ πιὸ πολύτιμη συντροφιὰ ἀπὸ μία χούφτα ροδόσταμο / καὶ τὸ μεθύσι τῆς ὀμορφιᾶς τίποτε διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν κοιμισμένη τριανταφυλλιά τοῦ Εὐρώτα. Καληνύχτα λοιπὸν / βλέπω σωροὺς πεφτάστερα νὰ σᾶς λικνίζουν τὰ ὄνειρα / μὰ ἐγὼ κρατῶ στὰ δάχτυλά μου τὴ μουσικὴ γιὰ μία καλύτερη μέρα. Οἱ ταξιδιῶτες τῶν Ἰνδιῶν ξέρουνε περισσότερα νὰ σᾶς ποῦν ἀπ᾿ τοὺς Βυζαντινοὺς χρονογράφους.
Ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὸν ροῦν τῆς μυστηριώδους ζωῆς του
Κατέλιπεν εἰς τοὺς ἀπογόνους του δείγματα πολλαπλὰ καὶ ἀντάξια τῆς ἀθανάτου καταγωγῆς του
Ὅπως ἐπίσης κατέλιπεν ἴχνη τῶν ἐρειπίων τοῦ λυκαυγοῦς χιονοστιβάδας οὐρανίων ἑρπετῶν χαρταετοὺς ἀδάμαντας καὶ βλέμματα ὑακίνθων
Ἐν μέσῳ ἀναστεναγμῶν δακρύων πείνης οἰμωγῶν καὶ τέφρας ὑπογείων φρεάτων.
Πόσο πολὺ σὲ ἀγάπησα ἐγὼ μονάχα τὸ ξέρω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ᾿ ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας
Καὶ μὲ τὴ χαίτη τοῦ φεγγαριοῦ σ᾿ ἀγκάλιασα καὶ χορέψαμε μὲς στοὺς καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στὴ θερισμένη καλαμιὰ καὶ φάγαμε μαζὶ τὸ κομμένο τριφύλλι
Μαύρη μεγάλη θάλασσα μὲ τόσα βότσαλα τριγύρω στὸ λαιμὸ τόσα χρωματιστὰ πετράδια στὰ μαλλιά σου.
Ἕνα καράβι μπαίνει στὸ γιαλὸ ἕνα μαγκανοπήγαδο σκουριασμένο βογγάει
Μιὰ τούφα γαλανὸς καπνὸς μὲς στὸ τριανταφυλλὶ τοῦ ὁρίζοντα
Ἴδιος μὲ τὴ φτερούγα τοῦ γερανοῦ ποὺ σπαράζει
Στρατιὲς χελιδονιῶν περιμένουνε νὰ ποῦν στοὺς ἀντρειωμένους τὸ καλωσόρισες
Μπράτσα σηκώνουνται γυμνὰ μὲ χαραγμένες ἄγκυρες στὴ μασχάλη
Μπερδεύουνται κραυγὲς παιδιῶν μὲ τὸ κελάδημα τοῦ πουνέντε
Μέλισσες μπαινοβγαίνουνε μὲς στὰ ρουθούνια τῶν ἀγελάδων
Μαντήλια καλαματιανὰ κυματίζουνε
Καὶ μιὰ καμπάνα μακρινὴ βάφει τὸν οὐρανὸ μὲ λουλάκι
Σὰν τὴ φωνὴ κάποιου σήμαντρου ποὺ ταξιδεύει μέσα στ᾿ ἀστέρια
Τόσους αἰῶνες φευγάτο
Ἀπὸ τῶν Γότθων τὴν ψυχὴ κι ἀπὸ τοὺς τρούλους τῆς Βαλτιμόρης
Κι ἀπ᾿ τὴ χαμένη Ἁγια-Σοφιὰ τὸ μέγα μοναστήρι.
Μὰ πάνω στ᾿ ἀψηλὰ βουνὰ ποιοὶ να ’ναι αὐτοὶ ποὺ κοιτᾶνε
Μὲ τὴν ἀκύμαντη ματιὰ καὶ τὸ γαλήνιο πρόσωπο;
Ποιᾶς πυρκαγιᾶς νά ῾ναι ἀντίλαλος αὐτὸς ὁ κουρνιαχτὸς στὸν ἀγέρα;
Μήνα ὁ Καλύβας πολεμάει μήνα ὁ Λεβεντογιάννης;
Μήπως ἀμάχη ἐπιάσανεν οἱ Γερμανοὶ μὲ τοὺς Μανιάτες;
Οὐδ᾿ ὁ Καλύβας πολεμάει κι οὐδ᾿ ὁ Λεβεντογιάννης
Οὔτε κι ἀμάχη ἐπιάσανεν οἱ Γερμανοὶ μὲ τοὺς Μανιάτες.
Πύργοι φυλᾶνε σιωπηλοὶ μιὰ στοιχειωμένη πριγκίπισσα
Κορφὲς κυπαρισσιῶν συντροφεύουνε μιὰ πεθαμένη ἀνεμώνη
Τσοπαναρέοι ἀτάραχοι μ᾿ ἕνα καλάμι φλαμουριᾶς λένε τὸ πρωινό τους τραγούδι
Ἕνας ἀνόητος κυνηγὸς ρίχνει μιὰ ντουφεκιὰ στὰ τρυγόνια
Κι ἕνας παλιὸς ἀνεμόμυλος λησμονημένος ἀπ᾿ ὅλους
Μὲ μία βελόνα δελφινιοῦ ράβει τὰ σάπια του πανιὰ μοναχός του
Καὶ κατεβαίνει ἀπ᾿ τὶς πλαγιὲς μὲ τὸν καράγιαλη πρίμα
Ὅπως κατέβαινε ὁ Ἄδωνις στὰ μονοπάτια τοῦ Χελμοῦ νὰ πεῖ μιὰ καλησπέρα τῆς Γκόλφως.
Χρόνια καὶ χρόνια πάλεψα μὲ τὸ μελάνι καὶ τὸ σφυρὶ βασανισμένη καρδιά μου
Μὲ τὸ χρυσάφι καὶ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ σοῦ κάμω ἕνα κέντημα
Ἕνα ζουμπούλι πορτοκαλιᾶς
Μιὰν ἀνθισμένη κυδωνιὰ νὰ σὲ παρηγορήσω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ᾿ ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας
Καὶ μὲ τὴ χαίτη τοῦ φεγγαριοῦ σ᾿ ἀγκάλιασα καὶ χορέψαμε μὲς στοὺς καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στὴ θερισμένη καλαμιὰ καὶ φάγαμε μαζὶ τὸ κομμένο τριφύλλι
Μαύρη μεγάλη μοναξιὰ μὲ τόσα βότσαλα τριγύρω στὸ λαιμὸ τόσα χρωματιστὰ πετράδια στὰ μαλλιά σου.
Οἱ ναυαγοὶ κοιμήθηκαν ἥμεροι σὰν ἀγρίμια νεκρὰ μέσα στῶν σφουγγαριῶν τὰ σεντόνια
Ἀλλὰ τὰ μάτια τῶν φυκιῶν εἶναι στραμμένα στὴ θάλασσα
Μήπως τοὺς ξαναφέρει ὁ νοτιὰς μὲ τὰ φρεσκοβαμμένα λατίνια
Κι ἕνας χαμένος ἐλέφαντας ἀξίζει πάντοτε πιὸ πολὺ ἀπὸ δυὸ στήθια κοριτσιοῦ ποὺ σαλεύουν
Μόνο ν᾿ ἀνάψουνε στὰ βουνὰ οἱ στέγες τῶν ἐρημοκκλησιῶν μὲ τὸ μεράκι τοῦ ἀποσπερίτη
Νὰ κυματίσουνε τὰ πουλιὰ στῆς λεμονιᾶς τὰ κατάρτια
Μὲ τῆς καινούργιας περπατησιᾶς τὸ σταθερὸ ἄσπρο φύσημα
Καὶ τότε θα ’ρθουν ἀέρηδες σώματα κύκνων ποὺ μείνανε ἄσπιλοι τρυφεροὶ καὶ ἀκίνητοι
Μὲς στοὺς ὁδοστρωτῆρες τῶν μαγαζιῶν μέσα στῶν λαχανόκηπων τοὺς κυκλῶνες
Ὅταν τὰ μάτια τῶν γυναικῶν γίναν κάρβουνα κι ἔσπασαν οἱ καρδιὲς τῶν καστανάδων
Ὅταν ὁ θερισμὸς ἐσταμάτησε κι ἄρχισαν οἱ ἐλπίδες τῶν γρύλων
Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν κι ἐσεῖς παλικάρια μου μὲ τὸ κρασὶ τὰ φιλιὰ καὶ τὰ φύλλα στὸ στόμα σας
Θέλω νὰ βγεῖτε γυμνοὶ στὰ ποτάμια
Νὰ τραγουδῆστε τὴ Μπαρμπαριὰ ὅπως ὁ ξυλουργὸς κυνηγάει τοὺς σκίνους
Ὅπως περνάει ἡ ὄχεντρα μὲς ἀπ᾿ τὰ περιβόλια τῶν κριθαριῶν
Μὲ τὰ περήφανα μάτια της ὀργισμένα
Κι ὅπως οἱ ἀστραπὲς ἁλωνίζουν τὰ νιάτα.
Καὶ μὴ γελᾶς καὶ μὴν κλαῖς καὶ μὴ χαίρεσαι
Μὴ σφίγγεις ἄδικα τὰ παπούτσια σου σὰ νὰ φυτεύεις πλατάνια
Μὴ γίνεσαι ΠEΠPΩMENON
Γιατί δὲν εἶναι ὁ σταυραητὸς ἕνα κλεισμένο συρτάρι
Δὲν εἶναι δάκρυ κορομηλιᾶς οὔτε χαμόγελο νούφαρου
Οὔτε φανέλα περιστεριοῦ καὶ μαντολίνο Σουλτάνου
Οὔτε μεταξωτὴ φορεσιὰ γιὰ τὸ κεφάλι τῆς φάλαινας.
Εἶναι πριόνι θαλασσινὸ ποὺ πετσοκόβει τοὺς γλάρους
Εἶναι προσκέφαλο μαραγκοῦ εἶναι ρολόι ζητιάνου
Εἶναι φωτιὰ σ᾿ ἕνα γύφτικο ποὺ κοροϊδεύει τὶς παπαδιὲς καὶ νανουρίζει τὰ κρίνα
Εἶναι τῶν Τούρκων συμπεθεριὸ τῶν Αὐστραλῶν πανηγύρι
Εἶναι λημέρι τῶν Οὕγγρων
Ποὺ τὸ χινόπωρο οἱ φουντουκιὲς πᾶνε κρυφὰ κι ἀνταμώνουνται
Βλέπουν τοὺς φρόνιμους πελαργοὺς νὰ βάφουν μαῦρα τ᾿ αὐγά τους
Καὶ τόνε κλαῖνε κι αὐτὲς
Καῖνε τὰ νυχτικά τους καὶ φοροῦν τὸ μισοφόρι τῆς πάπιας
Στρώνουν ἀστέρια καταγῆς γιὰ νὰ πατήσουν οἱ βασιλιάδες
Μὲ τ᾿ ἀσημένια τους χαϊμαλιὰ μὲ τὴν κορόνα καὶ τὴν πορφύρα
Σκορπᾶνε δεντρολίβανο στὶς βραγιὲς
Γιὰ νὰ περάσουν οἱ ποντικοὶ νὰ πᾶνε σ᾿ ἄλλο κελλάρι
Νὰ μποῦνε σ᾿ ἄλλες ἐκκλησιὲς νὰ φᾶν τὶς Ἅγιες Τράπεζες
Κι οἱ κουκουβάγιες παιδιά μου
Οἱ κουκουβάγιες οὐρλιάζουνε
Κι οἱ πεθαμένες καλογριὲς σηκώνουνται νὰ χορέψουν
Μὲ ντέφια τούμπανα καὶ βιολιὰ μὲ πίπιζες καὶ λαγοῦτα
Μὲ φλάμπουρα καὶ μὲ θυμιατὰ μὲ βότανα καὶ μαγνάδια
Μὲ τῆς ἀρκούδας τὸ βρακὶ στὴν παγωμένη κοιλάδα
Τρῶνε τὰ μανιτάρια τῶν κουναβιῶν
Παίζουν κορόνα-γράμματα τὸ δαχτυλίδι τ᾿ Ἁι-Γιαννιοῦ καὶ τὰ φλουριὰ τοῦ Ἀράπη
Περιγελᾶνε τὶς μάγισσες
Κόβουν τὰ γένια ἑνὸς παπᾶ μὲ τοῦ Κολοκοτρώνη τὸ γιαταγάνι
Λούζονται μὲς στὴν ἄχνη τοῦ λιβανιοῦ
Κι ὕστερα ψέλνοντας ἀργὰ μπαίνουν ξανὰ στὴ γῆ καὶ σωπαίνουν
Ὅπως σωπαίνουν τὰ κύματα ὅπως ὁ κοῦκος τὴ χαραυγὴ ὅπως ὁ λύχνος τὸ βράδυ.
Ἔτσι σ᾿ ἕνα πιθάρι βαθὺ τὸ σταφύλι ξεραίνεται καὶ στὸ καμπαναριὸ μιᾶς συκιᾶς κιτρινίζει τὸ μῆλο
Ἔτσι μὲ μιὰ γραβάτα φανταχτερὴ
Στὴν τέντα τῆς κληματαριᾶς τὸ καλοκαίρι ἀνασαίνει
Ἔτσι κοιμᾶται ὁλόγυμνη μέσα στὶς ἄσπρες κερασιὲς μιὰ τρυφερή μου ἀγάπη
Ἕνα κορίτσι ἀμάραντο σὰ μυγδαλιᾶς κλωνάρι
Μὲ τὸ κεφάλι στὸν ἀγκώνα της γερτὸ καὶ τὴν παλάμη πάνω στὸ φλουρί της
Πάνω στὴν πρωινή του θαλπωρὴ ὅταν σιγὰ σιγὰ σὰν τὸν κλέφτη
Ἀπὸ τὸ παραθύρι τῆς ἄνοιξης μπαίνει ὁ αὐγερινὸς νὰ τὴν ξυπνήσει!
Λένε πὼς τρέμουν τὰ βουνὰ καὶ πὼς θυμώνουν τὰ ἔλατα
Ὅταν ἡ νύχτα ροκανάει τὶς πρόκες τῶν κεραμιδιῶν νὰ μποῦν οἱ καλικάντζαροι μέσα
Ὅταν ρουφάει ἡ κόλαση τὸν ἀφρισμένο μόχθο τῶν χειμάρρων
Ἢ ὅταν ἡ χωρίστρα τῆς πιπεριᾶς γίνεται τοῦ βοριᾶ κλωτσοσκούφι.
Μόνο τὰ βόδια τῶν Ἀχαιῶν μὲς στὰ παχιὰ λιβάδια τῆς Θεσσαλίας
Βόσκουν ἀκμαῖα καὶ δυνατὰ μὲ τὸν αἰώνιο ἥλιο ποὺ τὰ κοιτάζει
Τρῶνε χορτάρι πράσινο φύλλα τῆς λεύκας σέλινα πίνουνε καθαρὸ νερὸ μὲς στ᾿ αὐλάκια
Μυρίζουν τὸν ἱδρώτα τῆς γῆς κι ὕστερα πέφτουνε βαριὰ κάτω ἀπ᾿ τὸν ἴσκιο τῆς ἰτιᾶς νὰ κοιμηθοῦνε.
Πετᾶτε τοὺς νεκροὺς εἶπ᾿ ὁ Ἡράκλειτος κι εἶδε τὸν οὐρανὸ νὰ χλωμιάζει
Κι εἶδε στὴ λάσπη δυὸ μικρὰ κυκλάμινα νὰ φιλιοῦνται
Κι ἔπεσε νὰ φιλήσει κι αὐτὸς τὸ πεθαμένο σῶμα του μὲς στὸ φιλόξενο χῶμα
Ὅπως ὁ λύκος κατεβαίνει ἀπ᾿ τοὺς δρυμοὺς νὰ δεῖ τὸ ψόφιο σκυλὶ καὶ νὰ κλάψει.
Τί νὰ μοῦ κάμει ἡ σταλαγματιὰ ποὺ λάμπει στὸ μέτωπό σου;
Τὸ ξέρω πάνω στὰ χείλια σου ἔγραψε ὁ κεραυνὸς τ᾿ ὄνομά του
Τὸ ξέρω μέσα στὰ μάτια σου ἔχτισε ἕνας ἀητὸς τὴ φωλιά του
Μὰ ἐδῶ στὴν ὄχτη τὴν ὑγρὴ μόνο ἕνας δρόμος ὑπάρχει
Μόνο ἕνας δρόμος ἀπατηλὸς καὶ πρέπει νὰ τὸν περάσεις
Πρέπει στὸ αἷμα νὰ βουτηχτεῖς πρὶν ὁ καιρὸς σὲ προφτάσει
Καὶ νὰ διαβεῖς ἀντίπερα νὰ ξαναβρεῖς τοὺς συντρόφους σου
Ἄνθη πουλιὰ ἐλάφια
Νὰ βρεῖς μιὰν ἄλλη θάλασσα μιὰν ἄλλη ἁπαλοσύνη
Νὰ πιάσεις ἀπὸ τὰ λουριὰ τοῦ Ἀχιλλέα τ᾿ ἄλογα
Ἀντὶ νὰ κάθεσαι βουβὴ τὸν ποταμὸ νὰ μαλώνεις
Τὸν ποταμὸ νὰ λιθοβολεῖς ὅπως ἡ μάνα τοῦ Κίτσου.
Γιατί κι ἐσὺ θά ῾χεις χαθεῖ κι ἡ ὀμορφιά σου θα ’χει γεράσει.
Μέσα στοὺς κλώνους μιᾶς λυγαριᾶς βλέπω τὸ παιδικό σου πουκάμισο νὰ στεγνώνει
Πάρ᾿ το σημαία τῆς ζωῆς νὰ σαβανώσεις τὸ θάνατο
Κι ἂς μὴ λυγίσει ἡ καρδιά σου
Κι ἂς μὴν κυλήσει τὸ δάκρυ σου πάνω στὴν ἀδυσώπητη τούτη γῆ
Ὅπως ἐκύλησε μιὰ φορὰ στὴν παγωμένη ἐρημιὰ τὸ δάκρυ τοῦ πιγκουίνου
Δὲν ὠφελεῖ τὸ παράπονο
Ἴδια παντοῦ θα ’ναι ἡ ζωὴ μὲ τὸ σουραύλι τῶν φιδιῶν στὴ χώρα τῶν φαντασμάτων
Μὲ τὸ τραγούδι τῶν ληστῶν στὰ δάση τῶν ἀρωμάτων
Μὲ τὸ μαχαίρι ἑνὸς καημοῦ στὰ μάγουλα τῆς ἐλπίδας
Μὲ τὸ μαράζι μιᾶς ἄνοιξης στὰ φυλλοκάρδια τοῦ γκιώνη
Φτάνει ἕνα ἀλέτρι νὰ βρεθεῖ κι ἕνα δρεπάνι κοφτερὸ σ᾿ ἕνα χαρούμενο χέρι
Φτάνει ν᾿ ἀνθίσει μόνο
Λίγο στάρι γιὰ τὶς γιορτὲς λίγο κρασὶ γιὰ τὴ θύμηση λίγο νερὸ γιὰ τὴ σκόνη...
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ ἥλιος δὲν ἀνατέλλει
Μόνο σκουλήκια βγαίνουνε νὰ κοροϊδέψουν τ᾿ ἄστρα
Μόνο φυτρώνουν ἄλογα στὶς μυρμηγκοφωλιὲς
Καὶ νυχτερίδες τρῶν πουλιὰ καὶ κατουρᾶνε σπέρμα.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ δὲ βασιλεύει ἡ νύχτα
Μόνο ξερνᾶν οἱ φυλλωσιὲς ἕνα ποτάμι δάκρυα
Ὅταν περνάει ὁ διάβολος νὰ καβαλήσει τὰ σκυλιὰ
Καὶ τὰ κοράκια κολυμπᾶν σ᾿ ἕνα πηγάδι μ᾿ αἷμα.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ τὸ μάτι ἔχει στερέψει
Ἔχει παγώσει τὸ μυαλὸ κι ἔχει ἡ καρδιὰ πετρώσει
Κρέμονται σάρκες βατραχιῶν στὰ δόντια τῆς ἀράχνης
Σκούζουν ἀκρίδες νηστικὲς σὲ βρυκολάκων πόδια.
Στοῦ πικραμένου τὴν αὐλὴ βγαίνει χορτάρι μαῦρο
Μόνο ἕνα βράδυ τοῦ Μαγιοῦ πέρασε ἕνας ἀγέρας
Ἕνα περπάτημα ἐλαφρὺ σὰ σκίρτημα τοῦ κάμπου
Ἕνα φιλὶ τῆς θάλασσας τῆς ἀφροστολισμένης.
Κι ἂν θὰ διψάσεις γιὰ νερὸ θὰ στίψουμε ἕνα σύννεφο
Κι ἂν θὰ πεινάσεις γιὰ ψωμὶ θὰ σφάξουμε ἕνα ἀηδόνι
Μόνο καρτέρει μιὰ στιγμὴ ν᾿ ἀνοίξει ὁ πικραπήγανος
N᾿ ἀστράψει ὁ μαῦρος οὐρανὸς νὰ λουλουδίσει ὁ φλόμος.
Μὰ εἶταν ἀγέρας κι ἔφυγε κορυδαλλὸς κι ἐχάθη
Εἶταν τοῦ Μάη τὸ πρόσωπο τοῦ φεγγαριοῦ ἡ ἀσπράδα
Ἕνα περπάτημα ἐλαφρὺ σὰ σκίρτημα τοῦ κάμπου
Ἕνα φιλὶ τῆς θάλασσας τῆς ἀφροστολισμένης.
Ξύπνησε γάργαρο νερὸ ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ πεύκου / νὰ βρεῖς τὰ μάτια τῶν σπουργιτιῶν καὶ νὰ τὰ ζωντανέψεις / ποτίζοντας τὸ χῶμα μὲ μυρωδιὰ βασιλικοῦ καὶ μὲ σφυρίγματα σαύρας. Τὸ ξέρω / εἶσαι μιὰ φλέβα γυμνὴ κάτω ἀπὸ τὸ φοβερὸ βλέμμα τοῦ ἄνεμου / εἶσαι μιὰ σπίθα βουβὴ μέσα στὸ λαμπερὸ πλῆθος τῶν ἄστρων. Δὲ σὲ προσέχει κανεὶς / κανεὶς δὲ σταματᾶ ν᾿ ἀκούσει τὴν ἀνάσα σου / μὰ σὺ μὲ τὸ βαρύ σου περπάτημα μὲς στὴν ἀγέρωχη φύση / θὰ φτάσεις μιὰ μέρα στὰ φύλλα τῆς βερυκοκιᾶς / θ᾿ ἀνέβεις στὰ λυγερὰ κορμιὰ τῶν μικρῶν σπάρτων / καὶ θὰ κυλήσεις ἀπὸ τὰ μάτια μιᾶς ἀγαπητικιᾶς / σὰν ἐφηβικὸ φεγγάρι. // Ὑπάρχει μιὰ πέτρα ἀθάνατη ποὺ κάποτε / περαστικὸς ἕνας ἀνθρώπινος ἄγγελος / ἔγραψε τ᾿ ὄνομά του ἐπάνω της / κι ἕνα τραγούδι ποὺ δὲν τὸ ξέρει ἀκόμα κανεὶς / οὔτε τὰ πιὸ τρελὰ παιδιὰ οὔτε τὰ πιὸ σοφὰ τ᾿ ἀηδόνια. Εἶναι κλεισμένη τώρα σὲ μιὰ σπηλιὰ τοῦ βουνοῦ Ντέβι / μέσα στὶς λαγκαδιὲς καὶ στὰ φαράγγια τῆς πατρικῆς μου γῆς / μὰ ὅταν ἀνοίξει κάποτε καὶ τιναχτεῖ ἐνάντια στὴ φθορὰ καὶ στὸ χρόνο αὐτὸ τὸ ἀγγελικὸ τραγούδι / θὰ πάψει ξαφνικὰ ἡ βροχὴ καὶ θὰ στεγνώσουν οἱ λάσπες / τὰ χιόνια θὰ λιώσουν στὰ βουνὰ / θὰ κελαηδήσει ὁ ἄνεμος / τὰ χελιδόνια θ᾿ ἀναστηθοῦν / οἱ λυγαριὲς θὰ ριγήσουν / κι οἱ ἄνθρωποι μὲ τὰ κρύα μάτια καὶ τὰ χλωμὰ πρόσωπα / ὅταν ἀκούσουν τὶς καμπάνες νὰ χτυπᾶν μέσα στὰ ραγισμένα καμπαναριὰ μοναχές τους / θὰ βροῦν καπέλα γιορτινὰ νὰ φορέσουν καὶ φιόγκους φανταχτεροὺς νὰ δέσουν στὰ παπούτσια τους. // Γιατὶ τότε κανεὶς δὲ θ᾿ ἀστειεύεται πιὰ / τὸ αἷμα τῶν ρυακιῶν θὰ ξεχειλίσει / τὰ ζῶα θὰ κόψουν τὰ χαλινάρια τους στὰ παχνιὰ / τὸ χόρτο θὰ πρασινίσει στοὺς στάβλους / στὰ κεραμίδια θὰ πεταχτοῦν ὁλόχλωρες παπαροῦνες καὶ μάηδες / καὶ σ᾿ ὅλα τὰ σταυροδρόμια θ᾿ ἀνάψουν κόκκινες φωτιὲς τὰ μεσάνυχτα. Τότε θὰ ’ρθοῦν σιγὰ-σιγὰ τὰ φοβισμένα κορίτσια / γιὰ νὰ πετάξουν τὸ τελευταῖο τους ροῦχο στὴ φωτιὰ / κι ὁλόγυμνα θὰ χορέψουν τριγύρω της ὅπως τὴν ἐποχὴ ἀκριβῶς ποὺ ἤμασταν κι ἐμεῖς νέοι / κι ἄνοιγε ἕνα παράθυρο τὴν αὐγὴ / γιὰ νὰ φυτρώσει στὸ στῆθος τους ἕνα φλογάτο γαρύφαλο. // Παιδιὰ / ἴσως ἡ μνήμη τῶν προγόνων νὰ εἶναι βαθύτερη παρηγοριὰ καὶ πιὸ πολύτιμη συντροφιὰ ἀπὸ μία χούφτα ροδόσταμο / καὶ τὸ μεθύσι τῆς ὀμορφιᾶς τίποτε διαφορετικὸ ἀπὸ τὴν κοιμισμένη τριανταφυλλιά τοῦ Εὐρώτα. Καληνύχτα λοιπὸν / βλέπω σωροὺς πεφτάστερα νὰ σᾶς λικνίζουν τὰ ὄνειρα / μὰ ἐγὼ κρατῶ στὰ δάχτυλά μου τὴ μουσικὴ γιὰ μία καλύτερη μέρα. Οἱ ταξιδιῶτες τῶν Ἰνδιῶν ξέρουνε περισσότερα νὰ σᾶς ποῦν ἀπ᾿ τοὺς Βυζαντινοὺς χρονογράφους.
Ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὸν ροῦν τῆς μυστηριώδους ζωῆς του
Κατέλιπεν εἰς τοὺς ἀπογόνους του δείγματα πολλαπλὰ καὶ ἀντάξια τῆς ἀθανάτου καταγωγῆς του
Ὅπως ἐπίσης κατέλιπεν ἴχνη τῶν ἐρειπίων τοῦ λυκαυγοῦς χιονοστιβάδας οὐρανίων ἑρπετῶν χαρταετοὺς ἀδάμαντας καὶ βλέμματα ὑακίνθων
Ἐν μέσῳ ἀναστεναγμῶν δακρύων πείνης οἰμωγῶν καὶ τέφρας ὑπογείων φρεάτων.
Πόσο πολὺ σὲ ἀγάπησα ἐγὼ μονάχα τὸ ξέρω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ᾿ ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας
Καὶ μὲ τὴ χαίτη τοῦ φεγγαριοῦ σ᾿ ἀγκάλιασα καὶ χορέψαμε μὲς στοὺς καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στὴ θερισμένη καλαμιὰ καὶ φάγαμε μαζὶ τὸ κομμένο τριφύλλι
Μαύρη μεγάλη θάλασσα μὲ τόσα βότσαλα τριγύρω στὸ λαιμὸ τόσα χρωματιστὰ πετράδια στὰ μαλλιά σου.
Ἕνα καράβι μπαίνει στὸ γιαλὸ ἕνα μαγκανοπήγαδο σκουριασμένο βογγάει
Μιὰ τούφα γαλανὸς καπνὸς μὲς στὸ τριανταφυλλὶ τοῦ ὁρίζοντα
Ἴδιος μὲ τὴ φτερούγα τοῦ γερανοῦ ποὺ σπαράζει
Στρατιὲς χελιδονιῶν περιμένουνε νὰ ποῦν στοὺς ἀντρειωμένους τὸ καλωσόρισες
Μπράτσα σηκώνουνται γυμνὰ μὲ χαραγμένες ἄγκυρες στὴ μασχάλη
Μπερδεύουνται κραυγὲς παιδιῶν μὲ τὸ κελάδημα τοῦ πουνέντε
Μέλισσες μπαινοβγαίνουνε μὲς στὰ ρουθούνια τῶν ἀγελάδων
Μαντήλια καλαματιανὰ κυματίζουνε
Καὶ μιὰ καμπάνα μακρινὴ βάφει τὸν οὐρανὸ μὲ λουλάκι
Σὰν τὴ φωνὴ κάποιου σήμαντρου ποὺ ταξιδεύει μέσα στ᾿ ἀστέρια
Τόσους αἰῶνες φευγάτο
Ἀπὸ τῶν Γότθων τὴν ψυχὴ κι ἀπὸ τοὺς τρούλους τῆς Βαλτιμόρης
Κι ἀπ᾿ τὴ χαμένη Ἁγια-Σοφιὰ τὸ μέγα μοναστήρι.
Μὰ πάνω στ᾿ ἀψηλὰ βουνὰ ποιοὶ να ’ναι αὐτοὶ ποὺ κοιτᾶνε
Μὲ τὴν ἀκύμαντη ματιὰ καὶ τὸ γαλήνιο πρόσωπο;
Ποιᾶς πυρκαγιᾶς νά ῾ναι ἀντίλαλος αὐτὸς ὁ κουρνιαχτὸς στὸν ἀγέρα;
Μήνα ὁ Καλύβας πολεμάει μήνα ὁ Λεβεντογιάννης;
Μήπως ἀμάχη ἐπιάσανεν οἱ Γερμανοὶ μὲ τοὺς Μανιάτες;
Οὐδ᾿ ὁ Καλύβας πολεμάει κι οὐδ᾿ ὁ Λεβεντογιάννης
Οὔτε κι ἀμάχη ἐπιάσανεν οἱ Γερμανοὶ μὲ τοὺς Μανιάτες.
Πύργοι φυλᾶνε σιωπηλοὶ μιὰ στοιχειωμένη πριγκίπισσα
Κορφὲς κυπαρισσιῶν συντροφεύουνε μιὰ πεθαμένη ἀνεμώνη
Τσοπαναρέοι ἀτάραχοι μ᾿ ἕνα καλάμι φλαμουριᾶς λένε τὸ πρωινό τους τραγούδι
Ἕνας ἀνόητος κυνηγὸς ρίχνει μιὰ ντουφεκιὰ στὰ τρυγόνια
Κι ἕνας παλιὸς ἀνεμόμυλος λησμονημένος ἀπ᾿ ὅλους
Μὲ μία βελόνα δελφινιοῦ ράβει τὰ σάπια του πανιὰ μοναχός του
Καὶ κατεβαίνει ἀπ᾿ τὶς πλαγιὲς μὲ τὸν καράγιαλη πρίμα
Ὅπως κατέβαινε ὁ Ἄδωνις στὰ μονοπάτια τοῦ Χελμοῦ νὰ πεῖ μιὰ καλησπέρα τῆς Γκόλφως.
Χρόνια καὶ χρόνια πάλεψα μὲ τὸ μελάνι καὶ τὸ σφυρὶ βασανισμένη καρδιά μου
Μὲ τὸ χρυσάφι καὶ τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ σοῦ κάμω ἕνα κέντημα
Ἕνα ζουμπούλι πορτοκαλιᾶς
Μιὰν ἀνθισμένη κυδωνιὰ νὰ σὲ παρηγορήσω
Ἐγὼ ποὺ κάποτε σ᾿ ἄγγιξα μὲ τὰ μάτια τῆς πούλιας
Καὶ μὲ τὴ χαίτη τοῦ φεγγαριοῦ σ᾿ ἀγκάλιασα καὶ χορέψαμε μὲς στοὺς καλοκαιριάτικους κάμπους
Πάνω στὴ θερισμένη καλαμιὰ καὶ φάγαμε μαζὶ τὸ κομμένο τριφύλλι
Μαύρη μεγάλη μοναξιὰ μὲ τόσα βότσαλα τριγύρω στὸ λαιμὸ τόσα χρωματιστὰ πετράδια στὰ μαλλιά σου.
27 Φεβρουαρίου 2011
ΣΚΑΙ 1821 - Αντίκρουση από Αντίβαρο - Τουρκοκρατία
[Αυτή είναι ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΗ έκδοση του άλλου βίντεο. Με ενσωμάτωση ενός αποσπάσματος συζήτησης και λίγο μεγαλύτερη διάρκεια στα ντοκουμέντα ώστε να είναι πιο ευανάγνωστα από τον θεατή]
Το Αντίβαρο (www.antibaro.gr) αντικρούει την δήθεν απομυθοποίηση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Στο βίντεο αυτό παρατίθενται 22 ντοκουμέντα από Έλληνες και ξένους της εποχής της Ελληνικής Επανάστασης που επιβεβαιώνουν τη σύναξη στην Αγία Λαύρα κατά την εκκίνηση της Επανάστασης, υπό τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Η ημερομηνία του γεγονότος δεν είναι ακριβής. Οι πηγές την καθορίζουν μεταξύ 8 και 23 Μαρτίου 1821. Όμως το γεγονός έλαβε χώρα.
Επίσης, η ημερομηνία είχε οριστεί πολύ νωρίτερα, ώστε να συμπέσει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Ντοκουμέντα για όλα αυτά θα δείτε στο βίντεο.
Ευχαριστίες
Το υλικό συγκεντρώθηκε από συνεργάτες του Αντίβαρου και από αρθρογραφία που έχει δημοσιευθεί στο αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 στη διεύθυνση
antibaro.gr
Πιο συγκεκριμένα, αντλήθηκε από άρθρα των εξής συνεργατών: Κωνσταντίνου Χολέβα, Χρήστου Κορκόβελου, Γιώργου Κεκαυμένου, Διονύση Καραχάλιου (χωρίς να το γνωρίζουν οι δύο τελευταίοι).
Επίσης, υλικό αντλήθηκε και από το ιστολόγιο του Κακοφωνίξ
Αυτό το βίντεο είναι το πρώτο μέρος της αντίκρουσης της σειράς από το Αντίβαρο.
Θα ακολουθήσουν και άλλα βίντεο εν καιρώ.
ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Η πηγή για την αντίκρουση 19 δεν βρίσκεται στη σελίδα 324 όπως λέει το βίντεο, αλλά στη σελίδα 102.
Το Αντίβαρο (www.antibaro.gr) αντικρούει την δήθεν απομυθοποίηση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Στο βίντεο αυτό παρατίθενται 22 ντοκουμέντα από Έλληνες και ξένους της εποχής της Ελληνικής Επανάστασης που επιβεβαιώνουν τη σύναξη στην Αγία Λαύρα κατά την εκκίνηση της Επανάστασης, υπό τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Η ημερομηνία του γεγονότος δεν είναι ακριβής. Οι πηγές την καθορίζουν μεταξύ 8 και 23 Μαρτίου 1821. Όμως το γεγονός έλαβε χώρα.
Επίσης, η ημερομηνία είχε οριστεί πολύ νωρίτερα, ώστε να συμπέσει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Ντοκουμέντα για όλα αυτά θα δείτε στο βίντεο.
Ευχαριστίες
Το υλικό συγκεντρώθηκε από συνεργάτες του Αντίβαρου και από αρθρογραφία που έχει δημοσιευθεί στο αφιέρωμα στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 στη διεύθυνση
antibaro.gr
Πιο συγκεκριμένα, αντλήθηκε από άρθρα των εξής συνεργατών: Κωνσταντίνου Χολέβα, Χρήστου Κορκόβελου, Γιώργου Κεκαυμένου, Διονύση Καραχάλιου (χωρίς να το γνωρίζουν οι δύο τελευταίοι).
Επίσης, υλικό αντλήθηκε και από το ιστολόγιο του Κακοφωνίξ
Αυτό το βίντεο είναι το πρώτο μέρος της αντίκρουσης της σειράς από το Αντίβαρο.
Θα ακολουθήσουν και άλλα βίντεο εν καιρώ.
ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Η πηγή για την αντίκρουση 19 δεν βρίσκεται στη σελίδα 324 όπως λέει το βίντεο, αλλά στη σελίδα 102.
Αυτή τη φορά η αντίκρουση γίνεται με 29 ντοκουμέντα σχετικά με τη ζωή κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Οι πηγές εμφανίζονται με χρονολογική σειρά από τον 16ο αιώνα μέχρι σήμερα, και παρουσιάζουν τις διώξεις των Ελλήνων, οι οποίες αφορούσαν ΚΑΙ στην παιδεία.
Το βίντεο είναι μία παραγωγή του Αντίβαρου
Πολλές από τις πηγές αντλήθηκαν από παλαιότερο άρθρο του Γιώργου Κεκαυμένου: Tο Κρυφό Σχολειό κι η Ιστορία: Οι πηγές, οι μαρτυρίες, η αλήθεια.
26 Φεβρουαρίου 2011
"φεγγαράκι μου λαμπρό"
Οταν, πριν ένα χρόνο, άρχισα να τραγουδώ στον Παντελή μου το "φεγγαράκι μου λαμπρό", δεν πίστευα ότι είναι ένα χρηστικό τραγούδι αλλά ένα άσμα αφηγούμενο τους κόπους παρελθόντων ετών, για την απόκτηση της γνώσης.
Ηταν δηλαδή σαν να του μάθαινα ιστορία, τραγουδιστά.
Τώρα πια, φοβούμαι πως σε λίγα χρόνια που ο Παντελής, συν Θεώ, θα πηγαίνει σχολείο, θα αναγνωρίζει στο τραγούδι καταστάσεις βιωματικές καθώς τα σχολεία κλείνουν υπό τον εξωραϊσμένο όρο "συγχώνευση".
Συν και χώνευση. Δηλαδή, περίπου, να τα χωνέψουμε τα σχολειά το ένα μέσα στο άλλο, μέχρι να μην μείνει (σχεδόν) κανένα.
Ετσι είναι οι Ευρώπες, έτσι οι σύγχρονες τακτικές.
Θα φτάσουμε να ξεκινούν, πάλι, ξημερώματα οι μαθητές και δρόμο παίρνουν, δρόμο αφήνουν να φτάνουν στο κεφαλοχώρι ή την μεγάλη πολιτεία, για να μάθουν λίγα γράμματα: Σε ένα σχολείο που δεν θα τους δίνει την αληθινή ιστορία, θα έχει εξαλείψει τα της ορθοδοξίας και γενικώς θα έχει καταστεί ένα άχρωμο και άοσμο πράγμα, ακίνδυνο για τις αρχές της Νέας Τάξης και άκρως επικίνδυνο για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την ελευθερία των ιδεών.
Κι αν ακριβώς δεν πηγαίνουν τα παιδιά με τα πόδια, αγουροξυπνημένοι γονείς, εκνευρισμένοι και με το καθημερινό ξόδιασμα της βενζίνης, θα τρέχουν και δεν θα φτάνουν, για ποιόν ακριβώς λόγο και με ποιόν σκοπό;
Ηταν δηλαδή σαν να του μάθαινα ιστορία, τραγουδιστά.
Τώρα πια, φοβούμαι πως σε λίγα χρόνια που ο Παντελής, συν Θεώ, θα πηγαίνει σχολείο, θα αναγνωρίζει στο τραγούδι καταστάσεις βιωματικές καθώς τα σχολεία κλείνουν υπό τον εξωραϊσμένο όρο "συγχώνευση".
Συν και χώνευση. Δηλαδή, περίπου, να τα χωνέψουμε τα σχολειά το ένα μέσα στο άλλο, μέχρι να μην μείνει (σχεδόν) κανένα.
Ετσι είναι οι Ευρώπες, έτσι οι σύγχρονες τακτικές.
Θα φτάσουμε να ξεκινούν, πάλι, ξημερώματα οι μαθητές και δρόμο παίρνουν, δρόμο αφήνουν να φτάνουν στο κεφαλοχώρι ή την μεγάλη πολιτεία, για να μάθουν λίγα γράμματα: Σε ένα σχολείο που δεν θα τους δίνει την αληθινή ιστορία, θα έχει εξαλείψει τα της ορθοδοξίας και γενικώς θα έχει καταστεί ένα άχρωμο και άοσμο πράγμα, ακίνδυνο για τις αρχές της Νέας Τάξης και άκρως επικίνδυνο για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την ελευθερία των ιδεών.
Κι αν ακριβώς δεν πηγαίνουν τα παιδιά με τα πόδια, αγουροξυπνημένοι γονείς, εκνευρισμένοι και με το καθημερινό ξόδιασμα της βενζίνης, θα τρέχουν και δεν θα φτάνουν, για ποιόν ακριβώς λόγο και με ποιόν σκοπό;
Ο λόγος: Επειδή, τάχα, κάνουμε οικονομία για να σώσουμε την Ελλάδα από την πτώχευση.
Ο σκοπός: Να αποκτήσουν τα παιδιά γνώσεις.
Ο αληθινός λόγος: Οσο λιγότερα σχολεία, τόσο πιο ακίνδυνοι, για την εξουσία, πολίτες.
Ο αληθινός σκοπός: Πολίτες δίχως τήν ιδιαιτερότητα της εθνικότητας και την ρίζα μιας τρυφερής θρησκείας που τους συγκροτούν σε αυριανούς επαναστάτες, κατά του παγκόσμιου αίσχους.
Να μην έχουν τα παιδιά μας, κοινές ρίζες και αφετηρίες.
Να διακοπεί η επαφή με κείνους που έγιναν ορόσημα και οδοδείκτες και έτσι οι αυριανοί αυτής της χώρας να είναι απλά ένοικοι που λίγο θα τους νοιάζει αν θα τους λένε Ελληνες ή τίποτε.
Η απόλυτη κυριαρχία του "τίποτε" που ετοιμάζει τις τρίβους της παγκόσμιας υποταγής και της υποτέλειας.
Ενα απέραντο και ιδιότυπο στρατόπεδο συγκέντρωσης αδιάφορων για την τελειότητα και την αγιότητα ανθρώπων, που θα γίνουν αριθμοί και μάλιστα δικαιωματικά, καθώς, εκ προμελέτης, θα έχουν πάψει να είναι άνθρωποι, δηλαδή άνω θρώσκοντες....
Ενα στρατόπεδο ομοιομορφίας: Δίχως τον διαφορετικό τρόπο που έρχεται η άνοιξη σε τούτη τη χώρα, χωρίς τον αλλιώτικο χειμώνα μιας άλλης γης, δίχως να νιώθουμε το ξεχωριστό του ηλιοβασιλέματος, όταν ο ήλιος κάνει τις ειδικές γωνίες πτώσης πάνω από τα βουνά της Ελλάδος και τις αλλιώτικες πάνω από τις πεδιάδες μιας άλλης πατρίδας, χωρίς οι ανατολές να μυρίζουν σε μια πατρίδα γιασεμί και σε άλλη μυριστικά της εκεί χώρας, με το delete της μνήμης σε μόνιμη ενεργοποίηση, μέχρι οι κινητοποιούσες πατρίδες, να καταστούν απολιθώματα δίπλα σε κείνα των πάλαι ποτέ, δεινοσαύρων...
Ομως εμείς είμαστε ακόμη εδώ......
Εμείς, οι τελευταίοι της μνήμης.
Εμείς που θα συνεχίσουμε να μιλάμε και τώρα πια να ουρλιάζουμε, τους κοπετούς ενός προαναγγελθέντος θανάτου.
Είμαστε ακόμη εδώ για να τραγουδάμε, σαν ύμνο εθνικό, το φεγγαράκι το λαμπρό και να δείχνουμε στα μωρά μας πού είναι αυτό το φεγγαράκι, στις νύχτες των καλοκαιριών που δεν μπορούν να μας στερήσουν.
Είναι εδώ το κλάμα μας που θα γίνει φθόγγος νέας ελληνικής γλώσσας συνθηματικής και θα λέμε πάλι "Λόλα να ένα μήλο" και θα δείχνουμε τα δέντρα που οι ρίζες τους φτάνουν σε κόκαλα πατέρων που δεν τους βρήκαμε να τους ξεθάψουμε και θα τους αφήσουμε πια εκεί, για να κοκκινίζει το μήλο της μικρής Λόλας και΄νάναι αυτό ο μυστικός κώδικας της αντίστασης.
Θα ξαναπούμε στα παιδιά την αλήθεια, ένα βράδυ, στο νανούρισμα "Κοιμήσου και παρήγγειλα στην Πόλη τα προικιά σου" και ο άγγελος τους θα τα πηγαίνει στις κατακόμβες των κρυφών συναξαριών και θα ευλογεί την αθωότητα της ονειρικής γνώσης.
Είμαστε ακόμη εδώ και είμαστε ακόμη Ελληνες......
Παντελή, θα σου ξαναπώ "φεγγαράκι μου λαμπρό" και θα σε μάθω να μην βολεύεσαι με λιγότερο ήλιο...
Και όταν μου απαντήσεις " Σώπα όπου νάναι θα χτυπήσουν οι καμπάνες" θα πω, γαληνεμένη, "νυν απολύεις...έφτιαξα τον επόμενο Ελληνα...."
Ο σκοπός: Να αποκτήσουν τα παιδιά γνώσεις.
Ο αληθινός λόγος: Οσο λιγότερα σχολεία, τόσο πιο ακίνδυνοι, για την εξουσία, πολίτες.
Ο αληθινός σκοπός: Πολίτες δίχως τήν ιδιαιτερότητα της εθνικότητας και την ρίζα μιας τρυφερής θρησκείας που τους συγκροτούν σε αυριανούς επαναστάτες, κατά του παγκόσμιου αίσχους.
Να μην έχουν τα παιδιά μας, κοινές ρίζες και αφετηρίες.
Να διακοπεί η επαφή με κείνους που έγιναν ορόσημα και οδοδείκτες και έτσι οι αυριανοί αυτής της χώρας να είναι απλά ένοικοι που λίγο θα τους νοιάζει αν θα τους λένε Ελληνες ή τίποτε.
Η απόλυτη κυριαρχία του "τίποτε" που ετοιμάζει τις τρίβους της παγκόσμιας υποταγής και της υποτέλειας.
Ενα απέραντο και ιδιότυπο στρατόπεδο συγκέντρωσης αδιάφορων για την τελειότητα και την αγιότητα ανθρώπων, που θα γίνουν αριθμοί και μάλιστα δικαιωματικά, καθώς, εκ προμελέτης, θα έχουν πάψει να είναι άνθρωποι, δηλαδή άνω θρώσκοντες....
Ενα στρατόπεδο ομοιομορφίας: Δίχως τον διαφορετικό τρόπο που έρχεται η άνοιξη σε τούτη τη χώρα, χωρίς τον αλλιώτικο χειμώνα μιας άλλης γης, δίχως να νιώθουμε το ξεχωριστό του ηλιοβασιλέματος, όταν ο ήλιος κάνει τις ειδικές γωνίες πτώσης πάνω από τα βουνά της Ελλάδος και τις αλλιώτικες πάνω από τις πεδιάδες μιας άλλης πατρίδας, χωρίς οι ανατολές να μυρίζουν σε μια πατρίδα γιασεμί και σε άλλη μυριστικά της εκεί χώρας, με το delete της μνήμης σε μόνιμη ενεργοποίηση, μέχρι οι κινητοποιούσες πατρίδες, να καταστούν απολιθώματα δίπλα σε κείνα των πάλαι ποτέ, δεινοσαύρων...
Ομως εμείς είμαστε ακόμη εδώ......
Εμείς, οι τελευταίοι της μνήμης.
Εμείς που θα συνεχίσουμε να μιλάμε και τώρα πια να ουρλιάζουμε, τους κοπετούς ενός προαναγγελθέντος θανάτου.
Είμαστε ακόμη εδώ για να τραγουδάμε, σαν ύμνο εθνικό, το φεγγαράκι το λαμπρό και να δείχνουμε στα μωρά μας πού είναι αυτό το φεγγαράκι, στις νύχτες των καλοκαιριών που δεν μπορούν να μας στερήσουν.
Είναι εδώ το κλάμα μας που θα γίνει φθόγγος νέας ελληνικής γλώσσας συνθηματικής και θα λέμε πάλι "Λόλα να ένα μήλο" και θα δείχνουμε τα δέντρα που οι ρίζες τους φτάνουν σε κόκαλα πατέρων που δεν τους βρήκαμε να τους ξεθάψουμε και θα τους αφήσουμε πια εκεί, για να κοκκινίζει το μήλο της μικρής Λόλας και΄νάναι αυτό ο μυστικός κώδικας της αντίστασης.
Θα ξαναπούμε στα παιδιά την αλήθεια, ένα βράδυ, στο νανούρισμα "Κοιμήσου και παρήγγειλα στην Πόλη τα προικιά σου" και ο άγγελος τους θα τα πηγαίνει στις κατακόμβες των κρυφών συναξαριών και θα ευλογεί την αθωότητα της ονειρικής γνώσης.
Είμαστε ακόμη εδώ και είμαστε ακόμη Ελληνες......
Παντελή, θα σου ξαναπώ "φεγγαράκι μου λαμπρό" και θα σε μάθω να μην βολεύεσαι με λιγότερο ήλιο...
Και όταν μου απαντήσεις " Σώπα όπου νάναι θα χτυπήσουν οι καμπάνες" θα πω, γαληνεμένη, "νυν απολύεις...έφτιαξα τον επόμενο Ελληνα...."
Άχ! πάτερ μου!
1.Κλήρος και Λαός αντιμετωπίζουν τα εξής διλήμματα: Το δίλημμα του Κλήρου είναι τί να διαλέξει, την πίστη και τους πιστούς ή το άθεο κράτος και τους μισθούς. Να πάνε με την πίστη και τους πιστούς και να κινδυνέψει ο μισθός τους; Ή να εγκαταλείψουν την πίστη και τους πιστούς και να πάνε με το μέρος του άθεου κράτους, με την ελπίδα να σώσουν το μισθό τους .
2. Η δυσκολία έγκειται στο ότι το άθεο κράτος δεν είναι σίγουρο. Δεν είναι επίσης βέβαιη η ενότητα της διοικούσας εκκλησίας, όταν λείψει η ενοποιός δύναμη του μισθού. Μήπως δηλαδή γίνουν χίλια κομμάτια και τότε μόνο ο πιστός λαός είναι το στήριγμα. (Το στήριγμα είναι ο Θεός και η πίστη στο Θεό, αλλά δεν φαίνεται ότι στο στάδιο αυτό υπολογίζεται η παρουσία του Θεού. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε ούτε ένας κληρικός που δεν θα έπαιρνε το μέρος των διωκομένων από το κράτος πιστών.)
3.Δεν είναι λοιπόν χωρίς κίνδυνο το να φύγουν και να εγκαταλείψουν τους πιστούς. Η Αποκάλυψη βέβαια γράφει ότι οι κληρικοί θα φύγουν. Είναι άραγε η εποχή μας εποχή της αποκαλύψεως; Πρέπει να διαβάζουμε την αποκάλυψη σαν εφημερίδα, όπως έλεγε ο Γέρων Παϊσιος;
4. Η ελπίδα της μεγάλης πλειονότητας των κληρικών - πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων-είναι μάλλον με τους μισθούς. Χίλιες φορές με τους μισθούς χωρίς πιστούς παρά με τους πιστούς χωρίς μισθούς . Έτσι δείχνουν τα πράγματα. H πλειονότητα των κληρικών "μακρόθεν έστησεν". Είναι φευγάτη. Οι φίλοι μου και οι πλησίον μακρόθεν έστησαν. (Ψαλμός)
5.Το δίλημμα των πιστών είναι να εγκαταλείψουν την πίστη ή να εγκαταλείψουν τους κληρικούς που έφυγαν και να συσπειρωθούν γύρω από τους κληρικούς που μένουν σταθεροί ως όρη υψηλά στην αληθινή πίστη. Οι πιστοί χίλιες φορές θα προτιμήσουν να μείνουν με την πίστη παρά με τους κληρικούς που έφυγαν. Με τους κληρικούς που έφυγαν θα πάει ο κόσμος που έμεινε στην εξωτερική ευσέβεια. Πολύς κόσμος, που έμεινε δυστυχώς στους τύπους εξαιτίας της έλλειψης πιστών κληρικών.
6. Οι σκεπτικιστές κληρικοί καλά θα κάνουν να είναι σκεπτικιστές και με τον σκεπτικισμό τους, αν δεν θέλουν να χάσουν και τ΄ αυγά και τα καλάθια.
Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
2. Η δυσκολία έγκειται στο ότι το άθεο κράτος δεν είναι σίγουρο. Δεν είναι επίσης βέβαιη η ενότητα της διοικούσας εκκλησίας, όταν λείψει η ενοποιός δύναμη του μισθού. Μήπως δηλαδή γίνουν χίλια κομμάτια και τότε μόνο ο πιστός λαός είναι το στήριγμα. (Το στήριγμα είναι ο Θεός και η πίστη στο Θεό, αλλά δεν φαίνεται ότι στο στάδιο αυτό υπολογίζεται η παρουσία του Θεού. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε ούτε ένας κληρικός που δεν θα έπαιρνε το μέρος των διωκομένων από το κράτος πιστών.)
3.Δεν είναι λοιπόν χωρίς κίνδυνο το να φύγουν και να εγκαταλείψουν τους πιστούς. Η Αποκάλυψη βέβαια γράφει ότι οι κληρικοί θα φύγουν. Είναι άραγε η εποχή μας εποχή της αποκαλύψεως; Πρέπει να διαβάζουμε την αποκάλυψη σαν εφημερίδα, όπως έλεγε ο Γέρων Παϊσιος;
4. Η ελπίδα της μεγάλης πλειονότητας των κληρικών - πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων-είναι μάλλον με τους μισθούς. Χίλιες φορές με τους μισθούς χωρίς πιστούς παρά με τους πιστούς χωρίς μισθούς . Έτσι δείχνουν τα πράγματα. H πλειονότητα των κληρικών "μακρόθεν έστησεν". Είναι φευγάτη. Οι φίλοι μου και οι πλησίον μακρόθεν έστησαν. (Ψαλμός)
5.Το δίλημμα των πιστών είναι να εγκαταλείψουν την πίστη ή να εγκαταλείψουν τους κληρικούς που έφυγαν και να συσπειρωθούν γύρω από τους κληρικούς που μένουν σταθεροί ως όρη υψηλά στην αληθινή πίστη. Οι πιστοί χίλιες φορές θα προτιμήσουν να μείνουν με την πίστη παρά με τους κληρικούς που έφυγαν. Με τους κληρικούς που έφυγαν θα πάει ο κόσμος που έμεινε στην εξωτερική ευσέβεια. Πολύς κόσμος, που έμεινε δυστυχώς στους τύπους εξαιτίας της έλλειψης πιστών κληρικών.
6. Οι σκεπτικιστές κληρικοί καλά θα κάνουν να είναι σκεπτικιστές και με τον σκεπτικισμό τους, αν δεν θέλουν να χάσουν και τ΄ αυγά και τα καλάθια.
Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
25 Φεβρουαρίου 2011
Εγώ έχω καθαρή και διάφανη ζωή. Δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Ας με παρακολουθεί όποιος θέλει!
Ισχυρισμοί όπως ο ανωτέρω ακούγονται συχνά από ανθρώπους που δεν έχουν συνειδητοποιήσει τους κινδύνους που κρύβει η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και το κλειδί της η Κάρτα του Πολίτη.
Με το κατωτέρω κείμενο καταγράφουμε αυτές τις θέσεις που έχουμε συναντήσει σε συζητήσεις που κάνουμε και παρουσιάζουμε τις απόψεις μας.
Eρωτήσεις-απαντήσεις σχετικά με την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και την Κάρτα του Πολίτη (ΚτΠ)
1η Ερώτηση: Εγώ έχω καθαρή και διάφανη ζωή. Ότι έχω στην κατοχή μου το έχω αποκτήσει νόμιμα. Ας με παρακολουθεί όποιος θέλει. Δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Μόνο όποιος κάνει παρανομίες, τα λαμόγια και οι τρομοκράτες έχουν να φοβηθούν από αυτό το σύστημα. Ο καλός άνθρωπος θα συνεχίσει να είναι καλός και ο κακός άνθρωπος θα φοβάται να κάνει παρανομίες. Δέχομαι να παρακολουθούμαι κι εγώ αρκεί ταυτόχρονα να παρακολουθούνται και οι βουλευτές και οι εργολάβοι δημοσίων έργων και όλοι οι ισχυροί του συστήματος. Η κοινωνία μας έτσι θα αποκτήσει διαφάνεια και θα γίνει πιο ηθική.
Απάντηση: Είναι λάθος να θεωρούνται αυτομάτως όσοι αντιδρούν στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και την ΚτΠ ως ύποπτοι που θέλουν να κρύψουν πίσω από την ιδιωτικότητά τους, παρανομίες. Αυτή η υπεραπλούστευση αποτελεί διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Όποιος επιθυμεί να διατηρήσει την ιδιωτικότητα της ζωής του, το κάνει γιατί ...θέλει να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του και την ελευθερία της προσωπικής του επιλογής για ορισμένα θέματα. Σε κάποια πράγματα οι επιλογές μας γίνονται αναγκαστικά δημόσια, αλλά αυτό όμως δεν ισχύει για κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής. Υπάρχουν θέματα των οποίων η δημοσιοποίηση θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για τον κοντινό του περίγυρο αλλά ακόμη ευρύτερα για το κοινωνικό σύνολο. Τέτοιες αποφάσεις θα μπορούσαν να αφορούν τα κατωτέρω θέματα:
- Ασθένειες ιαθείσες και μη,
- Συνδικαλιστικές απόψεις,
- Πολιτικές επιλογές και απόψεις,
- Κοινωνικές απόψεις,
- Εργασιακή πορεία (φάκελος εργαζομένου, ποινές, απεργίες, τιμητικές διακρίσεις)
- Κοινωνικές συναναστροφές,
- Καταναλωτική συμπεριφορά,
- Διατροφικές συνήθειες,
- Θρησκευτικές επιλογές,
- Ημέρες και ώρες απουσίας από το σπίτι,
- Συνηθισμένες και έκτατες διαδρομές, κ.ο.κ.
- Υπάρχουν πράγματα στη ζωή μας τα οποία κάνουμε και στην συνέχεια μετανιώνουμε για αυτά. Προσπαθούμε να τα ξεπεράσουμε και να βάλουμε μια νέα αρχή. Ποιος ο λόγος αυτά τα λάθη να επανέρχονται διαρκώς μπροστά μας (μιας και θα είναι καταγραμμένα σε βάσεις δεδομένων) και να αποτελούν σημαντικά προσκόμματα στην εξέλιξη της ζωής μας και την προσπάθειά μας να αρπάξουμε ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν στη ζωή μας προκειμένου να προοδέψουμε προς όφελος δικό μας, της οικογένειάς μας και της κοινωνίας;
- Ποιος είναι αυτός που θα χρησιμοποιήσει τα στοιχεία των πολιτών; Είναι άμεμπτος και απόλυτα δίκαιος; Είναι οι προθέσεις του αγαθές; Συλλέγει τα στοιχεία για να αναλύσει συμπεριφορές προκειμένου να λάβει τα κατάλληλα μέτρα και να δημιουργήσει μια καλύτερη κοινωνία; Με ποιο δικαίωμα αυτοανακηρύσσεται σε «καθαρτή» της δημόσιας ζωής; Ποιους αξιακούς κώδικες θα ακολουθήσει; Με το Α κόμμα στην εξουσία θα ισχύουν κάποιοι κανόνες, και με το Β θα αλλάζουν; Με δεδομένο ότι θα καταγράφονται οι συμπεριφορές των πολιτών, όταν αλλάζουν οι αξιακοί κώδικες τότε μήπώς δούμε και πογκρόμ διώξεων των αντιφρονούντων;
- Τα στοιχεία που θα καταγράφονται θα παραμένουν αναλλοίωτα στις βάσεις δεδομένων; Δεν μπορούν να υποστούν τροποποίηση, να προστεθούν ανύπαρκτα στοιχεία, να αφαιρεθούν πραγματικά στοιχεία; Δεν μπορούν να κατασκευαστούν προφίλ πολιτών τα οποία δεν θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Εάν προστεθεί κακόβουλα η φράση «ύποπτος τρομοκράτης» στην ΚτΠ ενός πολίτη αυτό δεν θα έχει τραγικές επιπτώσεις στην ζωή του;
Ορισμένοι ισχυρίζονται πως οποιοδήποτε σύστημα ταυτοποίησης του πολίτη είναι αποκλειστικά θέμα του κράτους: «τα του Καίσαρως τω Καίσαρι». Μια τέτοια κάρτα όπως η ΚτΠ πράγματι προέρχεται από τον «Καίσαρα». Αφορά όμως αποκλειστικά τις αρμοδιότητες του «Καίσαρα» ή μήπως τις υπερβαίνει; Και εάν τις υπερβαίνει σε ποιόν βαθμό; Μήπως στον απόλυτο βαθμό της επικυριαρχίας του επάνω στον άνθρωπο; Είναι ποτέ δυνατόν όσοι διακηρύσσουν ότι έχουν την αυτοσυνειδησία του ελεύθερου ανθρώπου, να υπονομεύουν, με το να υιοθετούν φαινομενικά αθώα επιχειρήματα, τα δομικά συστατικά στοιχεία που συνθέτουν την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου; Με ποιο λογική θα παραδώσουμε οικειοθελώς, το ύψιστο αγαθό της ελευθερίας και του αυτεξούσιου σε τρίτους διαχειριστές; Γιατί να δοθεί η ελευθερία μας βορά στις ορέξεις του κάθε «Καίσαρα»;
Άραγε ποιος από εμάς είναι τόσο δυνατός χαρακτήρας που δεν πρόκειται να επηρεαστεί από τέτοιες πιθανές κακόβουλες συμπεριφορές των διαχειριστών της ΚτΠ και της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης; Ποιος θεωρεί τον εαυτό του αλάνθαστο και πιστεύει πως δεν πρόκειται να κάνει κανένα λάθος στη ζωή του για το οποίο θα μετανιώσει αργότερα; Σε αυτή την περίπτωση γιατί τα λάθη του να είναι στην διάθεση του καθενός που θα έχει νόμιμη ή παράνομη πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων του συστήματος;
Είναι το ίδιο να προκύψει μια μέρα, μέσα από εξωθεσμικές διαδικασίες, ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο θα καταγράψει συμπεριφορές και προτιμήσεις των πολιτών, με το να συναινέσουμε οι ίδιοι στην ατελείωτη καταγραφή συμπεριφορών και προτιμήσεων χωρίς πειστική επιχειρηματολογία;
1η περίπτωση:
Η ΚτΠ όταν θα ενσωματώσει την Κάρτα Εργαζομένου θα χρησιμοποιείται για να μπαίνει κάποιος στο κτίριο της εργασίας του για να δουλέψει και θα χρησιμοποιείται πάλι όταν θα φεύγει από την εργασία του. Αυτή η πληροφορία, σύμφωνα με την εξαγγελία του κου Υφυπουργού Εργασίας, θα αποστέλλεται από την εταιρεία του στο Υπουργείο Εργασίας on-line. Επίσης η ΚτΠ, όταν θα ενσωματώσει την «Κάρτα Αγορών», θα χρησιμοποιείται για να κάνει κάποιος πολίτης τις αγορές από τα μαγαζιά. Αυτή η πληροφορία μέσω των συστημάτων POS των καταστημάτων θα αποστέλλεται on-line στις Τράπεζες οι οποίες 1 φορά τον μήνα θα ενημερώνουν το Υπουργείο Οικονομικών.
Ένας κακοποιός, που θα έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, ξέρει πότε και ποιο σπίτι είναι "αφύλακτο" ! Γιατί με τη δική του συναίνεση ο πολίτης να δίνει την δυνατότητα στον οιονδήποτε κακόβουλο να γνωρίζει (μέσω διαρροών από τον διαχειριστή των βάσεων δεδομένων ή μέσω hacker) που βρίσκεται ανά πάσα στιγμή; Είναι τόσο υπεράνω υλικών αγαθών που είναι έτοιμος να αντέξει αλλεπάλληλες κλοπές της περιουσία του; Θα αντέξει πιθανώς και την απαγωγή των παιδιών του;
2η περίπτωση:
Όπως είπαμε στην προηγούμενη περίπτωση, με την ΚτΠ θα κάνουμε τις αγορές των προϊόντων που επιθυμούμε. Με αυτόν τον τρόπο θα καταγράφεται αναλυτικά το καταναλωτικό μας προφίλ, οι διατροφικές μας συνήθειες, οι επιλογές μας στην διασκέδαση. Μπορεί αναλυτικά αυτή η πληροφορία να μην φτάνει στις Τράπεζες (μόνο το συγκεντρωτικό ποσό θα αποστέλλεται σε αυτές), όμως θα καταγράφεται στις βάσεις δεδομένων των Supermarkets και των υπολοίπων καταστημάτων.
Η πιθανή διαρροή όμως αυτής της πληροφορίας συνεπάγεται τα κατωτέρω:
i. Οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες θα ασφαλίζουν μερικώς ή/και καθόλου ανθρώπους οι οποίοι στα παιδικά, εφηβικά τους χρόνια δεν είχαν «συνετή» διατροφή μιας και αυτοί υπάρχει πιθανότητα να αρρωστήσουν πιο βαριά από τους υπόλοιπους ανθρώπους.
ii. Οι μελλοντικοί εργοδότες σε συνεργασία με τις ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούν να απορρίπτουν εκ των προτέρων ανθρώπους που θα έχουν μερικώς ή καθόλου ασφαλίσει οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες παρόλο που θα έχουν όλα τα προσόντα για αυτή την εργασία.
3η περίπτωση:
Ο γιος μιας οικογένειας στην παιδική του ηλικία υπέφερε από πονοκεφάλους. Κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε Παιδιατρική Κλινική. Διενεργήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες από το ιατρικό πρωτόκολλο εξετάσεις χωρίς να εντοπισθεί κάτι το παθολογικό.
Όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιστάσεις, οι πονοκέφαλοι αποδόθηκαν σε ψυχολογικά αίτια. Στο πλαίσιο αυτό ειδικός παιδοψυχίατρος εξέτασε το παιδί στο οποίο χορήγησε ήπια φαρμακευτική αγωγή.
Την ίδια περίοδο οι σχέσεις των γονιών διέρχονται μια κρίση η οποία επιβαρύνει την όλη κατάσταση καθώς και την ψυχολογική κατάσταση του παιδιού.
Σταδιακά όμως και με αμοιβαίες υποχωρήσεις των γονιών, το κλίμα στην οικογένεια αποκαθίσταται. Αυτό έχει ως συνέπεια το παιδί να αντιμετωπίζει λιγότερη εξωτερική πίεση. Έτσι και η δική του ψυχολογική κατάσταση βελτιώνεται και με τα χρόνια οι πονοκέφαλοι υποχωρούν και τελικά εξαφανίζονται.
Ο νέος σπουδάζει αρχιτέκτονας, ειδικεύεται στην συντήρηση νεοκλασικών κτιρίων και αναζητά την επαγγελματική του αποκατάσταση σε κατασκευαστικές εταιρείες, έχοντας στην κατοχή του ένα εντυπωσιακό βιογραφικό.
Τι αντιμετωπίζει όμως; Την απόρριψη της αίτησής του. Γιατί; Από την στιγμή που τα πάντα είναι καταγεγραμμένα στην βάση δεδομένων του Υπουργείου Υγείας, ο εργοδότης που παράνομα ή/και νόμιμα έχει πρόσβαση σε αυτή την βάση, μεταξύ δύο αρχιτεκτόνων διαλέγει αυτόν που στην παιδική του ηλικία δεν υπέφερε από πονοκεφάλους!
Που να μπλέξω σκέφτεται, ας πάρω καλύτερα αυτόν που δεν έχει τέλειο βιογραφικό όμως ούτε πονοκεφάλους είχε ποτέ του, ούτε χρειάστηκε να πάρει ψυχοφάρμακα.
Εάν όμως τον είχε προσλάβει θα έβλεπε ότι είναι εξαιρετικός επαγγελματίας και άνθρωπος, οπότε και να έλλειπε κάποια μέρα με πονοκεφάλους δεν θα τον πείραζε καθόλου.
Αυτός που ισχυρίζεται ότι δεν τον ενδιαφέρει η παρακολούθηση, έχει συνειδητοποιήσει ότι μπορεί να υποστεί τέτοια ρατσιστική διάκριση εις βάρος του; Πως θα πραγματώσει τα όνειρά του, να βοηθήσει στη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, εάν έχει να αντιμετωπίσει τις ανωτέρω καταστάσεις;
Τέλος ακόμη κι εάν ο ίδιος αισθάνεται έτοιμος να υποστεί διωγμούς και ρατσιστική αντιμετώπιση για την υγεία του, τα πιστεύω του, τις επιλογές του, τις απόψεις του και την ιδεολογία του, θεωρεί πως αυτό μπορεί να το υποστεί καθολικά μια ολόκληρη κοινωνία; Ας σκεφθεί τους συνανθρώπους του οι οποίοι είναι πιο αδύναμοι από αυτόν. Ποια θα είναι η συνέπεια για αυτούς; Θα έρθει εύκολα, ως φυσική εξέλιξη, ο συμβιβασμός τους στις απαιτήσεις του συστήματος, η υποταγή τους, η αλλαγή της συμπεριφοράς, των απόψεων, των αντιλήψεων, των επιλογών τους. Γιατί ο «δυνατός» να μην «προστατέψει» τους «αδύναμους» συνανθρώπους του, μη συναινώντας στο νέο σύστημα της ηλεκτρονικής παρακολούθησης; Είναι σωστό ο «δυνατός» (που νομίζει ότι θα διατηρήσει ακέραια την προσωπικότητά στο νέο σύστημα της παρακολούθησης), συναινώντας, να επιτρέψει οι αδύναμοι συνάνθρωποί του να εκτεθούν μέσα από την δημόσια κλειδαρότρυπα της ΚτΠ και μετά να αλλοτριωθούν και να βλαφτούν από το αυτό το νέο σύστημα;
Εάν δημιουργηθεί αυτό το σύστημα, τότε σταδιακά θα δημιουργηθεί μια κοινωνία με τυποποιημένες συμπεριφορές, που την μια φορά θα κοιτάνε όλοι «δεξιά» και την άλλη θα κοιτάνε όλοι «αριστερά». Είναι αυτή κοινωνία της ελευθερίας; Είναι αυτή κοινωνία της δικαιοσύνης; Μήπως συναινώντας σε αποφάσεις όπως η ΚτΠ και η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση ανοίγουμε τον ασκό του Αιόλου για απρόβλεπτες μεταβολές στον χαρακτήρα των κοινωνιών όπως τον γνωρίζουμε έως σήμερα; Μήπως μόνοι μας ανοίγουμε την Κερκόπορτα της Βασιλεύουσας;
- Ασθένειες ιαθείσες και μη,
- Συνδικαλιστικές απόψεις,
- Πολιτικές επιλογές και απόψεις,
- Κοινωνικές απόψεις,
- Εργασιακή πορεία (φάκελος εργαζομένου, ποινές, απεργίες, τιμητικές διακρίσεις)
- Κοινωνικές συναναστροφές,
- Καταναλωτική συμπεριφορά,
- Διατροφικές συνήθειες,
- Θρησκευτικές επιλογές,
- Ημέρες και ώρες απουσίας από το σπίτι,
- Συνηθισμένες και έκτατες διαδρομές, κ.ο.κ.
- Υπάρχουν πράγματα στη ζωή μας τα οποία κάνουμε και στην συνέχεια μετανιώνουμε για αυτά. Προσπαθούμε να τα ξεπεράσουμε και να βάλουμε μια νέα αρχή. Ποιος ο λόγος αυτά τα λάθη να επανέρχονται διαρκώς μπροστά μας (μιας και θα είναι καταγραμμένα σε βάσεις δεδομένων) και να αποτελούν σημαντικά προσκόμματα στην εξέλιξη της ζωής μας και την προσπάθειά μας να αρπάξουμε ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν στη ζωή μας προκειμένου να προοδέψουμε προς όφελος δικό μας, της οικογένειάς μας και της κοινωνίας;
- Όσοι υπέστησαν τον εξευτελισμό της παρακολούθησης στην Δικτατορία και η ζωή τους ήταν καταγραμμένη σε έναν φάκελο, μπορούν πολύ εύκολα να συνειδητοποιήσουν τι συνεπάγεται η ύπαρξη φακέλου για την μελλοντική πορεία και εξέλιξη του πολίτη και να καταλάβουν την παγίδα στην οποία πέφτουν αυτοί που ρωτούν αφελώς τις παραπάνω ερωτήσεις.
- Ποιος είναι αυτός που θα χρησιμοποιήσει τα στοιχεία των πολιτών; Είναι άμεμπτος και απόλυτα δίκαιος; Είναι οι προθέσεις του αγαθές; Συλλέγει τα στοιχεία για να αναλύσει συμπεριφορές προκειμένου να λάβει τα κατάλληλα μέτρα και να δημιουργήσει μια καλύτερη κοινωνία; Με ποιο δικαίωμα αυτοανακηρύσσεται σε «καθαρτή» της δημόσιας ζωής; Ποιους αξιακούς κώδικες θα ακολουθήσει; Με το Α κόμμα στην εξουσία θα ισχύουν κάποιοι κανόνες, και με το Β θα αλλάζουν; Με δεδομένο ότι θα καταγράφονται οι συμπεριφορές των πολιτών, όταν αλλάζουν οι αξιακοί κώδικες τότε μήπώς δούμε και πογκρόμ διώξεων των αντιφρονούντων;
- Τα στοιχεία που θα καταγράφονται θα παραμένουν αναλλοίωτα στις βάσεις δεδομένων; Δεν μπορούν να υποστούν τροποποίηση, να προστεθούν ανύπαρκτα στοιχεία, να αφαιρεθούν πραγματικά στοιχεία; Δεν μπορούν να κατασκευαστούν προφίλ πολιτών τα οποία δεν θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Εάν προστεθεί κακόβουλα η φράση «ύποπτος τρομοκράτης» στην ΚτΠ ενός πολίτη αυτό δεν θα έχει τραγικές επιπτώσεις στην ζωή του;
Ορισμένοι ισχυρίζονται πως οποιοδήποτε σύστημα ταυτοποίησης του πολίτη είναι αποκλειστικά θέμα του κράτους: «τα του Καίσαρως τω Καίσαρι». Μια τέτοια κάρτα όπως η ΚτΠ πράγματι προέρχεται από τον «Καίσαρα». Αφορά όμως αποκλειστικά τις αρμοδιότητες του «Καίσαρα» ή μήπως τις υπερβαίνει; Και εάν τις υπερβαίνει σε ποιόν βαθμό; Μήπως στον απόλυτο βαθμό της επικυριαρχίας του επάνω στον άνθρωπο; Είναι ποτέ δυνατόν όσοι διακηρύσσουν ότι έχουν την αυτοσυνειδησία του ελεύθερου ανθρώπου, να υπονομεύουν, με το να υιοθετούν φαινομενικά αθώα επιχειρήματα, τα δομικά συστατικά στοιχεία που συνθέτουν την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου; Με ποιο λογική θα παραδώσουμε οικειοθελώς, το ύψιστο αγαθό της ελευθερίας και του αυτεξούσιου σε τρίτους διαχειριστές; Γιατί να δοθεί η ελευθερία μας βορά στις ορέξεις του κάθε «Καίσαρα»;
Άραγε ποιος από εμάς είναι τόσο δυνατός χαρακτήρας που δεν πρόκειται να επηρεαστεί από τέτοιες πιθανές κακόβουλες συμπεριφορές των διαχειριστών της ΚτΠ και της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης; Ποιος θεωρεί τον εαυτό του αλάνθαστο και πιστεύει πως δεν πρόκειται να κάνει κανένα λάθος στη ζωή του για το οποίο θα μετανιώσει αργότερα; Σε αυτή την περίπτωση γιατί τα λάθη του να είναι στην διάθεση του καθενός που θα έχει νόμιμη ή παράνομη πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων του συστήματος;
Είναι το ίδιο να προκύψει μια μέρα, μέσα από εξωθεσμικές διαδικασίες, ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο θα καταγράψει συμπεριφορές και προτιμήσεις των πολιτών, με το να συναινέσουμε οι ίδιοι στην ατελείωτη καταγραφή συμπεριφορών και προτιμήσεων χωρίς πειστική επιχειρηματολογία;
Μπορούν να απαντήθούν τα κατωτέρω ερωτήματα από όσους ισχυρίζονται ότι δεν φοβούνται την παρακολούθηση;
1η περίπτωση:
Η ΚτΠ όταν θα ενσωματώσει την Κάρτα Εργαζομένου θα χρησιμοποιείται για να μπαίνει κάποιος στο κτίριο της εργασίας του για να δουλέψει και θα χρησιμοποιείται πάλι όταν θα φεύγει από την εργασία του. Αυτή η πληροφορία, σύμφωνα με την εξαγγελία του κου Υφυπουργού Εργασίας, θα αποστέλλεται από την εταιρεία του στο Υπουργείο Εργασίας on-line. Επίσης η ΚτΠ, όταν θα ενσωματώσει την «Κάρτα Αγορών», θα χρησιμοποιείται για να κάνει κάποιος πολίτης τις αγορές από τα μαγαζιά. Αυτή η πληροφορία μέσω των συστημάτων POS των καταστημάτων θα αποστέλλεται on-line στις Τράπεζες οι οποίες 1 φορά τον μήνα θα ενημερώνουν το Υπουργείο Οικονομικών.
Ένας κακοποιός, που θα έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, ξέρει πότε και ποιο σπίτι είναι "αφύλακτο" ! Γιατί με τη δική του συναίνεση ο πολίτης να δίνει την δυνατότητα στον οιονδήποτε κακόβουλο να γνωρίζει (μέσω διαρροών από τον διαχειριστή των βάσεων δεδομένων ή μέσω hacker) που βρίσκεται ανά πάσα στιγμή; Είναι τόσο υπεράνω υλικών αγαθών που είναι έτοιμος να αντέξει αλλεπάλληλες κλοπές της περιουσία του; Θα αντέξει πιθανώς και την απαγωγή των παιδιών του;
2η περίπτωση:
Όπως είπαμε στην προηγούμενη περίπτωση, με την ΚτΠ θα κάνουμε τις αγορές των προϊόντων που επιθυμούμε. Με αυτόν τον τρόπο θα καταγράφεται αναλυτικά το καταναλωτικό μας προφίλ, οι διατροφικές μας συνήθειες, οι επιλογές μας στην διασκέδαση. Μπορεί αναλυτικά αυτή η πληροφορία να μην φτάνει στις Τράπεζες (μόνο το συγκεντρωτικό ποσό θα αποστέλλεται σε αυτές), όμως θα καταγράφεται στις βάσεις δεδομένων των Supermarkets και των υπολοίπων καταστημάτων.
Η πιθανή διαρροή όμως αυτής της πληροφορίας συνεπάγεται τα κατωτέρω:
i. Οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες θα ασφαλίζουν μερικώς ή/και καθόλου ανθρώπους οι οποίοι στα παιδικά, εφηβικά τους χρόνια δεν είχαν «συνετή» διατροφή μιας και αυτοί υπάρχει πιθανότητα να αρρωστήσουν πιο βαριά από τους υπόλοιπους ανθρώπους.
ii. Οι μελλοντικοί εργοδότες σε συνεργασία με τις ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούν να απορρίπτουν εκ των προτέρων ανθρώπους που θα έχουν μερικώς ή καθόλου ασφαλίσει οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες παρόλο που θα έχουν όλα τα προσόντα για αυτή την εργασία.
3η περίπτωση:
Ο γιος μιας οικογένειας στην παιδική του ηλικία υπέφερε από πονοκεφάλους. Κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε Παιδιατρική Κλινική. Διενεργήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες από το ιατρικό πρωτόκολλο εξετάσεις χωρίς να εντοπισθεί κάτι το παθολογικό.
Όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιστάσεις, οι πονοκέφαλοι αποδόθηκαν σε ψυχολογικά αίτια. Στο πλαίσιο αυτό ειδικός παιδοψυχίατρος εξέτασε το παιδί στο οποίο χορήγησε ήπια φαρμακευτική αγωγή.
Την ίδια περίοδο οι σχέσεις των γονιών διέρχονται μια κρίση η οποία επιβαρύνει την όλη κατάσταση καθώς και την ψυχολογική κατάσταση του παιδιού.
Σταδιακά όμως και με αμοιβαίες υποχωρήσεις των γονιών, το κλίμα στην οικογένεια αποκαθίσταται. Αυτό έχει ως συνέπεια το παιδί να αντιμετωπίζει λιγότερη εξωτερική πίεση. Έτσι και η δική του ψυχολογική κατάσταση βελτιώνεται και με τα χρόνια οι πονοκέφαλοι υποχωρούν και τελικά εξαφανίζονται.
Ο νέος σπουδάζει αρχιτέκτονας, ειδικεύεται στην συντήρηση νεοκλασικών κτιρίων και αναζητά την επαγγελματική του αποκατάσταση σε κατασκευαστικές εταιρείες, έχοντας στην κατοχή του ένα εντυπωσιακό βιογραφικό.
Τι αντιμετωπίζει όμως; Την απόρριψη της αίτησής του. Γιατί; Από την στιγμή που τα πάντα είναι καταγεγραμμένα στην βάση δεδομένων του Υπουργείου Υγείας, ο εργοδότης που παράνομα ή/και νόμιμα έχει πρόσβαση σε αυτή την βάση, μεταξύ δύο αρχιτεκτόνων διαλέγει αυτόν που στην παιδική του ηλικία δεν υπέφερε από πονοκεφάλους!
Που να μπλέξω σκέφτεται, ας πάρω καλύτερα αυτόν που δεν έχει τέλειο βιογραφικό όμως ούτε πονοκεφάλους είχε ποτέ του, ούτε χρειάστηκε να πάρει ψυχοφάρμακα.
Εάν όμως τον είχε προσλάβει θα έβλεπε ότι είναι εξαιρετικός επαγγελματίας και άνθρωπος, οπότε και να έλλειπε κάποια μέρα με πονοκεφάλους δεν θα τον πείραζε καθόλου.
Αυτός που ισχυρίζεται ότι δεν τον ενδιαφέρει η παρακολούθηση, έχει συνειδητοποιήσει ότι μπορεί να υποστεί τέτοια ρατσιστική διάκριση εις βάρος του; Πως θα πραγματώσει τα όνειρά του, να βοηθήσει στη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, εάν έχει να αντιμετωπίσει τις ανωτέρω καταστάσεις;
Τέλος ακόμη κι εάν ο ίδιος αισθάνεται έτοιμος να υποστεί διωγμούς και ρατσιστική αντιμετώπιση για την υγεία του, τα πιστεύω του, τις επιλογές του, τις απόψεις του και την ιδεολογία του, θεωρεί πως αυτό μπορεί να το υποστεί καθολικά μια ολόκληρη κοινωνία; Ας σκεφθεί τους συνανθρώπους του οι οποίοι είναι πιο αδύναμοι από αυτόν. Ποια θα είναι η συνέπεια για αυτούς; Θα έρθει εύκολα, ως φυσική εξέλιξη, ο συμβιβασμός τους στις απαιτήσεις του συστήματος, η υποταγή τους, η αλλαγή της συμπεριφοράς, των απόψεων, των αντιλήψεων, των επιλογών τους. Γιατί ο «δυνατός» να μην «προστατέψει» τους «αδύναμους» συνανθρώπους του, μη συναινώντας στο νέο σύστημα της ηλεκτρονικής παρακολούθησης; Είναι σωστό ο «δυνατός» (που νομίζει ότι θα διατηρήσει ακέραια την προσωπικότητά στο νέο σύστημα της παρακολούθησης), συναινώντας, να επιτρέψει οι αδύναμοι συνάνθρωποί του να εκτεθούν μέσα από την δημόσια κλειδαρότρυπα της ΚτΠ και μετά να αλλοτριωθούν και να βλαφτούν από το αυτό το νέο σύστημα;
Εάν δημιουργηθεί αυτό το σύστημα, τότε σταδιακά θα δημιουργηθεί μια κοινωνία με τυποποιημένες συμπεριφορές, που την μια φορά θα κοιτάνε όλοι «δεξιά» και την άλλη θα κοιτάνε όλοι «αριστερά». Είναι αυτή κοινωνία της ελευθερίας; Είναι αυτή κοινωνία της δικαιοσύνης; Μήπως συναινώντας σε αποφάσεις όπως η ΚτΠ και η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση ανοίγουμε τον ασκό του Αιόλου για απρόβλεπτες μεταβολές στον χαρακτήρα των κοινωνιών όπως τον γνωρίζουμε έως σήμερα; Μήπως μόνοι μας ανοίγουμε την Κερκόπορτα της Βασιλεύουσας;
2η Ερώτηση: Γιατί να παιδεύομαι με πληθώρα αριθμών όταν προσπαθώ να εξυπηρετηθώ από τις Δημόσιες Υπηρεσίες; Γιατί να μην έχω έναν Ενιαίο Μοναδικό Αριθμό (ΕΜΑ) με τον οποίο θα με αναγνωρίζει κάθε Υπηρεσία, να έχω μια ταυτότητα για όλες τις χρήσεις;
Απάντηση:
Σε πρώτη φάση η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και η ΚτΠ δεν υπόσχεται κάτι τέτοιο. Στην ΚτΠ, σύμφωνα με τις έως σήμερα διαβουλεύσεις που έχουν γίνει, θα περιέχονται όλοι οι αριθμοί που έχει ο πολίτης (Αριθμός Μητρώου Ασφαλισμένου (ΑΜΑ), ΑΦΜ, Αριθμός Κτηματολογίου, Αριθμός Δημοτολογίου, Αριθμός Δελτίου Ταυτότητας) και με τους οποίους ο πολίτης θα ταυτοποιείται από τις Δημόσιες Υπηρεσίες και θα εξυπηρετείται. Δεν προβλέπεται άμεσα αντικατάσταση όλων των αριθμών από έναν. Εικάζουμε όμως ότι στο μέλλον αυτό θα υλοποιηθεί.
Άραγε σήμερα το πρόβλημα των Δημοσίων Υπηρεσιών, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τον πολίτη, είναι οι 5-6 διαφορετικοί κωδικοί που έχει ο πολίτης; Το πρόβλημα υφίσταται επειδή δεν ξέρει ο πολίτης τον κωδικό του όταν πηγαίνει να εξυπηρετηθεί; Δεν ξέρει το ΑΦΜ του όταν πηγαίνει στην Εφορία; Δεν ξέρει τον ΑΜΑ του όταν πηγαίνει με το βιβλιάριό του στον Νοσοκομείο να εξετασθεί; Δεν ξέρει τον Αριθμό Δελτίου Ταυτότητάς του; Πόσες φορές στην ζωή του θα χρειαστεί τον Αριθμό Δημοτολογίου ή τον Αριθμό Κτηματολογίου; Αυτό είναι το πρόβλημα των Δημοσίων Υπηρεσιών;
Μήπως το πρόβλημα ξεκινάει μετά την ταυτοποίηση του πολίτη με τον αριθμό που κάθε υπηρεσία του έχει χορηγήσει; Μήπως το πρόβλημα εμφανίζεται αφότου λυθεί το πρόβλημα της ταυτοπροσωπίας του πολίτη; Το πρόβλημα χρονικά, δεν εντοπίζεται πριν την χρήση του κωδικού, αλλά μετά την χρήση του! Και σε αυτό δεν φταίνε οι πολλοί κωδικοί. Φταίει η κακή οργάνωση των Υπηρεσιών. Είτε έναν κωδικό έχει ο πολίτης, είτε 10 διαφορετικούς, εάν δεν οργανωθούν ου Υπηρεσίες, εξυπηρέτηση δεν θα δει ο πολίτης.
- Δεν φταίει ο ΑΜΑ, επειδή τα νοσοκομεία είναι υποστελεχωμένα τόσο σε ιατρικό όσο και σε νοσηλευτικό προσωπικό, οπότε οι λίστες αναμονής είναι τεραστίων διαστάσεων,
- Δεν φταίει ο ΑΜΑ, επειδή η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στη χώρα μας κοστίζει χρυσάφι στα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά τα «τρωκτικά» της υγείας,
- Δεν φταίει ο ΑΦΜ επειδή η εξυπηρέτηση στις εφορίες είναι δαιδαλώδης και χρονοβόρα με τεράστιες ουρές και δεκάδες έγγραφα,
- Δεν φταίει ο Αριθμός Δελτίου Ταυτότητας όταν για να υποβληθεί μια αίτηση σε μια υπηρεσία, απαιτείται πληθώρα συνοδευτικών εγγράφων.
Αντίθετα ενώ η ύπαρξη του ΕΜΑ δεν λύνει κανένα από τα ανωτέρω προβλήματα, δημιουργεί ένα σημαντικό νέο πρόβλημα το οποίο δεν λύνεται παρά μόνο με την απουσία του ΕΜΑ! Αυτό λέγεται δυνατότητα ενοποίησης των βάσεων δεδομένων.
Οι Βάσεις Δεδομένων μπορούν να ενοποιηθούν με φυσικό τρόπο, σε ένα υψηλών δυνατοτήτων Ηλεκτρονικό Υπολογιστή (Η/Υ). Μπορούν επίσης να ενοποιηθούν δυναμικά, «εισφέροντας» δηλ. σε έναν Η/Υ, με κλειδί τον ΕΜΑ, τα στοιχεία που «γνωρίζει» η κάθε Βάση Δεδομένων για αυτόν τον ΕΜΑ. πχ. Η βάση της Εφορίας το οικονομικό προφίλ, η βάση του Υπουργείου Υγείας το Ασφαλιστικό προφίλ, η βάση του Υπουργείου Εργασίας το εργασιακό προφίλ, οι βάσεις των νοσοκομείων το προφίλ υγείας κ.οκ. Έτσι είτε φυσικά, είτε εξ’αποστάσεως μπορεί να δημιουργηθεί το καθολικό προφίλ του πολίτη και κατά συνέπεια υπάρχει ο κίνδυνος να «συσκευαστεί» αυτό το προφίλ και να «πωληθεί» σε τρίτους, από κακόβουλους συμπολίτες μας και όχι μόνο.
Αντίθετα, σήμερα, χωρίς τον ΕΜΑ, οι Υπηρεσίες μπορούν να αναπτύξουν αυτόνομες, ανεξάρτητες, μη διασυνδεδεμένες Βάσεις Δεδομένων, εξυπηρετώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους πολίτες, στοιχείο το οποίο ταυτόχρονα συντελεί στον όσο το δυνατόν περιορισμό των επιπτώσεων για τον πολίτη σε περίπτωση απώλειας δεδομένων. Η απώλεια δεδομένων, ως ενδεχόμενο, θα αφορά μόνο κάποια πτυχή της ζωής του πολίτη (τμήματα του ασφαλιστικού, εργασιακού, υγείας, οικονομικού κλπ προφίλ) και όχι το καθολικό του προφίλ. Οι διαφορετικοί αριθμοί επιβαρύνουν ελάχιστα (μιας και θα πρέπει να τους έχει κάποιος πρόχειρους όταν τους χρειαστεί – αλλά ποιος όμως δεν μπορεί να θυμηθεί μερικούς αριθμούς; ή να τους πάρει μαζί του πριν πάει να εξυπηρετηθεί σε μια Υπηρεσία;), αλλά ωφελούν τα μέγιστα από την άποψη της ασφάλειας των δεδομένων.
3η Ερώτηση: Σήμερα, εάν θέλουν, με παρακολουθούν με διάφορες εφαρμογές που χρησιμοποιώ στην ζωή μου (βλ κινητό τηλέφωνο, ηλεκτρονικά διόδια, κάρτα εισόδου σε κτίρια, πιστωτική, χρεωστική κάρτα, ηλεκτρονικές αγορές μέσω internet κοκ). Δεν καταλαβαίνω γιατί ειδικά στην Κάρτα του Πολίτη πρέπει να πω όχι, ενόσω χρησιμοποιώ όλες τις άλλες συσκευές.
Απάντηση:
i. Όταν ο πολίτης χρησιμοποιεί τις ανωτέρω συσκευές, τότε αυτόματα καταγράφεται η χρήση των συσκευών από την αντίστοιχη βάση δεδομένων με την οποία επικοινωνεί η συσκευή. Όπως είναι σήμερα η κατάσταση, αυτές οι βάσεις δεδομένων δεν λειτουργούν με ένα ενιαίο κλειδί, έναν Ενιαίο Μοναδικό Αριθμό (ΕΜΑ) όπως περιγράψαμε ανωτέρω. Δεν έχουμε έναν αριθμό για όλες τις χρήσεις. Στο σημερινό λοιπόν πλαίσιο, εάν κάποιος επιθυμεί να ενοποιήσει τα δεδομένα πρέπει να χρησιμοποιήσει ως βασικό ενοποιητικό παράγοντα το Ονοματεπώνυμο. Όμως με το ίδιο ονοματεπώνυμο υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι. Επίσης σε παγκόσμιο επίπεδο με τόσες διαφορετικές γλώσσες και διαφορετικά και ανομοιογενή αλφάβητα και ονόματα καθίσταται δύσκολη ή έστω πολύ δαπανηρή η ενοποίηση δεδομένων κάτω από ένα όνομα. Όλα αυτά τα προβλήματα τα λύνει ο Ενιαίος Μοναδικός Αριθμός (ΕΜΑ), όποιος κι αν αποφασιστεί να είναι (υφιστάμενος ΑΜΚΑ, ΑΦΜ ή κάποιος νέος).
ii. Μπορεί λοιπόν να υφιστάμεθα ήδη καταγραφή δεδομένων και παρακολούθηση, όμως αυτά τα στοιχεία στην ουσία είναι δύσχρηστα για περαιτέρω αξιοποίηση. Η τυχόν αξιοποίηση και ενοποίησή τους είναι μια χρονοβόρα και κοστοβόρα διαδικασία. Για το λόγο αυτό εάν γίνει ενοποίηση, θα γίνει για μεμονωμένα άτομα και όχι καθολικά για το σύνολο του πληθυσμού. Χωρίς ενοποίηση μπορεί να παρακολουθηθεί ένα τμήμα του προφίλ του πολίτη και όχι το καθολικό του προφίλ.
iii. Η ενοποίηση των δεδομένων με βάση το Ονοματεπώνυμο συνιστά μια παράνομη διαδικασία στην οποία το πρόσωπο δεν έχει συναινέσει με καθοιονδήποτε τρόπο. Αντίθετα η οικειοθελής κατοχή ηλεκτρονικής ταυτότητας με τον μοναδικό, καθολικής χρήσης, κωδικό της (μπορεί να παραμείνουν στην αρχή οι πολλοί κωδικοί όπως είπαμε ανωτέρω, όμως ο ένας κωδικός είναι η φυσική εξέλιξη του συστήματος) συνιστά στην ουσία συναίνεση στην καταγραφή+ενοποίηση των δεδομένων, στην παρακολούθηση δηλ. του προσώπου. Δηλ. μια παράνομη διαδικασία μετασχηματίζεται σε νόμιμη!
iv. Τέλος εάν κάποιος δεν επιθυμεί να υποστεί ούτε τους σημερινούς τύπους παρακολούθησης μέσω των συσκευών που αναφέρονται ανωτέρω, τότε μπορεί να απαλλαγεί από αυτές τις συσκευές επιλέγοντας να μην τις χρησιμοποιήσει.
Μπορεί εάν θέλει:
1. να αφήσει το κινητό του στο σπίτι του και να πάει μια βόλτα χωρίς αυτό,
2. να αγοράσει προϊόντα με μετρητά, δηλ χωρίς χρεωστική/πιστωτική κάρτα,
3. να πληρώσει με μετρητά τα διόδια από τα οποία θα διέλθει κ.ο.κ.
Όμως, εάν θέλει, θα μπορεί στο μέλλον να μην χρησιμοποιεί την ΚτΠ, εάν είναι υποχρεωτικό να την φέρει μαζί του; Όχι βέβαια. Το κύριο πρόβλημα είναι η δεσμευτικότητα, η ταύτιση της ΚτΠ με τον άνθρωπο, ο οποίος πλέον θα ανάγεται σε αριθμό και θα υποχρεώνεται να αφήνει τα ηλεκτρονικά του ίχνη καθημερινά, θελημένα ή αθέλητα σε δεκάδες διασυνδεδεμένες βάσεις δεδομένων. Αυτή η καταγραφή συνιστά καθολικό, ανηλεές, απόλυτο φακέλωμα. Ποιος ο λόγος να γίνει αυτό; Τι κερδίζει ο πολίτης; Απολύτως τίποτα. Τι κερδίζει η εξουσία; Οι νόμιμες-τυπικές και οι παράνομες-άτυπες μορφές εξουσίας; Μα τον πλήρη έλεγχο των υπηκόων! Ένα τέλειο σύστημα το οποίο θα λαχταρούσε να έχει στα χέρια του ο Χίτλερ, ο Στάλιν, ο πατερούλης-αιώνιος πρόεδρος της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ιλ, το καθεστώς Απαρτχάϊντ της Νοτίου Αφρικής κ.ο.κ.
Η διαφορά μεταξύ της σημερινής ηλεκτρονικής καταγραφής κάποιων δεδομένων του πολίτη και εκείνης που θα υπάρξει με την χρήση της ΚτΠ σε ένα περιβάλλον «Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης» είναι δυσθεώρητη και μπορεί να συγκριθεί με εκείνη που έχει μια σφεντόνα και μια ατομική βόμβα.
Συναινώντας λοιπόν ο πολίτης στο να «ενταχθούν» τα στοιχεία του στο σύστημα της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και λαμβάνοντας την Κάρτα του Πολίτη, στην ουσία συναινεί στο να ξεκινήσει να χτίζεται αυτό το ανελεύθερο ηλεκτρονικό καθεστώς διαρκούς καταγραφής και παρακολούθησης των πολιτών.
4η Ερώτηση: Με την ΚτΠ και την ψηφιακή υπογραφή θα περάσουμε σταδιακά σε ένα σύστημα άμεσης δημοκρατίας όπως στην Αρχαία Ελλάδα. Θα μπορούν να διενεργηθούν εύκολα και με ελάχιστο κόστος δεκάδες δημοψηφίσματα αλλά και δημοσκοπήσεις σε πολλά σημαντικά για τους πολίτες θέματα. Οι κυβερνώντες θα νοιώσουν ασφυκτική την «ανάσα» των πολιτών. Επίσης οι εκλογές θα γίνονται εύκολα και τα αποτελέσματα θα είναι αδιάβλητα. Δεν θα χρειάζονται επανακαταμετρήσεις ούτε θα υπάρχει αμφισβήτηση για το αποτέλεσμα. Πρόκειται για στροφή της κοινωνίας προς το δημοκρατικότερο.
Απάντηση:
Η ηλεκτρονική δημοκρατία είναι μια φαινομενική δημοκρατία. Κάτω από το χαλί κρύβεται η ηλεκτρονική δικτατορία. Οδηγεί φαινομενικά σε πιο άμεση δημοκρατία: Διενεργούνται εύκολες, με χαμηλό κόστος, on-line ψηφοφορίες, δημοψηφίσματα, και διατυπώνονται απόψεις των πολιτών οι οποίες μπορούν να φθάσουν έως την κορυφή.
Αυτή όμως η διαδικασία οδηγεί παράλληλα και στο καθολικό φακέλωμα της πολιτικής και κοινωνικής άποψης των συμμετεχόντων. Έτσι εάν ψηφίζουμε από το σπίτι μας, ναι μεν ψηφίζουμε άμεσα, γρήγορα με χαμηλό κόστος όλοι μας για πολλά θέματα (άμεση δημοκρατία λοιπόν) όμως επειδή:
i. τα ηλεκτρονικά συστήματα είναι διάτρητα από άποψη ασφάλειας και
ii. καταγράφονται σε αρχεία (log files) η ψήφος κάθε πολίτη σε αντιστοιχία με τον μοναδικό κωδικό αριθμό που φέρει ο Η/Υ του, τότε με αυτά τα στοιχεία είναι δυνατόν να εξαχθεί το κοινωνικό, συνδικαλιστικό, πολιτικό προφίλ, καθολικά, όλων των συμμετεχόντων στην εκλογική διαδικασία και στην συνέχεια αυτό να «αξιοποιηθεί» εις βάρος των ψηφοφόρων.
Παραβιάζεται με απλά λόγια η μυστικότητα της ψήφου. Μιλάμε για φανερή και διάτρητη ψηφοφορία. Φανερή γιατί η ψήφος σε συνδυασμό με την IP του Η/Υ αποκαλύπτει την ταυτότητα και την επιλογή του ψηφίσαντα και διάτρητη γιατί τα προσωπικά δεδομένα της ψηφοφορίας δύνανται:
i. να διαρρεύσουν θελημένα, σκόπιμα (πχ επί χρήμασι) ή αθέλητα (απώλεια μέσων αποθήκευσης) από τον διαχειριστή,
ii. να υποκλαπούν από χάκερς από τις «ασφαλείς» βάσεις δεδομένων της ψηφοφορίας.
Στο πλαίσιο των ανωτέρω πως μπορεί να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της διαδικασίας;
- Η ψήφος από την στιγμή που θα φύγει από τον Η/Υ του σπιτιού του ψηφοφόρου, μέχρι την βάση Δεδομένων του Υπουργείου που θα διενεργεί τα δημοψηφίσματα, υπάρχει πιθανότητα να δολιευθεί; Το ΝΑΙ στον Η/Υ του σπιτιού θα καταχωρηθεί ως ΝΑΙ στην βάση δεδομένων του Υπουργείου ή λόγω των «επιστημονικών» μεθόδων τη σύγχρονης τεχνολογίας μπορεί να καταχωρηθεί και ως ΟΧΙ;
- Όταν ο ψηφοφόρος γνωρίζει, ότι οι κρατούντες γνωρίζουν τι ψηφίζει, πόσο πιθανό είναι να αλλάξει την ψήφο του προκειμένου να μην έχει επιπτώσεις; Προκειμένου να είναι αρεστός; Προκειμένου να ανελιχθεί σε ανώτερη θέση με αντάλλαγμα την ψήφο;
- Με αυτό τον τρόπο οι κρατούντες ελέγχουν ή όχι εάν τα ρουσφέτια τους εξαργυρώνονται πραγματικά με ψήφους;
Είναι προτιμότερος ο κόπος του παραβάν, της φυσικής καταμέτρησης, της επανακαταμέτρησης εάν χρειάζεται, παρά η ξεκούραση της «αδιάβλητης» ηλεκτρονικής καταμέτρησης-κατασκόπευσης.
Αντί επιλόγου σε όλα ανωτέρω, δείτε κατωτέρω δύο αφίσες που κυκλοφόρησε η Αγγλική οργάνωση http://no2id.net/ η οποία δραστηριοποιήθηκε έντονα εναντίον της Αγγλικής ΚτΠ (ID cards) και της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Database State):
Η πρώτη αναφέρει: «Presumed guilty until proven innocent… because it’s not like computer records even get mixed up, is it?». Με απλά λόγια: «Είσαι ένοχος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, Άλλωστε οι Η/Υ δεν κάνουν ποτέ λάθος, έτσι δεν είναι;»
Η δεύτερη αναφέρει: «If you’re not on their list you won’t exist». Δηλ. «εάν δεν σε βρίσκουν στη λίστα τους, τότε δεν υπάρχεις».
Με αυτά τα απλά συνθήματα οι Άγγλοι προσπαθούν να τονίσουν την απόλυτη εξάρτηση της ζωής του ανθρώπου από τους Η/Υ. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελευθερία του συναλλάσσεσθε, τα δικαιώματα στην ιδιοκτησία, στην εργασία, στην ασφάλιση, στην δημιουργία οικογένειας και προσωπικής ζωής δεν είναι αυθύπαρκτα και δεδομένα για όλους τους νομοταγείς πολίτες. Εξαρτώνται από την κατοχή ή όχι μιας Κάρτας, από την κατοχή ή όχι ενός αριθμού, από την ύπαρξή των ανθρώπων ή όχι σε μια βάση δεδομένων; Δηλ. όσοι είναι εκτός των βάσεων δεδομένων παύουν να είναι άνθρωποι; Εάν συνεχίζουν να τους θεωρούν ανθρώπους, τότε είναι άνθρωποι χωρίς δικαιώματα, είναι de facto εχθροί και κατά συνέπεια απόβλητα του συστήματος; Πως λέγεται το σύστημα που αντιμετωπίζει τον άνθρωπο με αυτόν τον τρόπο; Ποια αρχή μπορεί να σκεφθεί κάτι τέτοιο; Και όλα αυτά θα γίνουν με βασικό επιχείρημα το νοικοκύρεμα της Δημόσιας ζωής, την εξυπηρέτηση των πολιτών, την βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών;
“ΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΚΥΝΟΧΑΡΤΙΑ”
“Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος͵ Σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν͵ ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται καὶ ᾧ ἐὰν θέλω δίδωμι αὐτήν· 4.7 σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσῃς ἐνώπιον ἐμοῦ͵ ἔσται σοῦ πᾶσα. 4.8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ͵ Γέγραπται͵ Κύριον τὸν θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷῃ μόνῳ λατρεύσει” (Λουκ. δ’ 6-8).
Όταν ο Ελληνισμός, η Ρωμιοσύνη διέρχεται δύσκολες στιγμές, λόγω εξωτερικών επιθέσεων, ή εσωτερικών αναταραχών, τότε εμφανίζονται πολλοί πού προωθούν τα λεγόμενα “Προσκυνοχάρτια”.
Είναι τα χαρτιά πού πρέπει να υπογράψουμε οι Έλληνες για να δηλώσουμε υποταγή και προσκύνηση σε “ξένους και σε υιούς νενοθευμένους”.
Στις μέρες αυτές δεν βρισκόμαστε σε εμπόλεμο κατάσταση. Όμως, επειδή οργανώθηκε “οικονομική επίθεση” κατά της Ελλάδος και πάλι μάς ωθούν να υπογράψουμε κάποια νέου τύπου “Προσκυνοχάρτια”.
-Τι είναι, λένε, η Ελλαδίτσα; Ένα τίποτα!
-Τί είναι, λένε, αυτό το “Εθνάκι” πού λέγεται Ελλάς; Ένα τίποτε!
-Τί είναι, λένε, η Ορθοδοξία; Ένα τίποτε μέσα σε ένα πολύ μεγάλο κόσμο!
Εμείς υψώνουμε σημαία πίστεως, ελευθερίας και αληθούς φιλοπατρίας.
Δεν θα υπογράψουμε κανενός είδους “Προσκυνοχάρτι”.
Αντίθετα, θα υψώνουμε την σημαία του πολέμου και της νίκης.
Και πάλι η μάχη θα κερδηθεί, με την βοήθεια και την Χάρη τού Θεού.
Α’. Αρχαία “Προσκυνοχάρτια”
Τα προσκυνοχάρτια δεν είναι νέα στρατηγική αλλά κλασσική. Σε κάθε εποχή, οι διανομείς τους τα έχουν πάντοτε πρόχειρα για χρήση και σε κάθε ευκαιρία φροντίζουν να τα πλασάρουν ως «μοναδικές» ή και «προοδευτικές λύσεις».
Όταν οι Πέρσες κατέκλυζαν την Ελλάδα, τότε οι πουλημένοι και οι απελπισμένοι γινόταν άλλοι απαίσιοι “οδοιπόροι προς τα Σούσα” (Κ. Καβάφη) και άλλοι κατέστησαν Εφιάλτες!
Όταν οι Ρωμαίοι ήλθαν κατακτητές στην Ελλάδα, τότε οι “προσκυνημένοι” Γραικύλοι αποκαλούσαν τούς κατακτητές θεούς ή ημιθέους! Λάτρευσαν τον Αντώνιο ως νέον Διόνυσο και τον νύμφευσαν με την Αθηνά, προσενεγκόντες και χίλια τάλαντα ως γαμήλιο δώρο. Θεοποίησαν το διαβόητο Νέρωνα. Σε όλα αυτά πρωτοστατούσαν ψευτοδιανοούμενοι πού κατέστησαν “ανάξιοι Γραικύλοι, φουσκωμένοι και κομπορρήμονες, ...που είχαν για ασχολία τους, «πάσαν αγυρτείαν» και «φλυαρίαν»” (Κ. Παπαρρηγοπούλου).
Όταν το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος αισθανόταν βαρύ το χνώτο του Ισλάμ, τότε στην Πόλη ξεφύτρωσαν οι φιλοδυτικοί, φιλοπαπικοί, φραγκολεβαντίνοι κ.τ.λ., πού προσκαλούσαν το Γένος σε υποταγή πίστεως και συνειδήσεως.
Β’. Νεώτερα “Προσκυνοχάρτια”
Όταν τα χρόνια της εθνικής παλιγγενεσίας τού 1821 η Ελλάς εφλέγετο, ο Κιουταχής μοίραζε “Προσκυνοχάρτια” σ’ όσους ήθελαν να δηλώσουν υποταγή προς τον Σουλτάνο.
Όταν ο Ιμπραήμ αλώνιζε στην Πελοπόννησο, ο Κολοκοτρώνης φώναζε “φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους”. Μάλιστα ο Γέρος τού Μοριά μετέβη σε μια εκκλησία και αφού προσευχήθηκε τότε υπέγραψε την θανατική καταδίκη ενός προσκυνημένου μικροκαπετάνιου, του Νενέκου.
Όταν η Ελλάδα, μετά το ηρωικό Έπος του Σαράντα κατελήφθη από τούς Γερμανούς, τότε γέμισε ο τόπος από “προσκυνημένους” δοσιλόγους. Αυτοί πίστευαν ότι οι κατακτητές δεν θα φύγουν ποτέ. Δεν φανταζόταν ότι οι Χιτλερικοί θα έμεναν στον Αγιασμένο αυτό τόπο μόνο για τρία χρόνια.
Γ’. Η “ηθική κρίση” έφερε την “οικονομική” και ξαναζωντάνεψε τους “Προσκυνημένους”
Στις μέρες μας ανέκυψε η λεγομένη “οικονομική κρίση”. Βέβαια στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μία ηθική κρίση. Αυτό συνέβη για δύο λόγους: Πρώτον, διότι οι κλοπές, οι μίζες και οι κομπίνες έγιναν σύστημα και καθεστώς. Δεύτερον, διότι οι ξένοι “οικονομικοί εισβολείς”, εξαγόραζαν συνειδήσεις και ξεπουλούσαν την πραμάτεια τους στην Ελλάδα σε πολλαπλάσιες τιμές από αυτές του εμπορίου (αεροπλάνα, πολεμικά πλοία, υποβρύχια, άρματα μάχης, ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς κ.ά.).
Έτσι ξέσπασε η λεγομένη “οικονομική κρίση” και με την “ευκαιρία” αυτής ξεχείλισαν οι οθόνες των τηλεοράσεων και φούσκωσαν οι σελίδες των εντύπων από πλήθος δειλών, πουλημένων και “Νεοπροσκυνημένων”.
Δ’. Από τον καρπό γνωρίζουμε το δένδρο
Ο Κύριος υπέδειξε τον τρόπο για να ξεχωρίζουμε τους “Νεοπροσκυνημένους”: “Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν͵ οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασιν προβάτων͵ ἔσωθεν δέ εἰσιν λύκοι ἅρπαγες. 7.16 ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς· μήτι συλλέγουσιν ἀπὸ ἀκανθῶν σταφυλὰς ἢ ἀπὸ τριβόλων σῦκα; 7.17 οὕτως πᾶν δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς καλοὺς ποιεῖ͵ τὸ δὲ σαπρὸν δένδρον καρποὺς πονηροὺς ποιεῖ·” (Ματθ. ζ’ 15-17).
Τα άτομα αυτά πήραν θάρρος και εκδηλώνουν τούς σκοπούς των με λόγια λίαν χαρακτηριστικά και αποκαλυπτικά:
-Ξεπουλήστε την Κύπρο με το σχέδιο Ανάν!
-Δώστε τα όλα στους ξένους.
-Βομβαρδίστε τη Σερβία!
-Υποταγείτε στην λεγομένη “Τρόϊκα” και δεχθείτε υποταγή με το “Μνημόνιο”!
-Να πτωχεύσει η Ελλάδα!
-Κάντε τυπικό διάλογο, αλλά υποταχθείτε στον Πάπα.
Ε’. Δυο ραπίσματα στους “προσκυνημένους”
Δεν πρέπει να απελπιζόμαστε όμως. Ο λαός έχει βαθιές ρίζες πίστεως και φιλοπατρίας. Έχει στο DNA του γραμμένες, με χρονική συνέχεια, όλες τις εθνικές καταβολές, από τον Τρωικό πόλεμο έως το έπος τού Κυπριακού αγώνα τού 1955 και μέχρι σήμερα. Ο λαός μας νιώθει μέσα του να βράζει το αίμα των Αγίων και των ηρώων.
Αυτό είναι φανερό από δύο γεγονότα πού έλαβαν χώρα μόλις τα πέντε τελευταία χρόνια. Ο λαός είπε όχι στο “Προσκυνοχάρτι Ανάν” και σε μια φιλόδοξο υποψήφια κόμματος με μειωμένη εθνική γραμμή.
Όταν όλη η προπαγάνδα, οι εκβιασμοί και το χρήμα κατέκλυσαν την Κύπρο και την Ελλάδα δεν κατέστη δυνατόν να περάσουν το “Προσκυνοχάρτι” του “Σχεδίου Ανάν”. Ο λαός είπε όχι με 75% ή και περισσότερο. Ράπισε τούς “προσκυνημένους” και έστειλε τούς ξένους εχθρούς πίσω στις πατρίδες τους απράκτους.
Όταν σε ένα κόμμα της Ελλάδος υπήρχαν δύο υποψήφιοι αρχηγοί, ένας άνδρας (με πατριωτικές κατευθύνσεις) και μία γυναίκα (πού έλεγε “ναι σε όλα στους ξένους”), τότε ο λαός ανέτρεψε τις προπαγάνδες και διέλυσε τούς μηχανισμούς. Αυτή η κυρία, αν και είχε στη διάθεση της σχεδόν όλα τα μέσα επικοινωνίας, όλους σχεδόν τους βουλευτές, όλα τα υψηλόβαθμα στελέχη, όλη την υποστήριξη των ισχυρών ξένων παραγόντων συνετρίβη με ποσοστό άνω τού 70%. Χωρίς καμιά ουσιαστική οργάνωση συνεκροτήθη “κίνημα λαού” που έκλεισε την πόρτα στην θεσμοθετημένη συνυποταγή.
Στ’. Αισιοδοξούμε και ευελπιστούμε
Αισιοδοξούμε, γιατί υπάρχει άσβεστη φωτιά στην καρδιά των Ελλήνων.
Αισιοδοξούμε, γιατί υπάρχουν Ηγέτες πού θα επιβάλλουν τα όνειρά τους στην εποχή μας.
Αισιοδοξούμε, γιατί υπάρχουν Πατέρες πού αναλαμβάνουν με δύναμη έργα υπέροχα.
Αισιοδοξούμε, γιατί υπάρχουν Αρχηγοί πού μπορούν να αναλάβουν “Ηράκλεια έργα”.
Αισιοδοξούμε, γιατί οι νυν ρήξεις συνθέτουν μεγάλες Μορφές.
Αισιοδοξούμε!!! Ο μεν Όμηρος με πίκρα δακρυρροεί, γιατί, «οἷοι νῦν βροτοί εἰσί!» (Ἰλ. ε’ 304), (= δυστυχώς παρήλθαν τα χρόνια των ηρώων και άρχισαν τα χρόνια των κοινών θνητών!),
εμείς προσευχητικώς ανακράζουμε πώς,
“ποτέ δεν περνούν τα χρόνια των Αγίων μας!!!”.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)