Tου Χρηστου Γιανναρα
Η τηλεοπτική του εικόνα ίσως να τον αδικεί, είναι προκλητικά ασύμπτωτη με το υπούργημά του και τις ευθύνες που συνεπάγεται. Βέβαια, χωρίς το οικογενειακό του όνομα δεν θα είχε φτάσει σε τόσο υψηλούς θώκους – στο κόμμα του υπάρχει πλειάδα στελεχών με καταφανώς υπέρτερα φυσικά χαρίσματα, πρόδηλη υπεροχή καλλιέργειας, ηγετικής εμφάνισης. Ομως, παρ’ όλα αυτά, πρέπει να διαθέτει τη φυσιολογική ευφυΐα, δεν μπορεί τα προσόντα του να είναι όπως τα εμφανίζει η τηλεοπτική του εικόνα.
Οποιουδήποτε πρωθυπουργού η τηλεοπτική εικόνα είναι πια πρόβλημα πολιτικό. Ενδιαφέρει τους πολίτες όχι για ευτελές κουτσομπολιό: πώς ντύνεται, πώς χειρονομεί, πώς μορφάζει, ποιες οι μικροσυνήθειες του ιδιωτικού του βίου. Πολιτικό πρόβλημα είναι, να προδίδει η εικόνα του πρωθυπουργού υστέρημα ευφυΐας, σαφή μειονεξία σε φυσικά προσόντα, ανάπηρη εκφραστική. Τότε, δικαιολογημένα, ο πολίτης φοβάται. Καταλαβαίνει πως ό,τι κατόρθωσε στη ζωή του, ό,τι ελπίζει για τα παιδιά του, την πατρίδα του και την ιστορική της επιβίωση, είναι σε χέρια επικίνδυνου, αμφίβολων ικανοτήτων διαχειριστή.
Κάθε τηλεοπτική εμφάνιση του σημερινού Ελληνα πρωθυπουργού φοβίζει (τους οξυδερκέστερους τους πανικοβάλλει). Παράδειγμα, η «διακαναλική» συνέντευξή του στις 25.10.2010: Φόβισε ακόμα και τους δανειστές στη διεθνή αγορά, η απόδοση (spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου εκτινάχθηκε αμέσως στις 795 μονάδες. Η λογική του φόβου αυτονόητη: Ποιο νοικοκύρεμα των οικονομικών, ποια πάταξη της σπατάλης και της φαυλότητας να περιμένει κανείς από αυτή τη θλιβερή τηλεοπτική φιγούρα που, επί δύο ώρες και τέταρτο, άλλα τον ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι και σε εντελώς άλλα απαντούσε, του ήταν αδύνατο να συγκροτήσει μια δική του, με λογική συνέπεια απάντηση, παπαγάλιζε προκάτ συνθηματολογίες, πάλι και πάλι, αυτιστικά.
Πώς να εμπιστευθούν οι αγορές πρωθυπουργό που, με δεδομένη και αδιέξοδη τη χρεοκοπία της χώρας του, απειλούσε τους πολίτες με βουλευτικές εκλογές, δηλαδή με χαριστική βολή στην οικονομία, αν στις εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης δεν υπερψηφιστούν οι κομματικοί του κομισάριοι! Δεν είχε καν τη λογική και τη φρόνηση να διερωτηθεί, ποια ηδονή θα του εξασφάλιζε η εξουσία σε κράτος λιμού ή ζούγκλας (με την κυρία Μέρκελ να του αφαιρεί και το δικαίωμα ψήφου στην Ε.Ε.).
Η μεταχείριση του πρωθυπουργού από τον Τύπο και η αιδήμων υποταγή ευφυέστατων στελεχών του κόμματός του στη μετριότητά του δημιουργούσαν σε μερικούς την επιφύλαξη: μήπως διαθέτει προσόντα που οι πολλοί αγνοούμε. Γι’ αυτούς η «διακαναλική» συνέντευξη ήταν σοκ. Ηδη από το σχολειό, ακόμα και οι μαθητές αρχίζουν να οικειώνονται αυτό που οι δάσκαλοι εθίζονται επαγγελματικά να διακρίνουν: Ποιος μαθητής στην προφορική εξέταση είναι διαβασμένος και ποιος αδιάβαστος. Ποιος διάβασε μόνο ένα κεφάλαιο του βιβλίου και προσπαθεί κάθε ερώτηση να την απαντήσει με το κεφάλαιο που μισοξέρει. Ποιος έχει τη φυσική ευφυΐα να υπεκφεύγει, να παριστάνει τον διαβασμένο συνταιριάζοντας τα περίπου στο τίποτα. Και ποιος είναι φυσικά ανεπαρκής, ούτε τι διαβάζει καταλαβαίνει ούτε να προσποιηθεί μπορεί, αραδιάζει κομπιαστές, ασύνδετες κενολογίες, εκτίθεται στον οίκτο ή στη χλεύη.
Αυτήν την κριτική λειτουργία (: να διαβλέπεις, να καταδείχνεις, να ιεραρχείς ποιοτικά την επάρκεια) την ασκεί στο σχολειό ο δάσκαλος και στον δημόσιο στίβο ο δημοσιογράφος. Στη «διακαναλική» συνέντευξη του πρωθυπουργού οι δημοσιογράφοι δεν άσκησαν το λειτούργημά τους. Αν είχαν τολμήσει τίμια να του πουν: «δεν απαντάτε σε αυτό που σας ρωτάμε, γιατί υπεκφεύγετε;», ίσως το spread του ελληνικού ομολόγου να μην είχε εκτιναχθεί στα ύψη. Ισως οι δανειστές να είχαν καταλάβει ότι στην Ελλάδα είναι μεν ο πρωθυπουργός φανερά ανεπαρκής, αλλά υπάρχει κοινωνική δυναμική που αντιστέκεται. Η ατολμία των δημοσιογράφων στη «διακαναλική» έμοιαζε διατεταγμένη, μύριζε προχωρημένη παρακμή, ανοχή που αποκλείει την ανάκαμψη.
Το πρόβλημα της εξόφθαλμης πρωθυπουργικής ανεπάρκειας δεν βρίσκει τη λύση του ούτε σε εθνικές εκλογές ούτε σε εσωκομματικές ανακατατάξεις. Το υπάρχον πολιτικό σκηνικό μπορεί να δώσει βελτιωμένες εκδοχές της σημερινής δραματικής ανικανότητας, αλλά εξίσου ατελέσφορες ως προς το σκοπούμενο τέλος: την ανάκαμψη. Η ελλαδική κοινωνία μοιάζει να μην έχει συνειδητοποιήσει ότι με χρέος που φτάνει το 150% του εθνικού προϊόντος σωτηρία δεν υπάρχει, ζούμε και θα ζούμε για πολλά, περισσότερα από όσα φανταζόμαστε χρόνια με τις (καθαρά συμφεροντολογικές) ελεημοσύνες των δανειστών μας. Μόνο ένα πολύ μεγάλο πολιτικό ανάστημα θα μπορούσε πιθανόν να ανατρέψει τα δεδομένα, αλλά ούτε στον ορίζοντα διαφαίνεται ούτε οι σπιθαμιαίοι που ελέγχουν τον πολιτικό μας ορίζοντα θα επιτρέψουν ποτέ να αναφανεί.
Για όσους συνειδητοποιούν τον επερχόμενο πολυετή (ίσως δεκαετιών) εφιάλτη, τις στερήσεις, την επιτεινόμενη φτώχεια, το φάσμα της πείνας, την τρέλα της απόγνωσης των ανέργων και των μεταναστών, μοιάζει κυριολεκτικά ασήμαντη η σημερινή εκλογική αναμέτρηση, ανθυπολεπτομέρεια στο περιθώριο των εξελίξεων. Το τελευταίο που θα επηρεάσει τη δίνη του τυφώνα είναι, αν θα έχει επιβραβευθεί με επανεκλογή η θρασεία ουτιδανότητα του κ. Κακλαμάνη ή αν θα έχει προτιμηθεί ο επί τη εμφανίσει συμβιβασμένος κ. Καμίνης. Αν η Θεσσαλονίκη θα έχει γοητευθεί από το σκουλαρίκι και το τατουάζ σε γηραλέα σάρκα ή θα έχει καταξιώσει τον εξ εθισμού ανεπαρκή κ. Γκιουλέκα. Και τα ανάλογα πάσης Ελλάδος.
Σοβαρότητα, ωριμότητα και αυτοσεβασμό θα πρόδιδαν (ίσως κατόρθωναν και τη σωτήρια ανατροπή του πολιτικού σκηνικού) μόνο κάποιες μεγάλου εύρους λαϊκές αντιδράσεις: Μια αποχή από τις εκλογές, την Κυριακή 14 Νοεμβρίου, της τάξεως του 70%-80% των ψηφοφόρων, ή μια ειρηνική στρατοπέδευση μερικών εκατοντάδων χιλιάδων λαού στο κέντρο της πρωτεύουσας, αδιάλειπτα, μέρες και νύχτες, με αίτημα μια ριζική επαναδιαπραγμάτευση του «Μνημονίου» από τεκμηριωμένα εξωκομματική υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου