13 Ιανουαρίου 2011

ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΩΝ ΟΠΛΑΡΧΗΓΩΝ ΤΟΥ '21 ΠΗΓΗ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ


"Όλβιος όστις της ιστορίας έσχεν μάθησιν"
Ευριπίδης

Ο λόγος αυτός του τραγικού μας ποιητή Ευριπίδη, γίνεται μετά από 2500 χρόνια σύνθημα αφύπνισης όχι μόνο των νεοελλήνων αλλά της ανθρωπότητας ολόκληρης. Διότι, όλοι μας είμαστε στόχοι της νέας στρατηγικής, που εφαρμόζεται σε καιρό ειρήνης, με σκοπό "την γενοκτονία της μνήμης" των λαών, ιδιαίτερα δε εμάς των Ελλήνων (π. Θεόδωρος Ζήσης). "Το σχέδιο αυτό αφομοιώσεως των λαών αποβλέπει στο να ξεχάσουν οι νέες γενιές την ιστορία τους, να καταστραφούν τα πολιτιστικά και εθνικά αντισώματα και να παραδοθούν στη νέα πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης, μέσα στην οποία δεν θα υπάρχουν πρόσωπα συνειδητά, με ταυτότητα, πολιτιστικές ρίζες και δυνατότητα αυτοπροσδιορισμού και ελευθερίας. Θα είναι άβουλα άτομα που θα ξέρουν μόνο να καταναλώνουν υλικά αγαθά, να αυξάνουν τα κέρδη των εταιρειών τους και να μην αντιδρούν στα γεωπολιτικά σχέδια της Pax Americana και των συμμάχων της. … Ουσιαστικώς πρόκειται για νέο παιδομάζωμα, για δημιουργία νέων Γενιτσάρων, οι οποίοι με τα εφόδια που θα παίρνουν από τα νέα σχολικά βιβλία θα στρέφονται εναντίον ημών των παλαιοτέρων και όσων άλλων συντηρούν τη μνήμη και την πολιτιστική τους ταυτότητα". Αυτά έγραφε σε άρθρο του ο αγωνιστής καθηγητής του ΑΠΘ π. Θεόδωρος Ζήσης, με αφορμή το τρανό παράδειγμα αυτής της εκστρατείας κατακτήσεως και αλώσεως των Ελλήνων, το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού.

Και εμείς …; Εμείς τι κάνουμε; Άνθρωποι πολυάσχολοι, βουτηγμένοι στις μέριμνες της ζωής, γινόμαστε γρανάζια αυτής της μηχανής πολτοποίησης της ιστορίας μας και της εθνικής μας συνείδησης; Μιας ιστορίας για την οποία μας ευγνωμονεί ολόκληρη η ανθρωπότητα.


Αντίθετα στο ρεύμα αυτό, πιστεύοντας στη ρήση του Ευριπίδη, με κίνδυνο να χαρακτηριστούμε εθνικιστές, προγονολάτρες, ρατσιστές, φασίστες κλπ θα προσπαθήσουμε να σταθούμε για λίγο πλάϊ στους καπεταναίους, που ήταν άνθρωποι με σάρκα και οστά σαν και μας, με αγάπες και αγωνίες, φόβους και ελπίδες, οράματα και αδυναμίες. Ας ανάψουμε ένα κερί στη μνήμη τους και ας θυμηθούμε τις θυσίες τους που μπορούν να αποτελέσουν για μας πυξίδα διόρθωσης της πορείας μας και ανάχωμα στη σαρωτική λαίλαπα της Νέας Εποχής.


Για να προχωρήσουμε, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι θα αναφερθούμε ενδεικτικά μόνο σε ορισμένες ηγετικές προσωπικότητες, χωρίς να παραγνωρίζουμε τις θυσίες και τον ηρωισμό χιλιάδων απλών ανθρώπων που τους πλαισίωσαν στον ιερό αυτόν αγώνα. Επειδή οι ηγέτες είχαν και την κύρια ευθύνη των διαδραματισθέντων γεγονότων και των εξελίξεων του αγώνα.


Πώς πολέμαρχοι σαν τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, τον θρυλικό Δυσσέα Ανδρούτσο, τον ορμητικό "Στρατάρχη της Ρούμελης" Γ. Καραϊσκάκη, τον λιονταρόκαρδο Αθανάσιο Διάκο, τον ηρωϊκό εθνεγέρτη Επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα και τόσους άλλους καπεταναίους που πολέμησαν και δοξάστηκαν σε τούτο τον τόπο. Πώς λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι των αρμάτων θα μπορούσαν να μας προσφέρουν έμπνευση δράσης και ζωής?


Μια πρώτη προσέγγιση των οραματισμών και των κινήτρων του αγώνα αυτών των ανθρώπων από τις ιστορικές πηγές ίσως δώσει αφορμή να ξετυλίξουμε το μίτο των συλλογισμών μας, να γνωρίσουμε το μεγαλείο της ψυχής τους, να καθρεπτιστούμε σ' αυτό και να οδηγηθούμε σε αυτογνωσία.


Τι έκανε λοιπόν τον λόγιο και ευλαβή Επίσκοπο
Σαλώνων Ησαΐα, να φέρει το μήνυμα του ξεσηκωμού στην Ελλάδα από τον μαρτυρικό Πατριάρχη Γρηγόριο Ε', να σαλπίσει με όλη την δύναμη της ψυχής του τον ξεσηκωμό στους ραγιάδες, να κρεμάσει την αρχιερατική στολή του, να ζωστεί τα άρματα και να γίνει "ο πρώτος και ο μόvoς ιεράρχης που έπεσε στο χαράκωμα της τιμής" στην Χαλκωμάτα στο ξεκίνημα της επανάστασης (17). "Όστις πλήρης ζήλου ηκολούθει το στράτευμα ευλογώv και θαρρύvωv αυτό εις τov προκείμεvov αγώvα" (23:116). Ενώ στην ίδια μάχη την ίδια τύχη με τον δεσπότη είχε και ο αδερφός του Παπαγιάννης και ένας ανιψιός του?


Τι έκανε τον
Διάκο να εγκαταλείψει το μοναστήρι, να αψηφήσει την τιμή και τον πλούτο του πιο πλούσιου αρματολικιού της Ρούμελης. - Ήταν αρματωλός στο αρματωλήκι της Λειβαδιάς. Γιατί πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι η Λειβαδιά τότε ήταν η πιο τρανή πόλη της Ελλάδας μετά τα Γιάννενα. Είχε πάνω από 10.000 ψυχές. Η Αθήνα ήταν ένα χωριό με 2-3 χιλιάδες ανθρώπους- και στη συνέχεια να μαρτυρήσει με τον πιο φρικτό θάνατο μετά την αιχμαλωσία του στην Αλαμάνα?


Δεν μας επιτρέπει ο χρόνος να διαβάσουμε την περιγραφή του μαρτυρίου του που όπως υποστηρίζουν πολλοί αξιόλογοι άνθρωποι (Φαράντος...) αποτελεί συναξάρι νεομάρτυρα και όχι απλά την θανατική καταδίκη ενός αιχμαλώτου. (Διάλογος με Ομέρ Βρυώνη: οι χριστιανοί ξεσηκώθηκαν να λευτερωθούν).


Γιατί ένας πετυχημένος έμπορος όπως ήταν ο
Μακρυγιάννης, μπαίνει στις περιπέτειες του πολέμου, μένει πάμπτωχος και πολλές φορές αισθάνεται να τον ζεσταίνουν τα χνώτα του θανάτου αλλά τελικά καταφέρνει και ζει?


Γιατί ο
Δυσσέας, "ο σταυραετός της Ρούμελης" θυσιάζει πλούτη, αξιώματα ισχύ στρατιωτική και την εύνοια του τυράννου για την λευτεριά του γένους και καταλήγει να δολοφονηθεί στη φυλακή με τον πιο ατιμωτικό και ανατριχιαστικό θάνατο περιμένοντας μάταια να απολογηθεί στη τότε κυβέρνηση για τα ασύλληπτα από ανθρώπινο νου κατορθώματά του.


Ποια δύναμη έσπρωξε τον αρματωλό των Αγράφων Γ. Καραϊσκάκη, τον μεγαλύτερο στρατιωτικό εγκέφαλο της επανάστασης, να οργώνει νυχθημερόν με τα παληκάρια του τα
κακοτράχαλα βουνά της Ρούμελης και να δίνει απανωτές μάχες αψηφώντας την πείνα, την δίψα, την κούραση και κυρίως τις θέρμες της φυματίωσης που τον βασάνιζαν από νεαρό. 


Και έφτασε στο σημείο να πεθάνει η γυναίκα του στη γέννα του τέταρτου παιδιού του (27), την οποία υπεραγαπούσε, όταν εκείνος ήταν απασχολημένος στην πολιορκία των Αθηνών και δεν πήγε ούτε στην κηδεία της, μοναδική παρηγοριά στα τέσσερα ορφανά παιδιά του. Αλλά διαμήνυσε την απόφασή του αυτή στην τότε διοίκηση με τούτα τα μνημειώδη λόγια:
"προτιμώ και αυτής της οικίας μου την παντελή καταστροφήν για vα μη παραιτήσω εις τας κρισίμους αυτάς περιστάσεις την υπηρεσlαν του τόπου μου, υπέρ του οποίου θέλω θυσιάσει και το ολίγον αίμα μου". Και πράγματι σε λίγες ημέρες σκοτώθηκε σε συμπλοκή, αλλά πριν πεθάνει ζήτησε και πρόλαβε να εξομολογηθεί τα κρίματά του και να κοινωνήσει των αχράντων μυστηρίων, όπως αναφέρει στο υπέροχο βιβλίο του ο ιστορικός Θεμιστοκλής Πέτρου.
Και εν τέλει, τι έκανε 2 εκατομμύρια Έλληνες, εκ των οποίων 6.000 κληρικοί (Γάλλος πρόξενος Πουκεβίλ), να θυσιαστούν στον επταετή αγώνα της λευτεριάς από τον ανατολίτη δυνάστη της στέπας?

Πόσοι κληρικοί?
73 Αρχιερείς έλαβαν μέρος στον αγώνα, 42 υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, κάθε είδους βασανιστήρια και εξορίες, 2 Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος ο Ε' και Κύριλλος ο ΣΤ') και 45 Μητροπολίτες εκτελέστηκαν ή έπεσαν σε μάχες. (Κ. Τσάτσου: 25η Μαρτίου, Ομιλίες 1975-1976, σ.25)


Η θεωρία του
ιστορικού υλισμού που θέλει να εξηγεί την ιστορία με βάση την κοιλιά μόνο του ανθρώπου, δεν μπορεί να μας πείσει ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν γη ιδιόκτητη, πλούτο, δύναμη, εξουσία, κοινωνική αίγλη και μόρφωση ζηλευτή μερικοί από αυτούς (Ησαΐας, Αντρούτσος, Διάκος) και τα θυσίασαν όλα χάριν του κοινού σκοπού.

Μια
σύντομη περιγραφή της εποχής εκείνης μας χαρίζει με ζοφερά χρώματα το φόντο μέσα στο οποίο θα αναδειχθεί με λαμπρές ηλιαχτίδες η προσωπικότητα και το φρόνημα του κάθε αγωνιστή. Οι Τούρκοι κατακτητές σκότωναν, βίαζαν, άρπαζαν και έκαιγαν συνεχώς. Πήγαινες να βρεις το δίκιο σου στον Κατή και όποιος έδινε τα περισσότερα για μπάξίσι, είχε το δίκιο με το μέρος του.

Ο οπλαρχηγός
Ιωάννης Δυoβoυνιώτης διηγείται ένα περιστατικό ενδεικτικό της ασυδοσίας και κτηνωδίας των Τούρκων που σημάδεψε καθοριστικά την ζωή του. Ήταν παιδί 13 χρονών όταν είδε, μπροστά στα μάτια του, να κρεμούν τον πατέρα του οι Τούρκοι, απλά για να διασκεδάσουν. Ορκίστηκε τότε το αμούστακο τσοπανόπουλο να μην πίνει νερό άμα μεγαλώσει αλλά αίμα τούρκικο. Έτσι, λίγο αργότερα, πεντάρφανο και από τη μητέρα του και από την αδερφή του, το βρίσκουμε κλεφτόπουλο στο μπουλούκι του Γεωργίου Αντρούτσου, του θρυλικού πατέρα του Οδυσσέα (27:229).


Αυτοί λοιπόν, που δεν μπορούσαν να υπoφέρoυν σκλαβιά, άρπαζαν το τουφέκι και έβγαιναν στο κλαρί. Η κλεφτουργιά άρχισε μαζί σχεδόν με την υποδούλωση του γένους. Οι κλέφτες ήταν οι προστάτες των αδικουμένων. Η ζωή τους ήταν ένας συνεχής πόλεμος νύxτα μέρα και τέλειωνε πάντα με βόλι πάνω στη μάχη. Αυτή ήταν εξάλλου και η ευχή τους "καλό βόλι" (27:229).


Ούτε μια μέρα στα 400 χρόνια της σκλαβιάς δεν σταμάτησαν τον πόλεμο οι Έλληνες. Με τις διάφορες επαναστάσεις που ξεκίνησαν αμέσως μετά την πτώση της βασιλεύουσας διαμήνυσαν στον δυνάστη ευθύς εξ αρχής:

Όσο χιονίζει στα βουνά και λουλουδιάζουν κάμποι
Κι έχουν οι ράχες κρύα νερά τούρκους δεν προσκυνάμε.


Αλλά αν δεν αντέκρουα στην υπομονή σας, θα' πρεπε να ακούσομε την μαρτυρία του καθενός αγωνιστή, όπως σώθηκε σε αυθεντικά γραπτά κείμενα ή την προφορική παράδοση των συμπολεμιστών του, για να μας πουν γιατί πολέμησαν και θυσιάστηκαν και οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.


Οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι πολλοί ιστορικοί έταξαν σκοπό της ζωής τους να ανακαλύψουν, συλλέξουν και ερευνήσουν τις πρωτογενείς πηγές: όπως είναι η αλληλογραφία των οπλαρχηγών, τα Συντάγματα του αγώνα, τα έγγραφα της Πελοποννησιακής Γερουσίας, οι επιστολές του Κοραή, οι εφημερίδες της εποχής, οι αποφάσεις της κυβέρνησης και τα απομνημονεύματα των ιδίων των αγωνιστών.


Ας σταθούμε στην "μαχόμενη συνείδηση της Ρωμιοσύνης". Τον άνθρωπο που "σαν ήρωας πολεμούσε και σαν φιλόσοφος οδηγούσε" (10,55). Την ευγενέστερη μορφή του αγώνα. Τον όσιο Στρατηγό Ιωάννη Μακρυγιάννη. Τα απομνημονεύματα που μας άφησε, έχουν χαρακτηριστεί "ως η πιο έγκυρη αποτύπωση του ήθους των αγωνιστών του 1821" (20, 158).
 

Όταν ήταν στην Άρτα και μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία να πως περιγράφει το περιστατικό:

"Πήγα, κατεβάζει τις εικόvες όλες και μ' ορκίζει, και αρχιvάγει να με βάλει εις το μυστήριοv. Αφού προχώρεσε τότε τ' ορκίστηκα ότι δεv θα το μαρτυρήσω καvεvού. Όμως να μου δώσει καιρόν οχτώ ημέρες να συλλογιστώ αv είμαι άξιος δι'αυτό το μυστήριοv και αν μπορώ να ωφελήσω να το λάβω, ή να κάτζω. Eίvαι σα να μηv το ξέρω ολότελα. Πήγα στοχάστηκα και τα'βαλα; όλα ομπρός και σκοτωμόv και κιvτύvους και αγώvες- θα τα πάθω δια τηv λευτεριάv της πατρίδος μου και θρησκείας μου. Πήγα και του είπα "είμαι άξιος"... Μπήκα στο μυστικόv και αvαχώρησα από τον πατριώτη μου και πήγα εις το σπίτι μου και εργαζόμουvε δια τηv πατρίδα μου και θρησκείαv μου, να τηv δουλέψω 'λικρινώς καθώς τηv δούλεψα, να μηv με ειπή κλέφτη και άρπαγοv, αλλά να με ειπή τέκvο της και εγώ μητέρα μου" (1α, 154)


Εδώ, σταράτα και λιτά ο Μακρυγιάννης ζήτησε διορία οκτώ ημερών να σκεφθεί την ευθύνη που επωμίζεται, που σημαίνει ότι όταν το αποφάσισε είχε πλήρη επίγνωση του τι έκανε, αποφασίζει να πάθει για την λευτεριά της πατρίδας του και της θρησκείας του. Διότι όπως ξεκαθαρίζει και στην εισαγωγή των απομνημονευμάτων του (10, 145),
"η πατρίδα του κάθε ανθρώπου και η θρησκεία του είvαι το παν και πρέπει να θυσιάζει και πατριωτισμόv και να ζει αυτός και οι συγγεvείς του ως τίμιοι άνθρωποι εις τηv κοινωνίαν. Και τότε λέγovται έθvη όταν είvαι στολισμέvα με πατριωτικά αιστήματα. Το αvαvτίov λέγovται παλιόψαθες των εθvώv και βάρος της γής".

Είναι σαφές ότι οι άνθρωποι αυτοί ορκίστηκαν ή να πεθάνουν ή να λευτερωθούν οραματιζόμενοι ένα κράτος ή καλύτερα ένα έθνος ολόκληρο, το Ρωμέικο γένος
"στολισμένο με πατριωτικά αιστήματα". Ποιά είναι Τα "αιστήματα" αυτά?

Όπως αναφέρει σύγχρονος ερευνητής δεν είναι άλλα από τις χριστιανικές αρετές. Την πίστη στον Θεό που την θεωρεί "τζιβαερικόν πολυτίμητον" ο Μακρυγιάννης. Την δικαιοσύνη που πρέπει να πηγάζει από τον Θεό. Την ανυστερόβoυλη και ειλικρινή αγάπη, την οποία έμπρακτα εκδηλώνει και ο ίδιος συμπαραστεκόμενος όσο και όπως μπορεί στους αγωνιστές και τις οικογένειές τους και μετά τον αγώνα. Επίσης βαθειά ριζωμένη υπάρχει και η ιδέα της ομοψυχίας, της συνεργασίας, πάνω στην οποία πρέπει να θυσιάζεται από τους Έλληνες ο ατομισμός. Να λυτρώνει όλους μαζί τους αγωνιστές η ομόνοια και η αγάπη για το καλό της πατρίδας τους (20, σ156).
"Όταν αγωvίζοvται πολλοί και φκειάvουv, τότε να λέvε εμείς. Είμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ. Και εις το εξής να μάθομεv γνώση αν θέλομεv νa φκειάσομεv χωριόν, να ζήσομεv όλοι μαζί".

Και ο "γιος της καλογριάς", τον καιρό που τα μεγάλα ονόματα του Μοριά κατατρίβονταν στα πάθη της μικροπολιτικής και οδηγούσαν το έθνος στο διχασμό, γίνεται φλογερός απόστολος της εθνικής ενότητας και αγάπης. Με γράμμα του προς τους Πληρεξούσιους των αρμάτων και επαρχιών τονίζει ότι "από τηv ομόvοια και αδερφοσύvη κρέμαται η σωτηρία όλωv μας και είμεθα όλοι αδελφοί και έv έθvος. Ας λήψει το Πελοποννήσιοι, Νησιώται και Ρουμελιώται. Άλλ' όλοι να vομιζόμεθα έν, ως και είμεθα. (29:231).


Η ομόνοια και η αδελφοσύνη που οραματίζονταν και κήρυτταν οι αγωνιστές, βάθρο της είχε την συγχωρητικότητα και αμνησικακία μεταξύ τους χάριν του μεγάλου σκοπού. Όσοι το επιδίωξαν αυτό μεγαλούργησαν.


Σκηνή συγκινητική. Ένας από τους πιο τρανούς άρχοντες του Μοριά, ο κυβερνήτης Ζαΐμης, που πίστευε ότι ο Ρουμελιώτης καπετάνιος Γ. Καραϊσκάκης λεηλάτησε το αρχοντικό του και έπειτα τού βαλε φωτιά, περνάει σφουγγάρι στα παλιά και τον διορίζει αρχιστράτηγο του αγωνιζομένου Έθνους στην Ρούμελη (29:196).


Επίσης, ο Μπότσαρης χάριν της πατρίδας, ασπάζεται το χέρι του Μπακόλα, δολοφόνου του πατέρα του.
 

Ο Πανουργιάς υπερασπίστηκε τον καταδιωκόμενο Δυσσέα Αντρούτσο, ας είχε καταδιωχθεί άγρια απ' αυτόν όταν ήταν ο Αντρούτσος αληπασαλής (27:228).


Ας ξεδιπλώσομε όμως και μια άλλη κρυμμένη πτυχή αυτού του μεγάλου πολέμαρχου, του αρχιστράτηγου της Ανατολικής Ρούμελης, του Δυσσέα Αντρούτσου, που από το περιεχόμενο των επιστολών του κατά τη διάρκεια του αγώνα χαρακτηρίστηκε ως "ο απολογητής της επανάστασης του '21".


Όταν το 1822 ο Αντρούτσος κατέλαβε την Αθήνα, όπως γράφει ο λειβαδίτης ιστορικός Τάκης Λάππας στο υπέροχο βιβλίο του "Οδυσσέας Αντρούτσος" (3, σ195) "Το ενδιαφέρον του για την Αθήνα δεν περιοριζόταν μόνο στα οχυρωματικά της έργα, αλλά σκοπό είχε να την κάνει και πάλι τώρα ένα πνευματικό κέντρο όπως στα πολύ παλιά χρόνια. Πρώτα θέλησε να κάνει σχολειά. Για να γίνουν αυτά ήθελε να εξασφαλίσει τους δασκάλους. Αποφάσισε να γράψει και να καλέσει στην Αθήνα τους πιο διαλεχτούς δασκάλους του καιρού του. Ήταν ο σοφός Κοραής που βρισκόταν τότε στο Παρίσι και ο Νεόφυτος Βάμβας στην Κεφαλονιά".


"Λοιπόν συμπαραλαβών όσους δυvηθείς μαζί σου, ελθέ να συvαγωvισθείς με τους αδελφούς σου τον δικαιότατοv και vομιμότατοv παρ' όλους τους ποτέ αγώνας του κόσμου. Ο αγών μας είvαι υπέρ της χριστιαvικής πίστεως και υπέρ των αvθρωπίνωv δικαίων".


Οι σαφείς και ιεροί στόχοι του αγώνα ήταν απόλυτα ευθυγραμμισμένοι με την
"φιλελεύθερη διάθεση του κάθε Στερεολαδίτη, που εκρέμασε το παν εις της Θείας πρόνοιας την πάνσοφον απόφαση" όπως χαρακτηριστικά γράφει προς τους διπλωματικούς εκπροσώπους των τριών μεγάλων δυνάμεων ο τότε πολιτικός Γεώργιος Αινιάντας (16:13-14).

Έτσι εξηγείται και το μέγα θαύμα της στρατολόγησης τα χρόνια του ξεσηκωμού, αν αναλογιστεί κανείς ότι όλες οι πολεμικές επιχειρήσεις γίνονταν από άτακτα σώματα εθελοντών "που σχηματίζονταν και διαλύονταν κατά τις περιστάσεις". Όταν δεν υπήρχε κίνδυνος οι οπλαρχηγοί έμεναν με λίγα παληκάρια, τα πιο διαλεχτά, συνήθως κατά το χειμώνα που κόπαζαν οι εχθροπραξίες. Το γεγονός αυτό βεβαιώνoυν ποιητικά οι ακόλουθοι στίχοι:


Παιδιά, πήρ' ο χινόπωρος, παιδιά πήρ' ο χειμώνας
Πέσαν τα φύλλα απ' τα κλαριά, ξεσκιώσαν τα λημέρια
Παιδιά μου να σκορπίσουμε, να γίνουμε μπουλούκια,
Πιάστε τους φίλους τους πιστούς, και τους πιστούς κουμπάρους
Παιδιά μ' να ξεχειμάσουμε και τούτον τον χειμώνα
(54:44)


Σε περίπτωση συναγερμού λόγω κινδύνου το σώμα τους μεγάλωνε με την αυθόρμητη προσέλευση μαχητών από τους γύρω τόπους.


Στην πραγματικότητα οι μαχητές των στρατιωτικών σωμάτων, σ' όλο το διάστημα μέχρι το 1827, εκτός από την διατροφή τους, με σφαχτά και άλλα προϊόντα του τόπου όπου κάθε φορά στάθμευαν και το αλεύρι που μόνο αυτό, από καιρό σε καιρό, τους έστελνε η Kυβέρνηση, δεν έπαιρναν τίποτε άλλο.


Εντελώς αγόγγυστα παρ' όλα αυτά έκαναν το καθήκον τους. Αν και εφόσον, είχε διαθέσιμα μερικά γρόσια ο καπετάνιος θα τους βόλευε σε κάποια έκτακτη ανάγκη τους (16:209).


Η μορφή του καπετάνιου εμπνέει τα μέγιστα τους αγωνιστές και γίνεται ο πυρήνας που καλεί και συγκεντρώνει τους εθελοντές μελλοθάνατους. Ο Διάκος στο ξεκίνημα του αγώνα λίγο πριν την μάχη της Αλαμάνας τονίζει στους δισταχτικούς καπεταναίους το
"απειροπόλεμο των στρατιωτών πρέπει να αντικαταστήσει το θάρρος ημών τωv οπλαρχηγώv" (23:107).


Μια προκήρυξη του Αντρούτσου καλεί με τούτα τα λόγια τους Αθηναίους: "Πατριώται, πολεμούμε δια τα πολυτιμότερα προνόμια του κόσμου: δια την πίστην, την ελευθερίαν της χώρας μας και δια την Ελλάδα. Η πρώτη είναι αγία, και ο Θεός είναι μαζί μας. Η δεύτερη είναι κληρονομιά μας και το ακατάλυτο δικαίωμα όχι μόνο των Eλλήvων, αλλά κάθε φωτισμένου Έθνους. Όποιος νιώθει την αλήθειαν αυτήν των αισθημάτων ας με ακολουθήσει πριν χαθεί το παv...".

Και επειδή ο λαός ήξερε ότι αυτά που λέει ο Αντρούτσος τα υπογράφει με το αίμα του, τον ακολουθούσαν ανεπιφύλακτα. Γιατί όπως έλεγε ο ίδιος
"ήθελε στρατιώτες που αν πεινάσουν να δαγκώνουν το κovτάκι του vτoυφεκιoύ κι αν διψάσουν να κάνουν το ίδιο" (3:144).

Ο σταυραδερφός και αχώριστος φίλος του Δυσσέα ο "Γιός της καλογριάς" διακρίνεται ως ο πιο χαρισματικός στρατολόγος του αγώνα. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης διορίζεται από την Kυβέρνηση Ζαϊμη αρχιστράτηγος της Ρούμελης... χωρίς στρατιώτες. Η Ρούμελη όλη ήταν προσκυνημένη. Με άκαμπτο το φρόνημά του, δακρυσμένος παραλαμβάνει τον διορισμό του και υπόσχεται να γίνει "ο άγγελος της φυλής". (29: 196). 
 

Φτάνει στη Σαλαμίνα με 130 στρατιώτες. Στήνει στρατόπεδο δίχως καμιά χρηματική βoήθεια από την Kυβέρνηση και καταλήγει σε λίγους μήνες να λάβει υπό την οδηγίαν του 15.000 στράτευμα
"το οποίο διοίκησε με τηv μεγαλυτέραv τάξιν, εμπειρίαv και φρόνησιν" όπως μας γράφει ο βιογράφος του (2α: 92 &179).

Το 21 το θεωρεί ο αλησμόνητος Γ. Σεφέρης ως ένα "συμπυκνωμένο μήνυμα". Όσο το μελετούμε και το γνωρίζουμε "μεθάμε απ' τ' αθάνατο κρασί του" όπως έλεγε και ο πατριώτης μας Κωστής Παλαμάς την 28η Oκτωβρίoυ 1940 στην Αθήνα.


Αποτελεί την πεμπτουσία και το πολυτιμότερο κομμάτι της παγκόσμιας ιστορίας. Είναι ξεκάθαρο ότι οι πρωταγωνιστές του αγωνίστηκαν "για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία".


Ο Σαλώνων Ησαΐας και ο Αθανάσιος Διάκος λίγο πριν σύρουν το χορό στο πάνθεον των ηρώων στις Θερμοπύλες έγραφαν σε προκήρυξή τους ότι αγωνιζόμαστε
"για τον Χριστό και τον Λεωvίδα (22). Δηλαδή για την Ορθόδοξη πίστη μας και για την Ελλάδα μας.

Οι άνθρωποι που με αμεροληψία και επιστημονική ευθυκρισία έχουν ασχοληθεί με το θέμα καταλλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι πηγές που δείχνουν περίτρανα το εθνικό και μαζί θρησκευτικό περιεχόμενο του ξεσηκωμού είναι ανεξάντλητες.


"... το θρησκευτικό συvαίσθημα ήταv εκείvο που έσπρωξε τους Έλληvες στηv επανάσταση" γράφει ο σύγχρονος των αγωνιστών Δημήτριος Αινιάν, γραμματικός και βιογράφος του Καραϊσκάκη, ώστε η επανάστασις -λέει- κατά πρώτον λόγον πρέπει να θεωρηθεί θρησκευτική και κατά δεύτερον πολιτική (εθνική). Τοιαύτη λοιπόν εργασία εθεωρήθη ως σταυροφορία κατά των απίστων και δια τούτο πρώτος ο κλήρος ύψωσε τηv σημαίαv της επαvαστάσεως και ευλόγησε τα πρώτα κιvήματα του Λαού [(37)29:103]
 

Και αλήθεια είναι ότι από τη στιγμή που ο Yψηλάντης ύψωσε τη σημαία της επανάστασης στη Μολδοβλαχία ως τη στιγμή που ξεσηκώθηκε και η τελευταία γωνιά στην Ελλάδα, ούτε ένα καργιοφίλι δεν βρόντηξε, δίχως να το ευλογήσει πρώτα ένας δεσπότης ή ένας παπάς (29:95).
 

Γιατί??? Διότι οι επαναστατημένοι Ραγιάδες είχαν το δίκιο με το μέρος τους. Και εφόσον το δίκιο ήταν μαζί τους ήταν και ο Θεός μαζί τους. Η πίστη τους στον δικαιοκρίτη Θεό της αγάπης γιγάντωνε την πίστη τους στην λευτεριά του γένους. Και εδώ πρέπει να αποτείνουμε φόρο τιμής στις αγράμματες αλλά σοφές εκείνες μάνες που κράτησαν στα σπλάχνα τους και στην αγκαλιά τους λέοντες, τους οποίους έθρεφαν με επιμέλεια, μυστικά και αθόρυβα, γεμίζοντας τις καρδιές και την ύπαρξή τους ολόκληρη με Χριστό και Ελλάδα.


Και η μάνα στο '21 στέκεται ταμπούρι κι εκείνη στον αγώνα. Συμμετέχει και προσωπικά στην αγωνία των παιδιών της που αγωνίζονται στις μάχες με τους τούρκους. Δοκιμάζεται από τις στερήσεις, τις κακουχίες, τους χαμούς δικών της προσώπων. Μα στέκεται ορθή και πάντα προσευχόμενη (26:30).
 

Από "ενού χρονού", σημειώνει κάπου ο Μακρυγιάννης, τον μάθαινε η μητέρα του να κάνει μετάνοιες. Για να τον δελεάσει, μάλιστα, του έφερνε ο πατέρας του μικρά περδικόπουλα, τα έβαζε μπροστά του, και εκεί μπροστά στα εικονίσματα, έσκυβε το νήπιο να τα πάρει και έτσι μάθαινε να κάνει μετάνοιες στον Χριστό και στην Παναγία μας.


Για τέσσερις αιώνες οι υπόδουλοι ρωμιοί
"υπό τηv επαγρύπvησιv του κλήρου" όπως αναφέρει ο στρατηγός Κασομούλης στα ενθυμήματα του (21: 133) διατήρησαν την ελληνική γλώσσα, τον χαρακτήρα τους και τα ήθη και έθιμά τους που ήταν διαποτισμένα από την Ορθόδοξη πίστη και παράδοση.

Γνώριζαν με σαφήνεια την εθνική και θρησκευτική τους ταυτότητα ως γνήσιοι συνεχιστές της ελληνικής Ρωμανίας (Κ. Χολέβας 22).


Ακόμη και όταν σταμάτησαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στο νεοσύστατο τότε Ελληνικό κράτος, οι αγωνιστές δεν υπέστειλαν το λαβαρό τους. Απαίτησαν να θεσμοθετηθούν επίσημα αυτά που κατέκτησαν με τους τιτάνιους αγώνες τους και θεμελίωσαν στο φρεσκοποτισμένο με το αίμα τους ελληνικό χώμα.


Δεν είχαν επουλωθεί ακόμη οι πληγές του πολέμου και κάνουν κίνημα ζητώντας από τους βαυαρούς Σύνταγμα που να διακηρύσσει πρώτα απ' όλα πίστη στην Αγία Τριάδα. Και όταν οι καθολικοί Βαυαροί και οι δυτικοπαρμένοι σπουδαγμένοι πολιτικοί μας μηχανοραφούσαν για να αναθεωρήσουν το Σύνταγμα και να "το χαλάσουν δια το 40 άλθρο της θρησκείας" υψώνεται η φωνή του γέρου αγωνιστή Μακρυγιάννη και τους διαμηνύει στην συνέλευση:
"θρησκεία δεν βαίνομε εις την ψήφον ...ότι σήμερα πεθαίνουμε όλοι. Τότε χωρίς να την βάλομεν εις την ψήφον, έγινε παμψηφί και οι περί και οι κατά δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτε…" (10)

Εδώ ο γέρο Μακρυγιάννης μας καταδεικνύει επίσης ότι οι ιεροί αγώνες δεν έχουν συνταξιούχους αλλά γίνονται δια βίου.


Και σήμερα η Γαλλία διέγραψε το θρήσκευμα απ' τον καταστατικό χάρτη της Ενωμένης Ευρώπης, στην οποία ανήκει και η Ελλάδα. Η Γερμανίδα Υπουργός Εξωτερικών Ανέτε Σάβαν, στο περιθώριο της συνόδου των ομολόγων της από τα 27 Κ-Μ, η οποία διεξήχθη στη Χαϊδελβέργη, παρουσίασε την πρόταση συγγραφής ενός βιβλίου Ευρωπαϊκής Ιστορίας, το οποίο θα διδάσκεται στα σχολεία όλων των χωρών μελών της ΕΕ (Εφ. METRO, 06.03.07).


Ο Χάντιγκτον με τους θιασώτες του μας εξομοιώνει με το Ισλάμ. Οι δικοί μας εθνοπατέρες σπεύδουν να αναθεωρήσουν το Σύνταγμα, συμμορφούμενοι με τους εντολοδόχους τους πριν ακόμη λάβoυν τις εντολές, για να καταργήσουν το θρήσκευμα από τις ταυτότητές μας.


Για τον Μακρυγιάννη, τον Καραϊσκάκη, τον Διάκο, τον Ησαΐα, τον Αντρούτσο και τόσους άλλους καπεταναίους προγόνους μας φροντίζουν με επιμέλεια να παραμένουν άγνωστοι στους νεοέλληνες, στις νέες γενιές που ακολουθούν. Και αν δεν είναι θαμμένοι στη λήθη ακούγονται κατηγορίες και διαστρεβλώσεις των αγώνων και των θυσιών τους.

Εξόρισαν από την πρωτoβάθμια εκπαίδευση κείμενα που μπορούν να διεγείρουν στις καρδιές απ' τα σημερινά ελληνόπουλα, κάθε τι το υψηλό και ωραίο. Κάθε τι, που θα μπορούσε να κάνει τα παιδιά μας να φωνάζουν σαν τα νεαρά Σπαρτιατόπουλα: "εμείς δε γεσόμεθα πολλώ κάρρονες".

Έχουμε ανάγκη το οδηγητικό παράδειγμα αυτών των αγωνιστών για να βρούμε το αληθινό μας πρόσωπο και τον αληθινό προορισμό μας, με τα χαρακτηριστικά των προγόνων μας, των δικών μας ανθρώπων, που γεμίζουν περηφάνια την ψυχή μας και ευθύνη τους ώμους μας.

Την εποχή της παγκοσμιοποίησης που τόσο όμως εκτιμάται η διαφορετικότητα, το '21 αποτελεί "τόπο αποκαλύψεως" (Ο Κόσμος της Ελληνίδος, 537:76-77) που μας μαθαίνει να θυσιάζουμε και να θυσιαζόμαστε. Την εποχή του χρήματος και της χρησιμοθηρίας μας αποκαλύπτει ιδανικά, την πίστη και την πατρίδα, που δεν αποτιμάται η αξία τους σε χρήμα.

"Η πίστις και η πατρίς… για τον Έλληνα - μας λέγει ο Άγιος Νεκτάριος -.εισί δύο έννοιαι συμφυείς (=έμφυτοι) … αρρήκτως δεδεμέναι και αναπόσπαστοι… Εντεύθεν ο θερμός της πατρίδος προστάτης αποβαίνει γενναίος της πίστεως πρόμαχος… εντεύθεν ο αποθνήσκον υπέρ πατρίδος αποθνήσκει υπέρ πίστεως και ο μαρτυρών υπέρ πίστεως πίπτει μάρτυς υπέρ πατρίδος".

Η Επανάσταση του 1821 όπως λέει ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου: "…ήταν αγιασμένη. Ήταν η πιο πνευματική Επανάσταση που έγινε στον κόσμο".

Ο δρόμος που χάραξαν εκείνοι οι άνθρωποι είναι ένας δρόμος για "τρελλούς", μέσα στο σύγχρονο κόσμο. Ένας δρόμος που η ανθρώπινη ζωή νοείται μόνο εν ελευθερία.
Τα συμβατικά όπλα που χρησιμοποίησαν εκτίθενται στα μουσεία. Τα ακατάλυτα όπλα όμως της πίστης στο Θεό, της αυταπάρνησης και της θυσίας για ιδανικά και αξίες είναι πάντοτε στη διάθεσή μας "όσο υπάρχουν δυνάμεις τυραννίας που παραμένουν ενεργές μέσα στο διάβα της ιστορίας". Σε μας απομένει να τα χρησιμοποιήσουμε ως Έλληνες!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου