Από τη μια οι Ιταλοί κι οι Γερμανοί
για να σε βρουν αναστατώνουν την Αθήνα
κι από την άλλη του πατέρα μου η φωνή:
"Νομίζω πως τον κρύβεις στην κουζίνα".
Εσύ να παίζεις με τον θάνατο κρυφτό
κι αυτοί να σκίζουνε τα τεύχη τα κρυμμένα,
μη σε τρομάζει το διπλό κυνηγητό,
εσύ τους Γερμανούς κι αυτοί εμένα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
"Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές,
θα τους συντρίβω και το αίμα τους θα στάζει".
Πίσω απ' τον τοίχο ο ασύρματος καλεί,
είναι απ' τη Μέση Ανατολή, απ' το αρχηγείο.
Θα σoυ αναθέσουν μια καινούργια αποστολή
μ' ευχές για καλή τύχη απ' το αρχηγείο.
Η Κατερίνα σ' αγαπούσε σιωπηλά,
αλλά κι εσύ το ίδιο αγνά την αγαπούσες.
Χωρίς το Σπίθα ίσως να 'ταν πιο καλά,
παρ' όλ' αυτά εσύ τον συγχωρούσες.
Όταν ακούω να μιλάνε γι' Αφρική,
για Βερολίνο, Βενετία και Παρίσι,
σκέφτομαι, λέω, πού να ξέραν μερικοί
πως σε όλα αυτά τα μέρη εγώ έχω ζήσει.
Πως όταν ήταν στην Ελλάδα κατοχή,
μέσα στις σφαίρες μες στο κρύο, μες την πείνα,
με τους Εγγλέζους να εξοπλίζουνε τη γη
μου έδειχνες μια ξένοιαστη Αθήνα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
"Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές,
θα τους θερίζω και το αίμα τους θα στάζει".
Εσύ μπορούσες να οδηγήσεις φορτηγό,
μοτοσικλέτα, οτομοτρίς κι αεροπλάνο
κι όπου κι αν ήσουν πάντα δίπλα ήμουν κι εγώ,
μαζί σου ή να ζήσω ή να πεθάνω.
Ήσουνα πάντα εκδικητής και τιμωρός
γι αυτόν που γέμισε τον τόπο με στρατό του
και μ' ένα χτύπημά σου έπεφτε ο φρουρός
με μια στροφή γύρω απ' τον εαυτό του.
Μπορούσες πάλι να ημερεύεις τα σκυλιά
με κάποιο σφύριγμα που σου 'μαθε τσομπάνος
κι έτσι που πέταγες με κόλπο τη θηλιά
θα έπρεπε να είσαι Αμερικάνος.
Τι να σου πω, τι να σου πω, τι να σου πω
που να μην το 'χει πει κανένας για κανέναν,
εγώ μονάχα ένα πράγμα θα σου πω.
Μου φτάνει πως μεγάλωσα με σένα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Όπου κι αν είσαι, θα 'χεις γεράσει
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
για να σε βρουν αναστατώνουν την Αθήνα
κι από την άλλη του πατέρα μου η φωνή:
"Νομίζω πως τον κρύβεις στην κουζίνα".
Εσύ να παίζεις με τον θάνατο κρυφτό
κι αυτοί να σκίζουνε τα τεύχη τα κρυμμένα,
μη σε τρομάζει το διπλό κυνηγητό,
εσύ τους Γερμανούς κι αυτοί εμένα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
"Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές,
θα τους συντρίβω και το αίμα τους θα στάζει".
Πίσω απ' τον τοίχο ο ασύρματος καλεί,
είναι απ' τη Μέση Ανατολή, απ' το αρχηγείο.
Θα σoυ αναθέσουν μια καινούργια αποστολή
μ' ευχές για καλή τύχη απ' το αρχηγείο.
Η Κατερίνα σ' αγαπούσε σιωπηλά,
αλλά κι εσύ το ίδιο αγνά την αγαπούσες.
Χωρίς το Σπίθα ίσως να 'ταν πιο καλά,
παρ' όλ' αυτά εσύ τον συγχωρούσες.
Όταν ακούω να μιλάνε γι' Αφρική,
για Βερολίνο, Βενετία και Παρίσι,
σκέφτομαι, λέω, πού να ξέραν μερικοί
πως σε όλα αυτά τα μέρη εγώ έχω ζήσει.
Πως όταν ήταν στην Ελλάδα κατοχή,
μέσα στις σφαίρες μες στο κρύο, μες την πείνα,
με τους Εγγλέζους να εξοπλίζουνε τη γη
μου έδειχνες μια ξένοιαστη Αθήνα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
"Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ
είμαι παντού όπου το χρέος με προστάζει
κι όσο θα υπάρχουνε στη γη κατακτητές,
θα τους θερίζω και το αίμα τους θα στάζει".
Εσύ μπορούσες να οδηγήσεις φορτηγό,
μοτοσικλέτα, οτομοτρίς κι αεροπλάνο
κι όπου κι αν ήσουν πάντα δίπλα ήμουν κι εγώ,
μαζί σου ή να ζήσω ή να πεθάνω.
Ήσουνα πάντα εκδικητής και τιμωρός
γι αυτόν που γέμισε τον τόπο με στρατό του
και μ' ένα χτύπημά σου έπεφτε ο φρουρός
με μια στροφή γύρω απ' τον εαυτό του.
Μπορούσες πάλι να ημερεύεις τα σκυλιά
με κάποιο σφύριγμα που σου 'μαθε τσομπάνος
κι έτσι που πέταγες με κόλπο τη θηλιά
θα έπρεπε να είσαι Αμερικάνος.
Τι να σου πω, τι να σου πω, τι να σου πω
που να μην το 'χει πει κανένας για κανέναν,
εγώ μονάχα ένα πράγμα θα σου πω.
Μου φτάνει πως μεγάλωσα με σένα.
Πού είσαι τώρα και σ' έχω χάσει,
καλέ μου φίλε Γιώργο Θαλάσση.
Όπου κι αν είσαι, θα 'χεις γεράσει
μικρέ μου ήρωα Γιώργο Θαλάσση.
De kleine held
Aan de ene kant haalden Duitsers en Italianen
Athene overhoop om je te vinden;
aan de andere kant weerklonk mijn vaders stem:
“Je verbergt het, denk ik, in de keuken!”
Zelfs al speel je verstoppertje met de dood
en verscheuren ze alle nummers die je verborgen had,
wees niet bang van deze dubbele achtervolging,
tussen jou en de Duitsers, en tussen hen en mij.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
“Ik rust nooit uit,
ik ben overal waar de plicht me roept,
en bezetters overal ter wereld
zullen hun bloed zien stollen en door mij verpletterd worden.”
Achter de muur weerklinkt de radio,
het is het Midden-Oosten, het hoofdkwartier.
Je krijgt een nieuwe opdracht,
met succeswensen van X2.
In stilte hield Katerina van jou,
maar ook jij hield oprecht van haar.
Zonder Spithas was het misschien gemakkelijker geweest,
maar uiteindelijk vergaf je hem wel.
Als ik over Afrika hoor praten,
over Berlijn, Venetië en Parijs,
denk ik, zeg ik, hoe konden enkelen nu weten
dat ik daar overal bij ben geweest.
Toen Griekenland bezet was, liet jij,
ten midden van kogels, koude en honger,
en Engelsen die de wereld bewapenden,
een zorgeloos Athene zien.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
“Ik rust nooit uit,
ik ben overal waar de plicht me roept,
en bezetters overal ter wereld
zullen hun bloed zien stollen en door mij weggemaaid worden.”
Jij kon een vrachtwagen besturen,
een motorfiets, een auto en een vliegtuig,
en overal waar je was, was ook ik in de buurt,
om met jou te leven of te sterven.
Je zon altijd op wraak en straf
voor hen die het land bezetten
en met één slag van jou viel de wacht
na éénmaal rond zijn as te hebben gedraaid.
Je kon honden tot rust brengen
met gefluit dan je van een herder geleerd had
en zo sluw als je was in het omzeilen van een hinderlaag
kon je alleen maar Amerikaan zijn.
Wat kan ik zeggen? Wat kan ik zeggen,
wat niemand ooit over iemand anders gezegd heeft?
Eén zaak maar:
het is net alsof ik met jou groot geworden ben.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar je ook bent, je zal oud geworden zijn,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
Athene overhoop om je te vinden;
aan de andere kant weerklonk mijn vaders stem:
“Je verbergt het, denk ik, in de keuken!”
Zelfs al speel je verstoppertje met de dood
en verscheuren ze alle nummers die je verborgen had,
wees niet bang van deze dubbele achtervolging,
tussen jou en de Duitsers, en tussen hen en mij.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
“Ik rust nooit uit,
ik ben overal waar de plicht me roept,
en bezetters overal ter wereld
zullen hun bloed zien stollen en door mij verpletterd worden.”
Achter de muur weerklinkt de radio,
het is het Midden-Oosten, het hoofdkwartier.
Je krijgt een nieuwe opdracht,
met succeswensen van X2.
In stilte hield Katerina van jou,
maar ook jij hield oprecht van haar.
Zonder Spithas was het misschien gemakkelijker geweest,
maar uiteindelijk vergaf je hem wel.
Als ik over Afrika hoor praten,
over Berlijn, Venetië en Parijs,
denk ik, zeg ik, hoe konden enkelen nu weten
dat ik daar overal bij ben geweest.
Toen Griekenland bezet was, liet jij,
ten midden van kogels, koude en honger,
en Engelsen die de wereld bewapenden,
een zorgeloos Athene zien.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
“Ik rust nooit uit,
ik ben overal waar de plicht me roept,
en bezetters overal ter wereld
zullen hun bloed zien stollen en door mij weggemaaid worden.”
Jij kon een vrachtwagen besturen,
een motorfiets, een auto en een vliegtuig,
en overal waar je was, was ook ik in de buurt,
om met jou te leven of te sterven.
Je zon altijd op wraak en straf
voor hen die het land bezetten
en met één slag van jou viel de wacht
na éénmaal rond zijn as te hebben gedraaid.
Je kon honden tot rust brengen
met gefluit dan je van een herder geleerd had
en zo sluw als je was in het omzeilen van een hinderlaag
kon je alleen maar Amerikaan zijn.
Wat kan ik zeggen? Wat kan ik zeggen,
wat niemand ooit over iemand anders gezegd heeft?
Eén zaak maar:
het is net alsof ik met jou groot geworden ben.
Waar ben je nu? Ik ben je kwijt,
Giorgos Thalassis, mijn lieve vriend.
Waar je ook bent, je zal oud geworden zijn,
Giorgos Thalassis, mijn kleine held.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου