11 Ιανουαρίου 2011

«Η γυναίκα στην Ελληνική Επανάσταση»

         

 


ΣΟΥΛΙΩΤΙΣΣΕΣ
 
Οι σχέσεις των φύλων στο περήφανο και αδούλωτο Σούλι ήταν διαφορετικές απ΄ ό,τι στην υπόλοιπη Ελλάδα. Θύμιζαν τη θέση της γυναίκας στην αρχαία Σπάρτη. Οι άντρες σέβονταν τις γυναίκες τους και συχνά ζητούσαν τη γνώμη τους, ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιστάσεις. Οι σεβαστότερες απ΄ αυτές αναλάμβαναν το ρόλο του διαιτητή σε διαμάχες μεταξύ των ανδρών. Αντίθετα, ουδέποτε άνδρες ανακατεύονταν σε γυναικείους καβγάδες.
        Μερικές καπετάνισσες έπαιρναν μέρος στα στρατιωτικά συμβούλια, όπου οι γνώμες τους υπολογίζονταν όσο και των καπεταναίων. Στο σπίτι, τέλος, οι γυναίκες ήταν οι αδιαμφισβήτητες αφέντρες.
        Οι Σουλιώτισσες, πέρα από το νοικοκυριό, έπαιρναν όλες μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις, όπου ο ρόλος τους ήταν, σε πρώτη φάση, εφεδρικός και βοηθητικός Όταν όμως οι περιστάσεις το απαιτούσαν, οι γυναικείες εφεδρείες ρίχνονταν στη μάχη, άλλοτε κατρακυλώντας βράχους πάνω στον εχθρό, άλλοτε περιβρέχοντάς τον με καυτά βόλια, άλλοτε ορμώντας μπροστά με το σπαθί στο χέρι. 
zaloggobraxos.jpg (18319 bytes)        Ο «Χορός του Ζαλόγγου» (παραμονές Χριστουγέννων 1803) αποτελεί αιώνιο σύμβολο για τη γυναίκα που προτιμά το θάνατο από την ατίμωση και τη δυστυχία. Τη γυναίκα-ηρωίδα που «της Ελευθερίας ο έρως» τη σπρώχνει να θυσιάσει τον εαυτό της και τα παιδιά της, να αποχαιρετήσει παντοτινά  «τη γλυκιά ζωή» και τη «δύστυχη πατρίδα». «Στη στεριά δε ζει το ψάρι ούτ’ ανθός στην αμμουδιά / κ’ οι Σουλιώτισσες δε ζούνε μέσ’ τη μαύρη τη σκλαβιά». Η πρώτη σέρνει το χορό, φτάνοντας στο χείλος του γκρεμού, πηδάει και χάνεται στα βάθη του. Την ακολουθούν με τον ίδιο τρόπο, πάντα τραγουδώντας και χορεύοντας,   η δεύτερη, η τρίτη, η τέταρτη… Γύρω ακούγεται το μουγκρητό του ανέμου, που στροβιλίζει το χιόνι κι ανακατεύεται με το τραγούδι…
        Την ίδια χρονική στιγμή(Δεκ. 1803), η Δέσπω Σέχου-Μπότση, σύζυγος του Γιωργάκη Μπότση, κυνηγημένη από τους Τουρκαλβανούς, μετά τη συνθηκολόγηση του Αλή Πασά με τους Σουλιώτες, οχυρώθηκε με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της στον πύργο του Δημουλά στη Ρηνιάσα και ύστερα από σθεναρή αντίσταση ανατίναξε τον πύργο, για να μην παραδοθούν στον εχθρό.
        Από τις Σουλιώτισσες ξεχώρισαν άλλες δυο, οι οποίες υπήρξαν οι διασημότερες από τις άλλες, καταφέρνοντας να περάσουν τα ονόματά τους στο δημοτικό τραγούδι κι από εκεί στη σφαίρα του θρύλου. Η Μόσχω Τζαβέλα, σύζυγος του Λάμπρου, κατέχει τον τίτλο της «γυναίκας του Σουλίου». Ήταν  η πρώτη και μεγαλύτερη ηρωίδα του Σουλίου. Με βαριά καρδιά έδωσε στο χέρι του αιμοβόρου Αλή Πασά τον πρωτότοκο γιο της Φώτο, για θυσία, και έβαλε πάνω από τον ίδιο της το γιο την αγάπη της για την πατρίδα. «Το παιδί μου  είναι παιδί του Σουλίου και σα γλιτώσει το Σούλι γλιτώνει και το παιδί μου»,είπε χαρακτηριστικά στον πασά.
        Μια άλλη γυναίκα φυσιογνωμία που ξεχώρισε ήταν η Χάιδω Γιαννάκη Σέχου. Το όνομά της είχε πρωτακουστεί στον πόλεμο του 1792, όπου ο ηρωισμός της , μας πληροφορούν ξένοι διπλωμάτες την εποχή εκείνη στην κατεχόμενη Ελλάδα, προκαλούσε το σεβασμό και το θαυμασμό των συμπατριωτών της. Πρώτη έτρεχε στη μάχη, συχνά δίπλα στους άντρες, συχνότερα μπροστά απ’ αυτούς.       Η ηρωίδα αυτή άγγιξε το απόγειο της δόξας της στη δραματική τριετία 1800-1803, οπότε «καμιά γυναίκα δεν αναδείχθηκε όσο η Χάιδω», βεβαιώνει ο Γερμανός Μπαρτόλντι.

Η περηφάνια που ένιωθαν οι Σουλιώτες και οι Σουλιώτισσες για τη Χάιδω φαίνεται στο παρακάτω δημοτικό τραγούδι, το οποίο την εξισώνει με τους κορυφαίους άνδρες αγωνιστές:
 



 
         




ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ
 
Αξιοθαύμαστο θάρρος έδειξαν και οι Μεσολογγίτισσες «ελεύθερες πολιορκημένες», οι οποίες σε όλη τη διάρκεια της μακράς πολιορκίας του προπυργίου της δυτικής Ελλάδας βοήθησαν με κάθε τρόπο στην άμυνα:μεταφορά υλικών για τα οχυρωματικά έργα, περίθαλψη των ασθενών και τραυματιών.
        Φιλέλληνες πολεμιστές του Μεσολογγίου, όπως ο Αύγουστος Φαμπρ και άλλοι, έχουν αποθανατίσει ατέλειωτες σκηνές βομβαρδισμών με θύματα γυναίκες, όπως εκείνη με τις έξι φίλες που περπατούσαν μαζί και μια οβίδα έσκασε στα πόδια τους, σκοτώνοντας ή τραυματίζοντας και τις έξι. Ή εκείνη με το αίμα μιας πληγωμένης μητέρας να βρέχει τα πτώματα των εννέα κοριτσιών της, τα οποία κείτονταν γύρω της. Οι Μεσολογγίτισσες όχι μόνο δε δείλιασαν, αλλά αντίθετα εμψύχωναν τους μαχητές και τους παρακινούσαν να αγωνιστούν ως το τέλος.
        Όταν αποφασίζεται η ηρωική έξοδος(10 Απριλίου 1826), μετά το φοβερό λιμό, ακολουθούν πολλές γυναίκες με αντρική ενδυμασία, κρατώντας από το ένα χέρι το σπαθί και από το άλλο το μωρό τους, ενώ οι άοπλες μπήκαν στη μέση της φάλαγγας μαζί με τα παιδιά τους. Αυτές οι γυναίκες είχαν την ίδια φρικτή τύχη, όπως και οι άνδρες της Εξόδου, κατά τη γνωστή φοβερή σύγχυση που επικράτησε, και όσες κατάφεραν να γυρίσουν στην πόλη αυτοκτόνησαν, σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν.
        Από ότι ξέρουμε από τις τόσες ηρωίδες του Μεσολογγίου λίγα ονόματα διέσωσε η ιστορία για τις ηρωικές πράξεις τους.
        Μια από τις γυναίκες του Μεσολογγίου ήταν και η Αλεφαντώ. Η ενδυμασία προσιδίαζε αυτής των αντρών.Αψηφούσε τους κινδύνους, τις κακουχίες και τις στερήσεις. Αντίθετα, εμψύχωνε τους άνδρες στον αγώνα και θυσίασε τη ζωή της για την ελευθερία και την τιμή της.Εκτός από αγωνίστρια, ήταν σύζυγος και μητέρα. Ο σύζυγός της  σκοτώθηκε το Μάιο του’21 και νεαρά τότε η Αλεφαντώ έμεινε χήρα με μια μικρή κόρη.Όταν έγινε η έξοδος,συνελήφθη μαζί με την κόρη της και για πολλά χρόνια είχε μαρτυρική ζωή.
         
 
ΧΙΩΤΙΣΣΕΣ

Οι γυναίκες της Χίου, σύμφωνα με περιηγητές της εποχής, ήταν «ωραίες και αβρές», με «ευγενική συμπεριφορά, ιδιαίτερα απέναντι στους ξένους». «Πουθενά αλλού οι γυναίκες δεν απολαμβάνουν τόση ελευθερία κι ωστόσο καμιά κατάχρησή της δεν παρατηρείται. Εργάζονται και τραγουδάνε. Τα σκάνδαλα είναι σπάνια».
Οι σφαγές στο νησί(1822) εμπνέουν το Γάλλο ζωγράφο Ντελακρουά, που στο γνωστό του πίνακα αποτυπώνει όλη τη φρίκη αυτής της τραγωδίας. Από τους 100.000 κατοίκους στο νησί έμειναν λιγότεροι από 2000. «Χιλιάδες γυναίκες , κορίτσια κι αγόρια πουλιόνταν κάθε μέρα στο παζάρι. Πολλά από αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα αυτοκτόνησαν κατά τη μεταφορά. Βλέπεις γυναίκες να μη δέχονται τροφή, μ’ όλο που μαστιγώνονταν, για να πεθάνουν από την πείνα», ανέφερε ο Άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry.
                                  
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ (1771-1825)
Η Καπετάνισσα Μπουμπουλίνα ξέφευγε από τα γυναικεία πρότυπα της εποχής της. Μεγαλωμένη στη θάλασσα, από νωρίς εκδήλωσε την αγάπη της για τα πλοία και τα ταξίδια. Η μυθιστορηματική ζωή της, από τη γέννηση της ακόμη, ήταν γεμάτη περιπέτειες που σφυρηλάτησαν το χαρακτήρα της, ένα χαρακτήρα ανεξάρτητο, δυναμικό, αγωνιστικό. Καπετάνισσα, λοιπόν, όχι μόνο στα πλοία, αλλά και στην ίδια της τη ζωή. Γεννήθηκε ορφανή από πατέρα, έμεινε δύο φορές χήρα και με μεγάλη περιουσία την οποία διαχειρίστηκε με πολλή ευστροφία και κατάφερε να την αυξήσει. Γεύτηκε συχνά το φθόνο των συμπατριωτών της και γι’ αυτό αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, τις οποίες πάντα ξεπερνούσε.
Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες προφορικές μαρτυρίες, το 1819 στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης από τους πρώτους συμμετείχε ενεργά, προσφέροντας χρήματα και πολεμοφόδια και διαθέτοντας τα πλοία της στην υπηρεσία του Αγώνα. Η μεγαλύτερη απώλεια ήταν ο θάνατος του πρωτότοκου γιου της (από τον πρώτο της γάμο) Γιάννου Γιάννουζα, στα τέλη Απριλίου του 1821,σε μια συμπλοκή με τους Τούρκους έξω από το Άργος. Η Μπουμπουλίνα έλαβε μέρος με το πλοίο της «Αγαμέμνων» στην πολιορκία του Ναυπλίου και μετά την απελευθέρωσή του εγκαταστάθηκε εκεί σε οίκημα που της παραχώρησε η επαναστατική κυβέρνηση.
«Από της εμφανίσεώς της εις τον Αργολικόν, επί ιδίου πλοίου δια την πολιορκίαν του Ναυπλίου, και έπειτα εις το Αργος» γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος, «η φυσιογνωμία της Μπουμπουλίνας καθίσταται η αμαζόνιος διακόσμησις του πολεμικού πίνακος του 1821. Η δόξα της, που έφτασε μέχρι της εκπλήκτου δια την δράσιν της Ευρώπης, οφείλεται εις πραγματικάς πολεμικάς πράξεις.»
Το Σεπτέμβριο του 1821 βρέθηκε στο στρατόπεδο του Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη και μπήκε από τους πρώτους στην πόλη. Η εκεί συμπεριφορά της προξένησε σχόλια για αρπαγή κοσμημάτων από τις γυναίκες του χαρεμιού με υπόσχεση την ασφάλεια της ζωής τους.
Ο πρωταγωνιστικός της ρόλος δεν την άφησε αμέτοχη στις εμφύλιες διαμάχες, κατά τις οποίες υποστήριξε τους στρατιωτικούς και το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, με τον οποίο είχε συγγενέψει, μετά το γάμο της κόρης της Ελένης Μπούμπουλη με τον Πάνο Κολοκοτρώνη.
Η φιλοπατρία υπερισχύει όλων των άλλων συναισθημάτων της, δηλαδή της πικρίας της από τις έριδες των πολιτικών και την έκβαση του αγώνα. Και ενώ κάνει πάλι προετοιμασίες, για να λάβει μέρος στο αγώνα εναντίον του Ιμπραήμ, έρχεται το αναπάντεχο τέλος της. Η ηλιοκαμένη κόρη της θάλασσας πέφτει νεκρή από σπετσιώτικο βόλι, στις 22 Μαΐου 1825,στο σπίτι του πρώτου της άνδρα, του Γιάννουζα. Αιτία; Μια λογομαχία της με άτομα από την οικογένεια της Κούτση Ευγενίας, αγαπημένης του γιου της Μπουμπουλίνας. Άδοξο και τραγικό λοιπόν το τέλος αυτής της γυναίκας που μέσα της ξεχείλιζε, πιο ισχυρή από όλα τα άλλα, η αγάπη της για την πατρίδα.       
 
 
ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ (1796-1840)
 
Γεννήθηκε στην Τεργέστη, όπου ήταν εγκατεστημένος ο πατέρας της Νικόλαος Μαυρογένης, μέλος της Φιλικής Εταιρίας, στην οποία μυήθηκε και η Μαντώ το 1820. Εκτός από το ψυχικό σθένος και τη μεγάλη περιουσία, διαθέτει και μια πλούσια δυτική παιδεία, που περιλαμβάνει άριστη γνώση της Γαλλικής και Ιταλικής, καθώς και της Τουρκικής, προσόν που της επιτρέπει να δραστηριοποιηθεί σε μια μεγάλη προσπάθεια επηρεασμού της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Οι επιστολές της προς τις Παριζιάνες και τις Αγγλίδες εντυπωσιάζουν, συγκινούν και συζητιούνται τόσο στο Παρίσι όσο και στο Λονδίνο.
Το 1820 ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Τήνο και τη Μύκονο, πατρίδα της μητέρας της. Διέθεσε όλη την πατρική περιουσία στον απελευθερωτικό αγώνα, ενώ έλαβε και η ίδια μέρος σε πολλές επιχειρήσεις. Με τη λήξη της επανάστασης εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο και τιμήθηκε, με διάταγμα του Καποδίστρια, για τις υπηρεσίες της με μια μικρή σύνταξη και το βαθμό της αντιστράτηγου. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια αναγκάστηκε, ύστερα από τον άτυχο έρωτα της με το Δημήτριο Υψηλάντη και την έντονη πολεμική του Κωλέττη, να επιστρέψει στη Μύκονο. Φτωχή, έχοντας δωρίσει την τεράστια περιουσία της στον αγώνα, κατέφυγε κοντά στους συγγενείς της στην Πάρο. Εκεί πέθανε από τυφοειδή πυρετό.
Ως γυναίκα η Μαντώ ήταν το αντίθετο της Μπουμπουλίνας, νεαρή, λεπτή και λυγερόκορμη, με εύθραυστη ομορφιά. Γυναίκα μεσόκοπη, όταν άρχισε ο αγώνας, τραχιά, με χοντρά χαρακτηριστικά κι αρρενωπά φερσίματα η αντικομφορμίστρια Μπουμπουλίνα. Μόνα κοινά σημεία τους οι μεγάλες περιουσίες τους και η φλογερή πίστη της στο ιδανικό της ελευθερίας που τις μεταμόρφωσε σε ατρόμητες μαχήτριες για την ανεξαρτησία της Ελλάδας.

ΚΡΗΤΙΚΕΣ
Εκτός όμως από τις Σουλιώτισσες και τις Μεσολογγίτισσες, οι Μανιάτισσες (όπως η Σταυριάνα Σάββαινα και η Πανωραία Βοζίκη) και οι Κρητικές επέδειξαν απαράμιλλη ανδρεία και ανέπτυξαν ηρωικό ήθος.
Στην κρητική επανάσταση του 1866, και πιο συγκεκριμένα στην πολιορκία της Μονής Αρκαδίου, διακρίθηκε η σκληροτράχηλη και αδάμαστη Χαρίκλεια Δασκαλάκη.
 
ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ
Η ηρωίδα ήταν κόρη, σύζυγος και μητέρα αγωνιστών. Ο σύζυγός της, Μιχαήλ Δασκαλάκης, ήταν απόγονος του Δασκαλογιάννη. Και οι τρεις γιοι της έπεσαν σε μάχες του 1866.
Πρωταγωνίστησε στην πολιορκία του Αρκαδίου. Οι οπλαρχηγοί που βρίσκονταν στην μονή, προεξάρχοντος του ηγούμενου Γαβριήλ και, όπως λένε μερικοί, με τη σύμφωνη γνώμη της Χαρίκλειας Δασκαλάκη, η οποία συμμετείχε στα συμβούλια, αποφάσισαν να αντιταχθούν στην επίθεση του Μουσταφά Πασά μέχρις εσχάτων.
Την 8η Νοεμβρίου ο Μουσταφάς μετέφερε από το Ρέθυμνο πυροβόλο μεγάλης ολκής, για να καταρρίψει τη σιδερένια πύλη της μονής. Άρχισε ο κανονιοβολισμός.
Η Χαρίκλεια Δασκαλάκη, κλεισμένη σε ένα κελί με το γιο της Κωνσταντίνο και άλλους πολεμιστές, πολεμούσε ακατάβλητη και εμψύχωνε με το θάρρος της τους άλλους. Τρεις φορές έτρεξε και αναστήλωσε τη σημαία του οπλαρχηγού γιου της, την οποία κατέρριπταν ο σφαίρες του εχθρού. Τέλος, την τέταρτη φορά, αφού έσπασε το κοντάρι, δίπλωσε τη σημαία, τη φίλησε και την έκρυψε στην αγκάλη της.
Ενώ η ηρωίδα πυροβολούσε αδιάκοπα τους εχθρούς, ξαφνικά εχθρική σφαίρα πληγώνει το γιο της. «Για τόσο μικρό πράγμα!», του λέει η Χαρίκλεια. Η φωνή της μητέρας δίνει δύναμη και ζωή στο γιο της. Σηκώνεται, παίρνει το όπλο του και αρχίζει πάλι να πυροβολεί. Τα φυσίγγιά τους εξαντλούνται. Η Δασκαλάκη, με απίστευτη ψυχραιμία και θάρρος, ανοίγει την πόρτα του κελιού, τρέχει κάτω από χαλάζι σφαιρών προς το πτώμα Τούρκου στρατιώτη. Παίρνει τα φυσίγγιά του και επανέρχεται.
Από τους 950 πολιορκημένους στη Μονή γύρω στους 100 μόνο σώθηκαν. Η ηρωίδα Δασκαλάκη σώθηκε και επέζησε. Ενώ συνελήφθη μαζί με το γιο της, ο οποίος φονεύθηκε από τους Τούρκους , η Χαρίκλεια
κατόρθωσε να διαφύγει. Μετά την επανάσταση εμφανίστηκε στην Αθήνα, έδωσε πολύτιμες πληροφορίες για την πολιορκία του Αρκαδίου και την αυτοθυσία των πολιορκημένων.    
 


Η ΓΥΝΑΙΚΑ  ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
 
        Η Γαλλική Επανάσταση υπήρξε μια επανάσταση με χαρακτήρα κατεξοχήν κοινωνικό, κάτι που τη διαφοροποιεί από την εθνικοαπελευθερωτική Ελληνική Επανάσταση. Όμως η παρουσία των Γαλλίδων και ο αγώνας τους για την διεκδίκηση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους δε διαφοροποιείται από τον αγώνα των Ελληνίδων.
        Η θέση των γυναικών κατά την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης ήταν πολύ υποβαθμισμένη σε σχέση με τη θέση των ανδρών. Μερικά στοιχεία που δείχνουν τη θέση της γυναίκας είναι πρώτον ότι δεν είχαν το δικαίωμα ψήφου, το οποίο κατέκτησαν πολλά χρόνια αργότερα. Δεύτερον, ότι ήταν κτήματα των ανδρών, οι οποίοι κατασπαταλούσαν την προίκα τους, χωρίς να τους δίνουν κανένα λογαριασμό.
        Οι γυναίκες όμως άρχισαν να καταλαβαίνουν με τα χρόνια την υποβαθμισμένη θέση που κατείχαν και έτσι αποφάσισαν να κάνουν τη δική τους επανάσταση από την οποία κατάφεραν να αποκτήσουν δικαίωμα στην εκπαίδευση. Έτσι άρχισαν να δημιουργούνται σχολεία, κυρίως στην επαρχία, όπου τα κορίτσια φοιτούσαν χωριστά από τα αγόρια.
        Μια άλλη σημαντική θέση που κατάφεραν να κατακτήσουν οι γυναίκες με την επανάστασή τους είναι στην εργασία. Το δικαίωμα εργασίας της γυναίκας ήταν κάτι που της έδινε μια μικρή, έστω, αξία απέναντι στους άνδρες.
        Αυτή όμως η θέση στην εργασία και στην εκπαίδευση δεν κατάφερε να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες των γυναικών οι οποίες άρχισαν την περίοδο αυτή να ασχολούνται και με άλλα πράγματα, θέλοντας να αναβαθμίσουν τη θέση τους, όπως με την κυκλοφόρηση των γυναικείων εντύπων και διαφόρων εφημερίδων το 1789.
        Χαρακτηριστικό γυναικείο παράδειγμα είναι η Λουίζα ντε Κεράλιο η οποία εξέδωσε το 1789 την εφημερίδα «Του κράτους και του Πολίτη».
        Εκτός όμως από τη Λουίζα ντε Κεράλιο, υπάρχει άλλη μια ικανή γυναικεία προσωπικότητα η οποία θέλησε να φέρει στο φως την καθιέρωση του θεσμού της αναζήτησης της πατρότητας, κάτι που την εποχή εκείνη ήταν πολύ δυσάρεστο για τους άνδρες, που ήθελαν να τιμωρείται μόνο η γυναίκα για την ερωτική της περιπέτεια εκτός γάμου. Αυτή λοιπόν η γυναίκα, η οποία ονομαζόταν Ολυμπία ντε Γκούζ, βρήκε τραγικό θάνατο γιατί είχε το κουράγιο και τη δύναμη να σηκώσει το κεφάλι ψηλά και να υποστηρίξει νόμιμα δικαιώματα των γυναικών, όπως την ισότητα απέναντι στο θεό και στο νόμο.
        Το έργο όμως της τόσο δυναμικής Ολυμπίας ντε Γκούζ συνέχισε η μόλις είκοσι ετών Άνν Σαρλότ ντε Κορνταί ντ’ Αρμόν η οποία σπούδασε στη σχολή Καλογραιών. Αργότερα έγινε συνδρομήτρια στην εφημερίδα του Περλέ, μέσα από την οποία κατάφερε να βγάλει από τις φυλακές πολλούς άδικα φυλακισμένους, ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν δύο αγαπημένα της πρόσωπα.
        Η Τερουάνη ντε Μερκούρ έγινε ο χαρακτηριστικότερος γυναικείος τύπος της Επανάστασης. Ζητούσε συνεχώς το λόγο στη Συντακτική Συνέλευση, αναπτύσσοντας ριζοσπαστικές, ακραίες απόψεις. Κατηγορήθηκε ότι είχε οργανώσει συνωμοσία για τη δολοφονία της Μαρίας-Αντουανέττας και φυλακίστηκε για εννιά μήνες. Πήρε μέρος σ’ όλα τα επαναστατικά γεγονότα του 1792 και στις Σφαγές του Σεπτεμβρίου, όπου οι φυλακισμένοι την αντιμετώπισαν έντρομοι να εισβάλει στα κελιά τους με το θρυλικό ξίφος στο χέρι. Αργότερα συνελήφθηκε από τους Ιακωβίνους και βασανίστηκε. Η φοβερή αυτή δοκιμασία ήταν η χαριστική βολή. Από τότε ως το τέλος της ζωής της μπαινόβγαινε σε φρενοκομεία και πέθανε έγκλειστη το 1817 σε άθλια κατάσταση. 
        Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι ήταν αρκετά αισθητή η παρουσία των γυναικών κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, κάτι που μας χαροποιεί αρκετά γιατί αρχίζει να εξυψώνεται αργά και σταθερά η θέση της γυναίκας.
        Συγκρινόμενες οι επώνυμες Γαλλίδες του 1789 με τις Ελληνίδες του 1821 ήταν συχνά άτομα με ποικίλα ψυχολογικά προβλήματα και ταραγμένη προσωπική ζωή. Οι Ελληνίδες, αντίθετα, εμφανίζονται εξοπλισμένες με μία τετραγωνική λογική, που τις καθοδηγεί ακόμη και στις πιο παράτολμες πράξεις. Έχουν ξεκαθαρισμένες σχέσεις με τον κοινωνικό περίγυρο και γνωρίζουν άριστα τι θέλουν. Μια πρόσθετη διαφορά τους είναι πως οι Γαλλίδες έκαναν αγώνα κοινωνικό κι αντιμετώπιζαν συμπατριώτες τους, ενώ το εθνικοαπελευθερωτικό περιεχόμενο του αγώνα των Ελληνίδων τις έφερε πρόσωπο με πρόσωπο με τους πιο θηριώδεις κι αιμοσταγείς αλλόφυλους του καιρού τους.  
 
 
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
 
       Οι ηρωίδες του 1821 αποτέλεσαν σημείο αναφοράς και ενέπνευσαν τις Ελληνίδες και σε μεταγενέστερες εθνικά κρίσιμες περιόδους, όπως ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος, η Κατοχή και η Εθνική Αντίσταση. Ενδεικτικά αναφέρονται παρακάτω δυο ηρωίδες της Αντίστασης.
 
ΗΛΕΚΤΡΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
 
        26 Ιουλίου 1944.Στους δρόμους της Αθήνας βρίσκεται πεταμένο το πτώμα μιας γυναίκας, φρικτά παραμορφωμένο. Είναι το σώμα της ηρωίδας Ηλέκτρας Αποστόλου, μιας από τις πιο φωτεινές μορφές του κινήματος της Εθνικής Αντίστασης. Αφού τη συνέλαβαν οι Γερμανοί, τη βασάνισαν φρικτά μέρας ολόκληρες. Μην μπορώντας να κλονίσουν την αδάμαστη θέλησή της τη μαστιγώνουν με συρματένιο βούρδουλα, καίνε το κορμί της με πυρωμένα σίδερα, τη βάζουν να περπατήσει πάνω σε αναμμένα κάρβουνα και τέλος την κρεμούν από τις μασχάλες και τη βασανίζουν ως την τελευταία πνοή.
         Η  Ηλέκτρα αντιμετωπίζει αλύγιστη τα μαρτύρια, χωρίς να βγάλει λέξη από το στόμα της. Στις ερωτήσεις των δημίων, που προσπαθούν να την κάνουν να μαρτυρήσει μυστικά του Αγώνα, απαντά περήφανα και λακωνικά.
-Πώς σε λένε;
-Ελληνίδα.
-Πού μένεις;
-Στην Ελλάδα.
-Τι δουλειά κάνεις;
-Υπηρετώ τον Ελληνικό λαό.
(Ιστορία της Αντίστασης 1941-1944,τ.4,σελ.1417)
 
 
ΗΡΩ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
 
            Στις 5 του Σεπτέμβρη 1944 εκτελέστηκε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής η ηρωίδα Ηρώ Κωνσταντοπούλου.
            Είχε γεννηθεί από Σπαρτιάτες γονείς στις 16 Ιουλίου 1927 και ζούσε στην Αθήνα. ’Ηταν μαθήτρια Γυμνασίου και οργανωμένη στην ΕΠΟΝ, όπου είχε αναπτύξει έντονη απελευθερωτική δράση, παρά το νεαρό της ηλικίας της. Μιλούσε τέσσερις γλώσσες και,όταν τη βασάνιζαν οι χιτλερικοί στην οδό Μέρλιν, τους μαστίγωνε στη γλώσσα τους.
            Τη συνέλαβαν για δεύτερη φορά στις 31 Ιούλη 1944.Εκείνη τη μέρα είχε τελειώσει τις απολυτήριες εξετάσεις του Γυμνασίου. Επί τέσσερα μερόνυχτα τη βασάνιζαν να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της. Αλλά ούτε τα βασανιστήρια ούτε οι δελεαστικές προτάσεις που τις έκαναν απέδωσαν.
             Στις 5 του Σεπτέμβρη του 1944 μαζί με άλλους πατριώτες οδηγήθηκε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
(Ιστορία της Αντίστασης 1941-1944,τ.4,σελ.1443)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου